Βάσω Λασκαράκη: «Ποτέ δεν ήμουν του φαίνεσθαι»
Με αφορμή τη θεατρική παράσταση «Λαπωνία» συναντηθήκαμε με τη Βάσω Λασκαράκη.
Η ηθοποιός αφηγείται τα παιδικά της χρόνια στη Θεσσαλονίκη, πώς πήρε την απόφαση να έρθει στην Αθήνα, τις πρώτες δυσκολίες που συνάντησε, μιλάει για τη μητρότητα, τη σχέση που έχει με την κόρη της, Εύα, το γάμο της με τον Λευτέρη Σουλτάτο και εξηγεί γιατί έχει κρατήσει ένα πιο low profile. Η συνάντηση μας έγινε στο Radisson Blue Park Hotel μια βροχερή μέρα του Μαρτίου.
«Γεννήθηκα το 1979, μια Παρασκευή του Οκτώβρη, στη Θεσσαλονίκη. Θυμάμαι να παίζουμε στις αλάνες κυνηγητό, κρυφτό, τώρα έχουν χτιστεί κάτι τεράστιες πολυκατοικίες -ήμουν όλη την ημέρα έξω με ματωμένα γόνατα. Από την άλλη, όταν είχαμε καύσωνες καθόμουν στη βεράντα, στο σπίτι της γιαγιάς, και βρεχόμουν με το λάστιχο.
Πέρασα πολύ όμορφα παιδικά χρόνια, ανέμελα και ξέγνοιαστα. Εντάξει, δεν ήθελα να φύγω από τη Θεσσαλονίκη, την αγαπούσα πολύ και είχα μάθει να ζω εκεί. Σπούδασα στο ΚΒΘΕ από επιλογή. Η Αθήνα μου φαινόταν κάτι σαν τέρας. Είχα την ασφάλεια της πόλης μου και πίστευα ότι στην Αθήνα είναι όλοι κακοί. Είχα αυτή τη ρετσινιά της συμπρωτεύουσας που όλα τα καλά πράγματα συμβαίνουν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη μας έχουν παρακατιανούς. Μέχρι σήμερα έχω τους φίλους μου, την κολλητή μου που είμαστε μαζί από δώδεκα ετών. Φέτος, μετά από 16 χρόνια έκανα γιορτές στη πόλη μου και λόγω της θεατρικής παράστασης «Λαπωνία» που ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη, ήταν κάτι σαν επιστροφή στις ρίζες μου.
Είμαι μοναχοπαίδι και μεγάλωσα σε μια πολυκατοικία που έμεναν ο παππούς, η γιαγιά, η θεία -πολύ οικογενειακά. Υπήρχε μεγάλη κινητικότητα στην οικογένεια και τα γιορτινά τραπέζια τα κάναμε στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς - με τον παππού μου να μαγειρεύει πάντα. Δεν ξέρω τι έγινε, μάλλον επηρεάστηκα από εκείνον και αγάπησα τη μαγειρική -καμία φορά λέω στον άντρα μου, τον Λευτέρη, που είναι σεφ, ότι ήταν μοιραίο να συμβεί όλο αυτό μεταξύ μας».

«Δεν πήρα εύκολα την απόφαση να κατέβω στην Αθήνα. Το συζητούσα από το 2002 που τελείωσα τη σχολή, μέσω μιας γνωστής αποφάσισα να δοκιμάσω να έρθω για να στείλω κάποια βιογραφικά, αλλά δεν κατέβηκα γιατί πολύ απλά φοβόμουν. Για μια τριετία, δηλαδή μέχρι το 2005, δυσκολεύτηκα πολύ στη Θεσσαλονίκη από οικονομικής άποψης. Έπρεπε να δουλεύω στο παιδικό θέατρο, στο βραδινό, σε γκαρνταρόμπα, σερβιτόρα, πωλήτρια -δεν υπήρχε καμία ελπίδα να βιοποριστώ μόνο από το θέατρο. Τα 6μηνα περνούσαν και έπρεπε να δω τι θα κάνω, ποιο θα είναι το επόμενο μου βήμα.
