Κώστας Μπερικόπουλος: «Είχα το τυχερό αστέρι μέσα μου»
Ο Κώστας Μπερικόπουλος έγινε ηθοποιός γιατί το ένστικτό του τον οδήγησε στο θέατρο. Από τότε συνεχίζει μια πορεία με σημαντικές συνεργασίες και συναντήσεις σε έργα κλασικά και σύγχρονα. Με ευαισθησία, με ποιότητα, μια ευγένεια.
Η φετινή σεζόν τον βρίσκει στο τρίτο κύκλο του “Μαέστρο” του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, στον ρόλο του αστυνομικού επιθεωρητή που φτάνει στο νησί για να διαλευκάνει μια σκοτεινή υπόθεση. Τον Φεβρουάριο θα είναι στο Εθνικό Θέατρο με το έργο του Μάθιου Λόζεπ «Η κληρονομιά μας».
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Μένει στο Μετς.
«Μεγάλωσα σ΄ένα σπίτι όπου η γκρίνια ήταν απαγορευμένη. Ο πατέρας μου το απαγόρευε δια ροπάλου. Ελεγε, “ποιο είναι το πρόβλημα, έλα να το συζητήσουμε”.
»Γεννήθηκα στην Αθήνα. Ο μπαμπάς μου ήταν Πλακιώτης, Αθηναίος -τρεις γενιές πίσω Πλακιώτες. Αλλά δυστυχώς όταν ήταν να κάνουν τις ανασκαφές για να βγάλουν τις αρχαιότητες από την αρχαία αγορά, γιατί εκεί ήταν τα σπίτια τους, τους αποζημίωσαν και τους έδωσαν σπίτια προς το Παγκράτι και τα πέριξ. Ο πατέρας μου έφυγε 5-6 χρόνων από την Πλάκα. Ηταν ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, με ποιότητες. Η μητέρα μου ήταν από την Θεσσαλονίκη με ποντιακή καταγωγή, από τον Καύκασο. Ο πατέρας μου ήταν ηλεκτρολόγος. Η μητέρα μου ήταν ένας πολύ δραστήριος άνθρωπος, αλλά δεν δούλευε ήταν θεατής στην τέχνη, πολύ σινεμά, θέατρο, κυρίως επιθεωρήσεις. Ημουν νέος ηθοποιός όταν πέθανε ο πατέρας μου. Δεν το ήθελαν το θέατρο για μένα.
»Το ένστικτο έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στην ζωή μου. Ηταν κάτι που είχα από μέσα μου και ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω από που πήγαζε. Ωστόσο πάντα το είχα στο μυαλό μου, αλλά ποτέ δεν το έλεγα, ήταν κάτι που δούλευε μόνο του μέσα μου. Και κάποια στιγμή όταν έγινε, έδωσα κρυφά εξετάσεις σε μία δραματική και πέρασα. Τότε το ανακοίνωσα στους γονείς μου. Υπήρξαν διάφορα θέματα. Ο πατέρας μου ανησυχούσε περισσότερο για την ανασφάλεια της δουλειάς -προτιμούσε την σταθερότητα μιας θέσης υπαλλήλου… Ηταν μια γενιά που μεγάλωσε μέσα στον πόλεμο.
»Μόλις πέρασα στην δραματική σχολή Βεάκη, μια εβδομάδα μετά, ήρθε το χαρτί του στρατού. Πήγα, και όταν γύρισα, επέστρεψα στην σχολή. Κι όταν την τέλειωσα, σε λιγότερο από χρόνο, ανέβηκα στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και έπαιξα πολύ ωραία πράγματα για τρία χρόνια. Με μια ανταλλαγή κατεβήκαμε στην Αθήνα με ένα έργο όπου είχα έναν πρώτο ρόλο (σε διπλή διανομή) στο “Εξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα” σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μαυρίκιου. Κι εκεί ήρθε ο πατέρας μου να το δει, είχε φέρει και φίλους, και ενθουσιάστηκε. Γιατί κατάλαβε ότι δεν ήταν μια παιδική τρέλα το θέατρο αλλά και γιατί ταίριαζε με το γούστο του.
