Ο Μιχάλης Παππάς ξετυλίγει τον μίτο της ελληνικής παράδοσης με ένα φωτογραφικό project
Η σχέση του έργου τέχνης με το τεκμήριο είναι σύνθετη και πάντως όχι πάντοτε επιθυμητή.
Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι κάθε καλλιτεχνική δημιουργία είναι αναπόφευκτα προϊόν μιας εποχής, τα projects που περιλαμβάνουν με κάποιον τρόπο την ιστορικότητα και την παράδοση, καλούνται να ακροβατήσουν σε μια πολύ λεπτή γραμμή για να αποφύγουν την «μουσειακή» καταγραφή αλλά και την τουριστική αναπαράσταση.
Στο έργο του Μιχάλη Παππά όλες αυτές οι «βαριές» έννοιες αιωρούνται χωρίς να τον περιορίζουν, καθώς εκείνος ακούραστα και επίμονα τροφοδοτεί το αρχείο του με στιγμιότυπα που συνδυάζουν τη φυσικότητα με τη σκηνοθεσία, το λαογραφικό στοιχείο με τη σύγχρονη σύλληψή του, τις παραδοσιακές φορεσιές δεκαετιών με τα φρέσκα πρόσωπα της νεότερης γενιάς.
Κουβαλώντας μέσα του μια ανθολογία από εικόνες και ιστορίες παράδοσης, οδηγήθηκε στα κείμενα και τα διαβάσματα που θα ενίσχυαν τις αναφορές του. Ως φωτογράφος πια, αποφάσισε να φέρει αυτές τις εικόνες στο φως, ξεκινώντας με το project Ήθος και πλέον τον Μίτο, με τη δουλειά του να φτάνει μεταξύ άλλων στους New York Times και το Μουσείο Μπενάκη.
Από την Έυβοια στην Κάρπαθο και τον Βόλο και από τα δωμάτια και τις κουζίνες των χωριών στα ποτάμια και τα ξέφωτα, ο Μιχάλης Παππάς καταγράφει κάτι ζωντανό και αυθεντικό, ξεκινώντας από τη λεπτομέρεια για να συνθέσει την «μεγάλη εικόνα».
Ποιες αναφορές και εικόνες σε οδήγησαν σε αυτό το είδος φωτογραφίας;
Οι αναφορές που είχα από μικρό παιδί είναι ιστορίες που μου έλεγε η γιαγιά μου η Αριστούλα και οι γονείς μου. Οι ιστορίες του πατέρα μου ήταν πιο παραστατικές πάντα. Μου έλεγε για θαύματα που είχαν συμβεί στον ίδιο. Και η γιαγιά μου, μου μιλούσε για θαύματα που της είχαν συμβεί. Τα πρώτα μου βιβλία ήταν βίοι Αγίων. Τα έβρισκα εύκολα στο σπίτι από την μητέρα μου. Μέχρι που έπεσαν στα χέρια μου τα βιβλία του Καζαντζάκη, του Λουντέμη, του Μυριβήλη και είδα τις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Όταν πήγα στη σχολή φωτογραφίας είδα όλους τους μεγάλους δασκάλους φωτογραφίας. Νίκο Οικονομόπουλο, Josef Koudelka, Diane Arbus, Vivian Maier. Μέχρι σήμερα δεν έχω σταματήσει να τους μελετώ. Δεν είναι ούτε λαογραφικό το είδος ούτε εθνογραφικό. Είναι καθαρά φωτογραφικό. Η αντιμετώπιση είναι καθαρά φωτογραφική και αυτό με έχει σώσει. Κάθε τι ξένο που θα έκανα, πέρα από φωτογραφική αντιμετώπιση, θα με έκανε ρεζίλι, ειδικά απέναντι σε μια τόσο σοβαρή και αυστηρή θεματολογία που έχω επιλέξει.
