Έλλη Τρίγγου: «Νομίζω ότι είμαι της οικογένειας, μ΄αρέσει»
Η Ελλη Τρίγγου έγινε ηθοποιός γιατί αγάπησε το θέατρο δρόμου, το τσίρκο. Αλλωστε πάντα αναζητούσε την ανεξαρτησία της. Γεννήθηκε στην Πάτρα, μεγάλωσε στην Αθήνα. Ζει στα Ιλίσια, με τις δύο γάτες της.
Φέτος δίνει προτεραιότητα στο θέατρο: Παίζει στην κωμωδία του Γιάννη Τσίρου «Κανόνια και τρομπέτες». Τηλεοπτικά θα συμμετάσχει σε κάποια επεισόδια στην «Μάγισσα-Φλεγόμενη καρδιά» (Ant1) και σ΄ένα επεισόδιο στον «Γιατρό» (Alpha).
«Νομίζω πως το θέατρο κάπως ήρθε και με βρήκε σε πιο μεγάλη ηλικία, στα 24. Δεν ήταν όνειρό μου από μικρή. Ημουν ντροπαλό παιδί, κλειστό. Μετά κάπως όλο αυτό, στην εφηβεία μου, έπαθε μια έκρηξη, αρκετά έντονη, που κράτησε κάμποσο. Κάπου εκεί ήρθε μια αμφισβήτηση για όλα τα πράγματα γύρω μου. Προσπαθούσα να καταλάβω. Πολλά μου φαινόντουσαν λάθος, άδικα, παράλογα κι αναρωτιόμουν εγώ τι κάνω μέσα σ΄όλα αυτά. Το θέατρο ήρθε στα πλαίσια αυτής της αναζήτησης και της ανάγκης, της πραγματικής λαχτάρας, να καταλάβω.
»Ηθελα να΄μαι ανεξάρτητη, να μην περιορίζομαι, να εκφραστώ. Είχα μια ταραχή. Κι όταν ήρθε το θέατρο κάπως συνειδητοποίησα ότι όταν ήμουν μικρή ο μπαμπάς μου έκανε ερασιτεχνικό θέατρο. Βέβαια δεν ζούσα μαζί του -είχαν χωρίσει οι γονείς μου και ο μπαμπάς μου ζούσε σ΄άλλη πόλη, αλλά είχε στην ζωή του το θέατρο σαν χόμπι. Αρτοποιός ήταν, είχε δική του επιχείρηση -τώρα είναι δάσκαλος ιππασίας.
»Μεγάλωσα με την μητέρα μου, στην Αθήνα, αλλά γεννήθηκα στην Πάτρα. Εφυγα όταν ήμουν δύο ετών. Κάποια στιγμή γύρισα, για δύο χρόνια (σ.σ. Γ΄Γυμνασίου-Α΄Λυκείου) κι έζησα με τον πατέρα μου και την οικογένειά του. Εχω δύο αδέλφια.
»Αυτό ήταν ανατροπή στην ζωή μου, ξεριζωμός αλλά πέρασα υπέροχα. Εκανα πολύ καλούς φίλους, φίλους ζωής. Επίσης πέρασα χρόνο με τον πατέρα μου, την οικογένεια εκεί, γιατί εδώ είχαμε ένα πιο κλειστό οικογενειακό σύστημα -ήμουν εγώ και η μαμά μου, χωρίς πολλούς συγγενείς. Στην Πάτρα είχα θείους, θείες, γιαγιάδες, παππούδες, χαμός ξαφνικά. Ηταν όμορφα που έζησα αυτή την εμπειρία.
»Μετά ξαναγύρισα στην Αθήνα. Κι άλλος ξεριζωμός. Κι αυτό κάπως μ΄ακολούθησε στη ζωή μου. Εγώ με μια βαλίτσα στο χέρι να περιπλανιέμαι για κάμποσο καιρό μέχρι να΄ρθει το θέατρο και να ρίξω εκεί μια άγκυρα. Ως τότε δεν είχα κάτι άλλο στο μυαλό μου, υπήρχε ένα χάος. Το μόνο που ήξερα είναι ότι ήθελα να΄μαι ανεξάρτητη γι΄αυτό και με το που τελείωσα το σχολείο ξεκίνησα να δουλεύω -μπαρ, φυλλάδια, οτιδήποτε. Οι γονείς μου, φαντάζομαι, το περνούσαν δύσκολα όλο αυτό, με ανησυχία, αλλά δεν είχαν επιλογή, δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι.
