«Δεν είναι η Μύκονος που αγάπησα»: Δημοσιογράφος της Telegraph εξηγεί πώς ο μαζικός τουρισμός αλλοίωσε έναν ευρωπαϊκό θησαυρό
Αν ρωτήσεις έναν ξένο τι σημαίνει Μύκονος, θα σου πει «το νησί των πάρτι». Κι όντως, από τη δεκαετία του ‘90 έτσι ήταν, με πολλούς μάλιστα να την περιγράφουν ως «η ελληνική εκδοχή του Studio 54 της Νέας Υόρκης».
Έκτοτε, έχουν αλλάξει πολλά, όχι όσον αφορά στα πάρτι, τα οποία συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό αν και γίνονται σε υπερπολυτελείς χώρους, αλλά στην ιδιοσυγκρασία του ίδιου του νησιού, που πολλοί λένε ότι έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τον υπερτουρισμό.
Η travel editor της βρετανικής Telegraph, Χάιντ Φούλερ Λοβ, είχε επισκεφτεί το νησί πριν από 30 χρόνια και δίνει μια γλαφυρή ματιά στο πώς ήταν τα πράγματα τότε και πως εξελίχθηκαν σήμερα.
«Οι Μυκονιάτες μας αποκαλούσαν σαλιγκάρια»
Όπως λέει ξεκινώντας το άρθρο της: «Στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, έκανα backpacking στην Ελλάδα – εκείνη την εποχή, οι Μυκονιάτες συνήθιζαν να μας αποκαλούν ‘σαλιγκάρια’, επειδή κουβαλούσαμε τα σπίτια μας στις πλάτες μας».
Και συνεχίζει: Όταν λοιπόν έφτασα στο παλιό λιμάνι της Μυκόνου μετά από ένα επτάωρο ταξίδι από τον Πειραιά με ένα παλιό πλοίο, με τα μαλλιά μου να βρωμάνε από βενζίνη και το τζιν μου να έχει γίνει κρούστα από τη βρωμιά. Με πλησίασε ο συνηθισμένος όχλος από πλανόδιους πωλητές δωματίων που προσπαθούσαν να ξεπεράσουν σε φωνή ο ένας τον άλλον: «Έχουμε ζεστό νερό!» φώναζε ένας περήφανα. «Κότες» φώναζε ένας άλλος. «Αυγά για πρωινό!».
«Το δωμάτιο είχε σκληρά κρεβάτια και γυμνές λάμπες που κρέμονταν από την οροφή»
Συνεχίζοντας την περιγραφή της, λέει για τη διαμονή της στο νησί: «Εξαργυρώνοντας κάποιες ταξιδιωτικές επιταγές με έναν πράκτορα στην πόλη της Χώρας, πήρα μια χούφτα δραχμές ως αντάλλαγμα. Νιώθοντας πλούσια, αγόρασα δερμάτινα σανδάλια και ένα καπέλο ψαρά, πριν μπω στο αυτοκίνητο του πρώτου μαυραγορίτη στην ουρά. Με οδήγησε στο συνηθισμένο συγκρότημα κατοικιών, όπου τα δωμάτια στο μέγεθος του μέσου μοντέρνου ξενοδοχειακού μπάνιου είχαν σκληρά κρεβάτια, γυμνές λάμπες που κρέμονταν από σχισμένες οροφές και το τρομακτικό κουβάρι από γυμνά καλώδια που παραμόνευε κοντά στον νιπτήρα».
«Παρά τα ρουστίκ καταλύματα που αποτελούσαν ακόμη τον κανόνα, πριν από 30 χρόνια το ‘νησί των ανέμων’ ήταν ήδη το πιο κοσμοπολίτικο νησί της Ελλάδας - και ένα από τα κορυφαία γκέι θέρετρα της Μεσογείου. Παρόλο που οι εύποροι συνέρρεαν στο Theoxenia της Μυκόνου - το πρώτο πεντάστερο ξενοδοχείο του νησιού - αυτό το καταφύγιο των Κυκλάδων εξακολουθούσε να είναι ένα χίπικο στέκι, με τους γυμνιστές να κάνουν βόλτες στη χρυσή άμμο της Ψαρούς και τους backpackers να κοιμούνται στην παραλία Paradise Beach».
Πώς ήταν όμως η διασκέδαση;
Συνεχίζοντας η travel editor γράφει: «Περνούσαμε ώρες ατελείωτες δίπλα στη θάλασσα, τρώγαμε με πενταροδεκάρες στις ψαροταβέρνες και το βράδυ χορεύαμε κάτω από τα αστέρια στο Cavo Paradiso Club ή στο μπαρ του Πιέρρου. Το Pierros, ιδιοκτησίας του ντόπιου ψαρά Ανδρέα Κουτσούκου, που ονομάστηκε ‘η ελληνική εκδοχή του Studio 54 της Νέας Υόρκης’, φημιζόταν για τα drag shows του, τα οποία προσέλκυαν αμέτρητες διασημότητες, μεταξύ των οποίων και τον Jean Paul Gaultier, τον οποίο εντόπισα αρκετές φορές στο πλήθος».
Η Μύκονος, συνεχίζει η Χάιντι Φούλερ Λοβ, έγινε αρχικά διάσημη λόγω της Δήλου που βρίσκεται δίπλα της. Με γειτόνισσα τη Δήλο, το σημαντικότερο θρησκευτικό και εμπορικό κέντρο του αρχαίου κόσμου, η περιοχή άρχισε να προσελκύει καλλιτέχνες και ταξιδιώτες. «Δεν υπήρχαν καταλύματα στη Δήλο, οπότε οι επισκέπτες έρχονταν εδώ» θυμάται ο Μανώλης Ζερβάκης, του οποίου ο πατέρας είχε ένα μπαρ στο νησί τη δεκαετία του 1950.
