Η μαύρη χήρα της Αργολίδας -Η δολοφονία του «Καπετάνιου» που σόκαρε το Πανελλήνιο
Η 38χρονη γυναίκα που δολοφόνησε τον άντρα της, δεν δίσταζε να κάνει τηλεοπτικές εμφανίσεις και να προκαλεί την Αστυνομία, αναζητώντας τους υποτιθέμενους ενόχους.
Ήταν αρχές Δεκεμβρίου του 2014, όταν ο Θανάσης Λάμπρου βρέθηκε νεκρός, ξαπλωμένος μπρούμητα μέσα σε μια λίμνη αίματος, στην αυλή του σπιτιού ενός πολύ καλού του φίλου.
Ο 42χρονος άντρας ήταν γνωστός και ως «Καπετάνιος», καθώς δούλευε για χρόνια ως ναυτικός. Πλέον όμως είχε εγκαταλείψει τα αλιευτικά γαρίδας στη Μαδαγασκάρη και ζούσε μόνιμα μαζί με τη σύζυγό του, Δήμητρα Βούλγαρη και την 10χρονη τότε κόρη τους, στην Κοιλάδα Αργολίδος. Την τραγική ανακάλυψη την έκανε εκείνο το μεσημέρι ο φίλος του, στον οποίο άνηκε το σπίτι και τον βρήκε αιμόφυρτο στην αυλή του. Τα ρούχα που φορούσε ήταν τρύπια από τις σφαίρες, βγαλμένα και πεταμένα δίπλα του. Η Αστυνομία και ο γιατρός έφτασαν στο σημείο πολύ αργότερα. Ο Θανάσης τελικά ξεψύχησε κατά τη μεταφορά του στο Ιατρικό Κέντρο Κρανιδίου.
Το φονικό όπλο ήταν ένα περίστροφο που άνηκε επίσης στον φίλο του, όπως άλλωστε και ένα μαχαίρι που βρέθηκε δίπλα του. Είχε δεχθεί δυο πυροβολισμούς, στο στήθος και το κεφάλι, στο μύλο του όπλου όμως βρέθηκε μόνο ένας κάλυκας. Το αρχικό σενάριο μπορεί να έκανε λόγο για αυτοκτονία, γρήγορα όμως οι έρευνες των αστυνομικών της Ασφάλειας Ναυπλίου και των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ, κατέληξαν στο ότι επρόκειτο για δολοφονία. Την ίδια γνώμη άλλωστε είχε και η σύζυγος του θύματος, η οποία δεν δίστασε να εμφανιστεί δυο φορές στη γνωστή εκπομπή «Φως στο Τούνελ» και να δηλώσει στην ίδια την Αγγελική Νικολούλη ότι «Πλανάται η Αστυνομία και ο ιατροδικαστής. Ο Θανάσης δεν αυτοκτόνησε. Δολοφονήθηκε. Απαιτώ να βρεθεί άμεσα ο δράστης».
Στο κέντρο του ενδιαφέροντος βρέθηκαν άμεσα τόσο οι πρωταγωνιστές, αλλά και ο τόπος του εγκλήματος. Όπως έγινε γνωστό ο Καπετάνιος όχι μόνο είχε κλειδί του σπιτιού, αλλά πήγαινε σε αυτό σχεδόν καθημερινά. Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, και στενός φίλος του Λάμπρου, επιβεβαίωσε τις φήμες που είχαν ήδη κυκλοφορήσει σχετικά με την χρήση του σπιτιού, καθώς κατά τη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε, και σε επίμονες ερωτήσεις της Έδρας σχετικά με το πόσοι άνθρωποι το επισκέπτονταν και για ποιο λόγο, ανέφερε πως επέτρεπε συχνά σε φίλους του να το χρησιμοποιούν για ερωτικές συνευρέσεις.
Η χήρα του θύματος στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ»
Δεν ήταν βέβαια λίγοι αυτοί που έκαναν λόγο για όργια, ενώ και ένα ακόμα οίκημα βρέθηκε στο επίκεντρο: η βίλα στην οποία εργαζόταν ο Καπετάνιος, στην οποία όπως λέγεται διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση με μια καμαριέρα... Άλλωστε, σύμφωνα με μάρτυρα που κατέθεσε στη δίκη, στο μνημόσυνο των σαράντα ημερών από το θάνατο του θύματος, η χήρα του πλησίασε την καμαριέρα και την κατηγόρησε δημόσια πως εκείνη σκότωσε τον σύζυγο της.
