Πόλι Μπρέιντεν: Η φωτογράφος που πέρασε δυο χρόνια καταγράφοντας τη ζωή των γυναικών που εγκατέλειψαν την Ουκρανία
H φωτογράφος Πόλι Μπρέιντεν κατέγραψε τη ζωή των γυναικών που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ουκρανία λόγω του πολέμου.
Τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου 2022 ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ξεκίνησε μια μεγάλης κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία. Χωρίς να χρησιμοποιεί τον όρο «επίθεση», ή «πόλεμος» προχώρησε με εκρήξεις στο Κίεβο και άλλες περιοχές της χώρας κάνοντας λόγο για μια «ειδική στρατιωτική επιχείρηση».
Οι άνδρες ηλικίας μεταξύ 18-60 ετών δεν επιτρέπονταν να εγκαταλείψουν την Ουκρανία. Οι ειδήσεις γέμισαν με εικόνες ηλικιωμένων, γυναικών και μικρών παιδιών που έφευγαν από τη χώρα, τυλιγμένοι σε κουβέρτες κουβαλώντας ό,τι μπορούσαν μαζί τους. Έκτοτε, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν στον πόλεμο, εκατομμύρια πολίτες έγιναν πρόσφυγες και ολόκληρες πόλεις στην Ουκρανία ισοπεδώθηκαν, με τη χώρα πλέον να έχει φτάσει σε οριακό σημείο.
Φωτογράφος πέρασε δύο χρόνια καταγράφοντας τη ζωή των γυναικών που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ουκρανία
Η βρετανίδα φωτογράφος Πόλι Μπρέιντεν ενημερώθηκε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για την κατάσταση και αμέσως σκέφτηκε ότι ήταν πολύ σημαντικό να καταγράψει τι θα συμβεί σε αυτές τις γυναίκες αφού εγκαταλείψουν την ζωή τους και την καθημερινότητά τους στην Ουκρανία. «Τον ίδιο χρόνο είχα δημιουργήσει μία φωτογραφική σειρά που αφορούσε μονογονεικές οικογένειες, («Holding the Baby», 2022) και βλέποντας αυτές τις γυναίκες να φεύγουν από την Ουκρανία, σκέφτηκα όλα όσα θα έπρεπε να κάνουν από εκεί και πέρα ώστε να στηρίξουν τα παιδιά και τους ηλικιωμένους που έφερναν μαζί τους», δήλωσε στο CNN.
Λίγες εβδομάδες αργότερα αφού είχε ξεκινήσει ο πόλεμος, η ίδια αποφάσισε να πετάξει ως τη Μολδαβία, στα σύνορα με την Ουκρανία. «Ένιωσα σημαντικό να καταγράψω τι επρόκειτο να συμβεί σε αυτές τις γυναίκες. Θα έπρεπε να βρουν στέγη, σχολείο, δουλειές… να χτίσουν τις νέες τους ζωές», εξήγησε. «Ξαφνικά έγιναν πρόσφυγες - μπορεί να ήταν δασκάλες, δικηγόροι, σημαντικοί άνθρωποι στην κοινότητά τους - πώς θα τους φαινόταν αυτή η αλλαγή, πώς θα καταφέρναν να προσαρμοστούν;».
Η Μπρέιντεν δημιούργησε την έκθεση «Φεύγοντας από την Ουκρανία», που αυτή τη στιγμή εκτίθεται στο Μουσείο Foundling στο Λονδίνο. «Φυσικά, είναι σημαντικό να έχουμε φωτογραφίες της πρώτης γραμμής και του τι συμβαίνει μέσα στην Ουκρανία, αλλά είναι επίσης σημαντικό να καταλάβουμε τι ρόλο παίζουν οι γυναίκες στον πόλεμο, ειδικά σε αυτόν τον πόλεμο, όπου οι γυναίκες έχουν εγκαταλείψει το καθεστώς τους στη χώρα τους, που προστατεύουν την επόμενη γενιά της Ουκρανίας».