»Είχα κάνει ένα ταξίδι στην Ισπανία, στην Γρανάδα, και κάπως ήρθα σ΄επαφή με το θέατρο δρόμου, με το τσίρκο, με τους καλλιτέχνες που ζουν κάπως κι εκεί συγκλονίστηκα, κάτι ταράχτηκε μέσα μου. Μ΄άρεσε. Είδα ανθρώπους που ήταν σε μια επαφή με τον εαυτό τους. Μαγεύτηκα. Μπήκα ξαφνικά σ΄έναν παράδεισο ενηλίκων και είπα για να δούμε… Είχα και τους σωστούς ανθρώπους κοντά μου εκείνη την περίοδο που με βοήθησαν να κάνω την προετοιμασία μου κι έτσι έδωσα εξετάσεις στο Εθνικό. Ελεγα ότι αν πετύχει, πέτυχε. Αν δεν πετύχει, κάποιοι φίλοι μου απ΄την Ισπανία περνούσαν τότε απ΄την Ελλάδα μ΄ένα καραβάνι για να συνεχίσουν το ταξίδι τους -θα πήγαινα μαζί τους.
»Στην αρχή, στην δραματική σχολή, ήθελα να φύγω. Μετά, όσο περνούσε ο καιρός, άρχισα να καταλαβαίνω ότι υπάρχουν εκεί μέσα κι άλλοι άνθρωποι που δεν τους χωράει ο τόπος. Άρα θα μπορούσα να πω ότι μάλλον ανήκω εδώ. Συνδέθηκα με κάποιους, κι από εκεί έχω φίλους που είναι ακόμα στη ζωή μου. Κι εκεί πάλι δημιουργήθηκε μια οικογένεια.
»Με ρωτάς αν έψαχνα πάντα μια οικογένεια. Ναι. Και εξακολουθώ. Ετσι αντιμετωπίζω κι όλες αυτές τις συναντήσεις στο θέατρο.
»Δική μου οικογένεια; Αυτό τώρα με δυσκολεύει. Για την ώρα μελετάω το ζήτημα της οικογένειας σ΄αυτά τα πλαίσια. Αλλά νομίζω ότι είμαι της οικογένειας, μ΄αρέσει. Θάθελα δηλαδή. Απλώς δεν είμαι ακόμα εκεί -πλησιάζω ίσως, θα δούμε.
»Μετά τη σχολή ήρθε κατευθείαν ο Γιάννης Οικονομίδης και μου είπε “ωραία όλα όσα έμαθες στην Σχολή, εδώ τα ξεχνάς γιατί εμείς κάνουμε άλλα πράγματα. Εδώ δεν θα παίξεις θέατρο, εδώ είναι ρεαλισμός”. Το “Στέλλα κοιμήσου” ήταν η πρώτη μου παράσταση. Μια παράσταση απαλλαγμένη από κάθε κατασκευή –“θα΄σαι ζωντανή εδώ πάνω στη σκηνή, ο εαυτός σου. Ολα τ΄άλλα, πέτα τα”. Κράτησε τρία χρόνια. Από εκεί και πέρα, για να΄μαι ειλικρινής, ήρθαν τα πράγματα περισσότερο απ΄όσο πήγα εγώ σ΄αυτά. Δούλεψα με τον Θάνο Σαμαρά, τον Κακλέα…
»Μ΄αρέσει ο ρεαλισμός. Ωστόσο δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα απ΄το να έρχεται ένας άνθρωπος που έχει ένα ωραίο και καθαρό όραμα, και να σε βάζει σ΄όλη αυτή την περιπέτεια, ακόμα και αν δεν είναι η ασφαλής ζώνη σου. Ισα ίσα εκεί, μετά, αρχίζουν τα δώρα. Δεν νιώθω ότι για να γίνεις τεράστιος ηθοποιός πρέπει ντε και σώνει να΄χεις κάνει κάποια συγκεκριμένα βήματα που λέγονται τάδε και τάδε ρόλοι. Αν έρθουν όμως κι αν υπάρχει ένα πλαίσιο που΄χει νόημα, εννοείται. Αλλά εμένα μ΄αρέσει ο ρεαλισμός.
