Ορνέλα Μούτι: Η Ιταλίδα καλλονή που έγινε γυναίκα-θρύλος της μεγάλης οθόνης
To κορίτσι που μάγεψε τους Ιταλούς τη δεκαετία του ’70 και του’ 80, η απόλυτη θεά της μεγάλης οθόνης, η Ορνέλα Μούτι, που προκαλούσε χαμό με τις άψογες αναλογίες της, το αψεγάδιαστο πρόσωπο και τα γατίσια μάτια της, πλέον είναι μια πανέμορφη ώριμη γυναίκα, που εντυπωσιάζει με τη γοητεία της και τη θηλυκότητά της. Άλλωστε, το 1994 ψηφίστηκε από τους αναγνώστες του περιοδικού «Class» ως «Η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο», ενώ το στήθος της είναι ασφαλισμένο για 350.000 δολάρια.
Πρόσφατα μάλιστα εμφανίστηκε στα 68 της μόνο με τα εσώρουχά της σε ένα βίντεο, που ανάρτησε η κόρη της στα social media, δίνοντας έτσι τη δική της απάντηση για το body shaming. Άλλωστε όπως έχει πει η ίδια παλιότερα: «Δεν φοβάμαι να γερνάω, δεν έχει νόημα. Οι απαρχές της καριέρας μου ήταν ένας εφιάλτης. Με αγάπησαν κυνικοί και σκληροί κινηματογραφιστές κι εγώ νόμιζα πως ζω στην Disneyland».
Γεννήθηκε στη Ρώμη στις 9 Μαρτίου του 1955 και το πραγματικό της όνομα είναι Φραντζέσκα Ρόμα Ρίβελι. Ο πατέρας της ήταν Ναπολιτάνος δημοσιογράφος, που τον έχασε όταν ήταν μόλις 12 χρόνων, και η μητέρα της γλύπτρια από την Εσθονία. Από μικρή η Φραντζέσκα ασχολούταν με το μόντελινγκ. «Δεν πρόλαβα να σκεφτώ με τι θέλω να ασχοληθώ στη ζωή μου. Κατέληξα να γίνω ηθοποιός τυχαία. Η μητέρα μου δούλευε, η αδελφή μου δούλευε, ο μπαμπάς μου είχε πεθάνει. Δεν το επέλεξα, το έκανα, έπρεπε να τα πάω καλά, έπρεπε να χαμογελάω, έπρεπε να είμαι όμορφη, έπρεπε...» έχει εξομολογηθεί για το παρελθόν της.
Ξεκίνησε την καριέρα της στον κινηματογράφο το 1970 με την ταινία «Η πιο όμορφη σύζυγος». Βασικά, τον ρόλο διεκδικούσε η αδερφή της Κλαούντια, την οποία εκείνη είχε συνοδεύσει στην οντισιόν. Οι παραγωγοί όμως μόλις είδαν τη δεκατετράχρονη τότε Φραντζέσκα ενθουσιάστηκαν μαζί της κι έτσι τελικά την προσέλαβαν, βάζοντάς την να αλλάξει το όνομά της για μην μπερδεύεται το κοινό. Στην αρχή, δεν της άρεσε το ψευδώνυμό της, που προέρχεται από τα ονόματα των χαρακτήρων από δύο έργα του Ιταλού συγγραφέα και θεατρικού συγγραφέα Γκαμπριέλε Ντ' Ανουτσίο. Η ίδια όμως σε συνέντευξή της στο κανάλι TVT παραδέχτηκε πως στάση της πλέον έχει αλλάξει, καθώς αυτό το όνομα της έφερε «την επιτυχία και την ευτυχία».
Στη συνέχεια, συνεργάστηκε με τον Μάρκ Φερέρι στην ταινία «Η τελευταία γυναίκα» δίπλα στον Ζεράρ Ντεπαρτιέ. Στην αφίσα, εμφανίστηκε γυμνή με τα πλούσια μαλλιά της να καλύπτουν το στήθος της ανάβοντας φωτιές στον ανδρικό πληθυσμό. Εκείνη απενοχοποιημένη πάντα έκανε μια σειρά από τολμηρές φωτογραφίσεις και δεν δίσταζε να εμφανίζεται γυμνή σε αρκετές ταινίες, θεωρώντας πως το σώμα δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να ντρεπόμαστε. Έτσι, τη δεκαετία του ’70 αναδείχθηκε σε απόλυτο sex symbol στην Ιταλία.