Για δύο χρόνια η φωτογράφος κατέγραφε στιγμιότυπα από τις ζωές των γυναικών, με την πιο πρόσφατη φωτογραφία να έχει τραβηχτεί στις αρχές Μαρτίου 2024. Το «Leaving Ukraine» παρακολουθεί στενά τις ιστορίες έξι γυναικών που γνώρισε η φωτογράφος όταν ταξίδεψε στη Μολδαβία: την πτυχιούχο νομικής Λένα, την έγκυο μητέρα Άνια, τις φίλες από το σχολείο Σοφία, Αλιέσια, Γιούλια και τη Ναρίν που έφυγε από την Ουκρανία με τα παιδιά της και μια στενή της φίλη.
Έχοντας επίγνωση του ευρύτερου βεληνεκούς του έργου, η Μπρέιντεν θεωρεί το «Φεύγοντας από την Ουκρανία» όχι απλώς μια απεικόνιση αυτών των έξι γυναικών και των οικογενειών τους, αλλά και ως αντανάκλαση των χωρών στις οποίες έχουν καταλήξει, όπως η Ιταλία, η Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η Μολδαβία έχει δεχθεί πάνω από 850.000 Ουκρανούς πρόσφυγες και περισσότερους από 120.000 υπηκόους τρίτων χωρών από τις 22 Φεβρουαρίου 2022. Από αυτούς, έως τις 12 Νοεμβρίου 2023, περισσότεροι από 113.000 έχουν μείνει στη χώρα.
«Σκέφτηκα ότι θα συναντούσα ανθρώπους σε μια χώρα και μετά θα τους ακολουθούσα όταν θα έχτιζαν την ζωή τους εκεί, αλλά δεν ήταν έτσι ακριβώς. Ούτε ένα άτομο που γνώρισα δεν προσγειώθηκε σε μια χώρα», δήλωσε. «Έπρεπε να μετακομίσουν επειδή δεν ήταν εύκολο να βρουν δουλειά, δεν υπήρχε στέγη, δεν μπορούσαν να πάνε το παιδί τους στο σχολείο».
Φωτογράφος πέρασε δύο χρόνια καταγράφοντας τη ζωή των γυναικών που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ουκρανία
Η Μπρέιντεν περιγράφει το έργο ως εξ ολοκλήρου συνεργατικό, περιγράφοντας λεπτομερώς τη στενή δουλειά με τις γυναίκες για να δημιουργήσει ένα οικείο πορτρέτο της νέας τους πραγματικότητας (φωτογραφίζοντας την Άνια, για παράδειγμα, λίγες ώρες μετά τη γέννα). Πολλές από τις εικόνες είναι τρυφερές, με ιδιωτικές στιγμές, γυρισμένες σε σπίτια, κοινωνικούς χώρους και στα μέσα μαζικής μεταφοράς. «Είπαν πραγματικά η δική τους ιστορία, απλώς κρατούσα μια κάμερα», είπε.
Η Λένα, που η Μπρέιντεν θυμόταν ότι είχε εκνευριστεί μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Μολδαβία, ήρθε αργότερα να ζήσει μαζί της στο Λονδίνο. Η φωτογράφος σημείωσε πώς δεν τράβηξαν φωτογραφίες κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. «Νόμιζα ότι ήταν αρκετά επεμβατικό», είπε, αναλογιζόμενη την εμπιστοσύνη που είχαν αναπτύξει.
Η φωτογράφος δούλεψε μαζί με τρεις έφηβες οι οποίες χρησιμοποιήσαν το έργο της για τις σπουδές τους στον κινηματογράφο. «Είναι εκπληκτικό να δουλεύεις με νέα ανθρώπους όπως η Σοφία, η Αλιέσια και η Γιούλια. Είναι αισιόδοξες και γεμάτες χαρά για τη ζωή, θέλουν αγάπη και όλα τα φυσιολογικά πράγματα που θέλουν οι νέοι».
Η Μπρέιντεν απαθανατίζει τα κορίτσια στον ελεύθερο χρόνο τους, όταν ονειρεύονται, όταν κοιτούν τα τηλέφωνά τους σε ένα δωμάτιο στην Κρακοβία γεμάτο κουκέτες.
