Η Πενέλοπε Κρουζ στην ταινία Απέραντη αγάπη

«Απέραντη αγάπη»: Ο τρανς σκηνοθέτης Εμανουέλε Κριαλέζε μιλά για την αυτοβιογραφική ταινία με την Πενέλοπε Κρουζ

Η «Απέραντη αγάπη» με πρωταγωνίστρια την Πενέλοπε Κρουζ διαπραγματεύεται ένα αληθινό γεγονός, το οποίο βίωσε ο σκηνοθέτης της ταινίας, Εμανουέλε Κριαλέζε, ο οποίος γεννήθηκε κορίτσι.

Διαγωνιστικό Τμήμα, 79ο Φεστιβάλ Βενετίας

Με φόντο τη Ρώμη της δεκαετίας του 1970 που συνεχώς αλλάζει, σε μία εποχή που οι εκπομπές είναι ακόμα ασπρόμαυρες και τα τότε οικογενειακά μοντέλα φαίνονται πια παρωχημένα, ο Εμανουέλε Κριαλέζε (Ανασαίνω) ξετυλίγει μία ονειρική, συγκινητική, τρυφερή οικογενειακή ιστορία με αυτοβιογραφικά στοιχεία.

Αντλώντας από την προσωπική του εμπειρία -ο Κριαλέζε γεννήθηκε κορίτσι- ο δημιουργός αφηγείται τη γλυκόπικρη ιστορία μιας 12χρονης που βιώνει δυσφορία φύλου μέσα σε ένα ήδη κλονισμένο οικογενειακό περιβάλλον. Η Πενέλοπε Κρουζ μεσουρανεί ως μητέρα με πηγαία τρυφερότητα, καταπιεσμένα συναισθήματα και τάσεις απόδρασης. Η ατμόσφαιρα της ταινίας ισορροπεί ανάμεσα στο πραγματικό και το ονειρικό, το αστείο και το δραματικό, η Ρώμη κλέβει την παράσταση χάρη στην τέλεια αναπαράσταση της εποχής και τα τραγούδια της Ραφαέλα Καρά και της Πάτι Μπράβο συμπληρώνουν μοναδικά την αφήγηση.

Η υπόθεση της ταινίας

Ρώμη, δεκαετία 1970: Η Κλάρα (Πενέλοπε Κρουζ) και ο Φελίτσε (Βιντσέντζο Αμάτο) έχουν μόλις μετακομίσει σε ένα καινούριο διαμέρισμα. Ο γάμος τους έχει φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή: δεν είναι πια ερωτευμένοι, αλλά δεν μπορούν να εγκαταλείψουν τον γάμο. Τα παιδιά τους είναι το μόνο που τους κρατάει μαζί. Η Αντριάνα (Λουάνα Τζουλιάνι), η μεγαλύτερη κόρη, έγινε μόλις 12 χρονών. Οι εναλλαγές διάθεσης της Κλάρα και η ολοένα και μεγαλύτερη ένταση ανάμεσα στους γονείς της διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια της. Η Αντριάνα νιώθει δυσφορία με το όνομα και την ταυτότητα της και η επίμονη προσπάθεια της να πείσει τους πάντες ότι είναι αγόρι, κλυδωνίζει την ήδη εύθραυστη ισορροπία της οικογένειας. Όσο τα παιδιά αναζητούν καθοδήγηση από το περιβάλλον τους, είτε μία φωνή από ψηλά είτε ένα τραγούδι στην τηλεόραση, όλα αλλάζουν, μέσα και έξω.

Απέραντη αγάπη: Όσα αναφέρει ο σκηνοθέτης για την ταινία

Ο σκηνοθέτης θέλησε να εξηγήσει τους λόγους που αποφάσισε να κάνει τη συγκεκριμένη ταινία εστιάζοντας σε ένα προσωπικό του βίωμα.

Ο ίδιος αναφέρει: «Η Απέραντη Αγάπη είναι η ταινία που έχω προσπαθήσει να κάνω σε όλη την καριέρα μου: πάντα ήταν η επόμενη ταινία μου, αλλά πάντα παραχωρούσε τη θέση της σε άλλη ταινία, αφού δεν είχα ωριμάσει αρκετά για να την αναλάβω. Είναι σίγουρα η πιο προσωπική μου ταινία μέχρι σήμερα, ένα ταξίδι μέσα από το παρελθόν, μέσω των αναμνήσεων -καμιά φορά κρυστάλλινων, καμιά φορά θολών- και μέσω πεποιθήσεων που τώρα μοιάζουν ριζωμένες στο παρελθόν, που έχουν αναθεωρηθεί μέσα από τη σύγχρονη οπτική.