»Δεν μ΄αρέσουν γενικά οι ταμπέλες. Πιστεύω ότι είχα ένα πολύ καλό ξεκίνημα και ήμουν και πάρα πολύ τυχερός. Πολύ γρήγορα άρχισα να παίζω και είχα το τυχερό αστέρι μέσα μου -για να θυμηθούμε και το τραγούδι από το “Μαέστρο”, στο να συναντηθώ με πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Δεν τους ξεχωρίζω -Βολανάκης, Τουφεξής, Μοσχόπουλος, Χουβαρδάς, και από τις νεότερες γενιές είχα την μεγάλη τύχη να με σκηνοθετήσει μαθητής μου, ο Γιώργος Κουτλής, στην πρώτη του σκηνοθεσία. Από όλους τους ανθρώπους, από όλους τους σκηνοθέτες είχα κάτι να κερδίσω. Δεν ζήτησα ποτέ χάρη, δεν έβαλα ποτέ κάποιο μέσο για δουλειά. Αλλά χτύπησα πόρτες, επανειλημμένως. Είναι πολλά τα χρόνια και συνειδητοποιώ πόσες ωραίες συναντήσεις είχα και έχω, πόσο τυχερός νιώθω. Επειδή είμαι και αρκετά ανασφαλής σαν άνθρωπος, είναι πολλές οι φορές που αναρωτιέμαι ακόμη αν κάνω εγώ γι΄αυτή την δουλειά…
»Τώρα έχω μια συνεργασία με τον Γιάννη Μόσχο τον οποίο γνωρίζω χρόνια, απ΄την Θεσσαλονίκη, πριν το Αμόρε… Κι ήρθε η στιγμή να ανοίξει ένας δίαυλος επικοινωνίας.
»Τηλεόραση έκανα λίγο στις αρχές της ιδιωτικής - είχα κι έναν πιο βασικό ρόλο στο “10” που έκανε η Πηγή Δημητρακοπούλου. Είχα κάποιες προτάσεις αλλά συνήθως είχα πρόβα-παράσταση και δεν είχα χρόνο. Πολλά είναι αυτά που μπορεί να σου προσφέρει η τηλεόραση και υποκριτικά και σε σχέση με τον κόσμο, αναγνωρισιμότητα αλλά και μέσα στην ίδια την δουλειά.
»Όταν ήρθε το “Αυτή η νύχτα μένει” είχα και τον χρόνο να το κάνω αλλά ήταν και πάρα πολύ όμορφος και κολακευτικός ο τρόπος που με προσέγγισαν. Γοητεύτηκα από όλο αυτό, απ΄τους ανθρώπους που συνάντησα στο πρώτο ραντεβού και απ΄τον ρόλο. Ηταν πολύ ιδιαίτερος και ακόμα πιο ιδιαίτερο ήταν ότι θα ήμουν ζευγάρι με την Αννα Μάσχα, με την οποία είχαμε δουλέψει πολύ και είχαμε μια μαγιά στην σχέση. Και από ό,τι κατάλαβα αυτή η σχέση διαμορφώθηκε και στην πορεία της σειράς, γιατί άρεσε πολύ στον κόσμο. Ο ρόλος μου ήταν να κρατήσει ως τις γιορτές αλλά συνέχισε. Μ΄άρεσε πολύ. Αυτός ήταν ένας στρατηγός, αλλά στην σχέση, στο σπίτι, στρατηγός ήταν η Αννα, δηλαδή η Διαμάντω… Είχε γούστο αυτή η αντίθεση. Μου έτυχε κάποια στιγμή, μετά την σειρά, να συναντήσω μια μητέρα που το παιδί της το έλεγαν Νικολάκη και με κάποιον τρόπο προσπαθούσε να με βάλει μέσα στο παιχνίδι, να βοηθήσω την κατάσταση… Τώρα στο θέατρο, στο έργο που ετοιμάζουμε, στην “Κληρονομιά μας”, υπάρχει μια φράση που λέει ότι “δεν έχεις ιδέα με το έργο σου πόσους ανθρώπους, πόσες ζωές μπορείς να έχεις σώσει”. Όταν εργάζεσαι δεν το σκέφτεσαι, αλλά υπάρχει κι αυτού του είδους η συνάντηση, αυτή η συν-κίνηση…
»Το “Μαέστρο” ήταν μια πολλή μεγάλη έκπληξη για μένα. Με τον Χριστόφορο δεν γνωριζόμαστε. Μια φορά είχαμε συστηθεί σε μια πρεμιέρα της Χαρούλας στο Δημοτικό του Πειραιά.
