Γεωργία Καλτσή: «Ποτέ δεν είπα "γιατί σ' εμένα". Γιατί όχι σε μένα και ναι σε κάποιον άλλον;»
Η Γεωργία Καλτσή έχει βάλει στόχο να βοηθήσει όσους περισσότερους μπορεί να καταλάβουν ότι η αναπηρία δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο για να ζήσει κανείς όσα περισσότερα μπορεί.
Μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, έμεινε σε κώμα για έναν μήνα και τής έδιναν 1% πιθανότητες να ζήσει, οι οποίες έγιναν 100%. Όταν ξύπνησε, αποφάσισε να μην παραιτηθεί από τη ζωή, αλλά να κάνει «την αναπηρία της ατού» και να ζήσει ξανά. Διέπρεψε στο μπάσκετ και την ξιφασκία σε αμαξίδιο -ελπίζει μάλιστα να καταφέρει να πάει στους επόμενους Παραολυμπιακούς-, ενώ πρόσφατα δοκίμασε (με αξιόλογη επιτυχία) τις υποκριτικές της ικανότητες στην πρωτότυπη για τα ελληνικά δεδομένα σειρά του Ant1+, «Στα 4».
Συνάντησα τη Γεωργία Καλτσή ένα μεσημέρι στο Natu και κουβεντιάσαμε για ώρα, σαν να ήμασταν δύο φίλοι που βγήκαν για καφέ -και ας συναντιόμασταν για πρώτη φορά.
«Από μικρή ήμουν ανήσυχο πνεύμα, ήθελα να μαθαίνω συνεχώς νέα πράγματα. Μεγάλωσα στη Ναύπακτο και τα καλοκαίρια πηγαίναμε οικογενειακώς στην Ηγουμενίτσα όπου ζουν οι παππούδες μου. Μεγάλωσα με βουνό και θάλασσα μαζί, πιο ελεύθερα. Δεν είχαμε τους φόβους και τους φραγμούς που έχει ένα παιδί που μεγαλώνει στην Αθήνα -βέβαια η ζωηράδα έφτανε μέχρι το σημείο να μην είσαι εκτεθειμένος σε κίνδυνο.
Ναι, ήμουν ένα ζωηρό παιδάκι. Είχα κι έναν μεγαλύτερο αδερφό, οπότε όπου πήγαινε αυτός ήμουν κι εγώ ουρίτσα από πίσω -να κάνουμε τις αλητείες κ.λπ. Πήγαινε αυτός αθλήματα, πήγαινα κι εγώ. Μεγαλώσαμε με ποδήλατο, στη θάλασσα, να μας φωνάζουν απλά οι γονείς μας για να γυρίσουμε σπίτι.
Στο σχολείο δεν άντεχα τις αδικίες με τίποτα. Δεν θα ξεκινούσα ποτέ τσακωμό, αλλά αν ακουμπούσες εμένα ή αν πείραζες κάποιον που δεν μπορούσε να προστατέψει τον εαυτό του, θα αντιδρούσα. Μου τη σπάει να βλέπω ανθρώπους να βγάζουν τα κόμπλεξ τους πάνω σε άλλους, στους οποίους νομίζουν ότι μπορούν να έχουν έλεγχο και να επιβληθούν. Όχι, τα όριά σου σταματούν εκεί που ξεκινούν τα όρια κάποιου άλλου. Πάντα αντιδρούσα. Δεν μου αρέσει να με φέρνουν σε δύσκολη θέση χωρίς να το επιλέγω.