Επιθυμείς να προσεγγίζεις την παράδοση με μία σύγχρονη οπτική. Ποιο στοιχείο θεωρείς ότι κάνει τις εικόνες αυτές σύγχρονες, πέρα από την ποιότητα του εξοπλισμού; Είναι το στήσιμο, η αισθητική;
Ο καλός εξοπλισμός με βοηθάει σε αυτό το στάδιο να έχω τέλειες τεχνικά εικόνες ώστε να μπορώ να κάνω μεγάλα τυπώματα μουσειακής ποιότητας. Η δουλειά του εξοπλισμού σταματάει εκεί, δεν θα σε κάνει φωτογράφο. Έχω δημοσιεύσει φωτογραφία στους New York Times από κινητό των 250 ευρώ! Είχα στην έκθεση φωτογραφίας στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού κάποιες φωτογραφίες που είχα βγάλει με την πρώτη μου φωτογραφική μηχανή, την πιο φθηνή DSLR της αγοράς και από την ίδια μηχανή είχα μία φωτογραφία στο Musee Fragonard στις Κάννες, στη Γαλλία. Υπάρχει μία αλυσίδα στην δημιουργία της φωτογραφίας που ακολουθώ πιστά και έχει ως εξής: Ενθουσιασμός απέναντι σε αυτό που αντικρίζω. Επιλογή όχι μόνο του κυρίως θέματος, αλλά και όλων των επιμέρους στοιχείων του κάδρου, μέσα από την προνομιακή αίσθηση ότι μόνο εγώ είμαι σε θέση να αποδώσω κάτι που χωρίς εμένα δεν θα υπήρχε και δεν θα έβγαινε ποτέ στο φως. Τέλος, χαρά για την κατάφαση της φωτογραφίας με απώτερο σκοπό τη μεταμόρφωση του πραγματικού. Αν το καταφέρω αυτό θα έχω προσθέσει την προσωπική μου αισθητική και τις εμμονές μου. Και αν το τελικό αποτέλεσμα είναι εμπνεύσιμο είναι και σύγχρονο. Γιατί σύγχρονο είναι ό,τι μας εμπνέει.
Το φολκλόρ και η παράδοση συνδέονται συχνά με κάτι παρωχημένο. Παράλληλα, σήμερα υπάρχει και η τάση να τα προσεγγίζουμε και να τα ερμηνεύουμε με σύγχρονα εργαλεία. Που τοποθετείσαι σε αυτό; Πόσο «παρεμβατική» είναι η ματιά σου στην παράδοση;
Η καινοτομία βγαίνει αναγκαστικά μέσα από την παράδοση. Η άγνοιά της αποκλείει οποιαδήποτε καινοτομία. Θέλω να την διασώσω μέσα από την προσωπική μου αισθητική, και ίσως να κάνω πολλούς που δεν γνώριζαν, να ενδιαφερθούν για την παράδοση αλλά και για την φωτογραφία. Πιστεύω ότι υπάρχουν πράγματα που κανένας δε θα πρόσεχε αν δεν τα είχα φωτογραφίσει. Η Αισθητική είναι το άλλο πρόσωπο της Ηθικής. Το τελικό αποτέλεσμα θέλω να είναι σαν να έχω κάνει μία καλή πράξη. Ο Χριστός αν ήταν φωτογράφος θα ήταν ο καλύτερος φωτογράφος.