»Για τις “Μέλισσες” πέρασα κάστινγκ. Ηταν να είμαι σε μια άλλη τηλεοπτική παραγωγή που ακυρώθηκε κι όταν το΄μαθε ο Λευτέρης Χαρίτος μου ζήτησε να τα πούμε. Στην αρχή σκεφτόταν μήπως ο ρόλος μου ήταν μιας άλλης απ΄τις αδελφές (σ.σ. Δρόσω), αλλά καταλήξαμε στην Ασημίνα.
»Ηξερα την Μαρία (σ.σ Κίτσου), την θαύμαζα. Το πρώτο ή το δεύτερο δοκιμαστικό έγινε με την Μαρία και ήταν συγκινητικό αλλά και σοκαριστικό μαζί –“μακάρι να βρεθώ κοντά σ΄αυτόν τον άνθρωπο”, έλεγα. Κάπως προσπαθείς να ονειρευτείς πώς θες να΄σαι μέσα σ΄αυτή την δουλειά και υπάρχουν κάποια άτομα που είναι κλειδιά σ΄αυτό. Εκτός του ότι την θαύμαζα την Μαρία σαν ηθοποιό, κάπως συντονιζόμασταν εκεί, επί τόπου. Εχει κάτι το τόσο πηγαίο και αληθινό. Και τότε είναι που λες, ωραία αυτό μ΄ενδιαφέρει να το ξέρω, να το έχω κοντά μου σαν καλλιτέχνης, στην ζωή μου -κι έγινε ακαριαία.
»Η μικρή; Η μικρή (σ.σ. Δανάη Μιχαλάκη) είναι το γλέντι του κόσμου. Είναι το φως. Υπήρχε και μια πολύ ωραία ισορροπία στις ενέργειες. Η Μαρία έχει μια στιβαρότητα και ξέρεις ότι πάνω της μπορούν να στηριχτούν πράγματα. Κι απ΄την άλλη η μικρή, όλο χαρά, μόνο γέλιο, μόνο πειραχτήρι κι αυτό φέρνει μια ανακούφιση. Συνδεθήκαμε, ναι. Και μείναμε. Και λέω “η μία μου αδελφή, η άλλη μου αδελφή”. Αυτή την σχέση έχουμε, οικογένεια -το σόι μου.
»Με τον Αναστάση (σ.σ. Ροϊλό) έχουμε και το κάρμα… Μας φέρνουν μαζί, η μοίρα μας έχει φέρει μαζί (σ.σ. “Αγριες Μέλισσες”, “Μάγισσα”). Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με τον όγκο της δουλειάς που΄χουμε μοιραστεί, αλλά η αλήθεια είναι ότι όταν βρισκόμαστε με τον Αναστάση υπάρχει πλέον ένας κώδικας επικοινωνούμε σ΄άλλο επίπεδο. Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Τον ξέρω πάρα πολύ καλά, ξέρω τι τον βοηθάει. Ξέρει κι εκείνος εμένα, τι μου κάνει καλό, τι όχι. Οταν παίζουμε μαζί υπάρχει αυτό το “γύρισα σπίτι τώρα”…
»Μέσα στα τέσσερα τελευταία χρόνια ήρθαν πολλές μορφές κούρασης και με συνάντησαν, σε διαφορετικές φάσεις. Στις “Μέλισσες”, τρία χρόνια, ζούσαμε όλοι μαζί αυτό το πολύ όμορφο πράγμα που συνέβαινε τότε. Συνέπεσε και με τον κόβιντ -τα πράγματα, ούτως ή άλλως, ήταν λίγο πιο κλονισμένα κι εμείς είχαμε το τεράστιο προνόμιο να εργαζόμαστε. Άρα κάπως ήταν δύσκολο να πάρεις την απόφαση και να πεις σταματάω εδώ.
»Και το΄να έφερνε τ΄άλλο. Εγινε μια μικρή παύση και μετά ήρθε η πρόταση της “Mάγισσας”, από ανθρώπους που αγαπούσα και εμπιστευόμουν πολύ. Κάπως δημιουργούνται κι εκεί οικογένειες, όπως και στο θέατρο. Η “Μάγισσα”, ήταν κάτι πολύ γοητευτικό. Το σκέφτηκα λιγότερο απ΄όσο θα του αντιστοιχούσε. Και λέω πάμε να το κάνουμε. Ηταν σαν να συνεχίζω να ζω με τους δικούς μου ανθρώπους σε κάτι πολύ όμορφο. Δεν το μετανιώνω. Είμαι ευγνώμων, κέρδισα πολλά.
