Ένιο Μορικόνε: Οι άγνωστες πλευρές ενός θρύλου
Ακόμα και αν κάποιος δεν ασχολείται με την μουσική ή τον κινηματογράφο αποκλείεται να μην ξέρει και να μην έχει ακούσει τα έργα του σπουδαίου Ιταλού συνθέτη Ένιο Μορικόνε, που έφυγε χτες από τη ζωή, σε ηλικία 91 ετών.
Συνθέτης, ενορχηστρωτής, μαέστρος και πρώην τρομπετίστας, έχει γράψει τη μουσική για περισσότερες από 500 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, πειραματιζόμενος σε διαφορετικά είδη σύνθεσης. Συνδυάζοντας την κλασική μουσική, που την θεωρούσε «υπέρτατη» και ήχους της σύγχρονης ζωής, ο Μορικόνε δημιουργούσε μοναδικές συνθέσεις, συνέδεσε το όνομά του με την Ιστορία της έβδομης τέχνης, έγινε συνώνυμο των σπαγγέτι γουέστερν, αν και ο ίδιος δεν ήθελε ούτε κατά διάνοια να χρησιμοποιεί αυτό τον όρο -προτιμούσε το «Italian Westerns» και πλέον αποτελεί ένα θρύλο της Τέχνης.
Ο ίδιος ήταν φειδωλός έως και πολύ δύσκολος στις συνεντεύξεις του. Οι δημοσιογράφοι που τον προσέγγιζαν έπαιρναν μάλιστα μια λίστα από απαγορεύσεις πριν τον συναντήσουν: έπρεπε να τον αποκαλούν μόνο «Μaestro». Το «signore Morricone» του φαινόταν πολύ επίσημο, το «Ennio» πολύ προσωπικό. Έπρεπε να αποφεύγουν να τον ρωτήσουν για ακόμα μια φορά για τον «Καλό, τον κακό και τον Άσχημο» την ταινία του Σέρτζιο Λεόνε που άλλαξε για πάντα αυτό που ονομάζεται «κινηματογραφική μουσική» και φυσικά απαγορευόταν ρητά να του ζητήσουν παίξει πιάνο, γιατί όπως έλεγε δεν ήταν performer αλλά συνθέτης.
Ο Ένιο Μορικόνε, παρόλο που κανείς θα περίμενε ότι το βασικό του όργανο θα ήταν το πιάνο, ξεκίνησε την καριέρα του ως τρομπετίστας. Έμαθε μάλιστα μουσική από τον πατέρα του, έγραψε την πρώτη του σύνθεση στα έξι του και στα 14 έγινε δεκτός στην περίφημη «The Accademia Nazionale di Santa Cecilia» στη Ρώμη, όπου και μεγάλωσε. Δάσκαλός του τον οποίο συνεχώς μνημόνευε ήταν ο Umberto Semproni. Όταν ζήτησε από τους καθηγητές του να μεταγραφεί στο τμήμα σύνθεσης, προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις, γιατί εκείνη την εποχή ήταν σχεδόν αδιανόητο για έναν τρομπετίστα να θέλει να γίνει συνθέτης. Παρόλα αυτά τα κατάφερε, τελειώνοντας μάλιστα τις σπουδές του σε έξι μήνες.
Στη συνέχεια άρχισε να εργάζεται ως συνθέτης σε τηλεοπτικές εκπομπές και ταινίες, όμως δεν υπέγραφε με το δικό του όνομα, χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο Dan ή Leo, γιατί οι παραγωγοί ήθελαν να προσδώσουν αμερικάνικο αέρα στις ταινίες τους και το όνομα Ένιο Μορικόνε παραήταν ιταλικό για τα γούστα τους.
Οι συνθέσεις του ήταν μοναδικές γιατί μέσα στις κλασικές συγχορδίες αντιπαρέβαλε πάντα φυσικούς ήχους. Ποιος θα ξεχάσει το σφύριγμα στο «Ο καλός, ο Κακός και ο ‘Άσχημος»; ακόμα και ήχους ζώων, αλλά και πιο σύγχρονα όργανα, όπως ηλεκτρικές κιθάρες, δημιουργώντας το δικό του προσωπικό στυλ.
Μπορεί να ξεκίνησε την καριέρα του το 1960 και να σφράγισε με τις μουσικές του σημαντικές ταινίες, το πρώτο του Όσκαρ όμως το πήρε σε ηλικία 87 ετών το 2016- είχε προηγηθεί το 2006 μια τιμητική βράβευση από την Ακαδημία για τη συνολική του προσφορά και έξι υποψηφιότητες- για το «Hateful Eight» του Κουέντιν Ταραντίνο τον οποίο δεν παρέλειψε να αποθεώσει στον ευχαριστήριο λόγο του.
Δεν του άρεσε καθόλου η ποπ μουσική και μάλιστα είχε προκαλέσει πολλά σχόλια όταν σε συνέντευξή του είπε πως δεν γνωρίζει κανέναν ποπ τραγουδιστή. Είχε όμως συνεργαστεί με την Μina, τον Paul Anka, τον Andrea Bocelli, αλλά και με τη Γαλλίδα τραγουδίστρια Mireille Mathieu.
Με τον Σέρτζιο Λεόνε γνωρίζονταν από τα παιδικά τους χρόνια τότε που και οι δυο κυκλοφορούσαν στο Ταστέβερε της Ρώμης και πήγαιναν μαζί στο ίδιο σχολείο.
Ήταν παντρεμένος με την Maria Travia, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, εκ των οποίων η Andrea, ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα της, γράφοντας μουσική για τον κινηματογράφο. Έδινε μεγάλη σημασία στη συνεργασία με τον κάθε σκηνοθέτη και θεωρούσε εξαιρετικά σημαντικές τις διαφωνίες, γιατί αυτές τελικά του πυροδοτούσαν τα φαντασία, όπως είχε πει ο ίδιος.
Είχε επίσης ένα περίεργο χόμπι: συνέλεγε μετά μανίας σαπούνια από όλα τα ξενοδοχεία όπου επισκεπτόταν. Τα συρτάρια του σπιτιού του ήταν ασφυκτικά γεμάτα με τα απόκτηματά του.
Ξυπνούσε πάντα πολύ νωρίς, στις 4:30 συγκεκριμένα, καθάριζε το σπίτι, περπατούσε 4-5 χιλιόμετρα, διάβαζε την εφημερίδα του και στη συνέχεια ξεκινούσε να συνθέτει. Είχε παραδεχτεί ότι ήταν υποχόνδριος, έπαιρνε συνεχώς βιταμίνες και μετρούσε ανελλιπώς την πίεσή του, γι ‘αυτό και ήταν πάντα σε καλή φυσική κατάσταση.
Ο Μορικόνε είχε πει για την μουσική ότι μοιάζει με «μια υπόγεια γλώσσα, είναι κάτι μαγικό, δεν χρειάζεται λέξεις. Όπως τα ψάρια που ζουν κάτω από το νερό και συνεννοούνται χωρίς να μιλάνε».
Κι αυτή η μυστική, κρυφή συνεννόηση χαρακτηρίζει το έργο του, που είναι γραφτό να μείνει στην αθανασία. Αντίο, Maestro, θα έχουμε πάντα τη μουσική σου να μας παρηγορεί και να μας ταξιδεύει…