Εκείνη τη χρονιά, το Mega έκανε ένα άνοιγμα ψάχνοντας νέα πρόσωπα, είχε γίνει ένα casting από εταιρεία παραγωγής και είχαν το βιογραφικό που είχα στείλει τρία χρόνια πριν -έτσι με πήραν τηλέφωνο. Πήρα το τρένο και ήρθα στην Αθήνα, έκανα το δοκιμαστικό και την ίδια ημέρα γύρισα πίσω. Δεν είχα που να μείνω, δεν είχα κάποιον εδώ. Με ξανά πήραν να κατέβω κι έκλεισα τη πρώτη μου δουλειά στην καθημερινή σειρά «Φιλοδοξίες» για την τρίτη σεζόν. Ήμουν 25 χρονών τότε! Ακριβώς είκοσι χρόνια πριν -μου φαίνεται σαν χτες και πολύ μακριά ταυτόχρονα. Θυμάμαι ακόμα να περπατάω στην ερημιά για να πάω στην εταιρεία παραγωγής και να λέω: «Χριστέ μου θα με φάνε οι αρκούδες εδώ πέρα που έχω έρθει».
Δεν ξεκίνησα αμέσως τις διαδικασίες για να βρω σπίτι. Αρχικά, έμεινα σε μια φίλη μιας φίλης μου νοικιάζοντας ένα δωμάτιο μέσα στο σπίτι της -εκείνη είχε έρθει από την Αγγλία και είχε τέτοια πρότυπα. Σε εμένα μου ήταν περίεργο να έχω μέσα στο ψυγείο ένα μόνο ράφι, που να γράφει «Βάσω», και να έχω εκεί όλα τα προϊόντα μου. Εγώ ούτε ως μαθήτρια δεν πήγαινα να μείνω σε σπίτια φίλων, εκτός της κολλητής μου. Γιατί ως χαρακτήρας είμαι ιδιαίτερα επιφυλακτική με τους ανθρώπους, δεν είμαι πολύ ανοιχτή. Δεν είχα ποτέ αυτό ότι είμαστε 5 – 6 φίλες κορίτσια και πάμε η μία στο σπίτι της άλλης να κοιμηθούμε. Ήμουν πάρα πολύ προσεχτική -δεν είχα κανένα πρόβλημα να έρχονται οι φίλες μου στο σπίτι μου, αλλά εγώ δεν ένιωθα άνετα να κοιμάμαι σε άλλα σπίτια. Ήθελα το χώρο μου, το δωμάτιο μου, το μπάνιο μου. Οπότε σκέψου πώς μου φάνηκαν όλα αυτά στην Αθήνα. Όλο αυτό κράτησε για περίπου πέντε μήνες, ωστόσο επειδή δεν ένιωθα άνετα μοίραζα το χρόνο μου μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Δεν είχα πρωταγωνιστικό ρόλο να χρειάζεται να είμαι καθημερινά στο γύρισμα, οπότε έμενα τις μισές μέρες στη Θεσσαλονίκη. Ταξίδευα πάντα με το τρένο, διάβαζα ότι βιβλίο υπήρχε για να περάσουν αυτές οι 5 ώρες και τρεις φορές τη βδομάδα έκανα τη διαδρομή Αθήνα Θεσσαλονίκη και το αντίστροφο. Ήταν πάρα πολύ κουραστικό.

Η χρονιά 2005 -2006 ήταν λίγο περιπετειώδης. Έκλεισα μια δουλειά που τελικά δεν έγινε ποτέ κι έτσι έμεινα εκτός με αποτέλεσμα να επιστρέψω πίσω στη Θεσσαλονίκη για κάποιους μήνες. Στη συνέχεια έκλεισα για έναν ρόλο στην καθημερινή σειρά «Έρωτας» -κάπως έτσι φτάνουμε στο 2007 όπου πήρα τη δουλειά και τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου νοίκιασα το πρώτο μου σπίτι, στην Αγία Παρασκευή.
