Νίκος Ψαρράς: «Έχω υπάρξει άνθρωπος των άκρων, ευτυχώς δεν είμαι πια»
Ο Νίκος Ψαρράς έγινε πενήντα χρόνων κι όπως όλα δείχνουν η ωριμότητα του πάει πολύ. Το 2022 τον βρίσκει με μια ξεχωριστή ερμηνεία στην τηλεοπτική «Αγάπη παράνομη» ενώ παράλληλα ετοιμάζεται για τον ρόλο του Σαλιέρι στο «Αμαντέους». Οικογενειάρχης πια και πατέρας, παραμένει ένας ανήσυχος άνθρωπος που ωστόσο θέλει να απολαμβάνει μια ήσυχη ζωή.
«Αγάπη παράνομη» και έρωτες καταστροφικοί
«Ο Θεριανός, ξεκινώντας, είναι ένας θετικός χαρακτήρας, οικογενειάρχης. Κάποια στιγμή όμως, χάνει την γη κάτω απ' τα πόδια του. Ερωτεύεται και δεν ξέρει πώς να το διαχειριστεί. Χάνει την μπάλα, γίνεται αλκοολικός και για να βλέπει το κορίτσι που ερωτεύτηκε, την παντρεύει με τον γιο του και τη βάζει στο σπίτι του.
Πιστεύω ότι ένας έρωτας μπορεί να σου πάρει το μυαλό και να χαθεί η μπάλα. Όμως ο έρωτας πρέπει να είναι πηγή έμπνευσης, χαράς. Όταν γίνεται νοσηρός θα πρέπει να' χεις την ψυχραιμία να φύγεις μακριά. Όταν είσαι όμως μέσα στον κυκλώνα, πώς να το αντιμετωπίσεις;
Έχω υπάρξει άνθρωπος των άκρων. Ευτυχώς δεν είμαι πια. Είμαι 50 και δεν θ' άντεχα τέτοια ταλαιπωρία. Στα νιάτα μου ήμουν πολύ δραστήριος, έχω αγαπήσει κι έχω αγαπηθεί πολύ. Όλα αυτά μέχρι να βρεις τον άνθρωπό σου –μόλις τον βρεις και βρεις γαλήνη, νομίζω ότι πρέπει να' σαι αρκετά έξυπνος για να πεις "εδώ είμαι".
Με τον έρωτα πληγώνεσαι και λες την επόμενη φορά δεν θα το ξανακάνω. Κι όμως. Εγώ έκανα τα ίδια λάθη –και καλά έκανα και τα' κανα, για να' μαι ειλικρινής. Πάντα έμπαινα με την ίδια ορμή. Ευτυχώς που βρέθηκε ένας άνθρωπος με τον οποίο είναι όλα τόσο καλά και ψύχραιμα, που νιώθεις ότι είναι κομμάτι σου, οπότε τα πράγματα είναι σε πολύ καλή πλεύση».
Οικογένεια, η Έλενα και ο Πάνος
«Την Έλενα τη γνώρισα σε μια παράσταση που δεν έγινε ποτέ στο Εθνικό. Με το που την κοίταξα το πρώτο που σκέφτηκα ήταν αν θα μπορούσε αυτή η γυναίκα να γίνει η μητέρα του παιδιού μου. Τα πράγματα έγιναν εύκολα μεταξύ μας, σαν από πάντα. Μας πήρε βέβαια πολύ καιρό να βρεθούμε –σαράντα χρόνια! Είμαστε μαζί περίπου δέκα.
Είναι σημαντικό που με την Έλενα είμαστε στον ίδιο χώρο -καταλαβαίνει τη δουλειά μου. Η καλοκαιρινή περιοδεία είναι κάτι που της αρέσει –έρχονται μαζί με τον γιο μου και το απολαμβάνουν.
Του γιου μου δεν του αρέσει το θέατρο –τελευταία δεν του αρέσει να με βλέπει με άλλες γυναίκες. Τώρα με τη σειρά με ρώτησε για τον "γιο" μου, ("έχεις τόσο μεγάλο γιό") αλλά και για το ποια θα φιλήσω ("αμάν βρε μπαμπά..."). Του φαίνεται περίεργο όλο αυτό. Εμείς προσπαθούμε να του δημιουργούμε μια αίσθηση ασφάλειας. Ψάχνει να βρει κι εκείνος τον χώρο του, πώς θα είναι μέσα στον κόσμο. Του εξηγώ πως δεν είναι μόνο φίλοι γύρω μας. Είναι εφτάμιση στα οκτώ.
