Ο Μιχάλης Σαράντης νομίζει ότι ήταν ένα άσχημο παιδί
Ο Μιχάλης Σαράντης εκπέμπει μια ευγένεια κι έναν ρομαντισμό. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Μένει στον Κεραμεικό. Είναι 33 χρόνων. Εχει τρεις αδελφές.
«Μεγάλωσα μέσα σε μια ζεστή και αγαπημένη οικογένεια και το ίδια ζεστά είμαστε ακόμα, ίσως ακόμα πιο πολύ. Έχω τρεις αδελφές. Στο σπίτι η κατάσταση ήταν μητριαρχική καθώς εκτός από τις αδελφές μου ήταν και η μαμά και η γιαγιά, μειοψηφία ο πατέρας μου κι εγώ.
Ο πατέρας και η μάνα μου είχαν πλεκτήριο παραγωγής υφασμάτων. Ζήσαμε και πολύ καλές και πολύ κακές φάσεις με την δουλειά τους. Η κωλστοΰφαντουργία ήταν από τους πρώτους τομείς που επλήγησαν προ κρίσης -έρχονταν από την Τουρκία υφάσματα που το τόπι είχε τιμές κάτω και από το κόστος των δικών μας. Ήταν μια οικογενειακή επιχείρηση με είκοσι εργαζόμενους και τους γονείς μου να δουλεύουν όχι στο γραφείο, αλλά μέσα στο εργοστάσιο. Υπέροχοι άνθρωποι, μορφωμένοι, δουλευταράδες, ζεστοί με την οικογένεια, τα σόγια, τα παιδιά τους. Σχολείο δεν πήγα στην γειτονιά μου, τον Κεραμεικό, ούτε οι αδελφές μου. Πήγαμε σε ιδιωτικό κοντά στην δουλειά των γονιών μας, στο Μοσχάτο.
Σήμερα εξακολουθώ να μένω στο Μεταξουργείο, την γειτονιά των απόλυτων αντιθέσεων: Ο παππούς έφτιαξε μια πολυκατοικία για την οικογένεια κι εγώ τώρα, μένω στον πρώτο όροφο. Η οδός Σαλαμίνος είναι ο πιο αντιφατικός δρόμος, από την απόλυτη ομορφιά του Νεκροταφείου του Κεραμεικού ως την γέφυρα της Καβάλας με τους άστεγους. Και ενδιαμέσως βλέπεις τα πάντα…»
«Μετά το σχολείο, για δύο χρόνια περίπου, δεν ήξερα τι θα κάνω. Μέσα από παρέες γνώρισα τον ζωγράφο Απόστολο Χατζαρά, έναν άνθρωπο που έπαιξε καθοριστικό ρόλο για μένα, γιατί ανήκει σ΄αυτούς που με ώθησαν να ασχοληθώ με την τέχνη, όπως και ο επίσης ζωγράφος Νίκος Κυριακόπουλος. Οι δυο τους μου άνοιξαν τα μάτια και την ψυχή -ζωγραφική, μουσική, σκηνογραφία.
Απλώς εγώ στράφηκα στο θέατρο. Ήμουν 19-20 ετών. Είχα ήδη και μια σχολική εμπειρία, κυρίως λόγω ενός δασκάλου μου, του Απόστολου Παπαγεωργίου, ο οποίος πίστευε στην θεατρική μου κλίση. Αλλά δεν σκεφτόμουν το θέατρο επαγγελματικά, και για να είμαι ειλικρινής εκείνα τα χρόνια δεν σκεφτόμουν τίποτα. Επηρεασμένος από τον πατέρα μου, που είχε σπουδάσει γιατρός, χωρίς να το ασκήσει ποτέ, έλεγα μήπως ακολουθήσω κι εγώ αυτές τις σπουδές. Και επίσης μου άρεσε πολύ η μπάλα. Ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής».
«Ημουν ένα άσχημο παιδί, έτσι τουλάχιστον νομίζω εγώ. Με τα κορίτσια ήμουν μια χαρά αλλά όχι όπως οι γόηδες του σχολείου. Ούτε ψηλός ήμουν. Ως την πρώτη γυμνασίου ήμουν τάπας. Ένα καλοκαίρι που πήγα στο χωριό, γύρισα είκοσι πόντους ψηλότερος. Τρελάθηκαν όλοι κι εγώ μαζί.