»Αλλά υπήρχαν στιγμές που κλονίστηκε κι η πίστη μου και η δύναμή μου κι ο λόγος για τον οποίο βρίσκομαι εδώ. Και στις “Μέλισσες” είχα αυτά τα ερωτήματα, αλλά εκεί υπήρχε σίγουρα και το κομμάτι της άγνοιας, που παίζει καθοριστικό ρόλο στο πώς αντιμετωπίζεις τα πράγματα. Εκεί ήταν όλο το σοκ της πρώτης φοράς, της μεγάλης έκθεσης και της διαχείρισής του. Είχα να καταλάβω ότι κάτι έχει αλλάξει, που δεν χρειάζεται να σ΄απειλεί, είναι μέρος μιας διαδικασίας -έπρεπε να το αφουγκραστώ. Αρχισα να σχετίζομαι με το τι σημαίνει να σ΄αναγνωρίζουν στο δρόμο, να΄ρχονται να σου πουν κάτι καλό για τη δουλειά σου κι ότι δεν παρεμβαίνουν στην προσωπική σου ζωή. Δεν ήταν εύκολο αλλά δεν μπορώ να πω όμως ότι συνέβη και σε πολύ μεγάλο βαθμό -δεν έχω δώσει τέτοιο χώρο. Στην “Μάγισσα” ήμουν πολύ πιο ήρεμη στο κομμάτι της δημοσιότητας, είχα άλλη ψυχραιμία.
»Τώρα βέβαια έχουμε κι όλο αυτό με τα κινητά και τις φωτογραφίες. Δηλαδή έχει τύχει να΄μαι κάπου με κάποιον και να βλέπω να με βγάζουν φωτογραφία. Οποτε πηγαίνω και τους ζητάω να την σβήσουν. Τι να κάνω;
»Εχω υπάρξει πολύ θυμωμένο άτομο κι αυτός ο θυμός έχει κάτι που σε τρώει. Νομίζω ότι έχει να κάνει με τον τρόπο που μεγάλωσα. Αλλά κάποια στιγμή με κούρασε πολύ, κατάλαβα ότι συχνά χάνεις και το δίκιο σου μ΄αυτό τον τρόπο. Μ΄έχει όμως και βοηθήσει, μ΄έχει προστατέψει. Εδώ που είμαι σήμερα οφείλεται και σ΄αυτό. Μετά ο θυμός άρχισε να παίρνει άλλη μορφή, και να γίνεται φόβος, και να μην μπορώ να διαχειριστώ τις συγκρούσεις πια καθόλου και να κλείνω. Οπότε μετά και απ΄αυτό το στάδιο έχουμε περάσει στο στάδιο της συμφιλίωσης ότι “κοίτα Ελλη, μπορείς να εκφράσεις τα συναισθήματά σου, χωρίς να πληγώσεις κάποιον, και μπορείς ν΄ακουστείς και να πάρεις αυτό που θέλεις με ψυχραιμία”.
»Η ιστορία της σεξουαλικής παρενόχλησης μου ήταν κάτι γνώριμο. Δυστυχώς, και βάζω και τον εαυτό μου μέσα, μιλούσαμε για κάποια πράγματα χωρίς ακριβώς να καταλαβαίνουμε το μέγεθός τους. Σαν να υπήρχε μια αφέλεια, σαν να τους δίναμε περισσότερη ελαφρότητα απ΄αυτό που τους αντιστοιχούσε. Εγώ όλα αυτά τα΄χα ζήσει πριν μπω στο θέατρο. Μέχρι τότε είχα κάνει μια διαδρομή σε διάφορα εργασιακά περιβάλλοντα, οπότε αυτές τις συμπεριφορές τις ήξερα. Μετά, στο θέατρο, δεν ξέρω πως, αλλά έχω προστατευθεί απ΄αυτά. Χαίρομαι γιατί πλέον έχουμε προχωρήσει, δεν υπάρχει αμφιβολία. Μιλάμε γι΄αυτό, είναι πια μέσα στην κουβέντα, κάτι που δεν υπήρχε καν.
