«Μια γυναίκα δολοφονείται κάθε μήνα» -Οι ελληνικές γυναικοκτονίες σε ρεπορτάζ του The Guardian
«Μια γυναίκα δολοφονείται κάθε μήνα» -ο τίτλος σχετικού άρθρου του Guardian ρίχνει τους διεθνείς προβολείς στο προσφάτως ορατό και οξυμένο αλλά διαχρονικό φαινόμενο των γυναικοκτονιών στην Ελλάδα.
Οι δημοσιογράφοι Ruth Michaelson και Μαρία Σιδηροπούλου εκθέτουν στο αγγλόφωνο κοινό τα σημεία-κλειδιά ενός φρικτού εντεκάμηνου με 13 γυναικοκτονίες (όταν γράφεται το άρθρο έχουν συντελεστεί οι 11), συνοψίζοντας το επίμονο σύνθημα των γυναικείων οργανώσεων και κινημάτων «ακόμα μία γυναικοκτονία».
Το άρθρο ξεκινά με μια εκτεταμένη αναφορά στην υπόθεση της 31χρονης Ανίσα στην Δάφνη, την οποία μαχαίρωσε μέχρι θανάτου ο σύζυγός της. Ρίχνει μάλιστα ιδιαίτερο βάρος στην καταγγελία της γειτόνισσας του ζευγαριού, που επισημαίνει ότι η αστυνομία, σε παλαιότερη κλήση της, σταμάτησε με το αυτοκίνητο στο δρόμο αλλά δεν παρενέβη ποτέ. «Όταν τη σφάξει θα ενημερώσω πρώτα κανένα κανάλι για να σας φωνάξουν», είχε γράψει. Τρεις εβδομάδες μετά, η Ανίσα ήταν νεκρή.
Τη δολοφονία της Ανίσα ακολούθησαν άλλες εφτά, όλες από συντρόφους ή πρώην συντρόφους των θυμάτων. Μάλιστα, 3 εκ των 11 θυμάτων είχαν προσπαθήσει να καταγγείλουν τη βίαιη συμπεριφορά (πλέον γνωρίζουμε ότι και η 48χρονη Νεκταρία στην Ιεράπετρα είχε κάνει το ίδιο). Ωστόσο, καμία ποινή δεν επιβλήθηκε.
Το ρεπορτάζ δίνει ιδιαίτερο βάρος στον ρόλο της αστυνομίας και των αρχών, που δεν φαίνεται να έχουν αναπτύξει τα απαιτούμενα αντανακλαστικά για την αντιμετώπιση του φαινομένου, και στον υπάρχοντα ποινικό κώδικα, ο οποίος προβλέπει ελαφρυντικά για τους δράστες όπως ο πρότερος έντιμος βίος και η ένδειξη μεταμέλειας, ενθαρρύνοντας τελικά την αντιμετώπιση της γυναικοκτονίας ως «έγκλημα πάθους» ή «κακιά στιγμή» και επιφέροντας ποινές-χάδι στους δράστες.
«Κανείς ως τώρα στην καριέρα μου δεν έχει αναλάβει την πλήρη ευθύνη για τον φόνο, κανείς δεν έχει ομολογήσει ότι το είχε προσχεδιάσει ακριβώς όπως συνέβη. Επιχειρούν να το δικαιολογήσουν λέγοντας ότι ήταν έγκλημα πάθους ή κάτι άλλο ώστε να μειωθεί η ποινή τους. Αν ο δράστης συνεργαστεί με την αστυνομία μετά, θεωρείται ένδειξη καλής συμπεριφοράς», λέει η Ιωάννα Παναγοπούλου, δικηγόρος που εκπροσωπεί οικογένειες θυμάτων γυναικοκτονίας.
Ειδική αναφορά γίνεται επίσης στις τηλεοπτικές δηλώσεις του συνδικαλιστή της Ελληνικής Αστυνομίας Σταύρου Μπαλάσκα, με αφορμή τη γυναικοκτονία στα Γλυκά Νερά, οι οποίες έμοιαζαν μάλλον με συμβουλές προς επίδοξους γυναικοκτόνους. «Εάν έπαιρνε τηλέφωνο την αστυνομία δεν θα πήγαινε ούτε 4 χρόνια φυλακή. Γιατί θα πήγαινε εν βρασμώ ψυχής σε ενδοοικογενειακό καβγά χωρίς να το θέλει εκείνη τη στιγμή και υπάρχει πρώην έντιμος βίος. Θα πήγαινε 5-6 χρόνια φυλακή. Είναι ένα νέο παιδί η ζωή του καταστράφηκε», είχε δηλώσει μεταξύ άλλων.
Κάποιες οικογένειες των θυμάτων υποστηρίζουν ότι οι δηλώσεις του Μπαλάσκα αντανακλούν την πατριαρχική δομή της ελληνικής κοινωνίας, αποτέλεσμα της οποίας είναι οι καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία να μην λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Στο άρθρο μιλούν, μεταξύ άλλων και οι κόρες της δολοφονημένης 64χρονης γυναίκας στην Αγία Βαρβάρα, υπολογίζοντας ότι η μητέρα της είχε καλέσει την αστυνομία τουλάχιστον 8 φορές, από το διαζύγιό τους το 2017 μέχρι τη δολοφονία της το 2021. Η αστυνομία, όπως υποστηρίζει, απλώς προέτρεψε τη μητέρα τους να αποφεύγει τον πατέρα τους.
Σύμφωνα με γράφημα που συμπεριλαμβάνεται στο άρθρο, τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας τριπλασιάστηκαν σε σχέση με το 2010, ενώ η δικηγόρος Ιωάννα Παναγοπούλου σημειώνει ότι δέχεται περίπου δύο με τρεις σχετικές κλήσεις την ημέρα.
Παρ΄όλα αυτά, η μέχρι τώρα χαλαρή αντιμετώπιση του φαινομένου φαίνεται να αποθαρρύνει τις γυναίκες από το να ζητήσουν βοήθεια, αφού δεν έχουν τις απαραίτητες εγγυήσεις ότι θα παραμείνουν ασφαλείς κατά τη διαδικασία.
Στοιχεία από το ελληνικό Υπουργείο Δικαιοσύνης αποκαλύπτουν σταθερά χαμηλά ποσοστά στη δίωξη και την επιβολή ποινών για ενδοοικογενειακή βία. Κατά μέσο όσο, κάθε χρόνο ασκείται ποινική δίωξη σε 3,566 άνδρες για ανάλογες υποθέσεις, από το 2016, ενώ μόλις το 23% καταδικάζεται. Παράλληλα, το ποσοστό φυλάκισης των ανδρών που έχουν καταδικαστεί για ενδοοικογενειακή βία έπεσε από το 16.4% το 2016 στο 6% το 2019, παρόλο που οι σχετικές καταγγελίες από γυναίκες είναι περισσότερες από ποτέ.
Προς το τέλος του άρθρου, γίνεται, ωστόσο, αναφορά στις κινήσεις που γίνονται ώστε να αντιμετωπιστεί ριζικότερα και πιο σωστά το φαινόμενο από την ελληνική αστυνομία, ιδιαίτερα μετά την υπογραφή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης πριν δύο χρόνια.
Μεταξύ άλλων, προβλέπεται ένα νέο τμήμα το οποίο ελέγχει πώς τα μέλη της αστυνομίας διαχειρίζονται τις καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία, αλλά και 72 αστυνομικά τμήματα σε όλη την Ελλάδα όπου τουλάχιστον ένας ή δύο αστυνομικοί είναι εκπαιδευμένοι στην αντιμετώπιση θυμάτων κακοποίησης. Όπως αναφέρεται, η ομάδα για τα δικαιώματα των γυναικών Διοτίμα έχει εκπαιδεύσει τουλάχιστον 150 αστυνομικούς για το πώς να αναγνωρίζουν την κακοποίηση, πώς να ακούνε τις επιζήσασες έμφυλης βίας αλλά και το τι προβλέπει ο νόμος.
Πάντως, η επίγευση του ρεπορτάζ είναι μια αίσθηση του κατεπείγοντος, καθώς το φαινόμενο εξακολουθεί να είναι σε έξαρση. Οι αναφορές στην ανάγκη κρατικών παρεμβάσεων, δημιουργίας δομών αλλά και νομικής αναγνώρισης του όρου «γυναικοκτονία» σε συνδυασμό με βαρύτερες ποινές διατρέχουν όλο το άρθρο και υπογραμμίζονται από τη φράση της ξαδέρφης της δολοφονημένης Ανίσα, Χριστίνας. «Το κράτος δεν κάνει τίποτα για τις γυναίκες. Τόσες γυναικοκτονίες και δεν κάνουν τίποτα».