Το σχολείο μου άρεσε, μου άρεσαν κάποια συγκεκριμένα μαθήματα -πάντα μου άρεσε προφανώς η γυμναστική. Εγώ τελείωσα τεχνολογική, γενικά είχα κλίση στα πιο “ρεαλιστικά” επαγγέλματα. Ωστόσο, από μικρή είχα μια αγάπη για τη βιολογία, ίσως λόγω των βιβλίων που μας έπαιρνε η μητέρα μου και τις εγκυκλοπαίδειες για τη φύση και το ανθρώπινο σώμα. Έτσι, διάλεξα και το επάγγελμα που σπούδασα, το οποίο δεν ασκώ αυτή τη στιγμή, την Κλινική Διαιτολογία-Διατροφολογία. Με εξίταρε το πώς λειτουργεί ο οργανισμός, το ανθρώπινο σώμα -από το πώς μακραίνει το μαλλί μέχρι για ποιο λόγο βγάζεις σπυράκια, γιατί υπάρχουν οι αλλεργίες, τι συμβαίνει όταν παθαίνεις εγκεφαλικό.
Μετά το ατύχημα, πολλές φορές σκέφτομαι ότι και το επάγγελμά μου με κράτησε εν ζωή, γιατί η Κλινική Διαιτολόγια και Διατροφολογία, μαζί με την ιατρική φυσικά, είναι βασικό στοιχείο της φροντίδας ενός ατόμου που βρίσκεται σε κώμα -δηλαδή, έχει ανάγκη τους γιατρούς και τα φάρμακα, αλλά και τη σωστή τροφή και ενυδάτωση. Έχω κάνει και μεταπτυχιακό στη νευρολογία και αποκατάσταση».
«Με τους γονείς μου έχουμε μια πάρα πολύ καλή σχέση, εντάξει όταν ήμασταν μικροί ο πατέρας μου ήταν πιο αυστηρός -ή έτσι μας φαινόταν εμάς που θέλαμε να κάνουμε τις τρέλες μας. Δεν χρειάστηκε ποτέ να μας εξηγήσουν γιατί δεν πρέπει να είσαι ρατσιστής, γιατί δεν πρέπει να κοροϊδέψεις κάποιον, ήρθε φυσικά όλο αυτό. Είμαστε μια μεγάλη οικογένεια -ο πατέρας μου είναι 4 αδέρφια και η μητέρα μου 6, οπότε είμαστε 21 πρώτα ξαδέρφια και όλοι μεγαλώσαμε μαζί-και πολύ δεμένη.
Και στο τροχαίο μου αυτό με βοήθησε πολύ -όλη μου η οικογένεια από όλη την Ελλάδα ήταν εδώ και τους είχα κοντά μου. Εγώ βέβαια κλήθηκα να απομυθοποιήσω την αναπηρία για να τους αποδείξω ότι «το’χω», γιατί αν έπεφτα εγώ, θα έπεφταν όλοι. Όσο ήμουν σε κώμα κατέρρεαν και όταν ξύπνησαν προβληματίζονταν για το πώς θα μου πουν τι έχει συμβεί και τι θα ακολουθήσει. Αυτοί το ζούσαν πιο βαριά, γιατί δεν μπορούσαν να φανταστούν εμένα, σε αναπηρικό αμαξίδιο, να παιδεύομαι. Εγώ, που ήμουν τόσο ανήσυχο πνεύμα, πώς θα μείνω στις 4 ρόδες, πώς το ένα και πώς το άλλο. Και όταν ξύπνησα ήμουν σε φάση “γιατί ανησυχούσατε τόσο όλοι εσείς για μένα”;
Στην οικογένειά μου η πίστη είχε σημαντική θέση -οι παππούδες μου πιστεύουν πολύ, εγώ μεγάλωσα με κατηχητικό, πήγα σε θρησκευτική κατασκήνωση θηλέων, κάτι που δεν πιστεύει κανείς όταν του το λέω, γιατί με βλέπει έτσι αγοροκόριτσο-, αλλά δεν με επηρέασε σε βαθμό να γίνω βαθιά θρησκευόμενη. Αυτά τα έκανα γιατί μεγάλωσα στη Ναύπακτο, οι φίλοι μου πήγαιναν εκεί, οπότε το έβλεπα σαν χόμπι.
