Ελένη Ρουσσινού: «Δεν έχω τη ματαιοδοξία να ανήκω στην ελληνική showbiz»
Η Ελένη Ρουσσινού έχει παίξει στο θέατρο, έχει κάνει κινηματογράφο και τώρα ήρθε η στιγμή να τη δούμε για πρώτη φορά στην τηλεόραση. Λίγες ημέρες πριν την πρεμιέρα της σειράς «Αυτή η νύχτα μένει» -Δευτέρα 10 Οκτωβίου στις 22.40 στον Alpha- συναντιόμαστε με την ηθοποιό στο κέντρο της Αθήνας.
Μεγαλωμένη στα '80s αφηγείται ιστορίες από τα παιδικά και μαθητικά της χρόνια, εξηγεί γιατί δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές της στην ΑΣΟΕΕ, πώς μπήκε η υποκριτική στη ζωή της, μιλάει για τον σύντροφό της, τον βραβευμένο σκηνοθέτη Αλέξανδρο Αβρανά, και τη συνεργασία της με τον Τζιμ Κάρεϊ. Ευγενική, λαμπερή με ένα βλέμμα τόσο «καθαρό» και γοητευτικό, η ίδια δεν κοιμήθηκε το προηγούμενο βράδυ της συνέντευξης από το άγχος της. Δεν χορταίνεις να σου λέει ιστορίες από την ενδιαφέρουσα ζωή της. Η Ελένη Ρουσσινού μέσα από τα δικά της λόγια...
«Γεννήθηκα στην Αθήνα, έχω μια μεγαλύτερη αδερφή, τη Γεωργία και η καταγωγή μας είναι από την Πελοπόννησο -η μαμά από το Αίγιο και ο μπαμπάς από τα Τρίκαλα Κορινθίας. Μεγάλωσα τη δεκαετία του ‘80 σε μια κλασική οικογένεια εκείνης της εποχής που οι γονείς δούλευαν πολύ για να παρέχουν τα πάντα στα παιδιά τους. Εμείς είχαμε την υποχρέωση να είμαστε σωστές στο σχολείο, στις ξένες γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά) και στα μουσικά όργανα που παρακολουθούσαμε ως εξωσχολικές δραστηριότητες. Χωρίς να μας πιέζουν οι γονείς με την αδερφή μου είχαμε το φιλότιμο και ήμασταν αυτό που λένε "σωστά" παιδιά. Δεν νομίζω να τους είχαμε δημιουργήσει προβλήματα. Εγώ ακόμα περισσότερο γιατί είχα πάντα το σύνδρομο του "καλού παιδιού". Έχω μια πολύ καλή οικογένεια, έχω ζήσει όλα αυτά τα οικογενειακά τραπέζια, τις διακοπές με τον παππού, τη γιαγιά και τα ξαδέρφια. Μέχρι σήμερα πηγαίνω στο Αίγιο που έχει η μαμά μου το πατρικό της, ενώ κάθε περίπου τρία χρόνια επισκέπτομαι και το χωριό του μπαμπά.
