Μarios Schwab: «Η έμπνευσή μου είναι η τριβή μου με τους ανθρώπους»
O Marios Schwab, ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του οίκου Zeus + Δione, αγαπά με αυθεντικό τρόπο την Ελλάδα και αυτό φαίνεται στις δημιουργίες του.
Ο ελληνικής και αυστριακής καταγωγής Marios Schwab κρύβει μέσα του ένα εξαιρετικό μέτρημα και μια μεγάλη αγάπη για την Ελλάδα, σαν να ακολουθεί τα βήματα του λόρδου Βύρωνα. Θαυμάζω στον λόγο και στις κινήσεις του την εξαιρετική ισορροπία και την απλότητά του. Ταλαντούχος και οξυδερκής, είναι σαν να κατοικούν μέσα του ένα ήσυχο ποτάμι και ένα ηφαίστειο. Και μόνο στο άκουσμα της φωνής του, νιώθεις ένα είδος κοσμικής γαλήνης. Το βιογραφικό του ζηλευτό. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Λονδίνο το 2005 και ξεχώρισε από την αρχή.
Απόφοιτος της σχολής Annahof, με μεταπτυχιακά στο Saint Martins, αναδείχθηκε σε «New designer of the year» στα Βritish Fashion Awards το 2007, ενώ το 2009 ήταν ήδη Creative Director στον περιβόητο οίκο Halston -πρόσφατα, μέσω της ομώνυμης σειράς στο Netflix, μάς έγινε γνωστή λεπτομερώς η ζωή του ανήσυχου Αμερικανού σχεδιαστή.
Τον συναντάω και έχει έρθει μόλις από τη Μύκονο. Ενώ είναι με ελάχιστο ύπνο, μοιάζει πανευτυχής, γιατί η άνοιξη στο νησί είναι μαγική και μυροβόλα και κατάφερε να αφομοιώσει όλη αυτή την ομορφιά στη διάθεσή του -παρόλο που ήταν σε ασφυκτικό τρέξιμο για το στήσιμο του καταστήματος. Μπαίνω χωρίς περιστροφές στο θέμα: «Πως άφησες εν μια νυκτί το Λονδίνο και την πετυχημένη καριέρα και αποφάσισες να έρθεις στην Ελλάδα;».
Τη Δήμητρα Κολοτούρα, ψυχή του Zeus + Δione, την είχε συναντήσει πριν εφτά χρόνια στο Λονδίνο για ένα άλλο πρότζεκτ, που δεν προχώρησε. Ωστόσο, παρακολουθούσε από κοντά την ανοδική πορεία του brand. Έτσι, συναντηθήκαν ξανά μόλις πριν ένα χρόνο. «Είχα έρθει στην Ελλάδα λόγω της πανδημίας. Ήθελα να είμαι κοντά στους δικούς μου και, όταν μου είπαν ότι χρειάζονταν creative director ενθουσιάστηκα και το αποφάσισα, χωρίς δισταγμό. Τον ρωτάω πόσο δύσκολη ήταν η μετάβαση από τους ρυθμούς του Λονδίνου στην Αθήνα. «Δεν δυσκολεύτηκα καθόλου, όσο παράξενο και αν ακούγεται. Μ' αρέσει πολύ η Αθήνα. Μου αρέσει και η συνεργασία μου με τους ανθρώπους της, ξαναβρήκα πράγματα που με ενδιαφέρουν, παλιούς φίλους, συγγενείς. Σαν να βρήκα κομμάτια από το παζλ της ζωής μου. Τα βλέπω όλα πλέον μέσα από μια πιο ενήλικη ματιά. Έζησα στην Αθήνα μέχρι τα δεκαπέντε μου. Εκτιμάω πράγματα που δεν είχα στο Λονδίνο. Το φως, τον Αττικό ουρανό. Η καθημερινότητα με τα άτομα γύρω μου εδώ είναι πιο εύκολη. Τελικά αυτά που νόμιζα ότι θα με δυσκόλευαν γίνονται αβίαστα. Δυσκολίες που πίστευα ενδεχομένως ότι θα υπάρχουν, δεν υπήρξαν».
Η γειτονιά του είναι η Καισαριανή. Μεγάλωσε στον Βύρωνα και έχει ωραίες μνήμες από εκεί. Του αρέσει η αίσθηση της γειτονιάς και ότι βρίσκεται κοντά σε συγγενείς του. Τον ρωτάω για τη ζωή στο Λονδίνο και αν αυτή έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. «Νομίζω μετά το Βrexit και την πανδημία, είναι ακόμα πιο σκληρή η ζωή στο Λονδίνο. Πιο αιχμηρή» μου απαντά.
Και πώς βλέπει να έχει προχωρήσει η ελληνική μόδα; «Έχουν γίνει βήματα μπροστά. Μιλάω πιο πολύ σαν παρατηρητής. Βλέπω τη μόδα παντού και στη μουσική και στον κινηματογράφο, σαν κάτι ενιαίο, και νομίζω γίνονται ενδιαφέρουσες ζυμώσεις. Υπάρχουν πολλά και ωραία στοιχεία. Πρέπει να γίνει μια συγχώνευση και να αναπτύξουμε αυτά τα στοιχεία, να τα προχωρήσουμε. Να πατήσουμε μεν στις ρίζες και στην παράδοση με μια εκσυγχρονιστική, όμως, ματιά με έναν καινούργιο τρόπο, να μην οδηγηθούμε στο φολκλόρ, αλλά να το κάνουμε δικό μας, καινούργιο. Αυτή είναι η πρόκληση. Σαν παλίμψηστο εποχών και τάσεων. Το ένα πάνω στο άλλο, αρμονικά. Για αυτό ήρθα, αυτός είναι ο ρόλος μου και η δημιουργική μου πρόκληση».
Τον ρωτάω αν η πανδημία άλλαξε κάτι στη μόδα διεθνώς. «Φυσικά, κάτι αλλάζει και θα υπάρχει μετατόπιση. Καιρό τώρα μας απασχολεί το θέμα της βιωσιμότητας, από που έρχονται τα ρούχα, ποιος τα φτιάχνει, από που είναι τα υλικά, πώς τα έχουμε παράγει. Είναι μεγάλη ευθύνη να μην χαθούν τρομεροί τεχνίτες και να μην γίνουν όλα φασόν. Αναζητώ πάντα την ηθική, κοινωνική ανάπτυξη. Να γίνονται όλα με έναν παραπάνω σεβασμό και στο περιβάλλον αλλά και στους ανθρώπους. Υπάρχουν τεχνικές που χάνονται στον χρόνο, άνθρωποι που έφτιαχναν πανέμορφα πράγματα, πρέπει να τους δώσουμε το κίνητρο να συνεχίσουν αυτό που κάνουν».
«Πόσο άλλαξε, η καραντίνα και η πανδημία, τον τρόπο της ζωής σου;» ρωτάω τον σχεδιαστή. «Μου έβγαλε και ωραία πράγματα η πανδημία. Καταρχάς με έφερε στην Ελλάδα, έπειτα μου έδωσε τον χρόνο να σκεφτώ για το Ζeus + Δione, να δω πως θα προχωρήσει, τι όραμα έχω. Κάθισα στην πρώτη φάση της καραντίνας δυο μήνες και οριοθέτησα λίγο τους κωδικούς της εταιρείας, είναι σαν να την αφουγκράστηκα. Επίσης, ήταν μεγάλο δώρο ο χρόνος. Ήμουν δίπλα σε ανθρώπους που αγαπώ με έναν τρόπο ουσιαστικό και για εμένα και για εκείνους. Στην πανδημία απόκτησα μια δίψα να αγγίζω ωραία υφάσματα, να προσέχω περισσότερο το δέρμα μου, τα μαλλιά μου, το ντύσιμο μου. Μου αρέσει αυτή η φροντίδα, είναι σαν να βρήκα τον χρόνο να ξαναδώ και εμένα. Να με παρατηρήσω από την αρχή».
Άραγε πώς βλέπει τη νέα γενιά στη μόδα, το νέο δυναμικό που έρχεται; Καθώς δίδασκε και σε φοιτητές στο Λονδίνο και είναι σε συνεχή επαφή με νέους ανθρώπους με ενδιαφέρει η άποψή του. «Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η νέα γένια. Οι νέοι σχεδιαστές μπορεί να θέλουν να φανούν μέσα από τα social media και να βιάζονται να γίνουν γνωστοί, αλλά δεν τους ενδιαφέρει τόσο το χρήμα. Τη δική μας γενιά την είχε θολώσει αυτή η υπερβολή του χρήματος και του καταναλωτισμού. Τα παιδιά αυτά είναι μέσα στην τεχνολογία και είναι και ο εγκέφαλός τους πιο πολυσυλλεκτικός. Έχουν δικό τους ηθικό κώδικα».
Ο ίδιος είναι δέσμιος των social media; Τον έχει γραπώσει η τεχνολογία; «Ευτυχώς χειρίζονται άλλοι τα accounts μου και νιώθω ελεύθερος. Ασχολούμαι τόσο όσο. Αλλά η δημιουργία βγαίνει από τα χέρια μου ακόμα» λέει και τρεμοπαίζει τα χέρια του και τα σηκώνει κάπως στον ήλιο σαν να τα παρατηρεί και εκείνος. «Δεν έχω αφήσει τα μολύβια και τα χαρτιά μου».
Τον ρωτάω από που αντλεί έμπνευση: «Η καθημερινότητα είναι η έμπνευσή μου, η τριβή με τους ανθρώπους. Η συντροφικότητα». Μετανιώνει για επιλογές του παρελθόντος; Ο ίδιος μου λέει «je ne regrette rien». Νιώθει ότι, ακόμα και οι λάθος κινήσεις και επιλογές τον έφεραν τελικά σ' ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Άρα δεν γυρνάει πίσω και δεν μετανιώνει.
«Πώς βλέπεις στον δρόμο τις Ελληνίδες και τους Έλληνες;» αναρωτιέμαι αυθόρμητα. «Μάλλον δεν θα φτάσουμε ποτέ τις Ιταλίδες του Βορρά σε κομψότητα» μου απαντά. «Έχουν τη δίψα να ντυθούν αλλά είναι διστακτικοί οι Έλληνες. Αν μπορούν να τολμήσουν θα είναι καλύτερα. Η νεολαία έχει αυθεντικό χαρακτήρα, ακολουθούν, όμως, την παγκόσμια ταυτότητα. Οι Ελληνίδες έχουν πολύ πιο ενδιαφέρον το καλοκαίρι. Η εξωστρέφεια ταιριάζει στον τρόπο που ντύνονται. Και αγαπώ και τον τρόπο που εκφράζονται. Πως κουνάνε τα χέρια τους».
Υπάρχουν λάθη που κάνουμε στη μόδα; «Όπως είπα μ' αρέσει ο τρόπος που κινούνται οι Ελληνίδες, η χορογραφία του σώματος, το ταμπεραμέντο. Τα μάτια είναι επίσης πολύ ωραία. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται πολύ μακιγιάζ. Η απλότητα, όταν συμβαδίζει με το σώμα, είναι τόσο γοητευτική. Αν είσαι άνετος με το σώμα και το δέρμα και το πρόσωπο, συνήθως ακολουθεί μια προσωπικότητα που αναβλύζει αυτοπεποίθηση. Δεν χρειάζεται να είναι στερεοτυπικά όμορφο το σώμα αλλά να συμβαδίζει το "νοῦς ὑγιής ἐν σώματι ὑγιεῖ". Να φοράμε ωραία χρώματα. Να κρατάμε μια ισορροπία. Να αφαιρούμε κάτι και να μην προσθέτουμε και φορτώνουμε».
Τον ρωτάω αν εμβολιάστηκε και τι απαντάει σε αυτούς που φοβούνται; «Φυσικά εμβολιάστηκα, δεν ξέρουμε όλες τις απαντήσεις για όλα. Ας αφήσουμε τους επιστήμονες που το μελετάνε να ανοίξουν τον δρόμο. Έχουμε γεμίσει ειδήμονες. Φυσικά και με φοβίζει ο θάνατος και δη αγαπημένων ανθρώπων, όμως προσπαθώ να τα περνάω όλα από το φίλτρο της λογικής. Τα πιο πολλά πράγματα δεν μπορούμε να τα ελέγξουμε, οπότε ας μπούμε στη ζωή με πίστη και θάρρος και ό,τι γίνει».
Θα ήθελε να αλλάξει κάτι στον εαυτό του; «Φυσικά. Η ζωή είναι μια διαδικασία βελτίωσης και αλλαγής. Μερικές φορές είμαι αυταρχικός με τον εαυτό μου. Οι άλλοι βλέπουν αυτή την ησυχία, αλλά εσωτερικά γδέρνομαι. Θέλω να το βελτιώσω αυτό. Να κατευνάσω το εσωτερικό άγχος. Μου έχουν πει ότι έχω σαν στοιχεία νερό και φωτιά δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό, αλλά αναγνωρίζω αυτή την αντίφαση».
«Καλύτερα να καίγεσαι παρά να σβήνεις» του λέω ενθυμούμενη τον στίχο του Νιλ Γιανγκ και γελάμε. Πριν φύγω με φωνάζει αυθόρμητα στο ατελιέ και με αφήνει να δοκιμάσω τις τελευταίες δημιουργίες. Βγάζω επιφωνήματα χαράς, σαν μικρό κοριτσάκι.
Τι ωραίες υφές που έχουν τα υφάσματα... Πόσο κομψή νιώθω μέσα στα Zeus + Δione, πόσο περήφανη νιώθω σαν Ελληνίδα... Στον κομψό χώρο στου Ψυρρή, εκείνο το μεσημέρι, όλα κυλάνε με μια νομοτέλεια αρμονίας. Φεύγω με το αίσθημα ότι οι δημιουργικοί και ανήσυχοι άνθρωποι θα σώσουν τον κόσμο. Τουλάχιστον τον δικό μου.