Από την άλλη, οι παππούδες μου μετά το ατύχημα μου έλεγαν “θα βοηθήσει ο καλός θεούλης, θα σηκωθείς στα πόδια σου”. Κι εγώ τους έλεγα “Παιδιά, δεν είναι ότι γουστάρω που είμαι σε αμαξίδιο, αλλά δεν με ενοχλεί και τόσο και να σας εξηγήσω γιατί… Ο καλός θεούλης βοήθησε το 1%, να γίνει 100%, χωρίς να είμαι φρικαρισμένη. Θα σας άρεσε περισσότερο να με περιποιείστε, να με καθαρίζετε, να κλαίω όλη την ώρα, να με τρέχετε στους ψυχιάτρους; Να σκέφτεστε πώς θα με διαχειριστείτε; Ρε παιδιά, έχω την αντίληψή μου, δεν έχω φρικάρει, έχω κάνει την αναπηρία μου ατού”.
Μέχρι να το συνειδητοποιήσουν και να δουν και αυτοί ότι είμαι ακόμα η ίδια που ήξεραν και δεν έχω χάσει το μυαλό μου, χωρίς να παίρνω και συνταγογραφούμενα φάρμακα -κάτι το οποίο δεν μπορούσαν να πιστέψουν ούτε καν ο γιατρός μου- πέρασε λίγος καιρός.
Είμαι πολύ ρεαλίστρια για να πιστεύω μόνο στον θεό. Όπως σου είπα, διάλεξα ένα παραϊατρικό επάγγελμα και πιστεύω στη βιολογία. Είμαστε ζωντανοί οργανισμοί, ζούμε στη φύση, υπάρχει το οξυγόνο, αν σε χτυπήσει κάτι τραυματίζεσαι, το τραύμα επουλώνει αλλά υπάρχει το σημάδι του τραυματισμού. Πιστεύω πιο πολύ στη βιολογία -ανέκαθεν, πόσο μάλλον από τη στιγμή που υπήρξα πολυτραυματίας. Πριν από 20-30 χρόνια θα ήμουν νεκρή, γιατί δεν υπήρχαν καν τα φάρμακα για να ανταπεξέλθουν σε όλες τις θεραπείες μου. Αφού ήταν να γίνει, ήμουν τυχερή που έγινε τώρα και μπορώ να είμαι αυτόνομος, μπόρεσα να ξαναζήσω».
Το εύκολο είναι τα παρατήσεις και να θες απλά να σε φροντίζουν, αλλά αυτό σημαίνει απομόνωση
«Το εύκολο είναι τα παρατήσεις και να θες απλά να σε φροντίζουν, αλλά αυτό σημαίνει απομόνωση. Όλα στη ζωή είναι επιλογές. Δεν επέλεξα να είμαι ανάπηρη, αλλά επιλέγω να είμαι έξω και ας τυχαίνει να νιώθω ανάπηρη, επειδή δεν υπάρχει πρόσβαση σε πολλά σημεία και έτσι με κάνει να νιώθω η κοινωνία.
Όταν σου τυχαίνει κάτι τέτοιο πρέπει να κάνει έναν εσωτερικό διάλογο, να κάνεις ένα deal, να ξέρεις μέχρι που μπορείς να επέμβεις για να αλλάξεις την κατάσταση που βιώνεις και τι μπορείς να κάνεις για να ζήσεις πάλι φυσιολογικά. Δεν θα έρθει κανείς να σου πει, έλα δω σου έχω σπίτι, σου έχω βοηθό, σου έχω φροντιστή. Πρέπει μόνος σου να ψάξεις και να τα βρεις, ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, όποιος θέλει βρίσκει. Αλλά θέλει να μην είσαι και αρνητικός.
Δεν είπα ποτέ “γιατί σε μένα;”. Γιατί όχι σε μένα και ναι σε κάποιον άλλον; Άνθρωποι είμαστε, χτυπάμε, ήταν επιλογή μου να μπω στο αυτοκίνητο, δεν ήταν μεθυσμένος ο οδηγός, έγινε μαλακία. Τελείωσε. Το θέμα είναι από δω και πέρα τι γίνεται. Θέλω και θα ζήσω όσα περισσότερα μπορώ».