»Τι σημαίνει επιτυχία; Εμένα μ΄απασχολεί να κοιμάμαι ήσυχα, να διαχειρίζομαι τις αγωνίες μου, να΄χω σχέσεις ουσιαστικές με τους ανθρώπους. Ισως βέβαια αυτά τα λέω απ΄τη θέση του ανθρώπου που βλέπει να προχωράνε τα πράγματα. Γιατί αν ήμουν σε μια άλλη θέση κι έψαχνα δουλειά, θα σου΄λεγα ότι κάτι άλλο είναι το σημαντικό. Εξαρτάται απ΄τη στιγμή στην οποία βρίσκεσαι, απ΄το πώς κινούνται τα πράγματα και πως τα κινείς κι εσύ. Αυτή τη στιγμή έχει έρθει έτσι η ζωή, την έχω φέρει κι εγώ, έχει έρθει κι εκείνη, και μπορώ να βιοπορίζομαι απ΄το επάγγελμά μου. Φέτος μου δόθηκε η δυνατότητα να καθίσω κάποιους μήνες χωρίς να δουλέψω -το θεωρώ σπουδαίο. Δεν είναι αυτονόητα αυτά τα πράγματα, καθόλου. Ετσι μπορώ και ασχολούμαι μ΄αυτά που με καίνε, που΄χουν να κάνουν με λίγο πιο εσωτερικά πράγματα. Τώρα όσον αφορά στη δουλειά, τι θεωρώ επιτυχία; Μόνο ο χρόνος μπορεί να μιλήσει για έναν ηθοποιό. Οπότε σε είκοσι χρόνια θα μπορέσω να πω τι είναι μια επιτυχής πορεία…
»Ηθοποιός, είναι ένα επάγγελμα πολύ σκληρό. Δεν είναι εύκολη απόφαση να ζεις μ΄αυτή την αβεβαιότητα, να ψάχνεις συνέχεια για δουλειά, να κρίνεσαι διαρκώς, να προσπαθείς να πείσεις ότι αξίζεις, ότι είσαι καλός. Παίζεις με πολύ ευαίσθητες και λεπτές ποιότητες του ψυχισμού σου. Αλλά είναι και μοναδική αυτή η δουλειά. Γεμάτη δώρα και ταυτόχρονα γεμάτη πληγές. Οπότε έχει μεγάλη σημασία να βρεις και μια ισορροπία -πως να το κάνω χωρίς να διαλύομαι συνεχώς αλλά να γίνομαι πιο δυνατός.
»Εχω δύο γάτες, είναι οι θεραπευτές μου και οι μπελάδες μου. Κάνουν παρέα μεταξύ τους. Οι άνθρωποι που με ξέρουν και ξέρουν και τις γάτες μου, μου λένε ότι έχουν τα δύο άκρα της προσωπικότητάς μου, το ένα είναι οριακά φοβικό και το άλλο τσακώνεται, κλέβει, τρίβεται, χαϊδολογιέται. Οι γάτες είναι προσωπικότητες, ο σκύλος είναι αφιερωμένος σε σένα, με μια ανιδιοτέλεια. Οι γάτες είναι σαν άνθρωποι θυμώνουν, εκδικούνται».
Επιτέλους, κωμωδία…
«Φέτος δεν άντεχα να ξαναμπώ σε δραματική κατάσταση, δεν ήθελα άλλο δράμα. Πήγα σε μια θεραπεύτρια, δεν με ήξερε, και βλέποντας διάφορα πράγματα σχετικά με μένα, με ρώτησε τι κάνω στην ζωή μου. Και τότε μου΄πε πως το σώμα δεν καταλαβαίνει ότι “τώρα παίζουμε θέατρο” ή ότι “τώρα είναι αλήθεια”. Ότι το σώμα τα ζει όλα σαν να΄ναι αλήθεια. “Κι αν μπορείς, μην ξανακάνεις κάτι δραματικό…”.
»Είχα ήδη μιλήσει με τον Γιώργο Παπαγεωργίου - σκηνοθετεί τα “Κανόνια και τρομπέτες” του Γιάννη Τσίρου. Είναι κι εκείνος ένα απ΄τα άτομα που τα νιώθω οικογένεια, οικογένεια με τον δικό μας τρόπο. Τον θαυμάζω πολύ σαν καλλιτέχνη και σαν μουσικό, έχω γλεντήσει στις συναυλίες του. Έχουμε δουλέψει μαζί, είναι ο άντρας της αδερφής μου -συγγενής, ένας καθαρός άνθρωπος. Οπότε όταν μου΄πε ότι με θέλει για κωμωδία πραγματικά ένιωσα ότι ήταν δώρο απ΄τον ουρανό. Η ψυχή μου το΄χε ανάγκη. Ένα μικρό σχήμα, με λίγους ανθρώπους, αγαπημένους, που τους θαυμάζω. Παίζω μια Ρομά.