Όπως αρκετοί συνάδελφοί της, κι εκείνη ήθελε να δοκιμάσει την τύχη της στο Χόλιγουντ. Η ευκαιρία ήρθε με μια ταινία επιστημονικής φαντασίας, το «Flash Gordon», όπου υποδυόταν την πριγκίπισσα Ντέιλ Άρντεν, έναν ρόλο που της χάρισε και τον τίτλο της πιο όμορφης ηθοποιού που έπαιξε ποτέ σε scifi. Έναν χρόνο μετά της πρότειναν να γίνει και το κορίτσι του Τζέιμς Μποντ, αλλά τελικά δεν τα βρήκε με την παραγωγή, που δεν ήθελε να δεχτεί τον δικό της σχεδιαστή ρούχων. Βέβαια, χρόνια μετά δήλωσε σε συνέντευξή της πως είχε μετανιώσει γι' αυτή της την απόφαση, αλλά εκείνη την εποχή ήθελε περισσότερο να επιστρέψει στην Ιταλία, όπου βρισκόταν η οικογένειά της.
Με περισσότερες από εκατό ταινίες στο ενεργητικό της, έχει συνεργαστεί με σημαντικούς σκηνοθέτες, (Νταμιάνο Νταμιάνι, Ντίνο Ρίζι, Κάρλο Βερντόνε, Έτορε Σκόλα, Τζουσέπε Μπερτολούτσι και Άζια Αρτζέντο), ενώ έχει βρεθεί στο πλευρό πολλών διάσημων σταρ, όπως ο Αλέν Ντελόν για τον οποίο έχει πει πως «έκοβε την ανάσα σε όποιον τον έβλεπε». Το 1991 έπαιξε δίπλα στον Σιλβέστερ Σταλόνε στο φιλμ «Oscar», ενώ η τελευταία μέχρι στιγμής αμερικανική παραγωγή στην οποία έχει συμμετάσχει είναι το «Από τη Ρώμη με αγάπη» του Γούντι Άλεν, που γυρίστηκε όμως στη χώρα της.
Αν και μεγάλο μέρος της καριέρας της το αφιέρωσε σε ρομαντικές κωμωδίες ή τηλεταινίες, κατάφερε να αποδείξει το υποκριτικό της ταλέντο και να τιμηθεί με το μεγάλο βραβείο Χρυσής πλακέτας Νταβίν ντι Ντονατέλο.
Η Μούτι παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη με τον Aλέσιο Οράνο, με τον οποίο συμπρωταγωνιστούσε στην «Πιο όμορφ ησύζυγο» και τη δεύτερη φορά με τον Φεντερίκο Φακινέτι. Έχει αποκτήσει τρία παιδιά, τη Νάικε Ριβέλι, η οποία είναι επίσης μοντέλο και ηθοποιός, καρπός του έρωτά της με έναν Ισπανό παραγωγό στα 19 της, και τον Αντρέα και την Καρολίνα, από το γάμο της με τον Φακινέτι. Η μητρότητα δεν αποτελούσε ποτέ εμπόδιο στην καριέρα της. Αντίθετα, συνήθιζε να πηγαίνει στα γυρίσματα με τα παιδιά της, υπογράφοντας μάλιστα μέχρι και συμβόλαιο με τον όρο ότι θα σταματούσε τη σκηνή, αν εκείνα έβαζαν τα κλάματα.
Από το 1998, η Μούτι συζεί με τον Στέφανο Πίκολο, που είναι πλαστικός χειρουργός. Υπήρχαν κάποιες φήμες ότι μπορεί να είχε κι ένα σύντομο ειδύλλιο με τον Πούτιν, πράγμα το οποίο η ίδια έσπευσε να διαψεύσει.
Στις 6 Ιουλίου 2017, αντιμετώπισε προβλήματα με τον νόμο και καταδικάστηκε από το Εφετείο της Τεργέστης σε έξι μήνες φυλάκιση και πρόστιμο 500 ευρώ για απόπειρα απάτης και πλαστογράφησης.
Όλα ξεκίνησαν στις 10 Δεκεμβρίου 2010, όταν η ηθοποιός ακύρωσε μια παράσταση στο θέατρο Friulian, ισχυριζόμενη ότι ήταν άρρωστη. Παρουσίασε τότε μα ιατρική γνωμάτευση για οξεία λαρυγγοτραχείτιδα με πυρετό, βήχα και βραχνάδα, με την υπόδειξη να μη χρησιμοποιεί τη φωνή της για πέντε ημέρες. Την ίδια ημέρα όμως παρευρέθηκε σε ένα φιλανθρωπικό γκαλά στην Αγία Πετρούπολη, προσκεκλημένη από τον Πούτιν, ο οποίος από το 2016 της εξασφάλισε τη ρωσική υπηκοότητα, καθώς η μητέρα της, αλλά και οι πρόγονοί της είχαν καταγωγή από την Αγία Πετρούπολη. Τελικά, η ποινή της αναστάλθηκε, αφού κατέβαλε ως αποζημίωση 30.000 ευρώ στο θέατρο.
Από τότε αποφάσισε να αποτραβηχτεί από τις κάμερες. Το 2008 όμως δημιούργησε τη δική της σειρά κοσμημάτων και άνοιξε καταστήματα στο Παρίσι, το Μιλάνο, τη Ρώμη, τη Ρίγα, τη Μόσχα και το Αλμάτι.