Ήταν μια καινούρια εμπειρία: είχα το δικό μου χώρο, έκανα ένα νέο ξεκίνημα, αλλά πάλι με μισή καρδιά. Είχα δώσει ένα deadline, αναρωτιόμουν για το μετά. Γιατί τότε οκ πληρωνόμουν για τη σειρά, όμως ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα; Υπήρχαν μεγάλες δυσκολίες κι όλο αυτό κράτησε από τον Μάρτιο του 2007 μέχρι τον Ιανουάριο του 2008 όπου έπρεπε να πάρω μια απόφαση: αν θα αφήσω το σπίτι για να επιστρέψω πάλι πίσω στη Θεσσαλονίκη. Είχα πει ότι θα δώσω ένα μικρό περιθώριο από τα χρήματα που είχα μαζέψει για να πληρώνω το ενοίκιο μου και τελικά τον Ιούλιο του 2008, το 6μηνο που θα άφηνα το σπίτι, μου είπαν ότι με ψάχνει ο σκηνοθέτης Βασίλης Θωμόπουλος για την «Πολυκατοικία», αφού είχε περάσει όλο το σύμπαν για αυτή τη δουλειά! Με τον συγκεκριμένο ρόλο είχε γίνει ένας χαμός! Πέρασα από 3 δοκιμαστικά με άλλες 5 – 6 κοπέλες. Αυτός ο ρόλος ήταν το μεγάλο μου εισιτήριο για να μείνω στην Αθήνα! Εκείνη τη χρονιά έζησα το απίστευτο: από τον Ιανουάριο που σταμάτησα να είμαι στη σειρά με έπαιρναν για casting όπου με έστελναν σε κάποιο άλλο γιατί εκεί θα ταίριαζα καλύτερα και βρέθηκα ο ένας να με στέλνει στον άλλο. Αφού όταν έφτασα στον Βασίλη Θωμόπουλος του είπα: «Μα με έχουν στείλει παντού, εσύ πώς έτυχε να μην με έβρισκες;»».

«Η σειρά «Πολυκατοικία» άλλαξε τη ζωή μου σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Ήταν μεγάλη αλλαγή για μένα, πρωταγωνιστικός ρόλος στο Mega και τελικά κατάφερε, μέσα στην αρχή της κρίσης, να ξεχωρίσει και να παιχτεί για τρεις σεζόν με υψηλή τηλεθέαση.
Όταν άρχιζε να με αναγνωρίζει ο κόσμος ήταν λίγο φοβιστικό! Ήταν τόσο ευχάριστο όσο και παράξενο ταυτόχρονα. Παραξενεύεσαι όταν πηγαίνεις στο περίπτερο της γειτονιάς σου να αγοράσεις ένα μπουκάλι νερό και ο κόσμος αρχίζει να σου μιλάει οικεία, να σε πιάνει.. Το χαιρόμουν! Το πιο τρομακτικό ξεκινάει μετά, όταν αρχίζουν να ασχολούνται με την προσωπική σου ζωή. Ήταν σοκ όταν είδα, για πρώτη φορά, να γράφονται πράγματα για την προσωπική μου ζωή -το θυμάμαι σαν χθες.. Περνούσα από το περίπτερο και βλέπω μια μεγάλη φωτογραφία μου και λέω «Αποκλείεται κάποιος μου κάνει πλάκα» Ήξερα ότι γίνεται, αλλά όταν το βλέπεις είναι διαφορετικό. Τότε δεν υπήρχε κι όλο αυτό με τα social media μόνο ένα fb υπήρχε…»
«Η σειρά «Το Σόι σου» ήρθε το 2014, σε μια σεζόν που νόμιζα ότι δεν θα με πάρει άνθρωπος για δουλειά γιατί ήμουν κλεισμένη σε ένα σπίτι για 10 μήνες με το παιδί -ήταν δική μου επιλογή. Είχα σταματήσει τα πάντα. Ξεκίνησα να κάνω θέατρο με τη λογική ότι λείπω μόνο τα βράδια που η Εύα ήταν μωρό και κοιμάται. Στην πορεία άρχισα να έρχονται προτάσεις για δουλειές και αναρωτήθηκα ή κάποιος μου κάνει πλάκα ή πρέπει να πάρω σοβαρά μια απόφαση για το τι θα κάνω. Διάβασα σενάρια και το «Σόι σου» μου έκανε κλικ από την αρχή. Έκανα όλα τα απαραίτητα ραντεβού, είδα και την ισραηλινή σειρά και αποφάσισα να το κάνω. Το μόνο που με προβλημάτιζε ήταν πώς θα συνδυάσω τη μητρότητα με το θέατρο και τα τηλεοπτικά γυρίσματα γιατί είχα ξεμάθει. Είχα αφήσει τη δουλειά από την περίοδο της εγκυμοσύνης συν τους δέκα πρώτους μήνες που ήρθε η Εύα.

