»Στο “Σώσε” μου είχε πει η Σμαράγδα, που είναι αδελφή μου, ότι “το πρόβλημά σου είναι ότι είσαι πολύ φιλόδοξος” -μπορεί να΄χει δίκιο. έχω πάρα πολύ ψηλά τον πήχη. Αναρωτιέμαι γιατί όταν από μια οικογένεια παίρνεις και αγάπη και θαυμασμό, το παιδί συνεχίζει να λέει “δείτε με” ενώ το βλέπουν. Θα μπορούσε να υπάρχει ένα ρητό για τους ανθρώπους των παραστατικών τεχνών, κατά το καρτεσιανό “σκέφτομαι άρα υπάρχω”, το “με βλέπουν άρα υπάρχω”. Δεν έχω καταλάβει από που προέρχεται αυτό. Ίσως ανακαλύψει κάποτε η επιστήμη ότι είναι γονίδιο, τι να πω. Γιατί σε μένα δεν θεωρώ ότι υπήρξε έλλειψη προσοχής. Αλλά αυτή την επιθυμία δεν την έχω εξηγήσει στον εαυτό μου –δεν την έχει η αδελφή μου, που μεγαλώσαμε στην ίδια οικογένεια.
»Το γιατί ανεβαίνουμε στην σκηνή, γιατί θέλουμε να μας βλέπουν μια εξήγηση, ισχυρή, είναι ο φόβος του θανάτου. Για μένα ο φόβος του θανάτου ήταν από μικρή ηλικία πολύ ισχυρός, χωρίς να υπάρχει σαφής λόγος. Δεν συνδέεται με τον πατέρα μου -τον έχασα στα 29 μου, ούτε με κάποιον θάνατο στην οικογένεια. Και δεν μ΄απασχολούσε ο θάνατος των άλλων, μόνον του εαυτού μου κάτι που συνεχίζει να μ΄απασχολεί. Δεν μ΄αρέσει καθόλου σαν ιδέα ο θάνατος. Ρωτάω φίλους και γνωστούς και δεν τους νοιάζει. Ούτε πιστεύω σε μια επόμενη ζωή. Βλέπω τους ένθεους φίλους μου που το πιστεύουν, και βλέπω ότι τους δίνει μια παρηγοριά. Άσε δε εκείνους που πιστεύουν ότι η προσευχή τους θα πιάσει, κυριολεκτικά, τόπο, και πόσο καλό τους κάνει. Θα μ΄άρεσε να μπορώ να το κάνω κι εγώ.
Πάνω απ΄όλα θέλω ν΄αγαπώ και ν΄αγαπιέμαι, όχι απ΄όλους, απ΄την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τις στενές μου σχέσεις, τον τρόπο που δουλεύουμε.
»Γράφω ημερολόγιο εδώ και πολλά χρόνια. Έτσι έχω μια παρακολούθηση του εαυτού μου και των θεμάτων του. Ούτε θα΄θελα ούτε θα μ΄ενδιέφερε να δημοσιοποιηθούν μετά θάνατον. Δεν είναι ούτε του Σεφέρη ούτε του Πάουλ Κλε. Αν ξέρω ότι έρχεται το τέλος μου μάλλον θα τα διαγράψω. Δεν ξέρω καν αν θα ενδιαφέρουν το παιδί μου. Είναι εκεί για μένα, σαν να θέλω να διατυπώσω τη ζωή μου. Σαν αφήγημα.
»Και κοίτα κάτι. Ο πατέρας μου πέθανε στα 72 του. Απ΄τα 69 του που΄χε σταματήσει να δουλεύει, έγραψε την αυτοβιογραφία του, την έχω σε βιβλίο. Όχι δεν τυπώθηκε, δεν ήταν για να τυπωθεί. Είχε την ανάγκη, ως άνθρωπος με ανησυχίες, να γράψει την ζωή του. Ήθελε να την διαβάσουμε. Κυρίως όμως ήθελε να την καταγράψει, σαν αφήγηση -μάλλον από 'κεί προέρχεται η δική μου ματιά στα πράγματα.
»Πολλοί άνθρωποι καλύπτονται υπαρξιακά απ΄την συνέχεια που τους δίνει η ύπαρξη των παιδιών. Δεν το΄χα σκεφτεί όταν έκανα παιδί, τώρα το σκέφτομαι. Μ΄αρέσει η αίσθηση της επόμενης γενιάς.
»Οταν έκλεισα τα πενήντα τα ευχαριστήθηκα. Στα σαράντα μ΄είχε πιάσει μεγάλο άγχος. Πριν τα σαράντα, απ΄τα 37 μου, είχα βάλει θυμάμαι ένα γκάτζετ στο κομπιούτερ μου που μετρούσε ανάποδα τις μέρες, τις ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα ως την στιγμή που θα γίνω 40, στις 6 το πρωί της 24ης Ιουλίου του 2010. Κυλούσαν τα δευτερόλεπτα και έλεγα “θα κάνω κάτι που θα΄χει κάποια μικρή αξία στην ζωή μου;”. Κι είχα πίσω μου 15 χρόνια θέατρο.