Πατέρας; Το πιο δύσκολο είναι ότι δεν έχω τον χρόνο που θέλω μαζί του. Τα παιδιά μας μεγαλώνουν μ' εμάς απόντες. Μας έχουν ανάγκη και μας το λένε με τον τρόπο τους. Από εκεί και πέρα η δυσκολία είναι να καταλάβει πως είναι ο κόσμος –εκπλήσσεται με την βία.
Ο κόσμος μας αλλάζει και αλλάζει βίαια. Δεν θα' μαστε ξανά εκεί που ήμασταν και η κάθε μέρα μάς προετοιμάζει γι' αυτό. Αυτή η εποχή δεν θα είναι ευχάριστη. Όταν ξεβολεύεσαι δεν σου είναι ευχάριστο και αντιδράς. Ο κόσμος αλλάζει: ΄Η θα τον ακολουθήσεις ή θα μείνεις απ' έξω».
Η περίπτωση της Καρυοφυλλιάς και οι φίλοι
«Νιώθω ευτυχής που δουλεύω και πάλι μαζί της, όπως νιώθουμε όλοι που είμαστε κοντά της –είτε ως φίλοι είτε ως συνάδελφοι. Η Καρυοφυλλιά είναι ένα σπάνιο πλάσμα, εργατική παράδειγμα προς μίμηση, πάρα πολύ καλό παιδί, γενναιόδωρη και υγιής άνθρωπος. Νοιώθεις ασφάλεια.
Βρίσκω ανθρώπους που μιλάμε την ίδια γλώσσα και με μεγάλη χαρά θέλω να ξαναβρεθώ μαζί τους στην σκηνή. Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Χρήστος Λούλης, Νίκος Κουρής... Η Στεφανία (σ.σ. Γουλιώτη) και η Αλκηστις (σ.σ. Πουλοπούλου) είναι νονές του παιδιού μου. Αυτοί είναι δικοί μου άνθρωποι».
Καταγγελίες, #metoo και δίκες
«Ταραχτήκμε όλοι, πολύ, αυτόν τον χρόνο. Εγώ δικαιώνω τους ανθρώπους που βγαίνουν και μιλάνε, γιατί όταν έχεις κακοποιηθεί οφείλεις να ζητήσεις μια δικαίωση. Με στεναχώρησε όμως ότι το metoo έμεινε στο θέατρο, σαν να είναι η ιστορία ενός προβληματικού χώρου. Όταν ξεκίνησε όλο αυτό χάρηκα γιατί σκέφτηκα ότι επιτέλους άνδρες και γυναίκες που έχουν κακοποιηθεί θα βγουν να μιλήσουν. Δεν έγινε, όμως, πουθενά και σε κανέναν χώρο –εκτός του αθλητισμού. Το θέμα είναι ο άνθρωπος να έχει αξιοπρέπεια και για να συμβαίνει αυτό πρέπει να υπάρχει ένα οικογενειακό και εργασιακό περιβάλλον, που θα σ' αφήσει να είσαι ελεύθερος και αποδοτικός. Είναι αδύνατον να κακοποιείσαι στη δουλειά σου να είσαι καλός.
Όσον αφορά στις δίκες, θα μιλήσει η δικαιοσύνη. Γιατί εμείς ό,τι και να πούμε είναι λόγια του αέρα -κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Κι ενώ από τη μια, στην αρχή, χάρηκα, μετά τρόμαξα, γιατί είδα να συμβαίνει αυτό που συμβαίνει πάντα στην Ελλάδα, γίναμε δύο στρατόπεδα. Υπάρχει μια ανθρωποφαγική διάθεση που με τρομάζει. Όποιος φταίει, να πληρώσει, σαφέστατα. Αλλά δεν είμαι εγώ αυτός που θα τιμωρήσει. Με προβληματίζει το δίμηνο των δικών γιατί θα υπάρξει πάλι η χαρά της κλειδαρότρυπας.