Τι θυμάμαι έντονα από τη δεκαετία των 80s; Πρόλαβα τους εξωραϊστικούς συλλόγους, τις χοροεσπερίδες, τις ντισκοτέκ -παρόλο που ήμουν ντροπαλή χόρευα πολύ! Θυμάμαι με τους γονείς μου να πηγαίνουμε σε εκδηλώσεις που τραγουδούσε ο Λευτέρης Πανταζής, η Μαρινέλλα και ο Γιάννης Πάριος, μέχρι τις συναυλίες της Χαρούλας Αλεξίου, του Γιώργου Νταλάρα και του Μίκυ Θεοδωράκη. Από τις αγαπημένες μου συναυλίες ήταν το ντουέτο Νταλάρας-Παπακωνσταντίνου. Η οικογένειά μου ήταν πολύ κοινωνική, ιδιαίτερα η μητέρα μου -ο μπαμπάς ήταν πιο κλειστός- και πηγαίναμε σε πολλές εκδηλώσεις με χορό, αλλά και σε θεατρικές παραστάσεις. Η μαμά μας πήγαινε πάρα πολύ θέατρο κι έχω δει σε μικρή ηλικία τον Μάνο Κατράκη, τον Νίκο Κούρκουλο, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Θύμιο Καρακατσάνη που ανέβαζε Αριστοφάνη. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα όλα αυτά τα ονόματα που είχα δει στο θεατρικό σανίδι όταν ήμουν παιδάκι. Επίσης, καταλάβαινα πως το θέατρο είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο, όμως δεν είχα νιώσει την ανάγκη να πω ότι θα γίνω ηθοποιός. Βλέπεις, ήμουν πολύ εσωστρεφές παιδί και ποτέ δεν θα μπορούσα να πω "γράψτε με σε μια θεατρική ομάδα" -δεν ήταν τότε της μόδας».
«Στο σχολείο ήμουν άριστη μαθήτρια, καλό παιδί, η ωραία της τάξης. Με αυτό το τρίπτυχο συνεχίστηκε ολόκληρη η μαθητική μου ζωή. Περνούσα πολύ ωραία στο σχολείο, δεν υπέφερα. Για μένα, ήταν ένας χώρος επιβεβαίωσης. Μάλιστα, έγραφα εξαιρετικές εκθέσεις και οι δάσκαλοι τις είχαν ως πρότυπο -τις διάβαζαν σε όλα τα τμήματα. Καταστροφικά πράγματα όλα αυτά για ένα παιδάκι 7 ετών. Δεν ήταν καθόλου σωστό που έλεγαν στους άλλους μαθητές "να γράφετε όπως η Ελενίτσα". Όσο και αν το έβλεπα ως επιβράβευση δεν πήραν ποτέ τα μυαλά μου αέρα.
Μια ακόμα έντονη ανάμνηση από τα παιδικά μου χρόνια ήταν η επιθυμία μου να μένω μόνη στο δωμάτιο μου. Θυμάμαι τους γονείς μου με την αδερφή μου να βλέπουν τηλεόραση μαζί κι εγώ να κλείνομαι στο δωμάτιο και να περνάω ατελείωτες ώρες όπου ζωγράφιζα, σχεδίαζα και έφτιαχνα πράγματα με τα χέρια. Αργότερα, ξεκίνησα να διαβάζω πολύ. Σκέψου πως στην ηλικία των δέκα διάβαζα το "Υπόγειο" του Ντοστογιέφσκι χωρίς να μου το δώσει κάποιος. Στη συνέχεια, ξεκίνησα να αποτυπώνω σε σχέδιο όσα διάβαζα στα μυθιστορήματα και τα θεατρικά. Τέτοιες τάσεις είχα από μικρή και δεν τις έλεγα σε κανέναν. Η μαμά μου το μόνο που γνώριζε ήταν πως σχεδιάζω ρούχα, όλα τα υπόλοιπα τα κρατούσα κρυφά.
Στο σχολείο ήμουν άριστη μαθήτρια, καλό παιδί, η ωραία της τάξης. Με αυτό το τρίπτυχο συνεχίστηκε ολόκληρη η μαθητική μου ζωή
Ως καλή μαθήτρια πέρασα στην ΑΣΟΕΕ -μάλιστα μπήκα από τους πρώτους των πρώτων καθώς έγραψα σε δύο μαθήματα άριστα και σε άλλα δύο 18 στις πανελλήνιες. Δεν σου κρύβω πως ακόμα απορώ γιατί διάλεξα την ΑΣΟΕΕ, θα μπορούσα να είχα επιλέξει μια άλλη σχολή, όπως τη Φιλολογική. Υπήρχε λίγο και η τάση από το περιβάλλον πως η ΑΣΟΕΕ ήταν μια σπουδαία σχολή. Δεν ήξερα τι θέλω να κάνω, ταυτόχρονα μου άρεσαν πολλά πράγματα πιο καλλιτεχνικά. Δεν ήταν κάτι που μπορούσα να το μοιραστώ τότε με τους γονείς μου παρόλο που πιστεύω πως δεν θα ήταν αρνητικοί.