»Όταν προβλήθηκε ο πρώτος κύκλος του “Μαέστρο” χτύπησε μια μέρα το τηλέφωνό μου. Αγνωστος αριθμός. “Χριστόφορος Παπακαλιάτης”, μου λέει. “Ξέρεις γράφω τον δεύτερο κύκλο κι έχει προκύψει ένας ρόλος που θα ήθελα πάρα πολύ να τον κάνεις εσύ. Είναι ο αστυνομικός επιθεωρητής που θα έρθει να εξιχνιάσει (σ.σ. τελικά) το έγκλημα του Χαράλαμπου. Αλλά”, μου λέει, “δεν τον θέλω κλασικό Κλουζό…”. Μου είπε δύο-τρία πράγματα για τον ρόλο, γοητεύτηκα και είπα “ναι” πριν διαβάσω καν τα σενάρια. Ετσι ξεκίνησε μια πάρα πολύ όμορφη συνεργασία. Διάβαζα κάτι, τον έπαιρνα τηλέφωνο, μιλούσαμε, είχαμε μια δημιουργική επικοινωνία. Και επειδή είχα πολλά γυρίσματα και με την Χάρη, δουλεύαμε πολύ μαζί. Κι εκεί μιλούσαμε στο τηλέφωνο ή ερχόταν ο Χριστόφορος. Ολο αυτό συνεχίστηκε και στα γυρίσματα. Κι όταν πια είδα τα δικά μου πρώτα επεισόδια γοητεύτηκα πάρα πολύ, παρ΄ότι άργησα να εξοικειωθώ με τον εαυτό μου. Μετά επιβεβαιώθηκα από ανθρώπους που τους άρεσε η σειρά και ο καινούργιος ρόλος.
»Όταν ο Χριστόφορος μου έστειλε τα επεισόδια του 3ου κύκλου συνειδητοποίησα πόσο πολύ εξέλιξε τον ρόλο μου. Όταν τα διάβασα τον πήρα αμέσως τηλέφωνο και του είπα ότι συγκινήθηκα, ότι “αυτό που έχεις κάνει το παίρνω προσωπικά”. Κι είναι κάτι που το κάνει με όλους τους ηθοποιούς και τους συνεργάτες του. Για μένα ήταν ένα σπουδαίο δώρο που έκανε ο Χριστόφορος στον Κώστα.
»Δεν ξέρω, δεν τον έχω ρωτήσει, αλλά πιθανόν εκείνη η συνάντηση στο θέατρο του Πειραιά να έπαιξε ρόλο για την συμμετοχή μου στο “Μαέστρο”. Πρέπει να έβαλε και λίγο το χέρι της η Χάρις. Γιατί μετά τον Πειραιά και πριν μου τηλεφωνήσει ο Χριστόφορος, μου ζήτησε η Χάρις να της στείλω το link κάποιων παραστάσεών μου. “Τι τα θέλεις;” –“Να δείξω κάτι στον Χριστόφορο”. Και μετά ήρθε το τηλεφώνημα απ΄τον Χριστόφορο.
»Είναι μια ωραία σειρά, με πολύ υψηλή αισθητική και εξαιρετικούς συνεργάτες. Κάποιους ηθοποιούς τους ήξερα επειδή είχαμε δουλέψει μαζί, κάποιους τους εκτιμούσα εξ αποστάσεως, και κάποιους, τους νεότερους, τους γνώρισα τώρα.
»Ο ήρωάς μου είναι ένας άνθρωπος που βγαίνει στη σύνταξη και δεν θέλει να παραδώσει τα όπλα, θέλει να συνεχίσει. Ο λόγος που έρχεται στο νησί είναι να ξεσκεπάσει τον Δήμαρχο -όχι την δολοφονία του Χαράλαμπου. Και αυτό του δίνει πνοή, ζωή. Επιπλέον, τυχαία, στην Κέρκυρα, εμφανίζεται στον δρόμο του μια γυναίκα, μια γυναίκα που έχει ένα ενδιαφέρον, η Χάρις…
»Ο Χριστόφορος έχει έναν τρόπο να σε καταλαβαίνει κι ας μην σε γνωρίζει. Το χιούμορ του ρόλου είναι το δικό μου, το έπιασε αμέσως…
»Μπήκα πολύ εύκολα σ΄αυτήν την παρέα, στην παρέα του “Μαέστρο”. Το πρώτο μου γύρισμα το έκανα τον Μάιο του ΄23, μια Δευτέρα. Ηταν δύο βουβά περπατήματα στην Κέρκυρα, σε μια πλατεία. Τότε γνώρισα το συνεργείο και μπήκα αμέσως σε μια αγκαλιά. Οι συνεργάτες του, οι τεχνικοί, είναι ένας κι ένας. Υπήρχε μια καλή διάθεση -όλα ξεκινάνε απ΄τον Χριστόφορο. Τα γυρίσματα είναι πάρα πολύ ωραία, αλλά και πάρα πολύ απαιτητικά. Πρέπει να είμαστε πάρα πολύ καλά διαβασμένοι -όπως και είμαστε κι ο Χριστόφορος κάνει πάρα πολλές λήψεις.
»Για τα γυρίσματα στην Κέρκυρα με την Χάρις πήγαμε τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του ΄23. Ημασταν ήδη έτοιμοι. Είχαμε μια ατυχία, λίγο στενάχωρη, καθώς γυρίζαμε την σκηνή που γνωριζόμαστε. Το καντούνι που είχε αυτό το πολύ συμπαθητικό καφέ ήταν στενό και για τα γυρίσματα κυνηγούσαμε τον ήλιο… Κάποια στιγμή μας λένε ότι πρέπει να σταματήσουμε το γύρισμα. Είχε πεθάνει μια γιαγιούλα στο σπίτι επάνω και δεν μπορούσε να περάσει το αυτοκίνητο να την πάρει -συνεχίσαμε μετά…
»Με την Χάρις είχαμε δουλέψει στο θέατρο, στην “Οπερέτα” και στο “Μια νύχτα στην Επίδαυρο” με τον Νίκο Καραθάνο -να, άλλος ένας σπουδαίος άνθρωπος με τον οποίο έχω συνεργαστεί.
»Ο Χριστόφορος; Καταρχάς είναι ένας πολύ καλός και ευγενικός άνθρωπος. Πολύ ανάλαφρος, με πολύ χιούμορ αλλά και πολύ απαιτητικός. Ξέρει πολύ καλά τι να σου ζητήσει, στο αιτιολογεί, γιατί ξέρει πολύ καλά τι θέλει να κάνει. Εγώ θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο με αυτή την συνεργασία. Ηταν, είναι μια πολύ ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου, όχι μόνο της δουλειάς μου. Κι όλο αυτό σε συνδυασμό με τα γυρίσματα, σ΄αυτόν τον υπέροχο τόπο, τους Παξούς.
»Ο τρίτος κύκλος που θα προβληθεί απαντά στα ερωτήματα της σειράς και κλείνει ένας κύκλος τόσο όσο θα μπορούσε και να ξανα-ανοίξει.
»Η βία; Η βία στην οθόνη, έχει να κάνει με τον τρόπο που την δείχνεις. Εδώ, με τον τρόπο που το κάνει ο Χριστόφορος, πιστεύω ότι πρέπει να την δείχνουμε. Παρ΄όλο που είχα καλή σχέση με τον πατέρα μου αυτή η βία του πατέρα προς τον γιο ξύνει μέσα μου μια πληγή, μια πληγή που δεν υπάρχει.
»Τα τελευταία χρόνια ωστόσο πιστεύω ότι κάτι έχει συμβεί, κάτι έχει αλλάξει -και το λέω και με αφορμή το “Μαέστρο”. Εμαθα ότι ένα παιδί στην Κέρκυρα το αποδέχθηκε η οικογένειά του, η μητέρα του, μετά την σειρά -σαν να ησύχασε κάπου μέσα της. Από την άλλη είμαστε στο 2024 κι άκουσα πολύ πρόσφατα για ένα παιδί που ο πατέρας του το έδιωξε απ΄το σπίτι γιατί είναι γκέι. Αν αυτό δεν είναι βία, τότε τι είναι; Αλλά μετά την πρώτη μου αντίδραση γι΄αυτόν τον πατέρα, αναρωτήθηκα τι να κρύβει κι αυτός μέσα του, τι να τον βασανίζει για να φτάσει σ΄αυτό το σημείο… Πιστεύω ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας στο θέμα της ομοφυλοφιλίας, αλλά το γεγονός ότι οι νεότερες γενιές των παιδιών το αντιμετωπίζουν ακομπλεξάριστα, το βρίσκω πολύ θετικό. Το έβλεπα μέχρι πρότινος, που δίδασκα, μέσα στην τάξη. Είναι πολύ πιο ανοιχτά πια τα παιδιά -ήταν τελείως διαφορετικά στα χρόνια μου. Κι αυτό έχει να κάνει γενικότερα με την αποδοχή του διαφορετικού, του άλλου.