«Το ατύχημα έγινε στις 8 Μαρτίου, την ημέρα της γυναίκας. Ήταν Κυριακή, είχα πάει με το ποδήλατό μου στο ΟΑΚΑ να παίξω beach volley με φίλους και ύστερα πήγα, γεμάτη άμμο, να βρω τους φίλους μου, που είχαν μπάρμπεκιου σ’ ένα σπίτι. Η μία από τους τέσσερις που ήμασταν στο ατύχημα είχε γενέθλια, ήμασταν 21 στα 22. Η ίδια δεν ήθελε να κάνει κάτι μεγάλο και πρότεινε να πάμε σε ένα μαγαζί λίγοι φίλοι να μας κεράσει.
Κάπου στις 2 παρά ξημερώματα Δευτέρας μπαίνουμε στο αυτοκίνητο για να πάμε σπίτι. Λίγο πριν φτάσουμε στο σπίτι, σε μια στροφή -από όπου είχαμε περάσει κυριολεκτικά εκατοντάδες φορές και ακόμα περνάμε από εκεί, δηλαδή ήταν κυριολεκτικά η κακιά η ώρα- και ενώ ήμασταν από τη δεξιά λωρίδα, μπήκαμε στην αριστερή και το αμάξι έπεσε στο φρεάτιο. Βγαίνοντας από το φρεάτιο, το αμάξι βγήκε στο κράσπεδο. Λειτούργησαν τα αντανακλαστικά του οδηγού, κάνοντας δεξιά στραβοτιμονιά για να φέρει το αυτοκίνητο ξανά στον δρόμο του, κάτι όμως που το εκτόξευσε ακόμα περισσότερο στις τεθωρακισμένες πόρτες μιας τράπεζας. Το αμάξι πήρε κατευθείαν φωτιά.
Όσο ήμασταν στο αμάξι, είχα στείλει μήνυμα στο τότε αγόρι μου “Επιτέλους, φτάνουμε στο σπίτι. YEAH”, αυτό το yeah το θυμάμαι ακόμα να το γράφω. Όλα αυτά έγιναν τόσο γρήγορα, που σκέψου ήμουν ακόμα με το κινητό στο χέρι, η οθόνη ήταν ακόμα φωτεινή από το μήνυμα που είχα στείλει.
Μόλις συνειδητοποιώ τι έχει συμβεί σκέφτηκα “οκ το’ χω, θα τους βγάλω”. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου έκανα τις πιο ακραίες και γρήγορες σκέψεις. Σκέφτηκα “πάρε τηλέφωνο τον μπαμπά, όχι μες στη νύχτα, θα καλέσω την αστυνομία, ασθενοφόρο”. Ύστερα, αποφασίζω να βάλω τα δυνατά μου και να τους βγάλω όλους έξω από το αυτοκίνητο, γιατί καιγόμασταν.
Προσπαθώ μια-δύο να σηκωθώ, τίποτα -απορώ που είχα την ψυχραιμία και δεν έκλαιγα. Σκέφτομαι εκείνη τη στιγμή “Τζο, βρίσκεσαι σε ένα τροχαίο όπως τόσοι άλλοι, απλώς δεν σε ακολουθεί το σώμα σου λόγω του σοκ”. Δεν πονούσα καθόλου, αλλά δεν μπορούσα να κινηθώ, είχα παραλύσει επί τόπου.
Καιγόμουν ζωντανή και εγώ σκεφτόμουν πώς θα τους βγάλω, αλλά δεν μπορούσα να κουνηθώ. Φώναζα, προσπαθούσα να ξυπνήσω τους μπροστά και τη φίλη μου που καθόμασταν μαζί πίσω. Βλέπω μια μικρή τρύπα κάτω από το αυτοκίνητο, βγάζω το δεξί χέρι και το κεφάλι μου και εκεί κολλάω, δεν μπορούσα να βγω».
Δεν είπα ποτέ “γιατί σε μένα;”. Γιατί όχι σε μένα και ναι σε κάποιον άλλον;
«Και τώρα τι κάνουμε; Δεν μπορούσα να γυρίσω να μπω πάλι μέσα, έφτανα τον οδηγό, δεν μπορούσα να τον συνεφέρω με τίποτα. Αρχίζω να φωνάζω βοήθεια, άδειος ο δρόμος, ξημερώματα Δευτέρας, μόνοι μας ήμασταν. Με τα πολλά, κάποιοι με άκουσαν. Όταν συνειδητοποίησα ότι μπορεί να εκραγεί το αυτοκίνητο, σκέφτηκα τουλάχιστον να πεθάνουμε ακαριαία και να μην υποφέρουμε στις τελευταίες στιγμές μας.
Έφτασαν συνεργεία, η πυροσβεστική, η άμεση δράση. Ήταν πολύ δύσκολο να μας απεγκλωβίσουν. Τελικά, με βγάζουν με τα χίλια ζόρια, μετά από περισσότερο από μία ώρα. Ήμουν τυχερή, γιατί φορούσα δερμάτινο μπουφάν και δεν κάηκα καθόλου από τη μέση και πάνω.
Ο πατέρας μου στο μεταξύ έβλεπε το τροχαίο στην τηλεόραση, αλλά δεν ήξερε ότι ήμουν κι εγώ στο αμάξι. Όταν τον πήραν τηλέφωνο από την Αστυνομία της Ναυπάκτου και τον ενημέρωσαν ότι έχω χτυπήσει και είμαι σε πολύ δύσκολη κατάσταση μπήκε στο αυτοκίνητο και έφτασε σε λιγότερο από μιάμιση ώρα στην Αθήνα».
«Είχα εσωτερική αιμορραγία στα πνευμόνια μου. Μέχρι να φτάσουμε στο Γεννηματάς, σε κάθε σαμαράκι της Κηφισίας υπέφερα, πονούσε η πλάτη και τότε κατάλαβα ότι είχα χτυπήσει. Ένιωθα ένα μούδιασμα, αλλά όχι ότι δεν μπορώ να κουνηθώ. Δεν έβλεπα την ώρα να φτάσουμε και μου φαινόταν ατελείωτος ο δρόμος. Πονούσα, υπέφερα, αλλά πίστευα βαθιά μέσα μου ότι, μόλις φτάσουμε στο νοσοκομείο, όλα θα γίνουν καλά.
Με το που φτάνουμε και βγαίνω στο κρύο, πήρα μια ανάσα. Βλέπω να ανοίγουν οι πόρτες του νοσοκομείου και να τρέχουν όλοι πανικόβλητοι. Περνάμε τις πόρτες και θυμάμαι να κοιτάω τις λάμπες φθορίου από πάνω μου. Στην τρίτη λάμπα, έσβησαν όλα και έπεσα σε κώμα.
Μοιράζομαι την εμπειρία μου, γιατί πιστεύω ότι μπορεί να βοηθήσω έστω και έναν άνθρωπο, έστω και λίγο, να ανταπεξέλθει σε κάτι. Ή να δουν και μια εκδοχή της αναπηρίας, που δεν έχουν σκεφτεί ποτέ ότι υπάρχει».
Μου δόθηκε ένα αμαξίδιο, για να «τσουλήσω» σε πολλά πράγματα
«Μου έδιναν 1% ζωής, γιατί ανέπνεα από ένα δίευρω. Τι σημαίνει αυτό; Όταν ο γιατρός έδειξε τις ακτινογραφίες στον πατέρα μου, το καθαρό σημείο των πνευμόνων μου, από όπου ανέπνεα, ήταν κυριολεκτικά στο μέγεθος ενός δίευρου. Ήταν η πρώτη φορά που ο μπαμπάς μου λιποθύμησε.
