Πώς η πασαρέλα άλλαξε για πάντα την ιστορία της μόδας -Μια έκθεση στο Λονδίνο αποκαλύπτει την επιρροή της
Παρά το γεγονός ότι συνήθως διαρκεί λιγότερο από 15 λεπτά, ένα fashion show απαιτεί συνήθως μήνες προετοιμασίας, εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και μια ομάδα από εξειδικευμένους τεχνικούς, κατασκευαστές σκηνικών και ράφτες. Ωστόσο, αυτές οι επιδείξεις μόδας που διαρκούν μόνο λίγα λεπτά έχουν τη δύναμη να κάνουν το όνομα ενός σχεδιαστή γνωστό σε όλο τον κόσμο.
Ακόμα και αν δεν είστε φανατικοί οπαδοί της μόδας, ίσως να έχετε δει έστω και φευγαλέα μερικές από τις πιο εμβληματικές στιγμές που συνέβησαν κατά τη διάρκεια των fashion shows των πιο γνωστών οίκων μόδας στον κόσμο -όπως για παράδειγμα τα ρομπότ στην επίδειξη του Alexander McQueen Άνοιξη-Καλοκαίρι 1999 ή τη στιγμή που η Chanel εκτόξευσε έναν πύραυλο σε φυσικό μέγεθος κατά τη διάρκεια της του show Φθινόπωρο-Χειμώνας 2017. Και αν όντως δεν τις θυμάστε, μπορείτε να φρεσκάρετε τη μνήμη σας με μια επίσκεψη στη νέα έκθεση στο Λονδίνο, με τίτλο «Vogue: Εφευρίσκοντας την πασαρέλα», η οποία φιλοξενείται στον πολυχώρο Lightroom.
Σε τοίχους ύψους 39 μέτρων προβάλλονται αρχεία βίντεο και φωτογραφίες τόσο από τα πιο iconic catwalks στην ιστορία της μόδας, αλλά και στιγμές από τα παρασκήνια των λαμπερών επιδείξεων, που μεταφέρουν τους θεατές σε εμβληματικές fashion στιγμές που αξίζει να γνωρίζουν. «Αυτή είναι μια ευκαιρία για τους θεατές να βιώσουν την εμπειρία ενός catwalk», δήλωσε η Chioma Nnadi, επικεφαλής του εκδοτικού περιεχομένου της βρετανικής Vogue, στα εγκαίνια της έκθεσης. «Οι περισσότεροι παρακολουθούν τα shows online και μπορεί να έχουν μια ιδέα, αλλά αυτή η έκθεση είναι μια πλήρης, καθηλωτική εμπειρία», πρόσθεσε.
Στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δίνεται ιδιαίτερη σημασία στον όρο viral και οι σχεδιαστές πλέον λαμβάνουν υπόψη τους και το κοινό που παρακολουθεί την επίδειξή τους από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, όχι μόνο τους A-listers που κάθονται στην πρώτη σειρά.
Για παράδειγμα, οι εικόνες από το θεατρικό show του John Galliano για τον Maison Margiela Φθινόπωρο/Χειμώνας 2025, το οποίο έλαβε χώρα στο υγρό υπόγειο της γέφυρας Pont Alexandre III του Παρισιού τον περασμένο Ιανουάριο, ακόμα κάνουν τον γύρο του διαδικτύου, ενώ το πιο πρόσφατο show του Saint Laurent στο Παρίσι προσέλκυσε εκατομμύρια χρήστες από όλο τον κόσμο, κυρίως λόγω της επιστροφής της Bella Hadid στην πασαρέλα, με oversized κοστούμι και slicked-back bun. Επιπλέον, τον περασμένο μήνα, ένα βίντεο με το transgender μοντέλο Alex Consani να περπατά στην πασαρέλα της Victoria's Secret με ένα ζευγάρι βελούδινα, σατέν φτερά αγγέλου συγκέντρωσε περισσότερες από 16 εκατομμύρια προβολές στο X.
Οι πολυτελείς οίκοι -και οι απλησίαστες τιμές τους- μπορεί να εξακολουθούν να απευθύνονται σε λίγους, αλλά το θέαμα της πασαρέλας έχει γίνει mainstream.
Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Οι πασαρέλες χρονολογούνται ιστορικά στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν μόδιστροι όπως ο Charles Fredrick Worth αντικατέστησαν τις κούκλες με ζωντανά μοντέλα και άνοιξαν τα πίσω δωμάτια των ατελιέ τους σε έμπιστους πελάτες. «Ο Worth έκανε το βήμα να προσκαλέσει τον κόσμο στο σαλόνι του στο Παρίσι και να τους δείξει τι είχε να προσφέρει», δήλωσε στο CNN η δρ Kate Strasdin, ιστορικός μόδας στο Πανεπιστήμιο Falmouth της Αγγλίας.