Η περίοδος που η Εύα ήταν μωρό και ήμασταν μαζί στο σπίτι ήταν τέλεια – όλα ήταν πάρα πολύ ωραία! Παρόλο που αντιμετώπισα δυσκολίες σε πρακτικά θέματα τα θυμάμαι όλα σαν να ήταν τέλεια. Καμιά φορά αναρωτιέμαι αν θυμάμαι τον πανικό που είχα όταν η Εύα ήταν μόλις 29 ημερών και χρειάστηκε να μπει στο νοσοκομείο, αλλά δεν μου έχουν μείνει καθόλου τα άσχημα τελικά. Ίσως επειδή πιέστηκα πολύ καταφέρνοντας να τα φέρω εις πέρας, παρόλα τα άγχη και τις αγωνίες. Κάναμε βόλτες, είχαμε το πρόγραμμα μας χωρίς να μας αποσυντονίζει τίποτα και όλο αυτό το θεωρούσα πολύ σημαντικό για το παιδί. Ήθελα να το κάνω για λίγους μήνες ακόμα, αλλά προέκυψε μια καλή δουλειά, δεν μπορούσα να αρνηθώ, πήρα την ευθύνη και η ευθύνη με έφερε στο κρεβάτι του ψυχολόγου για τρεις μήνες. Ήταν μεγάλη η αλλαγή -ανοίγεις μια πόρτα και φεύγεις από το σπίτι για να πας για πρόβα και γυρίσματα. Ένιωθα ενοχές που δεν ήμουν μαζί με το παιδί. Προφανώς προτεραιότητα έχει το παιδί που σε χρειάζεται, αλλά ήταν στη μέση βιοποριστικοί οι λόγοι που ήθελα να επιστρέψω, αλλά και καλλιτεχνικοί. Ήθελα να συνεχίσω τη δουλειά μου κι έτσι κατέληξα ότι χρειάζομαι βοήθεια.
Με ρωτάς αν έχω αποβάλλει αυτές τις ενοχές.. Όχι καλέ δεν τις έχω αποβάλλει, μέχρι σήμερα τα κουβαλάω. Σκέψου ότι πέρασαν 8,5 χρόνια για να επιστρέψω στο θέατρο. Σταμάτησα το 2015 και επέστεψα ξανά τον Οκτώβριο του 2023. Προφανώς κάτι μέσα μου μου έλεγε να κάνω ένα από τα δύο κι επειδή βιοποριστικά η τηλεόραση ήταν καλύτερη, έρχονταν και η μία δουλειά πίσω από την άλλη, οπότε ήμουν περισσότερα χρόνια σε σειρές αφήνοντας το θέατρο. Τώρα τα κάνω ανάποδα -είμαι στο θέατρο και δεν κάνω τηλεόραση. Έχουν τύχει και οι συγκυρίες γιατί έτσι και έρθει ένας ρόλος που είναι «Wow» δεν θα αρνηθώ γιατί και η Εύα έχει μεγαλώσει -είναι πλέον 11, 5 χρονών και τα συζητάμε όλα. Απλά δεν θέλω να λείπω από σχολικές εκδηλώσεις, αθλητικές δραστηριότητες, πάρτι -αυτά πλέον δεν τα διαπραγματεύομαι. Δεν ξέρω αν τελικά είμαι πολύ μαμά ή πολύ μουρλή -για μένα σε τέτοια θέματα δεν υπάρχει δεύτερη επιλογή.