»Στο έργο βλέπεις κάποιες κοινωνικές τάξεις να συναντιούνται -κεφάλαιο, νόμος, Ρομά, το λούμπεν, ας πούμε, στοιχείο. Κι ο καθένας κάτι ζητάει απ΄τον άλλον, κάτι ψάχνει. Είναι σαν ένα παιχνίδι που λες ποιος θα νικήσει τελικά, ποιος θα προσπαθήσει να υπερισχύσει έναντι του άλλου -ποιος κάνει κουμάντο τελικά. Κι όλα αυτά σ΄ένα πλαίσιο κωμωδίας. Αλλά από μόνο του το γεγονός ότι ασχολούμαστε με το θέμα των Ρομά, για μένα, που έχω μέσα μου μια τεράστια ευαισθησία, σημαίνει πολλά.
»Όταν ήμουν μικρή, η γιαγιά μου κι ο παππούς μου που έμεναν στο Μενίδι, όταν έγινε ο σεισμός του ΄99 και χρειάστηκε να φύγουν απ΄το σπίτι τους μέχρι να το επισκευάσουν, πήγαν κι έμειναν σε καταυλισμούς. Κι εγώ πήγαινα και τους έβλεπα. Κι όλο αυτό το΄χω σαν ανάμνηση χίλιες και μια νύχτες, ένα όνειρο, μια μαγεία. Παίζαμε με τα παιδιά, θυμάμαι κάτι μαγικό. Μετά μεγάλωσα και συνειδητοποίησα ότι η κοινωνία των Ρομά κάπως είχε αναλάβει να κάνει όλη τη βρωμοδουλειά της κοινωνίας. Μόνο μαγεία δεν υπάρχει. Ετσι ήρθα αντιμέτωπη μ΄όλο αυτό το πράγμα που συμβαίνει -με σόκαρε, με πλήγωσε. Βλέπω όλη αυτή την ανισότητα, την έλλειψη προσπάθειας ένταξής τους στην κοινωνία. Μάλιστα τους κατηγορούμε κιόλας γι΄αυτό, ότι εκείνοι δεν θέλουν να ενταχθούν. Αλλά όταν ένας άνθρωπος έχει όλη την πληροφορία και ένας άλλος άνθρωπος δεν έχει καθόλου, δεν μπορείς να΄χεις τις ίδιες απαιτήσεις. Και ναι, αυτό το νομαδικό που έχω, κάπου συντονίζεται με τους Ρομά.
»Υπάρχει ένας άνθρωπος, ο Πρόδρομος Τσινικόρης, που θαυμάζω πολύ και γι΄αυτό που κάνει και για τον τρόπο που το κάνει, ο οποίος είχε κάνει το “Romaland”, στη Στέγη. Και του ζήτησα βοήθεια για την παράσταση. Πήγαμε μαζί στο Ζεφύρι να βρούμε τις γυναίκες που έπαιξαν στην παράστασή του και περάσαμε ένα μαγικό απόγευμα μαζί τους. Μιλήσαμε για πολλά. Προσπαθήσαμε να τις καταλάβουμε γιατί θέλουμε ν΄αντιμετωπίσουμε το θέμα με μεγάλο σεβασμό -όπως άλλωστε το αντιμετωπίζει και ο συγγραφέας. Ήταν πολύ συγκινητικά, πολύ-πολύ όμορφα».
«Κανόνια και Τρομπέτες» του Γιάννη Τσίρου. Σκηνοθεσία Γιώργος Παπαγεωργίου. Παίζουν Ελλη Τρίγγου, Στάθης Σταμουλακάτος, Μάνος Καζαμίας, Νεφέλη Μαϊστράλη, Γιώργος Τριανταφυλλίδης, Μαριτίνα Κουτσοχιώνη
Θέατρο Εμπορικόν: Πρεμιέρα 10 Οκτωβρίου