Μέχρι τότε, οι μόδιστροι δούλευαν σύμφωνα με τις προδιαγραφές που έθεταν οι πελάτες τους. Οι πελάτες υπαγόρευαν το ύφασμα και το στιλ του ρούχου που ήθελαν, το οποίο συχνά βασιζόταν σε αυτό που έβλεπαν στον Τύπο ή που φορούσαν οι φίλες τους. Όμως o Worth -και άλλες γνωστές προσωπικότητες της εποχής, όπως η Βρετανίδα σχεδιάστρια Lucy, Lady Duff-Gordon-, αποφάσισαν να βάλουν σε προτεραιότητα το δημιουργικό τους όραμα.
Από μοδίστρες εξελίχθηκαν σε σχεδιαστές -κάτι στο οποίο συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό η «γέννηση» της πασαρέλας. «Έλεγαν: “Θα σας προσκαλέσω στο σαλόνι μου και θα σας δείξω τι έχω, και μετά μπορείτε να παραγγείλετε κάτι από αυτά», τονίζει η δρ Kate Strasdin. «Η πασαρέλα άνοιξε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο ενασχόλησης με τη μόδα πέρα από τον άμεσο κύκλο».
Διαφορετική, επίσης, ήταν και η διαρρύθμιση. Δεν υπήρχαν θεατρικά στοιχεία ή στενοί διάδρομοι στις πρώτες μόδας, μόνο λίγα, προσεκτικά επιλεγμένα μοντέλα (χωρίς συγκεκριμένο ύψος ή σωματικές διαστάσεις) που περιφέρονταν ανάμεσα στους καλεσμένους περπατώντας στην αίθουσα, ενώ διαρκούσαν ώρες και όχι λίγα λεπτά, όπως οι σημερινές πασαρέλες.
Χρόνια αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα, η Gabrielle «Coco» Chanel διοργάνωνε ιδιωτικές πασαρέλες στον πρώτο όροφο της πολυκατοικίας της στο Παρίσι, ενώ η ίδια ήταν κρυμμένη για να παρακολουθεί τις αντιδράσεις του κοινού. Οι πασαρέλες του Cristóbal Balenciaga ήταν εξίσου ιδιωτικές και απαγόρευε την είσοδο στους δημοσιογράφους σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Μάλιστα, το CNN αναφέρει ότι ο αξέχαστος μόδιστρος απαγόρευσε την είσοδο και στους Ιταλούς, καθώς υπήρχε ένα παράνομο κύκλωμα αντιγραφής που αποτελούνταν από Ιταλούςς και πουλούσε αντίγραφα ενδυμάτων στη Νέα Υόρκη.
Ωστόσο, ενώ η γοητεία της πριβέ πασαρέλες παραμένει ζωντανή ακόμα και σήμαρα -ο οίκος The Row της Marie-Kate και της Ashley Olsen απαγόρευσε τη χρήση κινητών τηλεφώνων στην επίδειξή του τον Φεβρουάριο- η βιομηχανία της μόδας πλέον στοχεύει σε εντυπωσιακά και over-the-top show, προσβάσιμα σε όλους (έστω και από το κινητό τους).
«Είναι ένα τόσο ισχυρό εργαλείο για τους σχεδιαστές και τα brands για να κάνουν statement σχετικά με το ποιοι είναι, τι αντιπροσωπεύουν και ποιο είναι το δημιουργικό τους όραμα», τονίζει η αρχισυντάκτρια της βρετανικής Vogue Chioma Nnadi.
Η έκθεση «Vogue: Inventing the Runway» εξερευνά την εξέλιξη των fashion show, από τις ιδιωτικές επιδείξεις μόδας στο στούντιο του Worth μέχρι τις υπερπαραγωγές του αξέχαστου Karl Lagerfeld.
Τα fashion shows που παρουσιάζονται στην έκθεση της Vogue επιλέχθηκαν με γνώμονα το αν έμειναν ανεξίτηλα στη μνήμη των fashion lovers. Παράλληλα, μας θυμίζει και πρόσφατες viral στιγμές: όπως τα αμφιλεγόμενα terrariums γεμάτα πεταλούδες στο σόου της ιαπωνικής εταιρείας Undercover στο Παρίσι πέρυσι, ή το πλέον εμβληματικό φόρεμα με σπρέι της Coperni από το 2022. «Όλο αυτό γίνεται για να ακουστεί το όνομα του brand. Άλλωστε, ο κόσμος δεν ψωνίζει σε αυτές τις επιδείξεις, πρόκειται ουσιαστικά για ένα είδος παράστασης».