Όταν πήγα την πρώτη ημέρα μαθημάτων στη σχολή μάς έλεγαν πως είμαστε η αφρόκρεμα της κοινωνίας, οι επόμενοι μάνατζερ, πολιτικοί και εμένα μου φάνηκε πολύ τρομακτικό. Πάλι δεν το είπα σε κανέναν. Προσπάθησα να αποφοιτήσω γιατί το είχα υποσχεθεί στον μπαμπά μου -δεν κράτησα την υπόσχεση μου».
«Στα φοιτητικά μου χρόνια ξεκίνησα να πηγαίνω κρυφά τα Σαββατοκύριακα να παρακολουθώ ως ακροάτρια μαθήματα υποκριτικής στη σχολή του Βασίλη Διαμαντόπουλου με το χαρτζιλίκι που μου έδινε ο παππούς και η γιαγιά. Υπήρχαν κι άλλα παιδιά που τώρα είναι ηθοποιοί και έδιναν την ίδια μάχη με μένα, όπως η Στεφανία Γουλιώτη.
Για μένα ήταν μια μάχη όλο αυτό, είμαι επαναστάτρια κατά βάθος, αλλά δεν είχα καμιά ματαιοδοξία. Υπάρχουν πολλά ασυμβίβαστα πράγματα σε μένα και πλέον έχω πάψει να τα σκέφτομαι ως κάτι προβληματικό. Για παράδειγμα, δεν μου αρέσει να βγαίνω φωτογραφίες, δεν είμαι πολύ κοινωνική, προτιμώ τα μοναχικά πράγματα κι επέλεξα μια ομαδική δουλειά που μεταξύ άλλων έχει έκθεση, πρέπει να φωτογραφίζομαι.
Κάποια στιγμή τόλμησα να πάω στη θεατρική σχολή που είχε δημιουργήσει ο Γιώργος Κιμούλης -εκείνη την εποχή ήταν από τις καλύτερες. Δίδασκε ο ίδιος υποκριτική και είχε φέρει πολλοί καλούς δασκάλους. Ο Κιμούλης είχε διάθεση, κέφι και ήθελε να μας κάνει λίγο πιο διανοούμενους, πιο σκεπτόμενους. Θα σου πω πως έκανε πολύ καλά γιατί δυστυχώς υπάρχουν πολλοί απαίδευτοι ηθοποιοί».
«Τελειώνοντας τη σχολή δεν πήγα σε καμία ακρόαση. Για ένα χρόνο δούλευα στη γραμματεία ενός φροντιστηρίου ξένων γλωσσών. Δεν μου άρεσε τίποτα. Ήθελα να παίξω στο θέατρο, μου ζητούσαν να κάνω διαφημιστικά, είχα προτάσεις για σειρές και ταινίες, αλλά δεν ήθελα να κάνω τίποτα από όλα αυτά. Κάποια στιγμή διαβάζω στην Ελευθεροτυπία μια αγγελία για ακροάσεις ηθοποιών που ζητούσε η Πειραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου και πήγα. Είδαν το βιογραφικό μου και ο Στάθης Λιβαθινός με πήρε στην ομάδα του, όπου έπαιξα τον πρώτο μου ρόλο. Έμεινα εκεί για έξι χρόνια. Ήταν ό,τι ακριβώς ήθελα! Οι ηθοποιοί ήταν δημιουργοί και όχι εκτελεστές. Έμεινα για ένα ακόμη χρόνο στο Εθνικό Θέατρο δουλεύοντας με τη Ρούλα Πατεράκη και τον Λευτέρη Βογιατζή.
Στη συνέχεια περιπλανήθηκα, δεν ήξερα ακριβώς τι ήθελα να κάνω. Είχα περάσει κάτι πολύ δύσκολο και βρισκόμουν σε ένα κομβικό σημείο. Μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο μου από τον σκηνοθέτη Αλέξανδρο Αβρανά, ο οποίος είχε επιστρέψει από το Βερολίνο και ετοίμαζε μια νέα ταινία. Και μπορεί να μην μου έδωσε το ρόλο, αλλά έγινε ο σύντροφος μου και πορευόμαστε μαζί εδώ και 13 χρόνια. Όταν τον ρώτησα γιατί δεν πήρα το ρόλο απάντησε πως με έβρισκε πολύ όμορφη και δεν έβρισκε Έλληνα παρτενέρ για να ταιριάξουμε μιας κι έχω πιο ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά.
Δουλέψαμε μαζί στην επόμενη ταινία του το "Miss Violence" και άλλαξε πραγματικά η ζωή μου. Γιατί βρήκα ένα συνεργάτη που μπορούσα να συνεννοηθώ απόλυτα μαζί του. Παλαιότερα ένιωθα πως δεν κουμπώνω σε πολλές δουλειές -ίσως να είχα και τον φόβο της έκθεσης. Πάντως, με τον Αλέξανδρο ένιωσα αυτή την καλλιτεχνική ελευθερία».
«Δεν βάζω ταμπέλες στην τέχνη. Μου άρεσε πάρα πολύ που δούλεψα με τον Βογιατζή και τον Λιβαθινό, αλλά έβρισκα λόγο για να συνεργαστώ με τον Σταμάτη Φασουλή και την Κάρμεν Ρουγγέρη. Μου αρέσει το γεγονός πως δεν ανήκω κάπου. Δεν με ενδιαφέρει να είμαι κουλτουριάρα ή εμπορική. Έχω πει πάρα πολλά "όχι"- για τους περισσότερους είναι σε βαθμό αυτοκαταστροφικό.
Η ταινία "Miss Violence" απέσπασε πολλές διακρίσεις, μεταξύ άλλων τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, και άκουσα πώς δεν το πούλησα αρκετά καλά και πως κάποια άλλη στη θέση μου θα το είχε δει εντελώς διαφορετικά. Είχα πολλές προτάσεις μετά την ταινία και με πολύ καλά χρήματα, αλλά προτίμησα να ακολουθήσω τον Αλέξανδρο στα φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Πήγαμε από το Τόκιο μέχρι το Λος Άντζελες, τη Νέα Υόρκη και στην Ευρώπη. Δεν θα το άφηνα όλο αυτό για να παίξω σε μια τηλεοπτική σειρά. Μπορεί να είχα λιγότερα χρήματα, αλλά γύρισα τον κόσμο.
Με ρωτάς αν σταμάτησε ποτέ να χτυπάει το τηλέφωνο μου για δουλειές. Κάποια διαστήματα χτυπούσε πολύ και κάποια λιγότερο. Πάντα είχα κρούσεις και υπήρχαν άνθρωποι που προσπαθούσαν να συνεργαστούμε και τους ευχαριστώ πάρα πολύ. Μετά έφυγα στο εξωτερικό. Φέτος, ήταν η κατάλληλη στιγμή καθώς ένιωσα έτοιμη να δοκιμάσω και κάτι άλλο και ήταν ο λόγος που απάντησα θετικά για τη σειρά "Αυτή η νύχτα μένει"».
Στη συνέχεια, ο Αλέξανδρος έκανε μια ταινία στο εξωτερικό -ζήσαμε τέσσερις μήνες στη Πολωνία και τρεις μήνες στο Βερολίνο. Με τον σύντροφο μου είμαστε ομάδα, οικογένεια και προτιμώ τη ζωή που κάνουμε -δεν έχω τη ματαιοδοξία να ανήκω σ΄ αυτό που λέγεται "ελληνική showbiz". Αγαπάω πάρα πολύ τους ηθοποιούς, δεν έχω παρέες από το χώρο και ένας από τους λόγους είναι γιατί δεν έχω συστηματική παρουσία στο θέατρο. Όμως, μου αρέσει έτσι όπως είμαι και όπως ζω. Ούτε με ενδιαφέρει να δουλεύω κάθε σεζόν και για να σε προλάβω δεν υπάρχει άλλη πηγή εισοδήματος πέρα από τη δουλειά μας, αλλά έχουμε μάθει να τα βγάζουμε πέρα με τον Αλέξανδρο"».
«Αν υπήρχαν προτάσεις για το εξωτερικό; Για να κλείνεις δουλειές στο εξωτερικό χρειάζεται οπωσδήποτε να έχεις ατζέντη. Ναι, υπήρξε ατζέντης που ήθελε να με αναλάβει και παρόλο που ξέρω πολύ καλά αγγλικά και γαλλικά θα έπρεπε να έχω τέλεια προφορά, αλλιώς θα έπαιζα πάντα τη μετανάστρια. Επιπλέον, είχα μια πρόταση από έναν εξαιρετικό Κορεάτη σκηνοθέτη, τον Κιμ Κι-Ντουκ, ο οποίος πέθανε τον Δεκέμβριο του 2020 από κορωνοϊό. Με ήθελε για μια ταινία του, αλλά δεν προχώρησε η συνεργασία γιατί ήθελα να ακολουθήσω τον Αλέξανδρο και έφυγα στο εξωτερικό. Αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω και ήξερα τι θα μπορούσα να κάνω στην Ελλάδα, πέρα από το να παίζω την ωραία, θα τελειοποιούσα την προφορά μου στα αγγλικά ή τα γαλλικά και θα πήγαινα να παίξω στην ταινία του Κιμ Κι Ντουκ. Θα είχα επενδύσει περισσότερο στη προφορά μου γιατί αγαπώ πάρα πολύ το σινεμά.
Στο "True crimes" του Αλέξανδρου Αβρανά με πρωταγωνιστή τον Τζιμ Κάρεϊ γύρισα μια σκηνή μαζί του, η οποία δεν μπήκε στην ταινία και ο λόγος είχε να κάνει καθαρά με μια διαφωνία με τους Αμερικανούς καθώς ήταν μια ευρωπαϊκή παραγωγή. Ούτε τη συνεργασία μου με τον Τζιμ Κάρεϊ πρόβαλα ποτέ, σε εσένα το λέω για πρώτη φορά.
Ο Τζιμ Κάρεϊ είναι ένας άνθρωπος με χιούμορ, κάνει πλάκες όπως στις ταινίες του, από την άλλη είναι θλιμμένος και μοναχικός. Αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν πως στη κοινή μας σκηνή ήταν ανταγωνιστικός απέναντι μου. Με την πορεία του θα περίμενα πως θα έδινε χώρο σε έναν νέο άνθρωπο, θα ήταν γενναιόδωρος, αλλά τελικά ένας ηθοποιός γεννημένος πρωταγωνιστής ίσως να μην το κάνει αυτό. Θεωρώ πως όσο καλός άνθρωπος και να είσαι, όταν είσαι πρωταγωνιστής δύσκολα αφήνεις χώρο. Στη λήψη έπαιρνε παύσεις και με κρεμούσε, τέτοια πράγματα. Από την άλλη, ίσως τελικά να μη συνέβαινε αυτό, αλλά να προσπαθούσε να παίξει πιο ευρωπαϊκά σε χαμηλότερους τόνους. Ποτέ δεν το κατάλαβα. Σε κάθε περίπτωση επειδή τον έζησα δεν πιστεύω πως το έκανε από κακία...».