Μετά το διαζύγιο μου, οι γονείς μου κατέβηκαν μόνιμα στην Αθήνα, τους το είχα ζητήσει και τελικά το 2018 μου έκαναν αυτό το μεγάλο δώρο. Ήταν μεγάλη απαίτηση από την πλευρά μου, αλλά θεωρούσα ότι δεν θα μπορούσαν για πολλά χρόνια να κάνουν τη δουλειά που έκαναν, κι εγώ θα είχα μεγάλη βοήθεια με την Εύα, καθώς δεν ήθελα να βάλω έναν άνθρωπο που δεν τον γνώριζα δίπλα στο παιδί μου -ήταν ένα δικό μου προσωπικό κόλλημα. Είχα μια πολύ καλή μου φίλη, τη Νίκη, η οποία με βοηθούσε με την Εύα, ήταν δίπλα μου σε όλα μέχρι να γίνει κι εκείνη μανούλα. Ευτυχώς, ήρθαν οι γονείς μου κι έχουν κι εκείνοι μερίδιο στη διαπαιδαγώγηση της, την πηγαινοφέρνουν σε δραστηριότητες κι έχουν αποκτήσει τη δική τους σχέση κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Πραγματικά, όταν ήρθαν οι γονείς μου ηρέμησα! Έχω φίλους που δεν έχουν βοήθεια και η καθημερινότητα είναι πολύ δύσκολη και απαιτητική»
«Για μένα επανάσταση ήταν που μετά το διαζύγιο έφτιαξα ξανά τη ζωή μου γρήγορα. Γιατί δεν ήταν δεδομένο ότι πάει τώρα τελείωσε αυτό, προχωράμε σε κάτι καινούργιο. Δεν πρόλαβα καν να σκεφτώ κάποια πράγματα, δεν ήξερα τι πάει να γίνει… Όταν με τον Λευτέρη βγήκαμε, σχεδόν 1,5 χρόνο μετά από μια φορά που είχαμε βρεθεί σε κοινή παρέα και δεν τον θυμόμουν καλά – καλά, ένιωσα ότι τον γνωρίζω χρόνια -ήταν τελικά γραφτό να είμαστε μαζί.
Τους τέσσερις πρώτους μήνες νομίζω περνούσαν οι ημέρες χωρίς να σκέφτομαι κάτι, από εκεί και πέρα ξεκίνησα να αναρωτιέμαι τι συμβαίνει. Αν με τρόμαξε ε; Ναι, ήταν τρομακτικό! Υπήρχαν αυτά τύπου «Τώρα που πάμε;», «Πώς συμβαίνουν όλα αυτά στην καθημερινότητα», «Γιατί είμαι εγώ εδώ», «Πώς συμβαίνουν όλα τόσο αβίαστα και φυσιολογικά». Δηλαδή, με προβλημάτιζε το ότι δεν με προβλημάτιζε κάτι. Προφανώς κάτι με συνεπήρε και όλο αυτό πήρε μια πορεία φτάνοντας στο σήμερα να είμαστε εφτά χρόνια μαζί και παντρεμένοι.

Την ημέρα του γάμου μας την κρατήσαμε κρυφή και το βίωσα πάρα πολύ όμορφα, το έχω μέσα μου σαν κάτι που κανείς δεν μπορεί να μου το πάρει γιατί ήταν κάτι μαγικό, ήταν ακριβώς έτσι όπως το θέλαμε..Είχαμε ξεκινήσει να το οργανώνουμε διαφορετικά, απλά όταν είδαμε ότι υπάρχει κίνδυνος να υπέρ εκτεθεί και δεν θα μπορέσουμε να το προφυλάξουμε, ούτε καν τα παιδιά μας πήραμε την απόφαση να κάνουμε κάτι πιο ουσιαστικό με τη μόνη λύση να είναι ο κρυφός γάμος. Παντρευτήκαμε έχοντας δίπλα μας τις οικογένειες μας και τους κουμπάρους μας. Χαίρομαι πάρα πολύ που καταφέραμε να κάνουμε τον γάμο μας στην Κρήτη με τον τρόπο που θέλαμε. Δύο μήνες αργότερα, κάναμε ένα πολύ μεγάλο πάρτι που μας τίμησαν οι φίλοι μας -κρατήσαμε μόνο την ίδια ημερομηνία, δηλαδή το 29 για να μην μπερδευόμαστε.
