Στάθης Παναγιωτόπουλος

Το revenge porn δεν είναι ένα ακόμα «κρύο αστείο», είναι κακοποίηση

Η είδηση πρωταγωνιστεί από χθες το βράδυ στα social media, αλλά και στις τηλεοπτικές εκπομπές: ο Στάθης Παναγιωτόπουλος, που έγινε ευρύτερα γνωστός μέσα από τη συμμετοχή του στην εκπομπή Ράδιο Αρβύλα, είναι ο θύτης σε μια υπόθεση εκδικητική πορνογραφίας, ή αλλιώς σε μια υπόθεση revenge porn.

Πιο συγκεκριμένα, ο παρουσιαστής και η κοπέλα ήταν ζευγάρι και αφού χώρισαν ο Παναγιωτόπουλος προχώρησε στη δημοσίευση τριών βίντεο και περίπου 300 φωτογραφιών της, χωρίς την έγκρισή της, σε διάφορες ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου. Και ενώ συνηθίζουμε να λέμε πως οι λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία, εδώ αξίζει να σταθούμε σε ορισμένες πτυχές της ιστορίας.

Όπως λοιπόν έχει γίνει γνωστό, όταν η γυναίκα κινήθηκε νομικά και κατέθεσε μήνυση εναντίον του, εκείνος προσπάθησε να την προσεγγίσει ξανά. «Εκείνη αποφάσισε να του δώσει μία ευκαιρία και να τα βρουν εξωδικαστικά. Ο ίδιος μάλιστα, προσποιούνταν ότι νοιάζεται και ότι θέλει να τη βοηθήσει να βρει δουλειά και ότι θα κάλυπτε τα δικαστικά της έξοδα. Μέχρι που της δήλωσε ότι ήθελε να την παντρευτεί. Εν τέλει σε μία δια ζώσης συνάντηση εκείνος είπε ότι θα παντρευτεί μία κοπέλα που γνώρισε πριν 15 ημέρες και δεν θέλει να έχει καμία σχέση μαζί της και ούτε να τα βρουν εξωδικαστικά σε μία υπόθεση που ήταν εκείνος κατηγορούμενος» αναφέρει η δημοσίευση.

Ο παρουσιαστής λοιπόν θεωρούσε πως είναι αλώβητος. Άτρωτος. Ούτε το ότι είναι δημόσιο πρόσωπο τον προβλημάτισε, ούτε το ότι έχει γίνει μήνυση εναντίον του, ούτε καν το ότι η ενοχή του ήταν κάτι παραπάνω από προφανής. Και αυτό είναι (δυσάρεστα) εντυπωσιακό. Χαρακτηριστική είναι και η άτεχνη δημόσια απολογία του που αναφέρει ότι «Μεταμελήθηκα ειλικρινά και δε μπορώ παρά να ζητήσω για άλλη μια φορά συγνώμη από τα βάθη της καρδιάς μου από το πρόσωπο που προσέβαλα».

Η σωστή λέξη δεν είναι «προσβολή». Είναι «κακοποίηση». Και όμως. Φαίνεται πως ακόμα και σήμερα, στην εποχή που αποτελεί το απόγειο του ελληνικού #metoo, υπάρχουν οι άντρες που έχουν μείνει ξεχασμένοι σε μια αραχνιασμένη σαπουνόφουσκα. Μέσα στο δικό τους σύμπαν, στον δικό τους μικρόκοσμο, η υποτιθέμενη δύναμή τους έχει ακόμα αξία. Θεωρούν πως έχουν την εξουσία να στήνουν τα πιόνια τους όπως τους βολεύουν. Να κακοποιούν, να ασκούν ψυχολογική και σωματική βία και να μένουν ατιμώρητοι.

Έχουν όμως χάσει επεισόδια και μοιάζουν να αγνοούν τη δύναμη της κοινωνικής κατακραυγής. Μια υπόθεση που στο παρελθόν θα περνούσε σχεδόν απαρατήρητη πλέον είναι ικανή να ορίζει όχι μόνο καριέρες, αλλά και ολόκληρες ζωές. Μπορεί με θλίψη μας να διαπιστώνουμε πως η «εκδικητική πορνογραφία» δεν αποτυπώνεται στον ποινικό κώδικα ως μορφή βίας, η ίδια όμως η κοινωνία δεν δείχνει καμία ανοχή στις κακοποιητικές συμπεριφορές -τουλάχιστον όχι κάτω από το φως των προβολέων. Στο σκοτάδι όμως τι γίνεται;

Η δημοσίευση - καταγγελία ξεκινάει αναφέροντας πως «Η κοπέλα έχει κινηθεί νομικά, ωστόσο επειδή δεν την στηρίζει το οικογενειακό περιβάλλον και ο θύτης είναι δημόσιο πρόσωπο, θέλει να παραμείνει ανώνυμη και θα το σεβαστούμε». Και καταλήγει λέγοντας ότι «το θύμα ευελπιστεί να βρει έστω και λίγη δικαίωση από τη Δικαιοσύνη. Αν και όλο αυτό την έχει καταστρέψει ψυχολογικά, επηρεάζοντας διάφορους τομείς της ζωής και καθημερινότητάς της, ενώ εδώ και 3 χρόνια ο δράστης προστατεύεται και συνεχίζει κανονικά τη ζωή του». Και αυτή είναι η πιο θλιβερή διαπίστωση. Πως μπορεί κάποιοι άντρες να κατοικούν ακόμα στη σαπουνόφουσκά τους, μπορεί πράγματι να αρκεί μια βελόνα για να την σπάσει, έστω όμως και επιφανειακά τους προσφέρει τον χώρο τους για να δράσουν.

Από την ύπαρξη των ίδιων τον ιστοχώρων που επιτρέπουν να ανεβάσει κανείς βίντεο χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση όλων των πρωταγωνιστών, έως και την άλλη πλευρά της κοινωνίας μας που θεωρεί πως μια γυναίκα που μαγνητοσκοπήθηκε (με ή χωρίς τη θέλησή της), δεν γίνεται, κάπου έχει φταίξει.

Χρειάζεται άραγε να αναφέρουμε πως σύμφωνα με βρετανική έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Μάρτιο, περισσότερο από το 40% των συμμετεχόντων γνώριζε κάποιον που είχε πέσει θύμα εκδικητικής πορνογραφίας; Και πως περισσότερα από τα τρία τέταρτα των θυμάτων ήταν γυναίκες; Όσον αφορά τους θύτες, στην ίδια έρευνα, κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι οι φωτογραφίες ήταν «ιδιοκτησία» τους και είχαν το δικαίωμα να τις δημοσιεύσουν.

Τα σώματα, η αξιοπρέπεια, η σεξουαλική μας διάθεση, η ύπαρξη μας ολοκληρωτικά και αδιαπραγμάτευτα μας ανήκουν. Και δεν ξέρω πόσες σαπουνόφουσκες θα χρειαστεί ακόμα να σπάσουμε, δεν ξέρω πόσα δάκρυα κοριτσιών και γυναικών θα τρέξουμε ακόμα να στεγνώσουμε, αλλά ξέρω πως υπάρχουν ακόμα πολλοί άντρες εκεί έξω που αργά ή γρήγορα θα χάσουν τον ύπνο, την υπόληψη, αλλά και τους πύργους από τραπουλόχαρτα και εγκλωβισμένες ντάμες που έχτιζαν.