«Όσο γιατί η ταινία "Love me not" του Αλέξανδρου δεν βγήκε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες γιατί οι διανομείς τη βρήκαν σκληρή. Δεν είναι τόσο σκληρή ταινία και είναι από τις δουλειές που είμαι ιδιαίτερα υπερήφανη. Το αστείο είναι πως ήταν πρώτη στο box office στο Μεξικό και σε πολλές άλλες χώρες -σκέψου δίναμε συνεντεύξεις στο εξωτερικό και στη χώρα μας δεν παίχτηκε καν.
Πώς είναι να συνεργάζομαι με τον σύντροφο μου; Για μένα είναι εύκολο, από την πρώτη στιγμή μου ήταν πολύ εύκολο γιατί είναι ένας άνθρωπος τον οποίο θαυμάζω πολύ, έχω να πάρω πράγματα και δεν με έχει δυσκολέψει τίποτα στη συνεργασία μας. Ο Αλέξανδρος είναι πολύ καλλιεργημένος, του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη και είμαι στρατιωτάκι -όχι με την έννοια ότι είμαι άβουλη, σε καμιά περίπτωση. Έχω άποψη και μάλιστα έντονη -όταν ο σκηνοθέτης μου λέει κάτι, πρώτα το επεξεργάζομαι και μετά θα πω τη γνώμη μου.
Το πλάνο μας είναι μέσα στα επόμενα δύο χρόνια να μεταφερθούμε στο Παρίσι. Αγαπώ τόσο πολύ το σινεμά. Μου ταιριάζει περισσότερο αυτή η σαφήνεια και η αυστηρότητα που έχει. Αυτή την περίοδο, ο Αλέξανδρος προετοιμάζει τη νέα του ταινία, θα παίξω έναν ρόλο, τα γυρίσματα θα ξεκινήσουν το καλοκαίρι και θα γίνουν στην Εσθονία και στη Σουηδία.
Ξέρω πως σε πολλούς κάνει εντύπωση που δεν χρησιμοποιώ τα social media για να βάζω φωτογραφίες μου, να δείχνω που είμαι και τι κάνω. Έχω Instagram κι βάζω τους δύο μου γάτους -δεν βάζω εμένα. Δεν μου αρέσει να ποζάρω. Αν βάλω μια φωτογραφία μου από ταινία ή από κάποια θεατρική παράσταση δεν έχω θέμα. Το να βάλω μια φωτογραφία μου να κάθομαι στον ήλιο ή να δείχνω τι τρώω λίγο το βαριέμαι. Όταν το βλέπω σε άλλους που το κάνουν θα τους χαζέψω, απλώς εμένα δεν με βρίσκω κάπου εκεί. Βλέπω ηθοποιούς που "πουλάνε" πολύ ωραία τον εαυτό τους και το κάνουν με αέρα κι αυτοπεποίθηση».
Αυτή η νύχτα μένει
«Φέτος είναι η πρώτη μου φορά που παίζω σε ελληνική σειρά. Τι με έκανε να απαντήσω θετικά; Παλαιότερα είχα πιο πολλές εξιδανικεύσεις για την τέχνη, μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι δεν κρατάνε όλα. Δεν σου κρύβω πως πέρασα μια φάση ματαίωσης των πάντων από την τέχνη μέχρι τους έρωτες: δεν μου άρεσε τίποτα, δεν θαύμαζα κάτι. Πλέον, είμαι σε μια περίοδο της ζωής μου που σκέφτομαι ότι η ζωή είναι πιο απλή και θέλω να δοκιμάσω νέα πράγματα. Η πρόταση για τη σειρά με πέτυχε σε αυτήν ακριβώς τη στιγμή. Αρχικά μίλησα με τους ανθρώπους της παραγωγής, με το κανάλι όπου όλοι τους ήταν τόσο ευγενικοί και ένιωσα μεγάλη ασφάλεια. Επιπλέον, στη σειρά παίζουν πολλοί αξιόλογοι ηθοποιοί, οι περισσότεροι είναι θεατρικοί και με τους παρτενέρ μου νιώθω πως μιλάμε την ίδια γλώσσα.