Το θέατρο είναι εκεί και εκεί θα είναι. Εμείς που κάνουμε θέατρο, αλλάζουμε, αλλάζουν οι γενιές. Βλέπω συμπεριφορές από νέους ηθοποιούς που μακάρι να τις είχα κι εγώ όταν ξεκινούσα, αλλά δεν τις είχα. Ξέραμε ότι ο θιασάρχης είναι ο δύστροπος, ο απαιτητικός και πρέπει να είμαστε σούζα. Δεν συμφωνώ μ' αυτή τη λογική. Η δική μου γενιά πιο πολύ είναι στη λογική της ομάδας και όλοι να' μαστε μια γροθιά. Μαζευόμαστε και πρέπει σ' ένα τρίμηνο να αποκτήσουμε μια κοινή γλώσσα για να διηγηθούμε μια ιστορία. Κι όταν το καταφέρουμε, είμαστε ευτυχισμένοι. Μέσα σ' αυτό το τρίμηνο, σ' αυτόν τον αγώνα, δεν μπορείς να τα πας καλά με όλους. Αυτή είναι η αγωνία μας, πώς θα συνυπάρξεις, γιατί ένα παιχνίδι είναι, "παίζω" λέμε για το θέατρο. Και πρέπει να' χεις τη χαρά του παιχνιδιού. Αν υπάρχει κακοποίηση, ψυχολογική ή άλλη βία, στεναχώρια, το αποτέλεσμα θα είναι στενάχωρο».
Η εξουσία σκηνοθέτη-θιασάρχη
«Εγώ από μικρός μίλαγα. Υπάρχει μια ιστορία που με αφορά, στην αρχή της δουλειάς, την οποία διαχειρίστηκα με αξιοπρέπεια. Πήγα, μίλησα, βρήκα το δίκιο μου. Οπότε δε θεωρώ ότι είμαι ένας κακοποιημένος άνθρωπος. Δεν χρειάστηκε να φύγω. Εκείνος σταμάτησε να το κάνει και αναφέρομαι σ' ένα μεγάλο κεφάλαιο του θεάτρου, που σήμερα δεν είναι στη ζωή. Αλλά το θέμα δεν είναι τι έκανα εγώ, αλλά εκείνοι που δεν έχουν τη δύναμη να σταθούν απέναντι. Γι' αυτούς πρέπει να νοιαζόμαστε. Πιστεύω ότι πολύς κόσμος, στον δικό μου χώρο, έχει εγκαταλείψει τη δουλειά λόγω κακών συμπεριφορών. Το ελληνικό θέατρο σίγουρα έχει χάσει.
Ξέρουμε όλοι πολύ καλά από μεγάλα κεφάλαια του ελληνικού θεάτρου, με δικούς τους θιάσους, που ήταν βασανιστές. Επειδή μπορεί να έχω δουλέψει εγώ μ' αυτούς δε σημαίνει ότι θα συμπεριφερθώ κι εγώ το ίδιο αργότερα.
Τα τελευταία χρόνια έχω την πολυτέλεια να διαλέγω σε ποιες δουλειές θέλω να είμαι και με ποιες παρέες. Οπότε, είναι πιο εύκολα τα πράγματα. Αλλά είμαι ο πρώτος που όταν δει τέτοιες συμπεριφορές, όχι μόνον στη δουλειά μου αλλά και στην καθημερινότητά μου, γιατί έτσι είμαι απ' τη φύση μου, αντιδρώ. Θέλω ησυχία γύρω μου και σεβασμό. Όπως σέβομαι θέλω να με σέβονται και να σέβονται και τους άλλους γύρω μου».
Γιώργος Κιμούλης και Ζέτα Δούκα: Μια προσωπική εμπειρία
«Θυμάμαι ότι κάθε μέρα το συζητούσαμε τότε. Αλλά τότε, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Πολύ ρώτησαν γιατί δεν βγήκες τότε να μιλήσεις. Ήταν μια περίοδος που η Αθήνα καιγόταν, είχε σκοτωθεί ένα νέο παιδί και η πόλη ήταν εμπόλεμη ζώνη. Κανένας δεν θα πρόσεχε τη δήλωση της Ζέτας. Το ότι εκείνη είχε την ανάγκη να μιλήσει τώρα είναι ένα δικαίωμά της αναφαίρετο.
Εγώ τότε της είπα γιατί δεν φεύγεις αφού είναι τόσο επώδυνο. Και μου' πε ότι δεν θα μπει σ' αυτή την λογική, σ' αυτό το παιχνίδι. "Εγώ όταν μπαίνω σε μια δουλειά, θέλω να την τελειώσω" ήταν η απάντησή της. Δυσάρεστο για μένα να βρίσκομαι σ' αυτή την θέση. Εγώ αν γίνει δίκη, αν κληθώ πρέπει να πω την ιστορία όπως έγινε.
Η πρώτη μου δουλειά ήταν με τον Γιώργο Κιμούλη, στον "Μάκβεθ" και λέω ακόμα πόσο τυχερός ήμουν που ξεκίνησα με τον Κιμούλη και την Καραμπέτη. Γιατί για ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη που δούλευε σ’ ένα μπαρ και βρέθηκε να παίζει με πρωταγωνιστές αυτού του βεληνεκούς, δεν νομίζω ότι υπήρχε καλύτερη αρχή.
Εμένα προσωπικά ο Γιώργος Κιμούλης μου έχει φερθεί πολύ γενναιόδωρα. Αλλά αυτή είναι μια άλλη κουβέντα. Μου είναι πολύ στενάχωρο ότι πρέπει να μιλήσω άσχημα για τον Κιμούλη».
Ήρθε η κάθαρση;
«Το θέατρο δεν άλλαξε τρομακτικά. Μπορεί κάποιοι να' χουν φοβηθεί, κι αυτό είναι ένα κέρδος. Είναι μια ανταγωνιστική δουλειά το θέατρο –δυστυχώς. Και κάποιος γίνεται πρωταγωνιστής όχι γιατί το αποφάσισε ο ίδιος, αλλά γιατί αποτελεί λύση σε πράγματα που ψάχνουν κάποιοι άλλοι. Εμείς καθόμαστε σπίτι μας και περιμένουμε να χτυπήσει το τηλέφωνο. Ανάλογα με το τι τηλέφωνο θα χτυπήσει, την αντίστοιχη καριέρα θα κάνεις -που θα πεις εσύ το ναι, τι επιλογές θα κάνεις. Κι αυτό δεν θ' αλλάξει στο θέατρο. Το ότι κάποιοι άνθρωποι μπορεί να πάνε φυλακή δεν σημαίνει ότι κάποιοι άλλοι που έπαιζαν δεύτερους ρόλους θα γίνουν πρωταγωνιστές. Μακάρι να γινόταν να' μαστε όλοι πρωταγωνιστές. Γι' αυτό ξεκινάς στο θέατρο –κι είναι μια στεναχώρια να το ζεις, να το βλέπεις, σε συνομηλίκους σου...
Στο Λος Αντζελες θυμάμαι μας έλεγαν ότι αν υπάρχουν εκατό ηθοποιοί που θέλουν να γίνουν πρωταγωνιστές, το μεγάλο μυστικό είναι ποιοι από αυτούς μπορούν, όχι μόνον να γίνουν, αλλά και ν' αντέξουν. Σ' εμάς δεν τελειώνουν οι εξετάσεις, ποτέ...».
Προσωπικές επιλογές
«Η τύχη είναι σημαντικός παράγοντας, σαφέστατα. Μετά από 27-28 χρόνια σ' αυτή τη δουλειά μπορώ να πω ότι στάθηκα πολύ τυχερός. Ξεκίνησα με Κιμούλη-Καραμπέτη στο θέατρο, η επόμενη δουλειά ήταν με τον Βολανάκη στην Επίδαυρο, ενώ ταυτόχρονα έκανα τηλεόραση με τον Κουσομύτη ("Πρόβα Νυφικού"). Μπορεί τότε να νόμιζα ότι αυτά ήταν δεδομένα, αλλά δεν ήταν –τώρα το λέω.
Θυμάμαι, στην πρώτη άδεια από τον στρατό αφού είχα ορκιστεί, ότι άνοιξα το κινητό μου και βρήκα μηνύματα από τον Νίκο Φώσκολο για το "Καλημέρα Ζωή" που ετοίμαζε. Μου' λεγε να φύγω από τον στρατό και να πάω στην σειρά με πολλά λεφτά, ασύλληπτα πολλά για μένα τότε. Είπα όχι, γιατί αισθανόμουν ότι έπρεπε να' χω μια συνέπεια σ' αυτά που κάνω. Το ένστικτο σε οδηγεί.
Έχω περάσει χρόνια σε σχολές με νέους συναδέλφους που ετοιμάζονται να βγουν στη δουλειά. Πάντα τους έλεγα ότι εκτός απ' τους ρόλους που θέλουν να δοκιμάσουν πρέπει να σκεφτούν και τι είδους καριέρα θέλουν να κάνουν, με ποιους θέλουν να δουλέψουν και να το κυνηγήσουν. Πιστεύω ακράδαντα ότι είναι δική μας δουλειά αυτό. Αν θέλεις "ακριβά αυτοκίνητα και ωραίες γκόμενες", αυτό είναι αποτέλεσμα μιας άλλης δουλειάς. Δεν γίνεται να' ναι αυτός ο στόχος. Αυτή η δουλειά δεν έχει λεφτά. Αυτή η δουλειά είναι μια μαγεία, ένα ταξίδι. Να' σαι πάνω στη σκηνή, να ταξιδεύεις, να συναντάς ταλαντούχους ηθοποιούς».