Επέλεξα την Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης γιατί με γοήτευε όλη αυτή η μυθολογία –κι ακόμα με γοητεύει. Αυτό αποζητούσα κι εγώ από την αρχή. Έναν πυρήνα ανθρώπων που δουλεύουν όλοι μαζί σαν σκυλιά και είναι, για κάποιο λόγο, προσωπικό, ταγμένοι σ΄αυτό. Από την αρχή ένιωσα πολύ οικεία στην σχολή –είχε προηγηθεί ένα εξάμηνο στο εργαστήρι στον Ίασμο. Μου άρεσαν τα μαθήματα, η ποίηση. Στα τρία χρόνια του Τέχνης δούλεψα πολύ μέσα στο θέατρο, πέρασα απ΄όλα τα πόστα. Από πληρωμές λογαριασμών και βάψιμο, ως πρωταγωνιστής, από το πουθενά, στο “Όνειρο καλοκαιρινής νυκτός” σε σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη. Πήρα πολλά από τον Μαστοράκη. Σαν να έκανα άλλη μια σχολή.
Κάθε εποχή έχει την θάλασσα του καιρού της, την ωραία αλλά και την άσχημη
Οι γονείς μου δεν είχαν κανένα θέμα με το θέατρο. Η μάνα μου ήταν πιο εξωστρεφής, αλέγκρος και σκληρός άνθρωπος, μέσα στην ευαισθησία της. Μου έλεγε “να πας να κάνεις ό,τι θέλεις αλλά να δουλέψεις σαν σκυλί”. Ο πατέρας μου ήταν πιο μαλακός, “ό,τι θέλει η ψυχή σου, εγώ είμαι εδώ”, μου έλεγε. Τι να πω;
Όταν χάσαμε την μητέρα μου, διαλυθήκαμε, διαλυθήκαμε κυριολεκτικά. Το σπίτι ριμάχτηκε κι ας είμαστε πάντα δεμένοι και αγαπημένοι, κι ας μας ένωσε η απώλειά της. Ηταν νέα, 57. Και παρέμεινε δυνατή ως το τέλος, Ράμπο. Η μάνα μου ήταν στο νοσοκομείο όταν πέθανε η γιαγιά μου, η μητέρα του πατέρα μου –ήταν μια εποχή που βιώσαμε πολλές απώλειες μαζί, χάσαμε και τον θείο μου. Τότε λοιπόν η μάνα μου πήρε άδεια από τον Ευαγγελισμό για να έρθει στο σπίτι να φτιάξει την ψαρόσουπα για την γιαγιά και μετά να ξαναγυρίσει, Αδύναμη, ταλαιπωρημένη, άρρωστη, αλλά εκεί. Αυτή ήταν η μάνα μου, θεότρελη. Τι να λέω τώρα…»
«Της έδωσε πολλή χαρά και πολλή ζωή το βραβείο Χορν που κέρδισα (2015). Και ευτυχώς το πρόλαβε. Της το πήγα την επομένη το πρωί στο νοσοκομείο να το δει, τον σταυρό μαζί με τα λεφτά. Φυσικά χάρηκα κι εγώ με το βραβείο. Αλλά πιο πολύ χάρηκα που έδωσα τόση χαρά στην μάνα μου, σ΄εκείνη την φάση της ζωής της. Γιατί την είδα ξαφνικά να καμαρώνει –κι είχε τον διάολο μέσα της. Πιστεύω σ΄αυτό το βραβείο, που το δίνουν τόσο σοβαροί άνθρωποι, με την έννοια της υπόσχεσης. Η επιτροπή εμπιστεύθηκε κάποιους ηθοποιούς και η επιλογή αυτή τους δικαίωσε –και δεν μιλάω για τον εαυτό μου».
Η δημοσιότητα; Υπάρχει ένας κόσμος που με γνωρίζει στο κέντρο της Αθήνας, αλλά ως εκεί
Το σώμα μου το δουλεύω πολύ. Το να προσπαθείς να εκφράσεις και με το σώμα σου κάτι που δεν μπορείς να εκφράσεις μόνο με τον λόγο ή το βλέμμα, σου προσφέρει άλλο ένα εργαλείο. Για να είσαι πάνω στην σκηνή έχεις, έτσι κι αλλιώς, σχέση με το σώμα σου. Το σώμα εκπέμπει. Προσωπικά μου αρέσει το σώμα και ως εκφραστικό μέσο όπως μου αρέσει και η ακινησία μέσα στα πράγματα. Και η συστολή απαιτεί πολλή δουλειά, προπόνηση.
Ζούμε στην εποχή της εικόνας. Τα like είναι που έχουν σημασία. Όλα τα κάνουμε μέσα από το κινητό. Προσπαθώ να μην είμαι δούλος της εποχής μου αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα. Κι εγώ έχω μέσα κοινωνικής δικτύωσης κι εγώ είμαι εθισμένος στο τηλέφωνό μου κι εγώ έχω τάσεις ωραιοπάθειας, αλλά το θέμα είναι να είσαι καλά με τον εαυτό σου. Κάθε εποχή έχει την θάλασσα του καιρού της, την ωραία αλλά και την άσχημη.
Η δημοσιότητα; Υπάρχει ένας κόσμος που με γνωρίζει στο κέντρο της Αθήνας, αλλά ως εκεί. Έχω αίσθηση της πραγματικότητας. Κάνω την δουλειά μου. Δεν με ενδιέφερε ποτέ να με μάθει το πανελλήνιο για κάτι άλλο πέραν της δουλειάς μου, για κάτι που δεν με εκφράζει. Όσο μεγαλύτερη ανταπόκριση έχω τόσο πιο χαρούμενος είμαι. Με ενδιαφέρει η προσωπική επαφή με τους ανθρώπους που έρχονται να με δουν στο θέατρο. Αλλά καταλαβαίνω πόση δύναμη έχει η τηλεόραση. Μπαίνεις σε όλα τα σπίτια. Δεν έχω κάνει πολλή, αλλά δεν λέω όχι στην τηλεόραση».
«Μου άρεσε πολύ που μπήκα στην παρέα του “Λόγω Τιμής”, αγαπώ πολύ την Μιρέλλα και τον Λάμπη. Ο ρόλος μου στην σειρά είχε να κάνει με την απιστία. Όσο μεγαλώνω, νιώθω ότι δεν έχω τόσες γωνίες. Όλα αυτά, τα ερωτικά, τα συναισθηματικά, τα υπαρξιακά είναι μέσα στην ζωή. Η απιστία του μυαλού; Με σόκαρε ο χαρακτήρας του ήρωα που ερμήνευσα –τόσους μήνες δεν πήρε ένα τηλέφωνο τον άνθρωπό του. Γι΄αυτό έδειξε κατανόηση στην απιστία.
Είδα πρόσφατα στο Netflix το Marriage Story, είναι η πιο απλή ταινία του κόσμου. Κλαις από την αρχή
Δεν νομίζω ότι διαισθανόμαστε ποτέ τι σκέφτεται ο άλλος. Το θέμα για μένα είναι να ερωτευτείς με το μυαλό σου. Το σώμα έχει άλλες ανάγκες και εξάρσεις. Από την στιγμή που μπήκαν όρια στους ανθρώπους υπάρχουν οι συνέπειες. Αν δω ότι το κορίτσι μου είναι σε μια διαδικασία που παιδεύεται γιατί έχει ερωτευτεί έναν άλλον, χωρίς να έχει κάνει τίποτα μαζί του, μπορεί να πάθω και πανικό. Όχι μπορεί, θα πάθω πανικό. Θα προσπαθήσω να εξετάσω γιατί συνέβη αυτό. Ναι μεν δεν είμαστε μονογαμικά όντα, αλλά κάνεις μια συμφωνία με έναν άλλον και κυρίως με τον εαυτό σου. Το θέμα είναι πώς συμπεριφέρεσαι εσύ στον εαυτό σου. Εγώ του λέω αλήθειες, σε ενοχικό βαθμό, σε ψυχαναγκαστικά ενοχικό βαθμό. Παιδεύομαι, συνέχεια… Ο έρωτας είναι βασικό στοιχείο στην ζωή μου. Θέλω να πιστεύω ότι ο έρωτας μπορεί να είναι για πάντα –αν και τίποτα δεν είναι για πάντα. Απλώς πιστεύω ότι μπορεί να σου τύχει. Οι άνθρωποι είναι βασικά θλιμμένοι και στεναχωρημένοι. Υπάρχει μια τρομερή παρηγοριά ανάμεσά τους. Όταν υπάρχει συνεννόηση, μπορεί να είναι πολύ αγαπητικοί μεταξύ τους και να θέλουν να τιμήσουν την παρουσία του ενός στην ζωή του άλλου».