Η ζωή μας κινείται μεταξύ Αθήνας και Κρήτης, δεν είναι εύκολο να είμαστε συνεχώς μέσα σε ένα αεροπλάνο. Ο Λευτέρης τραβάει το μεγαλύτερο ζόρι γιατί εκείνος πηγαινοέρχεται όλο το χρόνο -τέσσερις φορές το λιγότερο κάθε μήνα είναι στο αεροπλάνο. Εγώ λιγότερο, ειδικά τώρα με το θέατρο. Κάνω τη λιγότερη θυσία γιατί στις αρχές κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο ήμασταν όλοι οικογενειακώς στο νησί -τώρα προσπαθούμε να τα ταιριάξουμε όλα. Οι αποστάσεις λίγο μας ταλαιπωρούν, αλλά ξέρουμε ότι τώρα το Πάσχα και μόλις κλείσουν τα σχολεία το καλοκαίρι, για τρεις μήνες, ζούμε στο νησί. Νομίζω πως μαζί με μένα και όλοι οι δικοί μου άνθρωποι έχουν αγαπήσει την Κρήτη».
«Η Εύα τώρα μπαίνει στην εφηβεία, του χρόνου θα πάει στην Α’ Γυμνασίου και ακόμα είμαστε πολύ καλά. Προσπαθώ να μην είμαι τόσο πολύ από πάνω της -εντάξει, δε λέω ότι τα καταφέρνω πάντα -απλά θέλω να είμαι μέρος της ζωή της χωρίς να είμαι παρεμβατική. Σίγουρα είμαι αυστηρή σε πολλά πράγματα, όπως με το πρόγραμμα, με τις υποχρεώσεις, αν και προσπαθώ να χαλαρώνω με τα χρόνια. Σε κάποια χαλαρώνω λανθασμένα, κάνω την αυτοκριτική μου, έχω τις αμφιβολίες μου και συνεχώς ψάχνω, ρωτάω, ενημερώνομαι. Το τελευταίο διάστημα προσπαθώ να αφουγκραστώ και τις δικές της ανάγκες. Νομίζω είναι μεγάλη πίστα η μητρότητα το 2025 - δύσκολη πίστα. Φανταστική μαγική, ειδικά κοιτώντας και την Εύα πως έχει μεγαλώσει, αλλά έχει πολλές δυσκολίες».
«Μου επισημαίνεις ότι πλέον οι παρέες μου δεν είναι τόσο «κοσμικές»… Ποτέ δεν ήμουν του «φαίνεσθαι», έχω κάνει κοινωνικές εμφανίσεις -όχι πολλές. Πέρασα από διάφορες φάσεις στη ζωή μου. Ούτε ως έφηβη ήμουν του πολύ έξω - τύπου ξενύχτια και ξέφρενες διακοπές. Από τα 17 μου μέχρι τα 19,5 που μπήκα στη δραματική ξενυχτούσα -μετά είχα 16ώρες πρόβες, διαβάσματα. Κάποια στιγμή πέρασα μια εξωστρέφεια όπου έβγαινα διασκέδαζα, αλλά κράτησε περίπου 6 μήνες. Μετά κουράστηκα, βαρέθηκα, ήθελα λίγο πιο ησυχία. Και τώρα δεν είμαι στη φάση ότι κάνω να το ανεβάσω στα social -δεν είναι αυτοσκοπός μου. Έχω περάσει και τη φάση να ακολουθήσω τη ροή των social και της σούπερ life style ζωής, αλλά την ξεπέρασα πολύ γρήγορα. Γιατί δεν είμαι εγώ αυτή. Περνάω φάσεις που είμαι πιο εξωστρεφής και φάσεις εσωστρέφειας -όλα χρειάζονται και το θέμα είναι να αισθάνεσαι καλά. Γενικότερα, είμαι στη φάση της ησυχίας, του σπιτιού, του εστιατορίου, να πιούμε τα κρασάκια μας. Η βάση του χαρακτήρα μου είναι πιο low profile.

Αν κάνοντας αυτοκριτική είμαι ελαστική με μένα ε; Εντάξει, πότε μου τα χώνω, πότε με επιβραβεύω για πράγματα. Κάνω αυτές τις συζητήσεις μέσα στο μυαλό μου κάνοντας όλα τους ρόλους: ρωτώ, μου απαντάω. Κυρίως με μαλώνω, αρκετές φορές το κάνω, κι άλλες με επιβραβεύω -προσπαθώ να κρατάω μια ισορροπία».