Σκηνή από την ταινία

Οι οικογένειες είναι συχνά η καρδιά της αφήγησης στις ταινίες μου. Είναι σχεδόν διαλυμένες, προβληματικές, ακόμα και δυσλειτουργικές. Νομίζω ότι η Απέραντη Αγάπη είναι η κορύφωση ενός θέματος που σκαλίζω εδώ και καιρό, μία εξερεύνηση ενός τύπου οικογένειας που μοιάζει να μην προσφέρει προστασία, όπου τα παιδιά δεν έχουν αίσθηση ασφάλειας, όπου η συζυγική αγάπη, η ομαδική δουλειά και οι ωριμότητα απουσιάζουν.

Η Απέραντη Αγάπη δεν είναι μία ταινία για την έμφυλη ταυτότητα. Ούτε πιστεύω ότι ένα τόσο περίπλοκο θέμα μπορεί να κατηγοριοποιηθεί. Είναι ένα θέμα προσωπικό για τον καθένα ξεχωριστά, ένα θέμα που δεν μπορεί -ή δεν θα έπρεπε- να υποτιμηθεί σαν ένα μοτίβο.

Η ταινία διαδραματίζεται στη Ρώμη των ‘70s. Αποφάσισα να δείξω αυτά τα χρόνια χωρίς να αποπειραθώ να αποκαταστήσω τη μνήμη εκείνης της περιόδου. Ζήτησα από όλους τους ηθοποιούς να αντλήσουν από τις δικές τους αναμνήσεις: από οικογενειακές φωτογραφίες, Polaroids, όλα εκείνα που ανήκουν στην παιδική μας ηλικία. Σαν ένα ευρύ οικογενειακό άλμπουμ των ανθρώπων που με την καρδιά του και την ψυχή τους θα ήταν οι δομικοί λίθοι της ταινίας. Αφεθήκαμε να οδηγηθούμε με οδηγό τον χάρτη της μνήμης. Το οπτικό αποτέλεσμα είναι μία σύνθεση του παρελθόντος μας, των οικογενειών μας, των τόπων, των χρωμάτων και της ατμόσφαιρας που μας ανήκουν.

Κάναμε μία εκτενή έρευνα για να βρούμε τους νεότερους ηθοποιούς. Τα σημερινά παιδιά έχουν μία πολύ διαφορετική οπτική, μία διαφορετική σχέση με την πραγματικότητα σε σύγκριση με τα παιδιά των αναμνήσεων μου, σε σύγκριση με το παιδί που ήμουν κάποτε. Τα σημερινά παιδιά απαιτούν μία πιο ισότιμη σχέση με τον κόσμο των ενηλίκων. Έχουν μεγαλύτερη εμπλοκή, οι απόψεις τους ακούγονται και βρίσκουν ανταπόκριση. Τα παιδιά των αναμνήσεων μου ήθελαν να είναι με άλλα παιδιά, σπάνια συμμετείχαν στον κόσμο των ενηλίκων. Με έναν τρόπο οι ενήλικες παρέμεναν ενήλικες και τα παιδιά παρέμεναν παιδιά με την ησυχία τους. Αφού αναζήτησα σε όλη τη Ρώμη παιδιά κατάλληλα για τους ρόλους, αποφάσισα να απλωθώ στην επαρχία, κοντά στη εξοχή. Κι εκεί βρήκα τους νεαρούς ηθοποιούς, παιδιά που ήταν λιγότερο μαθημένα στην αστική ζωή, παιδιά που έζησαν σε επαφή με τη φύση, μακριά από κινητά, παιδιά πιο πειστικά ως παιδιά των ‘70s.

H αναζήτηση για τον ρόλο της Άντρι με ώθησε να σκεφτώ αν θα έπρεπε ή όχι να βρω ένα κορίτσι που δυσφορεί με την έμφυλη ταυτότητά της. Μετά από πολλές οντισιόν ήταν ξεκάθαρο ότι είχα να αντιμετωπίσω ένα ζήτημα, ένα ζήτημα, που από άλλη πηγή, το είχα αντιμετωπίσει στο παρελθόν: εμπειρίες στο σετ, η απεικόνιση του εαυτού, μπορεί να γίνουν μηχανισμός ανάφλεξης που εκρήγνυται, και ως εκ τούτου αποπροσανατολίζει ή διαταράσσει τη ζωή ενός εφήβου. Αν επέλεγα ένα κορίτσι που το περνάει αυτό, θα διακινδύνευα να προκαλέσω μία διαδικασία που χρειάζεται χρόνο για να ορίσει τον εαυτό της, θα ρίσκαρα να μολύνω ή να επιταχύνω τη φυσική ροή των πραγμάτων εμπλεκόμενος στη διαδικασία ταυτοποίησης, που είναι τόσο ευάλωτη σε αυτή την ηλικία. Οπότε, απλώς αποφάσισα να αναζητήσω την Άντρι μου ανάμεσα σε κορίτσια που επιδίδονται στα λεγόμενα αντρικά σπορ.