Αν και υπήρξαν επιπλοκές και κινδύνεψα δύο-τρεις φορές όσο ήμουν σε κώμα, σε λιγότερο από ένα μήνα ξύπνησα. Τότε, προσπάθησαν να δουν πώς θα με διαχειριστούν -αν έχω αντίληψη, αν έχω πάθει σοκ, αν έχω τη συνείδησή μου. Όταν κατάλαβαν ότι λειτουργεί κανονικά ο εγκέφαλός μου, προβληματίστηκαν για το πώς θα πουν σ’ ένα κορίτσι 21 ετών τι έχει συμβεί, ήθελε ειδική μεταχείριση.
Μάζεψαν τους άπειρους συγγενείς και φίλους που ήταν εκεί και τους μίλησαν για το τι πρέπει, τι δεν πρέπει να μου πουν. Ας πούμε, δεν ήξερα ότι είχε πεθάνει ο Αποστόλης. Όταν κάποια στιγμή το έμαθα, δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω αυτό που μου έλεγαν -ότι συνεχίζεται η ζωή μας και λείπει ο φίλος μου, ότι δεν τον αποχαιρέτισα ποτέ, ότι όλοι μου το κρατούσαν κρυφό. Και έτσι όπως τους κοιτούσα, αρχίζει ένα non-stop δάκρυ. Δεν έκλαιγα, δεν σφιγγόμουν, αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω να δακρύζω.
Δεν ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω σε ψυχολόγο. Ίσως το γεγονός ότι είχα τόσο κοντά μου τους γιατρούς και τους νοσηλευτές μου να έπαιξε έναν ρόλο -γιατί συζητούσα πράγματα μαζί τους που θα μπορούσα να συζητήσω και με έναν ψυχολόγο. Γενικά, δεν το άφησα να με πάρει από κάτω. Όσο ήμουν στην εντατική, πάντα ήθελα πάντα να κάνω πράγματα και να ασχολούμαι με κάτι μες στην ημέρα -έκανα παραπάνω γυμναστική, έγραφα και με τα χέρια για να δυναμώσω πάλι τα δάχτυλά μου και πολλά άλλα.
Υπήρχαν κάποιες πιθανότητες να ξαναπερπατήσω -υπάρχει ένα χρονικό περιθώριο μέχρι και ενάμιση χρόνο να αλλάξουν τα πράγματα. Ωστόσο, όσο περνούσε ο καιρός και χάρη στις δικές μου γνώσεις πάνω στο ανθρώπινο σώμα, είχα συνειδητοποιήσει τι να περιμένω -είχα χτυπήσει τη σπονδυλική μου στήλη, παρέλυσα, ήξερα τι έπεται. Αλλά όσο έβλεπα τους γονείς μου, τους θείους μου και όλους τους υπόλοιπους να μην το έχουν πάρει απόφαση, σκεφτόμουν “γιατί μου το κάνετε αυτό;”. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα βράδυ που μιλούσα με τη γιατρό μου και το συζητήσαμε ανοιχτά, της είπα “ξέρω ότι η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να είμαι λογικά σε αμαξίδιο, αλλά δεν μπορώ να βλέπω τους υπόλοιπους να ελπίζουν”».
«Κάποια στιγμή τους μάζεψα όλους και τους είπα “δεν σας θέλω αρνητές, σας θέλω συνοδοιπόρους. Ναι, μαζί θα το περάσουμε, αλλά εγώ καλούμαι να ανταπεξέλθω σε αυτό. Το καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο, αλλά μην είστε εσείς που θα μου το κάνετε πιο δύσκολο”. Ήταν μια από τις πιο δύσκολες μέρες μου στο νοσοκομείο.
