η Fran Lebowitz στη Στέγη

Ένα απολαυστικό απόγευμα με τη Fran Lebowitz στη Στέγη

Το απόγευμα της Τρίτης το φουαγιέ της Στέγης δονούνταν από την ένταση της ανυπομονησίας.

Όλοι εκείνοι που έκαναν sold out μέσα σε ελάχιστο χρόνο τα εισιτήρια για την εμφάνιση της Fran Lebowitz ήξεραν ακριβώς γιατί βρίσκονται εκεί, ήδη ενθουσιασμένοι πριν καν καθίσουν στα καθίσματα.

Σχεδόν δύο ώρες μετά, η ίδια ένταση είχε μετουσιωθεί στην αδρεναλίνη της αγνής απόλαυσης. Ούτε ένα προβληματισμένο βλέμμα, ούτε μουδιασμένα βήματα προς την έξοδο, μόνο γέλια, ορθάνοιχτα μάτια επανάληψη κάποιων φράσεων που συγκράτησαν «καλά δεν ήταν φοβερό που είπε το τάδε;».

Γιατί όχι, η Fran Lebowitz δεν απογοήτευσε, και μια πρόχειρη σφυγμομέτρηση στα social media επιβεβαιώνει τον συλλογικό ενθουσιασμό.

Οι περισσότεροι στην Ελλάδα γνώρισαν τη Lebowitz μέσα από την σπαρταριστή σειρά του Μάρτιν Σκορσέζε στο Netflix, Pretend it’s a city. Στα 7 επεισόδια της σειράς, ο Σκορσέζε κινηματογραφεί τη Lebowitz να κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα -να είναι ο εαυτός της.

Την χαρακτηρίζουν ως «συγγραφέα» αλλά έχει γράψει μόλις δύο βιβλία, ενώ έχει ξανασυνεργαστεί με τον Σκορσέζε (που είναι στενός της φίλος και θαυμαστής της) στο Public Speaking (2010), ένα ντοκιμαντέρ -προοίμιο του Pretend it’s a city, όπου και πάλι ο σκηνοθέτης υμνεί το κορυφαίο χάρισμά της -την ομιλία.

Η πιο διάσημη δημόσια ομιλήτρια στον κοσμο γεμίζει σταθερά αίθουσες και αμφιθέατρα ενώ έχει καταφέρει, στα 71 της, να έχει ένα φανατικό νεανικό κοινό το οποίο γοητεύεται από την οπτική και τις απόψεις της για τον σύγχρονο τρόπο ζωής, την πολιτική, την τέχνη και την ποπ κουλτούρα. «Ο μισός κόσμος στη Νέα Υόρκη κυκλοφορεί πλέον με ένα χαλάκι της γιόγκα στον ώμο. Αυτό και μόνο θα με απέτρεπε από το να ξεκινήσω γιόγκα!», έχει πει.

Αν και γεννήθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ, είναι πιο Νεοϋορκέζα από τους Νεοϋορκέζους, έχοντας ζήσει την πόλη (και την γκέι κοινότητά της) στα θρυλικά 70s και 80s, έχοντας περάσει από διάφορες δουλειές και έχοντας επιλεγεί από τον Άντι Γουόρχολ για να γράφει στο Interview magazine.

Μάλιστα, μια ιστορία που λέει και ξαναλέει (και το κοινό την ξαναακούει με αμείωτο ενδιαφέρον) είναι ότι ο Γουόρχολ την πλήρωνε με πίνακες αντί για χρήματα. Ωστόσο δεν της άρεσαν και τελικά τους «σκότωσε» για να πληρώσει το νοίκι της. Δύο εβδομάδες μετά, ο Άντι Γουόρχολ πέθανε και φυσικά η τιμή τους εκτοξεύθηκε. «Είμαι σίγουρη ότι πέθανε επίτηδες για να μου την σπάσει!» έχει πει παλιότερα, ενώ χθες, αναφερόμενη στο περιστατικό, είπε «αν ήξερε πόσο θα αυξηθούν οι τιμές των έργων του μετά θάνατον, είμαι σίγουρη ότι θα είχε πεθάνει πολύ νωρίτερα!».

Αυτό που εξοργίζει κάποιους στην Fran Lebowitz είναι ενδεχομένως αυτό που χαρακτηρίζει η ίδια ως «το πιο τυχαία διεσπαρμένο στον κόσμο χαρακτηριστικό: το αγνό ταλέντο». Γιατί, όσο κι αν δεν φέρει στη φαρέτρα της καλλιτεχνικά επιτεύγματα, ο τρόπος που μιλά, οι γρήγορες ατάκες της που κόβουν δρόμο και πάνε κατευθείαν στην ουσία, το χιούμορ της και, αμείλικτη κριτική και ο «μισανθρωπισμός» της προσφέρουν τελικά την ίδια απόλαυση με την κατανάλωση ενός έργου τέχνης.