Όπως αναφέρει και το επίσημο site της εκπομπής «Φως στο Τούνελ» η υπόθεση για καιρό μετά τη δολοφονία είχε μείνει στάσιμη, εξαιτίας λανθασμένων χειρισμών. Ήρθε στην επιφάνεια μετά από επιστολή που έστειλε στον τότε αναπληρωτή υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη κ. Πανούση η αδερφή του θύματος. Η οικογένεια της δεν δεχόταν την αυτοκτονία και ζητούσε βαθύτερη έρευνα από νέα ομάδα αστυνομικών, κάτι που έγινε στην πορεία. Το γεγονός αναστάτωσε τη χήρα του καπετάνιου. Έγινε πιο φιλική με την οικογένεια του νεκρού συζύγου της και προσπαθούσε να τους πείσει ότι και η ίδια έκανε το παν για να φωτιστεί το σκοτάδι. Όταν οι αστυνομικοί πήγαν στο σπίτι της ξημερώματα για να της ζητήσουν να τους ακολουθήσει στο τμήμα για κατάθεση μαζί με την κόρη της, αντέδρασε έντονα.
Είχαν ήδη έρθει στην επιφάνεια περισσότερες πληροφορίες για την προσωπική ζωή του ζευγαριού και όπως όλα έδειχναν η σχέση τους είχε να αντιμετωπίσει αλλεπάλληλες απιστίες και προδοσίες. Η αρχή είχε γίνει όταν η Δήμητρα ξεκίνησε, σύμφωνα με τις φήμες, εξωσυζυγική σχέση, γεγονός που είχε αναστατώσει τον Καπετάνιο. Όταν όμως και αυτός ξεκίνησε να έχει παράλληλη ερωτική ζωή τότε η σύζυγός του θόλωσε από τη ζήλεια της.
Η ίδια στο δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι αγαπούσε πολύ τον σύζυγό της και πως δεν είχε λόγο να του κάνει κακό, αφού ήταν και ο πατέρας του παιδιού της, πως είναι άνθρωπος της εκκλησίας και όλα όσα είχαν ακουστεί γι’ αυτή ανήκουν στη σφαίρα των κουτσομπολιών της μικρής κοινωνίας που ζούσε. Αίσθηση είχε προκαλέσει ότι στις τηλεοπτικές τις εμφανίσεις αποκαλούσε τον σύζυγό της «ο άλλος». Η ίδια το δικαιολόγησε ως αποτέλεσμα του σοκ που βίωνε, δεν μπόρεσε όμως να δικαιολογήσει και τις αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε σε σχέση με το κινητό του θύματος.
Ο Λάμπρος, σύμφωνα με μαρτυρίες, είχε τη συνήθεια να μην αποχωρίζεται ούτε για δευτερόλεπτο το κινητό του. Όλα δείχνουν ότι ένα μήνυμα που έλαβε τη μοιραία εκείνη ημέρα ήταν η αφορμή του φονικού καυγά. Άλλωστε, τα εγκληματολογικά εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ, είχαν βρει το DNA της στα νύχια του θύματος, γεγονός που μαρτυρούσε τη συμπλοκή τους.
Η Δήμητρα ισχυρίστηκε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας Ναυπλίου, ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον άνδρα της, αλλά όλα έγιναν πάνω σε συμπλοκή στο σπίτι του οικογενειακού τους φίλου. Καβγάδισαν έντονα και κάποια στιγμή ο άνδρας της βρέθηκε με το όπλο του φίλου τους στα χέρια. Στη συμπλοκή που ακολούθησε δεν κατάλαβε όπως ισχυρίστηκε, πως «πρόεκυψε» η πρώτη σφαίρα που τον έπληξε στη θωρακική χώρα. Ο άνδρας της έπεσε στα γόνατα και χωρίς να το καταλάβει «προέκυψε» και δεύτερος πυροβολισμός στο κεφάλι.
Στην πορεία κάλυψε τα ίχνη της και έστησε σκηνικό αυτοκτονίας, βάζοντας το περίστροφο στο χέρι του θανάσιμα τραυματισμένου συζύγου της. Άρπαξε το τσαντάκι και το τηλέφωνό του, που όπως είπαμε δεν το αποχωριζόταν ποτέ, και τα άφησε σε πολυθρόνα του σπιτιού τους, για να δείξει ότι κάτι ξαφνικό και σοβαρό τον απομάκρυνε από το σπίτι. Αν και ομολόγησε τη δολοφονία του συζύγου της και δέχτηκε να προχωρήσει στην αποκάλυψη όλων όσων συνέβησαν χωρίς παρουσία δικηγόρου, μετά αρνήθηκε να υπογράψει την ομολογία της.
Καταδικάστηκε πρωτόδικα τον Δεκέμβριο του 2016 σε ισόβια κάθειρξη και το 2020, μετά από μία μαραθώνια δίκη που διήρκησε 18 μήνες, κρίθηκε κατά πλειοψηφία ένοχη και διατηρήθηκε η ποινή που της είχε επιβληθεί πρωτόδικα, αφού δεν της αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό.