Γιώργος Χατζηνάσιος: «Όλα ξεκινάνε απ΄τον έρωτα»

Γιώργος Χατζηνάσιος: «Όλα ξεκινάνε από τον έρωτα»

Ο Γιώργος Χατζηνάσιος είναι μουσική: Πιάνο, τζαζ, μελωδίες, τραγούδια, χορωδίες, συμφωνικά έργα, όπερα, με μια λέξη συνθέτης. Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη και από παιδί κατάλαβε ότι οι νότες είναι ο δρόμος του -ο πατέρας του ήταν κορυφαίος σαξοφωνίστας της εποχής του και καθηγητής μουσικής στο Ωδείο.

Αλλά ο Γιώργος Χατζηνάσιος είναι κάτι ακόμα: Είναι η αγάπη του για την Μαρία, την γυναίκα του. Μαζί έχουν τρία παιδιά και τρία εγγόνια. Μένει στου Παπάγου. Και πιστεύει πάντα στον έρωτα.

Τον Φεβρουάριο ανεβαίνει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών η όπερα «Ελ Γκρέκο» που έχει συνθέσει.

«Το υπόβαθρο ενός μουσικού που ξεκινάει απ΄το Ωδείο δεν είναι πάντα να γράφει τραγούδια, έχει απαιτήσεις, ανησυχίες. Θέλεις να γίνεις ένας σολίστας του πιάνου, ένας καθηγητής του Ωδείου, ένας μαέστρος Συμφωνικής Ορχήστρας, να γράφεις μιούζικαλ, συμφωνικά έργα, όπερες. Αυτά έχεις στο μυαλό σου. Αλλά στον δρόμο καταλαβαίνεις ότι πρέπει να ζήσεις.

»Αφού έκανα τις σπουδές μου -Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Παρίσι, αναγκάστηκα να προσαρμοστώ σ΄αυτό που λέμε σύνθεση τραγουδιών. Αφησα πίσω πολλά πράγματα. Αφησα την κλασσική μουσική, αν και δεν επρόκειτο να γίνω ποτέ κλασσικός. Δεν είχε ο πατέρας μου λεφτά για σπουδές κι εκείνη την εποχή αν δεν πήγαινες στην Βιέννη, αν δεν έπαιρνες τα εύσημα, αν δεν είχες γνωριμίες, δεν γινόταν τίποτα. Μπήκα στο μεροκάματο από μικρό παιδί. Από εκεί και πέρα η εξέλιξη ενός μουσικού είναι να δοκιμάσει να μπει στον χώρο της σύνθεσης, κάτι για το οποίο δεν έχεις προετοιμαστεί. Η ανάγκη σε φέρνει κι εμένα η ανάγκη μ΄ έφερε, όχι η οικονομική, γιατί ήμουν περιζήτητος στο πιάνο, αλλά ο έρωτας. Ολα ξεκινάνε απ΄τον έρωτα…

Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης για το Bovary.gr

»Κινδύνευα να χάσω την Μαρία γιατί ο πατέρας της είχε πολλές επιλογές να την παντρέψει. Την γνώρισα πριν φύγω για το Παρίσι, από εκεί αλληλογραφούσαμε, τα περίφημα “Γαλάζια Γράμματα”… Ημουν τότε στην ορχήστρα του Μουζάκη, μεροκάματο έβγαζα. Ημουν ένα νόστιμο ξανθούλη παιδάκι και κάναμε και απογευματινά, στην Πεταλούδα, στην Πλατεία Αμερικής. Κάποια στιγμή ήρθε ένα κοριτσάκι με μια μάσκα, ήταν Απόκριες, και μου εξέφρασε τον θαυμασμό του για το πιάνο που παίζω. Στο τέλος του απογευματινού ήρθε με μια φίλη της, πιο επιθετική στο φλερτ, η οποία και μου ζήτησε ραντεβού, να πάμε σινεμά. Πήγα αλλά ήταν κι η Μαρία -τότε της είπα ότι μ΄αρέσει. Τελικά η φίλη της με ήθελε για να ζηλέψει κάποιος άλλος. Κι έτσι γνωριστήκαμε με την Μαρία.

»Αργότερα, αφού είχα πάει και στρατό, μίλησα στον πατέρα της, ο οποίος και μου΄πε ότι αν δεν την παντρευτώ σε έξι μήνες, θα πρέπει να χωρίσουμε. Εγώ τότε είχα πάρει σπίτι στους γονείς μου και είχα γραμμάτια. Του είπα λοιπόν ότι λόγω αυτής της υποχρέωσης δεν θα μπορούσα να την παντρευτώ - χωρίσαμε για ένα εξάμηνο και σχεδόν αρρώστησα. Ο πεθερός μου εκτίμησε όμως την στάση μου απέναντι στους γονείς μου. Εξόφλησα το σπίτι και παντρευτήκαμε. Εχω κρατήσει τα γαλάζια γράμματα που μου΄στελνε στο Παρίσι -μόνο που έχουν γίνει κίτρινα πια.