Η Λουάνα είναι πρωταθλήτρια στην οδήγηση μηχανής και ανταγωνίζεται με αγόρια σε τουρνουά. Σε αυτό το άθλημα δεν υπάρχουν κατηγορίες με βάση το φύλο, απαιτείται μόνο η τόλμη και τα κότσια, δύο χαρακτηριστικά που χρειάζονταν για να παίξει την Άντρι.

Η ταινία τροποποιήθηκε αρκετά κατά τη διάρκεια του γυρίσματος, ανάλογα με την προσέγγιση που διάλεγα όσο δούλευα με τους νεαρούς ηθοποιούς, λαμβάνοντας υπόψη την επαφή μαζί τους και αυτό που έφερνε η κάθε μέρα στο σετ. Όταν συνεργάζεσαι με παιδιά, νομίζω ότι είναι καταλυτικό να ακολουθείς αυτό το μονοπάτι, γιατί πάντα έρχεσαι αντιμέτωπος με σκέψεις, εκφράσεις και ερμηνείες που δεν μπαίνουν σε κουτάκια. Πάντα αναγκάζεσαι να προσαρμόσεις τους στόχους σου και να επαναπροσδιορίσεις τον στόχο και τα σχέδιά σου.

Πιστεύω ότι η δύναμη της ερμηνείας της Πενέλοπε Κρουζ πηγάζει από την προθυμία της να χάσει τον έλεγχο, το δίχτυ ασφαλείας. Δουλεύει με χαλαρά τα ηνία, δρα και αντιδρά χωρίς προκαταλήψεις. Τα παιδιά ποτέ δεν επαναλαμβάνουν το ίδιο πράγμα και η Πενέλοπε, πέρα από το εκπληκτικό της ταλέντο, είναι ικανή να αντιδράσει σε κάθε παραλλαγή της εκφραστικότητας των παιδιών. Χάρη στην ταχύτητα ανταπόκρισης της και στην παρουσία της, οι σκηνές είναι σπαρταριστές και αυθεντικές. Είχα ήδη πειραματιστεί με αυτή τη μέθοδο στο παρελθόν και είμαι πεπεισμένος ότι δουλεύει. Φυσικά, είναι μία μέθοδος που βασίζεται στην εμπιστοσύνη, στην αξιοπιστία και στην προθυμία και η Πενέλοπε αποδείχτηκε μία εξαιρετική σύμμαχος: είναι μία ηθοποιός με ένστικτο και λογική, ανοιχτή στην υπέρβαση.

Νωρίτερα χρησιμοποίηση την έκφραση χωρίς δίκτυ ασφαλείας, που είναι στα ιταλικά το λέμε “senza rete”, μία φράση που θυμίζει μία εκπομπή που έπαιζε για χρόνια στο τηλεοπτικό κανάλι RAI. Στην ταινία, υπάρχουν πολλές αναφορές σε αυτή την περίοδο, σε αυτές τις εικόνες, σε αυτό τον ασπρόμαυρο κόσμο: η τηλεόραση της γενιάς μου ήταν ένα παράθυρο στον κόσμο, μία γνήσια απόδραση. Ένας κόσμος από τραγούδια στα οποία οι γυναίκες περίμεναν στο σπίτι, παρεξηγημένες, βολικές, πρόθυμες να κάνουν τα στραβά μάτια στην απιστία: τουλάχιστον μέχρι την άφιξη των δύο θρύλων με τη μορφή της Ραφαέλα Καρά και της Πάτι Μπράβο, που έφεραν μία πνοή φρέσκου αέρα και ένα άγγιγμα μετάβασης για να σπάσει αυτή η παράδοση. Μου αρέσει ιδιαίτερα πολύ μία επανεκτέλεση της Πάτι Μπράβο με τον Τζόνι Ντορέλι του Love Story, που ήθελα να έχω στο soundtrack της ταινίας: Θυμάμαι όταν η μητέρα μου με πήγε να δω την ομότιτλη ταινία, θυμάμαι την αγωνία, τα δάκρυα, την απόγνωση που ένιωθα ως παιδί, τότε που ακόμα δεν μπορούσα να ξεχωρίσω την πραγματικότητα από το αποκύημα της φαντασίας. Αλλά πιο πολύ απ΄όλα θυμάμαι τον πρώτο στίχο: “Grazie, amore mio” (Σε ευχαριστώ, αγάπη μου)».