Μέχρι τη δεκαετία του 1960, μια σειρά από λαμπερές προσωπικότητες όπως η Τζάκι Κένεντι, η Γκρέις Κέλι και η Μπριζίτ Μπαρντό, επισκέπτονταν την Μύκονο κάθε καλοκαίρι για να συναναστραφούν με τους ψαράδες στα παραδοσιακά καφενεία ή να διασκεδάσουν σε φιέστες με τσίπουρο και σαμπάνια στην παραλία.
Τι άλλαξε όμως 30 χρόνια μετά;
«Η Μύκονος έχει αλλάξει πολύ μέσα σε τρεις δεκαετίες. Κάποιες από τις αλλαγές είναι προς το καλύτερο, σημειώνει η Φούλερ Λοβ, εξηγώντας: «Έχει χτιστεί μια πληθώρα νέων πολυτελών ακινήτων τα τελευταία 10 χρόνια, από το λαμπερό νέο Nammos στην παραλία Ψαρού μέχρι το πρώτο Soho House της Ελλάδας, με θέα τη χρυσή άμμο της Παράγκας - η διαμονή είναι σίγουρα πολύ καλύτερη από ό,τι ήταν όταν την επισκέφθηκα για πρώτη φορά. Η γαστρονομική σκηνή του νησιού έχει επίσης πάρει ώθηση, από τον Matsuhisa Nobu και άλλους διάσημους σεφ που έχουν εγκατασταθεί εδώ».
«Η Μύκονος παλεύει πλέον με τον υπερτουρισμό»
Ωστόσο, προσθέτει, με περισσότερους από δύο εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως, η Μύκονος παλεύει επίσης με τον υπερτουρισμό, προκαλώντας αρνητικές αντιδράσεις από τους επισκέπτες που διαμαρτύρονται για τις υπέρογκες τιμές, τον συνωστισμό και την αδικαιολόγητη πίεση να αφήνουν φιλοδωρήματα. Μιλώντας η δημοσιογράφος με την συγγραφέα Χρυσηίδα Δημουλίδου, η οποία έχει σπίτι στο νησί, της εκμυστηρεύτηκε ότι ο προορισμός έχει αλλάξει τόσο πολύ από τότε που εκείνη αγόρασε το σπίτι της στη Μύκονο στα τέλη της δεκαετίας του 1990 που σκέφτεται να το πουλήσει. «Δεν είναι πια η Μύκονος που αγάπησα - χτίζουν παντού και χάνει όλη τη γοητεία της» της είπε χαρακτηριστικά.
Και συνεχίζει η δημοσιογράφος της Telegraph: «Οι στατιστικές φαίνεται σίγουρα να επιβεβαιώνουν τη φθίνουσα δημοτικότητα της Μυκόνου στους τουρίστες. Σύμφωνα με τους διαχειριστές του αεροδρομίου Fraport Greece, το 2023 σημειώθηκε μείωση της επιβατικής κίνησης από το εξωτερικό κατά 5,9%, σε σύγκριση με το 2022, και η πτώση φαίνεται ότι θα συνεχιστεί και φέτος. Σε πρόσφατη ανάρτησή του στο Facebook, ο DJ John Walker, ο οποίος επισκέπτεται τη Μύκονο τα τελευταία 25 χρόνια, δήλωσε: ‘Το μόνο πρόβλημά μου τώρα είναι ότι φαίνεται να φροντίζουν περισσότερο για διαμονή δύο ή τριών διανυκτερεύσεων, και ανθρώπους που έχουν πολλά χρήματα να ξοδέψουν, και έχουν εκτοπίσει τους ανθρώπους που πηγαίνουν εδώ και χρόνια - δεν αποτελούμε πλέον προτεραιότητα»’.
Πώς θα διορθωθεί το «πρόβλημα»
Ωστόσο, όπως γράφει η Φούλερ Λοβ μπορεί να μην είναι πολύ αργά να αλλάξουν κάποια πράγματα. «Με την ελληνική κυβέρνηση να υπόσχεται επιτέλους να ρυθμίσει τις κατασκευές στο νησί και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του υπερπληθυσμού που δημιουργούν τα κρουαζιερόπλοια, οι ιδιοκτήτες τοπικών επιχειρήσεων βλέπουν καλύτερους καιρούς μπροστά τους. ‘Το μέλλον της Μυκόνου έγκειται στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των ζωντανών πολυτελών προσφορών της και της ανάγκης για υπεύθυνο τουρισμό που τιμά τη φυσική ομορφιά και την πολιτιστική κληρονομιά του νησιού», δήλωσε στην Telegraph ο Christofer Vonglis, γενικός διευθυντής του ξενοδοχείου Nammos Hotel, προσθέτοντας: «Οραματιζόμαστε τη Μύκονο ως ένα μέρος όπου συνυπάρχουν η παράδοση και ο μοντερνισμός, εξυπηρετώντας τους ταξιδιώτες που έρχονται στο νησί για τη λάμψη του, ενώ παράλληλα αναδεικνύουν την αυθεντική ελληνική φιλοξενία και την αληθινή τοπική εμπειρία».
Την άποψη αυτή συμμερίζεται και ο Έρικ Μουρκάκος, ιδιοκτήτης του Cali Mykonos: «Ενώ η Μύκονος φημίζεται για την έντονη νυχτερινή της ζωή, το νησί θα περιλαμβάνει στο μέλλον περισσότερα πολιτιστικά και βιωματικά ταξίδια».