Οι διάσημοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι φίλοι της, η περίφημη βιβλιοθήκη της με τα 10.000 βιβλία (τα οποία έχει πράγματι διαβάσει), τα δείπνα που έχει μοιραστεί με τον Τσαρλς Μίνγκους και οι ατελείωτοι περίπατοι στην πιο πολυσυλλεκτική πόλη στον κόσμο, την έχουν τροφοδοτήσει με άφθονα ερεθίσματα, τα οποία ωστόσο επεξεργάζεται ένα κοφτερό, εντυπωσιακό μυαλό που λάμπει μέσα από τον λόγο της.

Και άλλοι έχουν αντίστοιχα βιώματα, αλλά δεν έχουν την ικανότητα να μιλήσουν για τον κόσμο της τέχνης σήμερα, συμπυκνώνοντάς τον στην ατάκα που είπε χθες στη Στέγη: «τότε μιλούσαμε για “art world”,σήμερα για “art market”». Το έχει αναπτύξει βέβαια περισσότερο, σε άλλη ομιλία της λέγοντας ότι στις δημοπρασίες οι άνθρωποι δεν χειροκροτούν όταν βγαίνει ένας αυθεντικός Πικάσο, αλλά όταν ακούγεται η τιμή πώλησης. «Ζούμε σε έναν κόσμο που χειροκροτούν τα χρήματα και όχι τον Πικάσο, σηκώνω τα χέρια ψηλά!», έχει πει.

Χθες, στη Στέγη, έγινε καθαρά πολιτική, μιλώντας σε διαφορετικές φάσεις για τον Πούτιν τον οποίο «θα σκότωνε αν καθόταν απέναντί της και είχε ένα όπλο», για τη γενναιότητα της Ρωσίδας δημοσιογράφου με το πανό και του ουκρανικού λαού που βγήκε να πολεμήσει σε αντιδιαστολή με τους ηγέτες της Ευρώπης που απλώς παρακολουθούν την εισβολή, για την εξωφρενική εκλογή του Τραμπ έναντι της Χίλαρι Κλίντον «επειδή εκείνη ήταν γυναίκα» αλλά και για τον Τζο Μπάιντεν που είναι πολύ μεγάλος για να είναι Πρόεδρος των ΗΠΑ. «Αν ο Τζο Μπάιντεν ήταν πατέρας σας, πιθανότατα θα συζητούσατε με τα αδέρφια σας να του πάρετε τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Βέβαια ευτυχώς, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν χρειάζεται να οδηγεί!».

Μίλησε επίσης για την Αθήνα, για το γεγονός ότι η Ακρόπολη θα γινόταν μάλλον εξαιρετικό διαμέρισμα, ενώ σε εύστοχη ερώτηση του κοινού για την άποψή της σχετικά με τους Έλληνες οδηγούς, απάντησε «οι οδηγοί μου φάνηκαν μια χαρά, οι πεζοί όμως είναι τραγικοί!» κάνοντας το ακροατήριο να ξεσπάσει σε γέλια.

Σε ερώτηση, πάντως, για το πού και πώς θα ήταν απόλυτα ευτυχισμένη στο παρόν, η Lebowitz απάντησε το σχεδόν συγκινητικό «θα ήθελα να ήμουν σπίτι μου». Άλλωστε, η ίδια έχει μιλήσει πολλές φορές και στο παρελθόν για την «απαίσια εμπειρία» του να ταξιδεύεις με αεροπλάνο, ενώ όπως εύστοχα σχολίασε και χθες, «πλέον οι αεροπορικές εταιρείες σε βάζουν να κάνεις εσύ όλη τη δουλειά: να κλείσεις τα εισιτήρια, να βγάλεις ονλάιν το boarding pass, να φέρεις το δικό σου νερό και φαγητό. Είμαι σίγουρη ότι σε μερικά χρόνια θα βγαίνει ο πιλότος και θα λέει “λοιπόν, ποιος θα το οδηγήσει σήμερα;».

Η συζήτηση, που διήρκεσε περίπου ένα δίωρο και διανθίστηκε με ερωτήσεις από το κοινό, που είχε έρθει ορεξάτο και διαβασμένο, εναλλασσόταν από ζητήματα όπως η οπλοκατοχή στις ΗΠΑ, η αντιπάθειά της προς τον Μπέρνι Σάντερς γιατί «δεν κάνει έργα, μόνο μιλάει» και από τη θέση και την αντιμετώπιση της γυναίκας στην κοινωνία που σίγουρα είναι καλύτερη σε σχέση με παλιότερα αλλά ποτέ δεν θα γίνει ίση με του άντρα «σόρρυ, είμαι πολύ απαισιόδοξη».

Προς το τέλος, μια ερώτηση του κοινού την έκανε να γελάσει. «Μια κοπέλα με ρωτάει αν θα φορούσα ποτέ φόρεμα. Αν ζούσε η μητέρα μου θα στοιχημάτιζα ότι είχε "φυτέψει" αυτή την ερώτηση στο κοινό!», είπε

«Πώς καταλαβαίνει κάποιος ότι είναι ηλίθιος; ρώτησε στο τέλος κάποιος θεατής. «Δεν το καταλαβαίνει. Και αυτό τον κάνει ηλίθιο. Σας ευχαριστώ, καλό βράδυ», είπε, και πετάχτηκε σαν ελατήριο, προχωρώντας βιαστικά προς τα παρασκήνια.