«Φοβάμαι πάρα πολύ την οικογένεια, όχι λόγω σύγκρισης με την δική μου, αλλά γιατί δεν μπορώ ακόμα να απαλλαγώ από τον ρόλο του γιου . Δεν μπορώ να το περιγράψω αλλιώς. Δεν ξέρω πώς το καταφέρνουν οι άλλοι. Έχω πραγματικά όνειρο να κάνω οικογένεια, θέλω πολύ να δω πώς θα είναι να είμαι μπαμπάς. Αλλά ακόμα αισθάνομαι γιος. Το πιο πιθανό είναι ότι αυτό στην ζωή συνδυάζεται –δεν νιώθεις ξαφνικά μπαμπάς, δεν απαλλάσσεσαι ξαφνικά από την ιδιότητα του γιου. Ίσως γιατί είμαι πληγωμένος σε σχέση με κάτι ανολοκλήρωτο, επειδή έχασα νωρίς την μητέρα μου. Δεν την γνώρισα όσο θα ήθελα. Μπορεί αυτό να ξεπερνιέται μόνο του, με την δύναμη της ζωής. Νιώθω όμως τόσο γιος. Αν και ξέρω ότι και ο πατέρας μου θα χαιρόταν πολύ με ένα εγγόνι, γιατί ούτε οι αδελφές μου έχουν κάνει ως τώρα παιδιά. Σαν να πάθαμε το ίδιο, όλοι μαζί, σαν να έχουμε το ίδιο σύνδρομο. Κάτι μας έφυγε απότομα….
Στο μέλλον θα ήθελα να με βλέπω στην ίδια δουλειά. Όπως θα ήθελα να πάρω λίγο χρόνο από το θέατρο για να κάνω λίγο σινεμά, και να ξαναμπώ πολύ ζεστά στο θέατρο. Την αγαπάω πολύ την σκηνή, την εμπιστεύομαι, την πιστεύω σε σχέση με την λειτουργία της. Όχι για ναρκισιστικούς λόγους, δεν ήμουν ούτε είμαι έτσι. Αυτό που συμβαίνει στην σκηνή και στο θέατρο, σε μεγάλες ταινίες, σε πράγματα δηλαδή που έχουν γίνει από ψυχής, είναι η λειτουργία που έχουν και για τους θεατές και για τους ηθοποιούς. Και θα ήθελα να το ζω για πάντα και ως θεατής και ως άνθρωπος που λέει τις ιστορίες. Είδα πρόσφατα στο Netflix το Marriage Story, είναι η πιο απλή ταινία του κόσμου. Κλαις από την αρχή. Η σχέση ενός ζευγαριού που είναι πολύ ερωτευμένο και ξαφνικά χωρίζει. Λέει ωραία μια ιστορία. Πόση ανάγκη έχουν οι άνθρωποι να ακούνε και να λένε μια ωραία ιστορία. Και στον “Αίαντα” αυτό κάνουμε –ένα λαϊκό θέαμα, ανάμεσα σε έναν ζωγράφο και έναν άλλο δίπλα του που λέει μια ιστορία, σαν ένας ραψωδός, σαν ένας τρελός που σε σταματάει στον δρόμο να σου πει κάτι».
Μονόλογος τραγωδίας…
«Δεν ήταν στόχος να είμαι μόνος μου στην σκηνή, ούτε και είμαι. Παρουσιάζουμε τον “Αίαντα” του Σοφοκλή και μαζί μου στην σκηνή είναι ο ζωγράφος και φίλος μου Απόστολος Χατζαράς. Μοιραζόμαστε κάτι τόσο προσωπικό, το οποίο ήρθε και αγκάλιασε ο Γιώργος Νανούρης, ο οποίος ήξερε πώς να το στήσει. Χαίρομαι που ο κόσμος το αγκαλιάζει. Αλλά ξέρω ότι αυτό μεγαλώνει την αίσθηση ευθύνης που νιώθω απέναντι σ΄αυτό που κάνω, ευθύνη, αγωνία και χαρά. Στο θέατρο η ευθύνη είναι συλλογική. Κι ας λέω μόνο εγώ το κείμενο, νιώθω ανακούφιση που είμαστε δύο επί σκηνής. Πόσο μάλλον που είναι ο κολλητός μου».
«Αίας» του Σοφοκλή, κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο Βεάκη με τον Μιχάλη Σαράντη. Μαζί στην σκηνή ο ζωγράφος Απόστολος Χατζαράς. Σκηνοθεσία Γιώργος Νανούρης