Πώς προετοιμάζεσαι για το επόμενο ταξίδι ή θέμα σου; Το βρίσκεις ή σε βρίσκει;
Πολλές φορές, με προσεγγίζουν άτομα που έχουν δει τη δουλειά μου και επιθυμούν να λάβουν μέρος με τις δικές τους αυθεντικές ενδυμασίες, προτείνοντας και τοποθεσίες που θεωρούν εμβληματικές για τον τόπο τους. Συχνά, οι τοποθεσίες αυτές είναι ακατάλληλες φωτογραφικά όπως η πέτρινη βρύση του χωριού. Το ρεπεράζ είναι αναγκαίο, για να δω το μέρος και να βρω αυτό που θα δημιουργήσει το κατάλληλο κάδρο για την εικόνα μου. Αν είναι εξωτερική η τοποθεσία με δεσμεύει ο καιρός. Αν έχει συννεφιά μπορώ να φωτογραφίσω οποιαδήποτε ώρα της μέρας. Αν έχει ήλιο θα πρέπει να πάω τις ώρες που είναι μακριές οι σκιές, ή νωρίς το πρωί δηλαδή, την ώρα που βγαίνει ο ήλιος ή το απόγευμα που πέφτει. Υπάρχει περίπτωση, θυμάμαι, που οδηγώ μέσα σε κάμπο, σε μία ατελείωτη ευθεία, αριστερά και δεξιά υποψήφιες τοποθεσίες και η μία πλευρά μου έκανε μόνο για την πρωινή φωτογράφιση και η άλλη μόνο για το απόγευμα που πέφτει το φως. Είχα έτοιμες δύο τοποθεσίες στο ίδιο μέρος για διαφορετική ώρα της ημέρας. Σε εσωτερικούς χώρους δεν με ενδιαφέρει αν θα έχει ήλιο ή συννεφιά. Μπορώ να φωτογραφίσω οποιαδήποτε ώρα της ημέρας μέχρι να πέσει το φως. Εδώ πάλι ψάχνω το κατάλληλο φόντο. Πρέπει να υπάρχει όμως ένα παράθυρο για να έχω τον φυσικό φωτισμό. Πολλές φορές έχω βρει απίστευτα κάδρα αλλά δεν υπάρχει παράθυρο ή υπάρχει στην αντίθετη πλευρά από ότι το θέλω. Αυτά πρέπει να υπολογίσω από πριν γιατί όσο σημαντικό είναι το περιεχόμενο που θα φωτογραφίσω άλλο τόσο σημαντική είναι και η φόρμα, το φόντο για να “κουμπώσω” το περιεχόμενο. Και όλα αυτά πρέπει να γίνουν μέσα σε ένα συγκεκριμένο φως. Όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα.
Υπάρχουν φορές που έχουν αλλάξει τα σχέδιά σου on the spot;
Πάντα γίνεται αυτό. Ποτέ τα πράγματα δεν είναι όπως τα έχω σκεφτεί. Είναι ένα χάος που πρέπει να βάλω σε τάξη. Αυτό είναι όλη μου η ζωή. Αυτό κάνω και όταν φωτογραφίζω. Θέλω να αποκαλύψω τη γοητεία και την ομορφιά που κρύβεται κάτω από την φαινομενική αταξία του κόσμου. Η δουλειά μου είναι, πρώτον να δείξω μία ισορροπία που δεν φαίνεται στον κόσμο και δεύτερον να αποκαλύψω ένα δικό μου κόσμο, που χωρίς εμένα δεν θα τον ξέρατε. Η εμπειρία που ξεχωρίζω είναι αυτή με την λάθος συνεννόηση για φιλοξενία. Δεν μπόρεσαν τελικά να με φιλοξενήσουν και τη νύχτα μετά το έθιμο με φιλοξένησε ένας κύριος που έμενε μόνος του σε ένα απομακρυσμένο χωριό στη Βόρεια Ελλάδα. Πίναμε κρασί, λέγαμε ιστορίες και ακούγαμε από ένα παλιό τρανζίστορ μουσική μέχρι της 24:00 που πήγα για ύπνο. Πρέπει να ήταν 04:00 όταν μπήκε φωνάζοντας μέσα στο δωμάτιο, ότι δεν με έφερε εδώ για να κοιμάμαι και να σηκωθώ να του χτυπάω παλαμάκια για να χορέψει! Και έχω σηκωθεί τα χαράματα, να χτυπάω παλαμάκια στον κύριο Κώστα, να χορέψει ζεϊμπέκικο, ένα τραγούδι που δεν καταλάβαινα καν πιο είναι από τα παράσιτα. Δεν έχασα ευκαιρία όμως και έφερα την μηχανή από το δωμάτιο και τον έχω φωτογραφία να χορεύει.