Στη σειρά υποδύομαι τη γυναίκα του δημάρχου, τον οποίο παίζει ο Γιάννης Στάνκογλου, μια ξεχωριστή προσωπικότητα που της αρέσει η ποίηση, ζωγραφίζει -μάλλον για αυτό με επιλέξανε χωρίς να ξέρουν τα δικά μου ενδιαφέροντα. Έχει δύο μεγάλα παιδιά. Ο άντρας μου μετά από 25 χρόνια γάμου ανακαλύπτει πως ήμουν ερωτευμένη και είχα εξωσυζυγική σχέση με τον ιδιοκτήτη του μπουζουξίδικου, τον οποίο υποδύεται ο Βασίλης Μπισμπίκης. Το γεγονός αυτό πυροδοτεί τη μεταξύ τους κόντρα και με flashback θα δείτε την κρυφή μου ζωή και πώς πυροδοτώ την κόντρα των δύο αντρών κι έτσι εξελίσσεται η ιστορία.
Μου αρέσει πολύ που η ιστορία διαδραματίζεται στα '80s, μια δεκαετία που την έχω ζήσει. Δεν μπορώ να ξεχάσω το ντύσιμο με τις βάτες, τα μπουζούκια πολυτελείας που πήγαινα με τους γονείς μου όπου βλέπαμε το πρόγραμμα και τρώγαμε αυτό το κρέας με το ρύζι και τον αρακά. Μια φορά είχα κερδίσει στη λαχειοφόρο ένα μπουφάν, το οποίο αφήσαμε πάνω στο καλοριφέρ και κάηκε όλο.
Εκείνα τα χρόνια δεν είχαμε καθόλου τα social, διασκεδάζαμε πάρα πολύ χωρίς να βγάζουμε ένα σωρό φωτογραφίες. Πραγματικά, έβρισκα μεγάλη χαρά σε εκείνη τη δεκαετία και νόμιζα πώς πάντα έτσι θα είναι η ζωή μας, απλά μεγαλώνοντας θα βγαίναμε χωρίς τους γονείς μας...
Η σειρά μου θύμισε πολύ την ανεμελιά εκείνων των χρόνων, έχω μνήμες και βιώματα από εκείνη τη δεκαετία. Επιπλέον, είναι η πρώτη φορά που κάνω τηλεοπτικό γύρισμα και οι χρόνοι είναι εντελώς διαφορετικοί. Με τη σειρά "Αυτή η νύχτα μένει" παίρνω το βάπτισμα του πυρός στην τηλεόραση...».
Η σειρά «Αυτή η νύχτα μένει» κάνει πρεμιέρα στις 10 Οκτωβρίου στις 22.40 στον Alpha.
Παίζουν: Γιάννης Στάνκογλου, Βασίλης Μπισμπίκης, Άννα Μάσχα, Ηλιάνα Μαυρομάτη, Κόρα Καρβούνη, Γιάννης Τσορτέκης, Γιάννος Περλέγκας, Ελένη Ρουσσινού, Βίκυ Παπαδοπούλου, Γιώργος Αρμένης, Γιώργος Γιαννόπουλος, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Κώστας Μπερικόπουλος, Μαρία Κατσανδρή, Γιάννης Νταλιάνης, Στάθης Κόικας, Γιάννης Εγγλέζος, Ναταλία Σουίφτ, Μελίνα Λεφαντζή, Αινείας Τσαμάτης, Τάσος Λέκκας, Νίκος Αλεξίου, Δημήτρης Πλειώνης, Ιωάννης Απέργης, Νικολέτα Καρρά, Ελένη Βεργέτη, Θανάσης Βλαβιανός, Αναστασία Τσιλιμπίου κ.α.