»Τελικά παραμείναμε με την Μαρία τόσα χρόνια. Υπήρχε μεταξύ μας αυτή η ερωτική χημεία κι απ΄τους δυο μας. Αγαπούσε την μουσική μου. Ταιριάξαμε σαν χαρακτήρες, είμαστε καλοί άνθρωποι, εκείνη πιο πολύ, είναι αλτρουίστρια. Αλλα βλέπω ότι κι όλοι οι φίλοι μου, οι συμμαθητές μου απ΄το 5ο Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης που είναι εδώ στην Αθήνα, δεν χώρισαν. Και συνεχίζουμε να βρισκόμαστε, κάθε Κυριακή εδώ και τριάντα χρόνια -ταίριαξαν οι γυναίκες μας, ευτυχώς.

»Η αλήθεια είναι ότι με τα παιδιά αυτό το ξέφρενο ερωτικό πάθος κινδυνεύει, αλλά μετά την οικογένεια έρχεται η αγάπη, η αρμονία στην σχέση, στην διαλλακτική, στις αποφάσεις. Με τα παιδιά ήταν δύσκολο, με ποια έννοια όμως; Εγώ έγραφα πάντα στο στούντιο, εδώ, στο σπίτι. Εμπαινα σε μια συνθετική ατμόσφαιρα, σε μια νιρβάνα, και τα παιδιά όπως κυνηγιόντουσαν στο κήπο έμπαιναν απ΄το ένα παράθυρο κι έβγαιναν απ΄το άλλο. Εβαλα τότε εγώ κάγκελα γύρω-γύρω στα παράθυρα για να μην γίνεται αυτό.

 Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης για το Bovary.gr

»Η ύπαρξή μου ανήκει στην σχέση μου με την μουσική. Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα ήμουν αλλιώς. Μεγάλωσα μέσα σ΄ένα μουσικό περιβάλλον, ο πατέρας μου ήταν μουσικός, και τα αδέλφια μου ήταν μέσα στην μουσική. Εγώ είχα την έφεση -ήμουν και πολύ μελετηρός. Μ΄άρεσε η τζαζ και θυμάμαι έβαζα τα 45αρια σ΄άλλες στροφές για να μπορώ ν΄αντιγράφω τι παίζουν οι πιανίστες και τα έπαιζα. Ημουν μέτριος μαθητής -είχα μείνει μετεξεταστέος στα μαθηματικά. Είχα ένα βαρύ πρόγραμμα, πήγαινα σχολείο, μετά ωδείο, μελέτη, κι ύστερα έπαιζα και κάπου για να βοηθάω οικονομικά την οικογένειά μου. Ολη μέρα κάτι έκανα. Εκείνη την εποχή μας κούρευαν με την ψιλή και είχα παρακαλέσει τον Γυμνασιάρχη να μου αφήσουν λίγα μαλλιά γιατί αλλιώς δεν θα μ΄έπαιρναν στην δουλειά.

»Δεν είναι πάντα τόσο ευχάριστο το να γράφεις μουσική, μπορεί να γίνει και βασανιστικό. Στην περίπτωσή μου άλλοτε έγραφα πάνω στον στίχο, άλλοτε ήταν πρώτα η μουσική. Στην πρώτη περίπτωση η δοκιμασία είναι μεγάλη, γιατί έχεις διλήμματα -αν ο ρυθμός που διάλεξες είναι σωστός. Απ΄την άλλη όταν κάθεσαι στο πιάνο για να κάνεις μια σουίτα, ένα κοντσέρτο, εκεί είσαι μόνος με τον εαυτό σου, δεν το μοιράζεσαι με κανέναν. Αυτό είναι το σπουδαίο. Γι΄αυτό και τώρα, που πέρασε ο καιρός, επιδόθηκα περισσότερο σ΄αυτά και όχι στα τραγούδια.

»Το μοναχικό στοιχείο που έχω, άρχισε να βγαίνει μετά το ΄90, όταν πήγα σε μια εταιρεία και μου΄πε ο διευθυντής ότι από εδώ και πέρα “δεν θα βάζουμε τα ονόματα των συνθετών στο εξώφυλλο”. Τότε τελείωσε για μένα η ιστορία τραγούδι και επιδόθηκα σε πιο ανήσυχα μουσικά ακούσματα, όπως το ΄97 στην Πολιτιστική Πρωτεύουσα Θεσσαλονίκης, με το “Χρονικό της Αλώσεως”. Μετά έκανα την συμφωνική καντάτα για τον “Μεγαλέξανδρο” και τώρα τον “Ελ Γκρέκο”.

»Ενώ θεωρούμαι ερωτικός συνθέτης αλλά στα μεγάλα έργα μου τα θέματα είναι επικά. Στο τραγούδι σε καθοδηγεί κάτι άλλο. Για μένα η τζαζ είναι πολύ ψηλά, είναι επιστημονική μουσική κι έδειξα τις δυνατότητες και την αγάπη μου. Το συμφωνικό είναι ακριβό σπορ. Για να μπορέσω να το υπηρετήσω έπρεπε πρώτα να καθιερωθώ σαν μουσικός που μαζεύει κόσμο.

»Φυσικά και τα ευχαριστήθηκα όλα αυτά, δεν γκρινιάζω. Γεύτηκα και γεύομαι κάθε μέρα στον δρόμο την αγάπη του κόσμου. Και τα παιδιά μου το εισπράττουν, κι η Μαρία. Αλλά με την όπερα ή τα συμφωνικά έργα αισθάνομαι μια ολοκλήρωση γιατί ακούω την πανδαισία της μουσικής όπως την φανταζόμουν από μικρό παιδί. Υπάρχουν διαδοχικές κλίμακες στους μουσικούς, βαθμίδες. Φτάνεις σ΄ένα σημείο που ωριμάζεις και λες να κάνω και κάτι πιο ανήσυχο μουσικά. Δεν το έκανα για να εξιλεωθώ, δεν ξεπλένω τον Χατζηνάσιο μέσα απ΄την όπερα, με τίποτα. Εάν κάτι μείνει να παίζεται στο εξωτερικό δεν θα είναι τα τραγούδια μας, κανενός συνθέτη, εκτός απ΄τα κινηματογραφικά του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη. Κανένα ελληνικό τραγούδι δεν υπάρχει. Αν υπάρξει Χατζηνάσιος, αυτό θα είναι η όπερα “Ελ Γκρέκο”.

»Ναι, την υστεροφημία την έχω ανάγκη και για μένα και για τα παιδιά μου και για τα εγγόνια μου και για τους φίλους μου. Το τραγούδι δείχνει και την προσωπικότητα του δημιουργού.

»Δεν έδειξα τόσο πολύ στον κόσμο την τεχνική μου την πιανιστική, όπως το κάνει ο Στέφανος (σ.σ. Κορκολής) που συνεργαζόμαστε. Γιατί κινδύνευα να μείνω σαν πιανίστας. Κι είχα ένα μέτρο εγώ σ΄αυτό. Γιατί δεν μένεις σαν πιανίστας, δεν διαχρονίζεσαι. Οταν όμως κάνεις κομμάτια που τραγουδάνε όλες οι χορωδίες, είναι αλλιώς. Είχα αυτή την έμπνευση κι είμαι ο μόνος που έχει κάνει χορωδιακά τραγούδια σε βιβλιαράκι, το “Μια παρέα είμαστε” -πριν σαράντα χρόνια. Ολες οι χορωδίες το έχουν.

»Η αγάπη είναι πολύ τολμηρή λέξη. Αγάπησα τους φίλους, τους συμμαθητές μου. Δεν νομίζω ότι αισθάνθηκα έτσι για κανένα συνεργάτη μου. Είμαστε περισσότερο γνωστοί. Ενας μόνο είναι φίλος μου και αγαπιόμαστε οικογενειακά κι είναι φίλες και η Μαρία με την Λουκίλα, ο Μίμης Πλέσσας, ένας πραγματικά αξιαγάπητος άνθρωπος.

»Εμένα με σνόμπαραν πολύ άσχημα στην δουλειά. Ελεγαν τι δουλειά έχει ο μουσικός και γράφει τραγούδια και το δούλεψαν πολύ εναντίον μου όλο αυτό. Οι στιχουργοί δεν μου΄διναν τραγούδια. Εγώ έβγαλα 7-8 τραγουδιστές και τα περισσότερα τραγούδια μου είναι από δόκιμους στιχουργούς. Οταν άρχισα να πουλάω ήρθαν όλοι, αλλά τι να το κάνω. Οι επιλογές που έκανα ήταν ανάγκης. Αργότερα έκανα με τον Γκάτσο, τον Μάνο Ελευθερίου.

 Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης για το Bovary.gr

»Εμένα με φοβήθηκαν πολύ κι αυτό δημιουργούσε φθόνο. Γιατί μ΄όλα τα είδη που ασχολήθηκα κινηματογράφο, τηλεόραση -ο Θεοδωράκης είχε πει για το “Αγγιγμα Ψυχής” ότι είναι ό,τι καλύτερο είχε ακούσει τα δέκα τελευταία χρόνια, δισκογραφία, ακόμα και η Γιουροβίζιον έκαναν σάλο. Αυτό το φοβήθηκαν πάρα πολύ και το χρησιμοποίησαν εναντίον μου. Δεν ασχολήθηκα και ποτέ με τα πολιτικά κι ας μου το ζητούσαν συνέχεια -η Μελίνα επέμενε. Ποτέ δεν το σκέφτηκα. Πρέπει να ξέρεις αν ανήκεις σε κάτι που σου ζητάνε. Κοκκινίζω και με τα ψέματα -δεν κάνω γι΄αυτή την δουλειά. Όπως δεν κάνω και για επιτροπές σε παιχνίδια, γι΄αυτό και δεν συμμετέχω.

»Εβγαλα τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, η Τσανακλίδου έκανε με τον “Ανθρωπάκο” την πρώτη μεγάλη της επιτυχία, την Γαλάνη την συντηρούσα με τα τραγούδια μου 15 χρόνια, πριν αρχίσει να γράφει η ίδια για τον εαυτό της. Με την Γαλάνη κάναμε πολύ ωραία πράγματα. Είναι το τσέλο της ψυχής μου, το΄χω ξαναπεί αυτό. Η Γαλάνη είμαι εγώ που δεν έχω φωνή. Εμένα τραγουδούσε με την τρομερή φωνής της, χωρίς τερτίπια και δικά της στολίδια, χωρίς να το΄χουμε ποτέ συνεννοηθεί. Μετά κάναμε τον δίσκο με την Λίνα Νικολοπούλου, το “Παιχνίδι για δύο” -είναι καταπληκτικός άνθρωπος η Νικολακοπούλου, την έχω ζήσει.

»Με τον Γιάννη Σπανό δουλέψαμε πολύ αλλά παρέα δεν κάναμε -δεν έβγαινα μόνος μου εγώ, δεν πήγαινα στα μπαρ το βράδυ, ήμουν ζευγάρι. Η “Ενδεκάτη Εντολή” είναι η μεγάλη δισκογραφική επιτυχία της Νάνας Μούσχουρη στην Ελλάδα, αγαπήθηκε πολύ αυτός ο δίσκος. Ο Γκάτσος ήταν καταπληκτικός άνθρωπος, σοφός, εγκάρδιος, με χιούμορ. Κι έπειτα ο Στέφανος Κορκολής που τον παρουσίασα στην Αθήνα το ΄91, είναι ένας εξαιρετικός μουσικός, εξελιγμένος. Τον θαυμάζω πολύ κι εκείνος με λέει δάσκαλο. Σήμερα ξεχωρίζω στο πιάνο, στην τζαζ, τον Νίκο Αναδολή κι απ΄τον χώρο του τραγουδιού τον Γιώργο Θεοφάνους, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί.

»Ένα φαινόμενο που εμένα μ΄ενοχλεί τώρα, είναι ότι οι περισσότεροι τραγουδιστές έχουν γίνει και συνθέτες.

»Μετά την Γιουροβίζιον και το “Μάθημα Σολφέζ” άλλαξαν πολλά -ήταν το΄77. Για πρώτη φορά τότε έκανε απεργία το BBC σαράντα μέρες και αναβλήθηκε η Γιουροβίζιον κι έτσι απέκτησε δυναμική το τραγούδι μας. Στα γκάλοπ ερχόταν πρώτο, με δεύτερη την Ιταλία. Επιπλέον δεν είχαμε έγχρωμη τηλεόραση τότε ούτε Μέγαρο Μουσικής. Αυτοί οι λόγοι μας έφεραν πέμπτους.

»Με το “Μάθημα Σολφέζ” δημιουργήθηκε ένα κίνημα -ο καθένας προσπάθησε να επιβεβαιώσει την μελωδία, να δει αν οι νότες ήταν σωστές. Εγώ δεν ήθελα να πάω στην Γιουροβίζιον επειδή την είχε υποτιμήσει ο Χατζιδάκις και την είχε πει πανηγύρι κι εγώ δεν ήθελα να εμπλακώ. Αλλά βγαίναμε σχεδόν τελευταίοι. Οπότε όταν μου΄ρθε η ιδέα με τις νότες, να βάλω έναν κώδικα -η γλώσσα ήταν πάντα το θέμα μας, αυτό ήταν. Θυμάμαι τον Φρέντυ Γερμανό να μου λέει “μ΄αυτό που έχεις κάνει έχουμε πάρει το πρώτο βραβείο”. Εγώ διάλεξα τα παιδιά -τον Πασχάλη, είναι και κουμπάρος μου, την Μπέσυ που΄χει αυτή την φωνή, τον Ρόμπερτ. Ηθελα και την Ελπίδα. Δεν δέχτηκε κι ήρθε η Μαριάννα Τόλη που μας βοήθησε πολύ στην κίνηση. στα ρούχα -αυτά που φόρεσαν ήταν ιδέα της.

»Όχι, δεν με άλλαξε σαν άνθρωπο η Γιουροβίζιον γιατί εμένα δεν μ΄ενδιαφέρει να μ΄αναγνωρίζουν στον δρόμο. Μ΄αρέσει όμως όταν μου λένε για τα τραγούδια μου.

»Η Μαρία ήταν το κίνητρο για να γράψω και παρέμεινε η μούσα μου.

»Σαν παππούς είμαι όπως ήμουν και με τα παιδιά μου. Δεν είμαι ο παππούς που βλέπουμε στις ταινίες. Η μεγάλη μου εγγονή είναι 14, ο εγγονός μου 11 και η αδελφή του 8. Το καλοκαίρι περνάμε έναν μήνα όλοι μαζί στο Πήλιο -έχουμε το εξοχικό.

»Τι είναι ο καθένας μας και πως εξελίσσεται μέσα στην ζωή δεν μπορείς να το ορίσεις. Ο καθένας έχει το δικό του αποτύπωμα, σαν το δακτυλικό. Όταν έκανα όνειρα, ήταν για το πιάνο. Να πάω στο εξωτερικό να παίξω με κάποιον τζαζίστα, σαξοφωνίστα. Με το τραγούδι επειδή είναι εύκολη υπόθεση και γράφουν και άνθρωποι που μπορεί να μην ξέρουν μουσική, δεν αισθάνθηκα κάτι. Χαιρόμουν που γίνονταν επιτυχίες αλλά ήξερα ότι είναι η πιο χαμηλή έκφραση της μουσικής τέχνης.

»Η μουσική είναι σε έκπτωση, όπως κι η ζωή. Δεν ερωτεύονται οι άνθρωποι και χωρίς έρωτα, χωρίς φλερτ δεν γράφονται τραγούδια. Δεν υπάρχει πια το τραγούδι της διαμαρτυρίας και δεν εννοώ το πολιτικό -υπάρχει μόνο η καψούρα κι αυτή αποθεώνεται. Σήμερα γίνεται μια σκυταλοδρομία, αλλά προς το χειρότερο. Δεν ξέρω τι θα μείνει απ΄τα τραγούδια μας…».

 Φωτογραφία: Παναγιώτης Μάλλιαρης για το Bovary.gr

Οπερα, μια άλλη αναφορά στον Γκρέκο

«Το κάλλος, η αρμονία, η ισορροπία, η πνευματικότητα δεν αποτελούν στοιχεία μιας μόνο τέχνης. Αυτή η βαθιά μου πεποίθηση μου διέλυσε κάθε δισταγμό, ώστε εγώ, ένας συνθέτης, να αποπειραθώ να αποδώσω με μουσικό ήχο, το βάθος, την έμπνευση και την μεγαλοφυΐα ενός ζωγράφου, του Ελ Γκρέκο, στο μουσικό είδος μιας όπερας.

»Χωρίς αμφιβολία με την όπερα αυτή ολοκληρώνεται ένας προσωπικός καλλιτεχνικός κύκλος. Με το θάρρος ενός δημιουργού που κατέθεσε το ταλέντο του και δαπάνησε τον μόχθο του, στέκομαι μπροστά σ΄αυτόν τον έλληνα με τον μαγικό χρωστήρα και την ασκητική μορφή. Και όπως ο άλλος μεγάλος κρητικός, ο Νίκος Καζαντζάκης, δίνω την αναφορά μου. Αναφορά σεβασμού, θαυμασμού και ευγνωμοσύνης για μια παρουσία που μυστικά μου ζητούσε να επιμείνω και να μην πτοηθώ από τις κάθε είδους δυσκολίες που προέκυψαν στον δρόμο προς την ολοκλήρωση αυτού του έργου».

Η όπερα του Γιώργου Χατζηνάσιου «Ελ Γκρέκο» θα παρουσιασθεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών: 13-15-17-20/2/2024