Όταν δύο τυμβωρύχοι έκλεψαν τη σoρό του Τσάρλι Τσάπλιν και ζήτησαν λύτρα
Ο Τσάρλι Τσάπλιν αποτέλεσε τον σημαντικότερο πιονέρο του κινηματογράφου, δημιουργώντας δεκάδες έργα που άλλαξαν την πορεία του σινεμά. Παρ' όλα αυτά, λίγους μήνες μετά το θάνατό του, ο αξεπέραστος δημιουργός έμελλε να γίνει και πάλι πρωτοσέλιδο -σε μία από τις πιο μυστήριες και γκροτέσκες υποθέσεις της ιστορίας.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1889, σε μια συνοικία του Λονδίνου. Ο νεαρός Βρετανός επρόκειτο να γίνει ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα του παγκόσμιου πολιτισμού, με την προσφορά του στην τέχνη του σινεμά να είναι κυριολεκτικά ανυπολόγιστη.
Μετά από μια πληθωρική καριέρα επτά δεκαετιών, ο Τσάπλιν πέθανε ειρηνικά στο σπίτι του, τα Χριστούγεννα του 1977 -σε ηλικία 88 ετών.
Σύσσωμη η βιομηχανία του θέματος έσπευσε να αποτίνει φόρο τιμής στον ανεπανάληπτο δημιουργό -όμως μόλις δύο μήνες αργότερα, το όνομα του Τσάπλιν έμελλε να επιστρέψει στα παγκόσμια πρωτοσέλιδα.
Η σoρός του Τσάπλιν βρισκόταν στο κοιμητήριο του ελβετικού χωριού Corsier-sur-Vevey, κοντά στο σπίτι της οικογένειάς του. Στις 2 Μαρτίου του 1978, η Ούνα Τσάπλιν, η χήρα του δημιουργού, έλαβε ένα ανατριχιαστικό τηλεφώνημα: Η σoρός του άντρα της είχε εξαφανιστεί.
«Μας είπαν, κοιτάξτε, κάποιος έσκαψε τον τάφο του. [Ο Τσάπλιν] δεν είναι πια εκεί» δήλωσε ο γιος του, Γιουτζίν Τσάπλιν, αναφερόμενος στο τηλεφώνημα της αστυνομίας. Λίγες ώρες αργότερα, οι τυμβωρύχοι τηλεφώνησαν αυτοπροσώπως στο σπίτι των Τσάπλιν: Ήθελαν 400,000 λίρες για να επιστρέψουν το σώμα του δημιουργού, και απείλησαν τις ζωές των μελών της οικογένειας.
Παρ' όλο που η εξαφάνιση της σoρού έγινε αμέσως παγκόσμιο πρωτοσέλιδο, η οικογένεια του Τσάπλιν επέλεξε να μην μοιραστεί τις λεπτομέρειες της «απαγωγής» -οδηγώντας έτσι τους απανταχού αναγνώστες σε ανεξέλεγκτες φήμες και εικασίες. Ο Τσάπλιν, εξαιρετικά αμφιλεγόμενη φιγούρα τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ήταν εύφορο έδαφος για ζουμερά κουτσομπολιά, ειδικά στο Χόλιγουντ, όπου σύμφωνα με το BBC, φήμες ήθελαν το σώμα του να έχει εξαφανιστεί λόγω κάποιου αντισημιτικού εγκλήματος.
Σύμφωνα με το BBC, η Ούνα Τσάπλιν δεν είχε καμία πρόθεση να πληρώσει τα λύτρα: «Ο Τσάρλι θα το θεωρούσε γελοιωδέστατο» δήλωσε η χήρα του ηθοποιού. Ταυτόχρονα, η τοπική αστυνομία έλαβε αμέσως δράση: Οι αστυνομικοί παρακολουθούσαν το τηλέφωνο της οικογένειας, καθώς και κάθε τηλεφωνικό θάλαμο της περιοχής. Μετά από πέντε εβδομάδες εντατικών ερευνών, η αστυνομία συνέλαβε δύο μηχανικούς αυτοκινήτων: Τον Πολωνό Ρόμαν Βάρντας και τον Βούλγαρο Γκάντζο Γκάνεβ. Στις 17 Μαΐου, οι δύο τυμβωρύχοι οδήγησαν τις αρχές στη σoρό του Τσάπλιν, την οποία είχαν ξαναθάψει σε ένα περιβόλι καλαμποκιού -μόλις μερικά χιλιόμετρα μακριά.
Τον Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς, οι δύο ληστές καταδικάστηκαν σε ένα δικαστήριο της Ελβετίας: Πολιτικοί πρόσφυγες από το Ανατολικό Μπλοκ, οι τυμβωρύχοι σκαρφίστηκαν το σχέδιό τους για να λύσουν τα οικονομικά τους προβλήματα. Ο Βάρντας, που σύμφωνα με το δικαστήριο ήταν ο «εγκέφαλος» του κόλπου, δήλωσε πως δεν αναστατώθηκε καθόλου, όταν ήρθε σε επαφή με το φέρετρο: «Στην αρχή σκέφτηκα να το έθαβα απλώς βαθύτερα στην ίδια τρύπα -αλλά έβρεχε και το χώμα ήταν πολύ βαρύ εκείνη την ημέρα» δήλωσε ο Βάρντας κατά τη διάρκεια της απολογίας του.
«Άφησα τη χώρα μου για να είμαι ελεύθερος» συνέχισε ο ληστής, «αλλά είναι δύσκολο να βρεις σταθερή δουλειά στην Ελβετία». Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Βάρντας εμπνεύστηκε το κόλπο από κάτι παρόμοιο που είχε διαβάσει σε μια ιταλική εφημερίδα. Ο Πολωνός καταδικάστηκε σε τεσσεράμιση χρόνια καταναγκαστικής εργασίας.
Ο Γκάνεβ από την άλλη, καταδικάστηκε σε 18 μήνες φυλάκιση με αναστολή -μιας και, σύμφωνα με το δικαστήριο, είχε περιορισμένη ευθύνη για το έγκλημα. Ο Βάρντας ζήτησε από τον Bούλγαρο φίλο του να τον βοηθήσει να κουβαλήσουν το φέρετρο, μιας και ο Γκάνεβ ήταν ιδιαίτερα γεροδεμένος. Ο ίδιος είπε στο δικαστήριο: «Δε με πείραξε που σήκωσα το φέρετρο. Ο θάνατος δεν είναι και τόσο σημαντικός στην πατρίδα μου».
Τόσο ο Γκάνεβ, όσο και ο Βάρντας, έδειξαν να μετανοούν για το έγκλημά τους: Σύμφωνα με τον Γιουτζίν Τσάπλιν, «η γυναίκα του πιο ευγενικού από τους δύο, μας έγραψε ένα γράμμα ζητώντας συγγνώμη. Η μητέρα μου τους απάντησε λέγοντας πως τους έχει συγχωρέσει».
Όσο για το σώμα του Τσάπλιν, αυτό θάφτηκε ξανά στο ίδιο κοιμητήριο -αυτή τη φορά σε τσιμεντένιο, αντικλεπτικό τάφο. Η ιστορία των δύο κουτοπόνηρων τυμβωρύχων μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη το 2014 από τον υποψήφιο για Χρυσή Άρκτο Ξαβιέ Μποβουά -και αποτελεί μέχρι και σήμερα ένα κωμικοτραγικό αξιοπερίεργο, αντάξιο των γκαφατζίδικων περιπετειών του Τσάρλι Τσάπλιν στην οθόνη.