»Μεγαλώνοντας βλέπω ότι μόνο η αγάπη είναι η λύση. Και ως δάσκαλος, κάνοντας έναν απολογισμό, κατάλαβα ότι αυτό που προσπαθούσα να μεταδώσω δεν ήταν τίποτε άλλο εκτός από αγάπη. Γιατί δεν μπορούν να δουλέψουν τα πράγματα αν δεν υπάρχει αγάπη.
»Στο θέατρο έχω σβήσει από τη μνήμη μου κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις ανθρώπων που δεν θα ήθελα να ξανασυναντήσω επαγγελματικά. Πάλι θα πω ότι ήμουν τυχερός, γιατί βρέθηκα σε περιβάλλοντα με αγάπη. Νιώθω ασφαλής μέσα στην δουλειά, προστατευμένος. Όχι ότι δεν είχα διαφωνίες, αλλά πάντα υπήρχε αγάπη και νοιάξιμο -αλλιώς αρρωσταίνεις. Αλλά ακόμα και σε μια τέτοια, δύσκολη, συνθήκη θα βρεις κάποιον να κρατηθείς, κι αυτό έκανα.
»Γιατί έγινα ηθοποιός; Δεν ξέρω, δεν έμαθα. Εχω μια σκέψη, μια ανάμνηση, τώρα που έρχονται και Χριστούγεννα απ΄τα παιδικά μου χρόνια, μια εμπειρία, κάτι πολύ τραυματικό. Ημουν μικρός στον προσκοπισμό και χρειάστηκε ν΄αντικαταστήσω ένα άλλο παιδάκι σε μια γιορτή και να πω ένα ποίημα που άρχιζε με το “Καλέ μου Αγιε Βασίλη πόσο συλλογιέμαι τα φτωχά παιδάκια…”. Όταν λοιπόν βγήκα στην σκηνή, είπα μόνο αυτή την φράση κι όχι όλο το ποίημα -δεν το θυμόμουν… Οπότε με τράβηξαν απ΄την σκηνή, με ρωτούσαν γιατί δεν το είπα όλο, σάστισα. Αυτή η τραυματική εμπειρία λοιπόν μπορεί να συνετέλεσε πολύ στην απόφασή μου να γίνω ηθοποιός, να μάθω και τον υπόλοιπο ρόλο. Νομίζω ότι ένας καλλιτέχνης αντλεί μέσα απ΄την πληγή του κι αυτό κάνει και τον θεατή να συν-κινείται».
«H Κληρονομιά μας» στο Εθνικό
«“Η Κληρονομιά μας”, το έργο του Μάθιου Λόπεζ, που θα ανέβει τον Φεβρουάριο στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου, αφορά σε μία παρέα ομοφυλόφιλων ανδρών, συγγραφείς όλοι τους, που δεν ξέρουν τι και πως να γράψουν. Κάποια στιγμή εμφανίζεται από το πουθενά ο Ε.Μ.Φόρστερ (σ.σ. ο συγγραφέας του “Επιστροφή στο Χάουαρντς Έντ”) και του ζητάνε να τους βοηθήσει. Ετσι ξεκινάμε σιγά-σιγά να χτίζουν ένα έργο όπου παίζουν οι ίδιοι τους ρόλους, ενώ βάζουν και τον Φόρστερ να παίξει. Με ήρωες από διαφορετικές γενιές το έργο μιλάει για την κληρονομιά. Πώς μια παλιότερη γενιά, το ΄80 στη Νέα Υόρκη, στην έξαρση του Aids, συνομιλεί με τους νέους του σήμερα. Μέσα από το έργο μαθαίνεις και κατανοείς την ψυχολογία των ομοφυλόφιλων, κάτι που έναν ανοίκειο θεατή θα τον κάνει να νιώσει πιο οικεία».
«Maestro» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη στο Mega (22.00). Από Δευτέρα 2/12 ως Πέμπτη 5/12.
«Η Κληρονομιά μας» του Μάθιου Λόπεζ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου. Εθνικό Θέατρο, από 7/2/2025.