Εδώ είχε καταλήξει η Αλιέσια μετά από ένα ταξίδι στην Ισπανία, μένοντας σε καταυλισμούς προσφύγων κατά μήκος της διαδρομής. Το αρχικό πλάνο ήταν να μείνουν με έναν συγγενή τους ωστόσο δεν πέτυχε και επέστρεψαν στην Κρακοβία. Η μητέρα και η θεία της έπιασαν δουλειά ως καθαρίστριες σε ένα ξενοδοχείο, αλλά αφού τελείωσαν οι επιτρεπόμενες 90 ημέρες χωρίς ενοίκιο, δεν μπορούσαν να πληρώσουν για το δωμάτιο, έτσι επέστρεψαν στο Μικολάιβ όπου η
Αλιέσια τελείωσε το σχολείο τον περασμένο Ιούλιο και τώρα βρίσκεται σε πανεπιστήμιο του Κιέβου.
Η φίλη της Αλιέσια, η Σοφία πήγε στην Πολωνία, φοίτησε σε σχολείο εκεί για τέσσερις μήνες. «Η μαμά της εργαζόταν σε εργοστάσιο, δούλευε νύχτες, για να συντηρήσει δύο παιδιά από το χωριό τους, μια ανιψιά, τη Σοφία και την γιαγιά τους. Είχε σοβαρά προβλήματα με τα πόδια και την αναπνοή της. Έπειτα προσπάθησε να πάει στην Ελβετία σε έναν ξάδερφό της». Η Σοφία είναι πολύ κοινωνική, δημιουργεί φιλίες, όλο αυτό το διάστημα είχε πέσει σε κατάθλιψη. Ευτυχώς τώρα, έξι μήνες αργότερα η Σοφία συνεχίζει να μαθαίνει Γερμανικά μέσω διαδικτύου και αυτό είναι κάτι που την κάνει χαρούμενη.
Η Γιούλια το τρίτο κορίτσι της ομάδας, πήγε στη Βουλγαρία με τη μαμά της, τον παππού και τη γιαγιά της. Έμειναν σε κάποιους φίλους αλλά ο παππούς της δεν είχε διαβατήριο και έτσι έπειτα από 90 μέρες έπρεπε να φύγουν. Πήγαν στη Βαρσοβία, όπου η Γιούλια συνέχισε τη διαδικτυακή μάθηση. «Μου είπε ότι πήγαινε και έκλαιγε στο μπάνιο και ότι δεν ήξερε πώς να κάνει πια φίλους», δήλωσε η φωτογράφος. Πλέον η Γιούλια σπουδάζει κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και έχει κάνει νέους φίλους.
Το περασμένο καλοκαίρι, τα τρία κορίτσια βρέθηκαν ξανά στην Ουκρανία για τον παραδοσιακό χορό. Η Μπρέιντεν είναι και η ίδια μητέρα δύο έφηβων παιδιών. Σημειώνει πως χαίρεται πολύ για το ότι συνεργάστηκε με έφηβες γιατί «ακόμη και όταν οι καταστάσεις της ζωής είναι ζοφερές, οι έφηβοι θέλουν ακόμη να κάνουν νέους φίλους, να μιλούν για σχέσεις, ζητούν ό,τι ακριβώς θέλουν οι νέοι. Ζουν στο παρόν».
Η Πόλι Μπρέιντεν αναφέρει πως στις αρχές του πολέμου είχε φανταστεί ότι με κάποιες από τις γυναίκες του πρότζεκτ θα μπορούσε να επιστρέψει στην Ουκρανία, αλλά με τον πόλεμο που διανύει τον τρίτο χρόνο του, αυτό δεν είναι δυνατό ακόμη. Τελικά αποφάσισε ότι το φωτογραφικό της έργο θα σχετίζεται με «την νέα ζωή μακριά από το σπίτι και το πως θα βρουν νέα διέξοδο στην Ευρώπη».
«Σε έναν πόλεμο αν δεν δούμε μεμονωμένες τις ανθρώπινες ιστορίες τότε γίνονται μεγάλες πολιτικές χωρίς να κατανοούμε σημαντικές λεπτομέρειες», τόνισε η ίδια.
Η έκθεση «Leaving Ukraine» βρίσκεται στο Μουσείο Foundling στο Λονδίνο από τις 15 Μαρτίου έως την 1η Σεπτεμβρίου.