«Το θεατρικό έργο «Λαπωνία», παίζεται στο θέατρο Ζίνα, είναι ένα πολύ σύγχρονο κείμενο, Ισπανού συγγραφέα, και πραγματεύεται τη μαγεία της ζωής, την αλήθεια, το ψέμα, το πώς έχουμε μεγαλώσει και πώς καταγράφεται ο τρόπος με τον οποίο έχουμε μεγαλώσει, πόσο έτοιμοι είμαστε να πούμε αλήθειες και που κατά συνθήκη ψέματα.. Μιλάει για πράγματα βαθιά και ουσιαστικά, αλλά με έναν πιο ανάλαφρο τρόπο -καθόλου επιφανειακό. Στην ίδια ατάκα σου περνάει το γέλιο και το κλάμα ταυτόχρονα κι αυτό είναι ξεχωριστό κάνοντας μεγάλη επιτυχία όπου ανεβαίνει το συγκεκριμένο θεατρικό έργο.

Οι Σκανδιναβοί έχουν μια εντελώς διαφορετική κουλτούρα από τη μεσογειακή, πολύ ωμή και πολλές φορές για μας είναι σοκαριστικό το πώς βλέπουν τα πράγματα. Οι Φινλανδοί δε δέχονται να μεγαλώνουν τα παιδιά μέσα σε μια ουτοπία και ξαφνικά μια ημέρα να τους πεις «ότι λέγαμε δεν ισχύει». Δεν μπορώ να πω παραπάνω πράγματα. Εγώ υποδύομαι την «Ελένη», μια γυναίκα που δεν έχει χάσει την παιδικότητα της, έχει μαγεία κι είναι ένας ρόλος που αγαπώ ιδιαίτερα -έχει μεγάλο κομμάτι μέσα από τον εαυτό μου. Πολλές μαμάδες της δικής μου γενιάς ταυτίζονται με τον ρόλο μου.
Έχουν έρθει θεατές που ζουν στο εξωτερικό που βλέποντας την παράσταση έκλαιγαν με λυγμούς και μετά μας εξηγούσαν το πώς είναι να μεγαλώνεις σε μια χώρα που δεν μπορούν να σε καταλάβουν. Οι Μεσόγειοι ταυτιζόμαστε πολύ γιατί έχουμε το ίδιο ταμπεραμέντο σε αντίθεση με τους Βόρειο Ευρωπαίους που είμαστε η μέρα με τη νύχτα. Μάλιστα, ένας Φινλανδός που βοήθησε πολύ τον Μελέτη Ηλία να προσεγγίσει το ρόλο του (υποδύεται έναν Φινλανδό) μας εξηγούσε πόσο παράξενα του είχαν φανεί πολλά πράγματα τα πρώτα χρόνια που ζούσε στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα έργο εκπαιδευτικό τόσο για τους γονείς όσο και γενικότερα τους ανθρώπους..»


«Αν θα γίνει το «Σόι σου» ε; Είμαστε πιο κοντά από ποτέ γιατί έχουν μιλήσει με όλους τους συντελεστές. Υπάρχουν πάρα πολλές δυσκολίες και τώρα αν ξεπεραστούν είναι θέμα παραγωγής -έχουν να παλέψουν με πολλά δεδομένα. Μέσα μου είμαι πιο κοντά από ποτέ -ίσως τις προηγούμενες χρονιές ήμουν πιο επιφυλακτική. Είμαι θετική χωρίς να παραβλέπω τις δυσκολίες που υπάρχουν και ίσως τελικά αυτές οι δυσκολίες δε το αφήσουν να γίνει. Θα φανεί. Αν δεν γίνει πάμε παραπέρα. Δόξα τω Θεώ υπάρχουν εναλλακτικές. Γενικότερα ο κόσμος αγαπάει τις οικογενειακές κωμωδίες. Δύσκολο είδος η κωμωδία, για μένα είναι πάντα λατρεμένη..»
Η παράσταση «Λαπωνία», σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη, παίζεται στο θέατρο Ζίνα, Τετάρτη με Κυριακή. Πρωταγωνιστούν:Μελέτης Ηλίας, Βίβιαν Κοντομάρη, Βάσω Λασκαράκη, Σπύρος Τσεκούρας.
Η φωτογράφιση της Βάσως Λασκαράκη έγινε στο Radisson Blue Park Hotel