Σαλιέρι στο «Αμαντέους»
«Οπως τώρα με τον Γιάννη Νιάρρο –ένα υγιές, ταλαντούχο παιδί, χάρμα οφθαλμών στον "Αμαντέους" που σκηνοθετεί΄ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος.
Ο Σαλιέρι που ερμηνεύω, όταν ήταν 16 χρόνων είχε κάνει μια συμφωνία με τον θεό να είναι το μέσον της φωνής του. Αλλά όταν άκουσε την μουσική του Μότσαρτ συνειδητοποίησε ότι το μέσον ήταν ο Μότσαρτ και όχι ο ίδιος. Οπότε το μεγάλο πρόβλημά του είναι ο θεός που τον πούλησε. Και του το λέει ξεκάθαρα: Με πούλησες και ο Μότσαρτ θα είναι το πεδίο της μάχης ανάμεσά τους –θα τον καταστρέψω. Αλλά ο Μότσαρτ ήταν genius, τόσο μπροστά απ' την εποχή του. Κι είναι τόσο κρίμα που πέθανε τόσο νέος –θάφτηκε σε έναν ομαδικό τάφο μαζί με άλλους 12.
Μιλάει για την μετριότητα το έργο, αυτό είναι κυρίως το θέμα του. Πόσο τραγικό, να είσαι μέτριος και να το ξέρεις. Κι έτσι τελειώνει το έργο, με τον Σαλιέρι να λέει "μετριότητες παντοτινές του σήμερα και του αύριο μας δίνω άφεση αμαρτιών"».
Περί μετριότητας
«Κάθε μέρα με απασχολεί η μετριότητα αλλά κάθε φορά τ' αφήνω στο καμαρίνι. Οι ανασφάλειες μπορεί να είναι η πρώτη ύλη δουλειάς αλλά καλό είναι να μην τις παίρνεις μαζί σου στο σανίδι.
Δεν ζηλεύω, θαυμάζω, καμαρώνω τους συναδέλφους μου, τον Παπασπηλιόπουλο, τον Μαρκουλάκη, τον Λούλη, τον Κουρή, τώρα τον Νιάρρο. Μπορεί να πω "αχ να το' κανα κι εγώ αυτό", αλλά δεν βγάζω χολή».
Είμαι 50 χρόνων
«Δεν έχω ακόμα περάσει την κρίση των 50. Ξαφνιάστηκα όταν είδα το 5 μπροστά –νιώθω 35. Πιο πολύ με προβληματίζει ο καθρέφτης κι αυτό που βλέπω κάθε πρωί παρά τι αντίκτυπο έχει στο θέατρο. Γιατί στη δική μου τη δουλειά είναι ευλογία: Μπαίνεις σε ωραίες δεκαετίες και χρήσιμες όταν μεγαλώνεις. Χαίρομαι που δεν θα ξαναπαίξω έναν ξενέρωτο ζεν πρεμιέ. Πρέπει να συμφιλιωνόμαστε με την εικόνα μας, με το γήρας...
Τώρα είμαι ήσυχος. Αισθάνομαι χαρούμενος και μακάρι να μπορώ να ξαναβρίσκομαι με φίλους και να δουλεύουμε. Θα ήμουν αχάριστος αν δεν το έλεγα και πιανόμουν απ' το γεγονός ότι τα 4,5 χρόνια που πήγα στο Λος Αντζελες, δεν έγινα σταρ του Χόλυγουντ και δεν τα κατάφερα... Γιατί εμένα αυτά τα χρόνια με ωρίμασαν, με άλλαξαν, με προσγείωσαν. Όταν ήμουν εκεί, στεναχωρήθηκα γιατί έβλεπα ότι δεν τράβαγε. Τώρα, εκ των υστέρων που το βλέπω σκέφτομαι ότι μου' κανε καλό, γιατί δούλεψα περισσότερο υποκριτικά με τον εαυτό μου. Αν γύρναγα στα 29 μου θα το ξανάκανα κι ας ήξερα που θα με οδηγήσει».
Μικρός απολογισμός
«Δεν είμαι πια τόσο αυθόρμητος όσο ήμουν. Κατά τ' άλλα παρέμεινα ίδιος».
«Αγάπη Παράνομη» του Κωνσταντίνου Θεοτόκη – ΕΡΤ, Σάββατο 30/1 (22.00)
«Αμαντέους» του Πίτερ Σάφερ – Δημοτικό Θέατρο Πειραιά (5/2)