Από μικρή έπαιζα μπάσκετ, το οποίο πάντα μου άρεσε. Οπότε, μετά τον τραυματισμό, μου μιλούσαν για μπάσκετ και για κολύμβηση, που βοηθούν στην αποκατάσταση και στην εκγύμναση. Οπότε, πήγα να το δοκιμάσω. Την πρώτη φορά που το δοκίμασα, δεν έφτανα ούτε το καλάθι, απογοητεύτηκα. Μετά, όμως σκέφτηκα “για να μπορούν οι άλλοι, μπορώ κι εγώ, απλά πρέπει να εξασκηθώ”. Και πράγματι, το αγάπησα, το εξέλιξα και είμαι ακόμα στην ομάδα Αμαρουσίου.
Μετά, κάνοντας τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τον Μάκη Καλαρά -που είναι και ο μέντοράς μου και είναι και ο άνθρωπος που είναι συνοδοιπόρος μου τα τελευταία 8 χρόνια, παίζουμε ακόμα μαζί μπάσκετ, είναι οικογένεια-, άρχισα να πηγαίνω σε διάφορα αθλήματα, για να δω τι απαιτεί το καθένα από κάθε αναπηρία, ώστε να μπορώ να προτείνω σε ένα άτομο με αναπηρία με ποιο άθλημα να ασχοληθεί.
Είδα την ξιφασκία και μου άρεσε. Πήγα μια φορά με τον Παναγιώτη Τριανταφύλλου, με τον οποίο ήμασταν συμπαίκτες στο μπάσκετ τότε, και συνέχισα να πηγαίνω, γιατί μου άρεσε πολύ το κλίμα. Ήταν πρόκληση για μένα το γεγονός ότι, ενώ έκανα ομαδικό άθλημα, το μπάσκετ, βρέθηκα ξαφνικά να εξασκώ ένα σόλο άθλημα. Στην ξιφασκία, με το μπαίνει η μάσκα είσαι εσύ και ο αντίπαλός σου. Πολύ γρήγορα, ξεκίνησα να συμμετέχω σε παγκόσμια πρωταθλήματα και να κάνω αισθητή την παρουσία μου. Σκέψου ότι, την πρώτη φορά που βρέθηκα σε παγκόσμιο πρωτάθλημα έφτασα στην 9άδα, μετά από μόλις 6-7 μήνες που έκανα ξιφασκία».
«Κάπου εκεί έγινε κι ένα μπαμ με τα social media και συνειδητοποίησα πόσο viral είχε γίνει το τροχαίο. Η πρώτη μου δημόσια εμφάνιση ήταν στην Ελεωνόρα Μελέτη. Και από τη στιγμή που συνειδητοποίησα πόση επίδραση είχε στον κόσμο αποφάσισα να συνεχίσω να μεταλαμπαδεύσω τις γνώσεις μου του πώς είναι η ζωή με αναπηρία αλλά και όλη την αγάπη και τη στήριξη που πήρα από την οικογένειά μου και τους φίλους μου όλον αυτόν τον καιρό, σε όποιον το έχει ανάγκη. Πάντα λέω ότι μου δόθηκε ένα αμαξίδιο, για να “τσουλήσω” σε πολλά πράγματα.
Πραγματικά, ευχαριστώ πολύ όλους όσους θέλουν να συνεργαστούν μαζί μου. Όπως για παράδειγμα, τον σχεδιαστή Δημήτρη Στρέπκο, τον οποίο δεν γνώριζα και μου ζήτησε όχι μόνο να συμμετέχω στην πασαρέλα του στην Εβδομάδα Μόδας -μαζί με τον Αντώνη Παππά, που είναι επίσης σε αμαξίδιο- αλλά να την ανοίξω κιόλας. Η μόδα έχει, δυστυχώς ή ευτυχώς, τεράστια επιρροή στον κόσμο, οπότε είναι μεγάλο μέσο για την ορατότητα των ΑμεΑ. Να σου πω την αλήθεια, στην αρχή αγχώθηκα, αλλά μετά είπα στον εαυτό μου “τώρα αντιπροσωπεύω αυτό, δεν είμαι μοντέλο, δεν καλούμαι να περπατήσω τέλεια ούτε να τσουλήσω τέλεια, απλά να είμαι ο εαυτός μου”».
«Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να με θυμούνται σαν ένα λιθαράκι που βοήθησε κάπως να αλλάξει η κοινωνία μας, ο τρόπος μεταχείρισης των αναπήρων, ο τρόπος που σκεφτόμαστε. Ο στόχος μου είναι να σε κάνω να σκέφτεσαι θετικά και γι’ αυτό δηλώνω και taboo breaker. Θέλω να μπω σε πράγματα όπου δεν έχουν εμφανιστεί ξανά άτομα με αναπηρίες, για να δει ο κόσμος ότι υπάρχουμε, ότι γίνεται.
Όταν με ρωτούν για την προσβασιμότητα στην Ελλάδα για τα ΑμεΑ πάντα απαντάω με ερώτηση: “Στην καθημερινότητά σου πόσα άτομα με αναπηρία βλέπεις εκεί έξω;”. Σχεδόν κανέναν. Ε, τόσο καλή είναι. Θα σου πω χαρακτηριστικά ότι μου στέλνουν γονείς που έχουν παιδιά με αναπηρία για να μου πουν ότι δεν υπάρχουν ράμπες στα σχολεία, με αποτέλεσμα να μην μπορούν τα παιδιά να βγουν για διάλειμμα για να παίξουν και να κάθονται μόνα τους μέσα. Φυσικά, βοηθάω πάντα και όπως μπορώ».
«Στα 4» με τη Γεωργία Καλτσή στον Ant1+
«Με πήραν τηλέφωνο από τον Ant1 και μου είπαν ότι θα με ήθελαν για έναν ρόλο. Εγώ στην αρχή νόμιζα ότι θα ήταν κάτι μικρό, όχι πρωταγωνιστικός σε σειρά! Λέω “μήπως μπερδεύεστε, εγώ είμαι αθλήτρια, δεν είμαι ηθοποιός”. Μου είπαν ότι πρόκειται για μια μαύρη κωμωδία και μου άρεσε πολύ το στόρι. Το βρήκα πολύ πρωτότυπο -ειδικά για τα ελληνικά δεδομένα- και ειδικά το γεγονός ότι ήθελαν για τον ρόλο του ανάπηρου ατόμου μια όντως ανάπηρη κοπέλα, που δεν είναι και ηθοποιός. Δηλαδή, πόσο taboo breaker να γίνω σε αυτήν τη ζωή!
Σκοπός ήταν να κάνουμε μια ωραία δουλειά, να περάσουμε κάποια ηχηρά μηνύματα, να θίξουμε όλα τα θέματα που μπορεί να προβληματίζουν ένα άτομο με ή χωρίς αναπηρία, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την κοινωνική συμπεριφορά. Πώς είναι από εκεί που είσαι ένας υγιής και αρτιμελής άνθρωπος χωρίς αναπηρία, να καλείσαι ξαφνικά να μπεις σε έναν άλλο κύκλο, άγνωστο, να ζεις μια εντελώς διαφορετική ζωή.
Όταν διάβασα το σενάριο, το βρήκα τόσο ρεαλιστικό που είπα αμέσως “ναι”, ενώ έκανα και ενάμιση μήνα μαθήματα υποκριτικής με τον Κίμωνα Φιορέτο. Το σημαντικό ήταν για μένα, άνθρωποι με αναπηρία, αλλά και όσοι γνωρίζουν τι σημαίνει αναπηρία -γονείς, θεραπευτές κ.ά.- να πουν ότι το αποτυπώσαμε όντως ρεαλιστικά. Και το πετύχαμε, κάτι που μου δίνει πολλή χαρά. Ναι, φυσικά και θα ήθελα να βγει και δεύτερη σεζόν, μου άρεσε πάρα πολύ αυτή η εμπειρία».
Μπορείτε να δείτε τη σειρά «Στα 4» στον Ant1+.
Ευχαριστούμε το εστιατόριο Natu για τη φιλοξενία.