Τι σχέσεις αναπτύσσεις με τα «θέματά σου», δηλαδή τους ανθρώπους που φωτογραφίζεις;
Επιλέγω και πάω στο μέρος που ζουν νωρίτερα ώστε να περάσω κάποιες μέρες μαζί τους, επισκεπτόμενος τα σπίτια τους, τις δουλειές τους, να φάμε μαζί, συναναστρεφόμενος τους φίλους τους. Έτσι γνωριζόμαστε καλύτερα και ο αμοιβαίος σεβασμός μας αυξάνεται. Βλέποντάς τους από ένα διαφορετικό πρίσμα, καταφέρνω να καταλάβω κάποια πράγματα, όπως την ένταση της αγάπης τους για τα ενδύματα και την παράδοσή τους. Πάντα συνειδητοποιώ ότι οι άνθρωποι και η ιστορία τους αξίζουν τον σεβασμό μου γι' αυτό που είναι και για ό,τι έχουν πετύχει και αυτό με βοηθάει στην φωτογράφιση.
Ο Mitos συνομιλεί με την προηγούμενη δουλειά σου Ethos. Οι φωτογραφίες εκείνου του project έμοιαζαν περισσότερο αυθόρμητες, συχνά με κίνηση, ενώ στο Mitos φαίνεται να υπάρχει κάποια σκηνοθεσία. Πώς οδηγήθηκες σε αυτή την επιλογή και πόσο διαφορετικό είναι σαν διαδικασία;
Η έκθεση Ήθος στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού παρουσίασε για πρώτη φορά στο αθηναϊκό κοινό, εικόνες που είχα φτιάξει τα τελευταία 7 χρόνια κατά τις επισκέψεις μου σε παραδοσιακές εκδηλώσεις στην Ελλάδα. Η ίδια έκθεση ταξίδεψε στις Κάννες στη Γαλλία, στο Musee Fragonard με μια προτίμηση από τους Γάλλους σε εικόνες που δείχνουν γυναικείες παραδοσιακές φορεσιές. Εκεί γεννήθηκε η ιδέα και πέρασε σε πράξη όταν ήρθε ο καιρός που σταμάτησαν τα έθιμα και τα πανηγύρια για τον κορονοϊό. Η αντιμετώπιση στο έργο Ήθος ήταν ρεπορταζιακή, με μεγάλη προσοχή στην Σύνθεση και Αισθητική. Γεγονότα, στιγμές, συναισθήματα που βγαίνουν μέσα από κάτι που έκαναν οι άνθρωποι σε κανονική ροή ζωής. Στο έργο Μίτος απλά έχω περισσότερο χρόνο να σκεφτώ, είναι λίγο πιο ελεγχόμενο το περιβάλλον. Και δεν λέω ότι έχει περισσότερη σκηνοθεσία το έργο Μίτος γιατί σκηνοθεσία υπήρχε και στα έθιμα. Όλες οι φωτογραφίες ακόμα και οι φωτογραφίες πολέμου είναι σκηνοθετημένες. Από την στιγμή που επιλέγεις τι θα βάλεις μέσα στις τέσσερις πλευρές του κάδρου σου, τι θα αφήσεις απέξω και το πότε επιλέγεις να κάνεις το κλικ είναι σκηνοθεσία. Είσαι εκεί έξω, έχεις ένα μηχανικό μέσο, σκηνοθετείς τις σκηνές σου και κόβεις ένα κομμάτι χώρου και ένα κομμάτι χρόνου.
Αρκετές από τις φωτογραφίες του Mitos βρίσκονται σε εσωτερικούς χώρους και συχνά υπάρχει μια ενδιαφέρουσα σύνθεση που δημιουργείται με τα έπιπλα. Σε κάποιες φωτογραφίες, οι φωτογραφιζόμενοι μάλιστα πατούν πάνω τους.
Το γεγονός ότι ανεβάζω τα μοντέλα σε πολυθρόνες και κρεβάτια ξεκίνησε πρωτίστως σαν χωροταξική ανάγκη, ώστε να φαίνεται όλο το ένδυμα. «Σε κρύβει το έπιπλο, ανέβα πάνω του!». Στο τέλος το έπιπλο καταλήγει να ανάγεται σχηματικά σε βάθρο, με το μοντέλο πια να παραπέμπει σε άγαλμα, με άλλες νοηματικές προεκτάσεις.
Τα ενδύματα, οι παραδοσιακές φορεσιές λένε ιστορίες από μόνες τους...
Το 99% των ενδυμάτων που έχω φωτογραφίσει είναι προσωπικές συλλογές και είτε θα τα φοράνε αυτοί που τα έχουν, είτε τα παιδιά ή τα εγγόνια τους. Κάποιοι έχουν παραχωρήσει τα ρούχα να τα φορέσουν φίλοι τους γιατί δεν κάνουν στους ίδιους. Μέχρι τώρα αυτός ήταν ο λόγος που δεν έχω φωτογραφίσει ενδύματα από συλλόγους ή από το Λύκειο Ελληνίδων (που ξέρω ότι έχει απίστευτες φορεσιές) ή συλλογές μουσείων. Ήθελα τα ενδύματα να είναι δικά τους για να υπάρχει η σύνδεση, αληθινή ένταση και συναίσθημα την ώρα της φωτογράφισης. Ένα μνημόσυνο για τους δικούς μας, ένα παρών.
Τίθεται ποτέ ζήτημα κορεσμού ως προς το θέμα ή την έμπνευσή σου; Η, αντίθετα, νιώθεις ότι υπάρχει άφθονη πρώτη ύλη;
Είμαι στην αρχή ακόμη. Δε μου φτάνει μια ζωή για να φωτογραφίσω όλες τις φορεσιές. Τα μέρη που δεν έχω ταξιδέψει είναι πιο πολλά από αυτά που έχω πάει και οι φορεσιές που δεν έχω δει είναι ακόμα περισσότερες. Και μόνο αυτή η σκέψη μου δίνει δύναμη και έμπνευση να συνεχίσω.
Χαρακτηρίζεις τον Mito ως «ongoing project». Πότε εκτιμάς ότι θα ολοκληρωθεί η εξερεύνηση;
Αυτή τη στιγμή, το μόνο που σκέφτομαι είναι το τί θέλω να πετύχω. Αυτό που θέλω να πετύχω είναι να ταξιδέψω σε όλη την Ελλάδα και να φωτογραφίσω όλες τις παραδοσιακές φορεσιές. Το νήμα, από το οποίο είναι φτιαγμένες όλες οι φορεσιές, επιδιώκει να ενώσει και να αναδείξει τη λαϊκή κουλτούρα, τη λαϊκή τέχνη μέσα από την προσωπική μου ματιά και αισθητική. Με αυτό το σκεπτικό ήρθε και το όνομα αυτού του έργου, Μίτος / Το νήμα της Ελλάδας. Ένα νήμα που μπορεί να ενώσει όλη την Ελλάδα.
Θα δοκίμαζες κάτι εντελώς διαφορετικό στο μέλλον;
Έχω σημειωμένες πληροφορίες για πολλά πρότζεκτ που θα ήθελα να κάνω αλλά γνωρίζω πως πρέπει να είμαι συγκεκριμένος. Μου είναι πλέον φανερό ότι όσο πιο συγκεκριμένος γίνομαι, τόσο πιο γενικό ενδιαφέρον θα προκαλέσω. Μέσα από το συγκεκριμένο θα μπορέσω να μιλήσω για το γενικό. Είχα δύο σκέψεις για να επιλέξω αυτό το έργο. Η πρώτη ήταν αν θα είμαι διατεθειμένος να αφιερώσω χρόνια από την ζωή μου για αυτή τη θεματολογία και η δεύτερη αν θα κατάφερνε να με εμπνέει ώστε να μπορέσω να βγάλω τις εμμονές μου πιο εύκολα. Γιατί τίποτα δεν μπορεί να είναι πραγματικά πρωτότυπο, αν δεν είναι ουσιαστικά γνήσιο.