Μαρκέλλα Γιαννάτου:«Μαμά δεν ξέρω αν έγινα τώρα, αν θα γίνω ή αν ήμουν από πριν»
Η Μαρκέλλα Γιαννάτου είναι Κερκυραία. Από μικρή αγαπούσε τον χορό, έγινε όμως ηθοποιός. Είναι όμορφη, γοητευτική, με μια έμφυτη ευγένεια κι ένα τσαγανό που μπορεί να μην φαίνεται, αλλά εκείνη ξέρει πότε να το εκδηλώσει. Φέτος παίζει στην τηλεοπτική «Μάγισσα» και την άνοιξη ετοιμάζεται για θεατρική παράσταση. Ονειρεύεται ταινίες και ταξίδια. Ζει στην Αθήνα με την έξι μηνών κόρη της.
«Γεννήθηκα στην Θεσσαλονίκη αλλά επειδή ο μπαμπάς μου είναι Κερκυραίος μόλις τελείωσε ειδικότητα πήγαμε στο νησί. Ημουν τριών ετών. Μεγάλωσα στην Κέρκυρα. Εκεί όλα τα παιδά κάνουν κάτι σε σχέση με την τέχνη -μουσική, χορό. Οπότε εγώ έκανα μουσική και χορό από μικρή, μου άρεσε πολύ ο χορός. Ξεκίνησα από τριών κι έκανα μέχρι που τέλειωσα το σχολείο. Είχα δηλαδή μια σχέση με το σανίδι. Κάναμε παραστάσεις, ταξιδεύαμε. Στο τέλος του Λυκείου κάναμε μια μουκοθεατρική παράσταση κι έτσι ήρθα σε επαφή με το κομμάτι της υποκριτικής. Και κάτι μ΄έπιασε.
»Οι γονείς μου είναι και οι δύο γιατροί, γυναικολόγος ο πατέρας μου, παιδίατρος η μητέρα μου. Σκεφτόμουν να γίνω γιατρός ως την στιγμή που μπήκε στο μυαλό μου το θέατρο.
»Θέατρο δεν έβλεπα καθόλου, ελάχιστα πράγματα, τα καλοκαίρια. Στην Αθήνα κατέβαινα για συναυλίες. Ο μπαμπάς μου δυσκολεύτηκε λίγο με το θέατρο, γιατί ήμουν και πολύ καλή μαθήτρια. Η μητέρα μου ήταν σαν να το περίμενε λίγο. Ηρθα Αθήνα, έκανα δύο μήνες μαθήματα στο Ωδείο και πέρασα στην δραματική. Ημουν ενθουσιασμένη, μάθαινα πράγματα που αγνοούσα, πολύ ιδιαίτερα. Υπήρχε όμως μια διαφορά: Στην Κέρκυρα ήμουν σε μια πολύ καλή σχολή Χορού με έντονο το ομαδικό στοιχείο, κι αυτό δεν το βρήκα στο θέατρο, στην αρχή τουλάχιστον –ήρθε αργότερα. Αντιθέτως ήταν πολύ έντονο το ανταγωνιστικό στοιχείο.
»Η πρώτη μου δουλειά ήταν στον κινηματογράφο, άλλωστε ως παιδί ταινίες έβλεπα. Μετά την δραματική σχολή, πήγα στο εξωτερικό, στην Ρώμη, σπούδασα Φιλοσοφική, έκανα και υποκριτική κινηματογράφου, και κάπως ειδικεύτηκα στην σκηνοθεσία και στην παραγωγή, για να έχω όσο περισσότερα εφόδια μπορούσα. Με στήριζαν οι δικοί μου. Στην Αθήνα ερχόμουν για κάποιες οντισιόν.
»Πριν τελειώσω τις σπουδές είχα έρθει για ένα κάστινγκ για ταινία, κρυφά από τους δικού μου, αλλά με πήραν και έτσι τους το είπα. Ηταν οι “Μετεωρίτες”, η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά –πέρασα πολύ όμορφα. Μετά γύρισα στην Ρώμη, πήρα το πτυχίο και επέστρεψα. Μετά την ταινία ήταν πιο εύκολο το πέρασμά μου στην τηλεόραση.
»Η πρώτη μου τηλεοπτική εμπειρία ήταν άθλια –θυμάμαι σε ένα γύρισμα μιλάω σε ένα τηλέφωνο και ρώτησα τον σκηνοθέτη σε ποιον μιλάω και μου απάντησε “τι σε νοιάζει”. Είχα πάθει σοκ... Δεν ένοιωθα καλά με όσα συνέβαιναν στην σειρά παρά το γεγονός ότι είχα κλείσει καλά λεφτά για την απειρία μου.
»Είμαι από τις τυχερές, με πήραν γρήγορα σε δουλειές, δεν έτρεχα από εδώ κι από εκεί. Ισως η εξωτερική εμφάνιση να έπαιξε έναν ρόλο στην αρχή. Στα πρώτα χρόνια μου στην δουλειά είχα άγνοια και άργησα να καταλάβω ότι είμαι “ωραία”, όπως λες. Δεν το είχα αντιληφθεί. Μετά γίνεται παγίδα και πρέπει να παλαίψεις να αποδείξεις ότι είσαι καλή ηθοποιός. Κάτι που είναι λίγο άδικο γιατί στους άνδρες δεν συμβαίνει αυτό. Το βίωσα και το βλέπω ακόμα και σήμερα. Αν δούμε έναν ωραίο νέο πολύ δύσκολα θα ακούσουμε το “να δούμε πως παίζει όμως”, ενώ στις γυναίκες είναι δεδομένο.
»Ασχημες συμπεριφορές έχω βιώσει στην δουλειά μου, ακραίες όχι. Κι εμένα μου έχει συμβεί κάτι, όχι φοβερό, αλλά είχα την τύχη να συμβεί μπροστά σε κόσμο. Αντέδρασα αλλά είχα πολύ κόσμο γύρω μου. Δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα αν με είχε κλειδώσει σε ένα δωμάτιο. Προσπαθώ να μπω στην θέση ανθρώπων που έχουν αντιμετωπίσει τέτοια περιστατικά. Δεν είναι δίκαιο να λέμε ότι εγώ μπορώ να το αντιμετωπίσω. Εχει να κάνει με τις συνθήκες. Ακόμα και τώρα, που δεν είμαι νέο κορίτσι, όταν γυρίζω βράδυ σπίτι μόνη έχω μια αγωνία.
»Νομίζω ότι αυτή η δυσκολία που υπάρχει σήμερα με το politically correct για το πως θα μιλήσουμε, πως θα εκφραστούμε, καλώς υπάρχει, γιατί μας κάνει να σκεφτόμαστε και κάποια πράγματα που μπορεί πριν να μην τα σκεφτόμαστε παλιότερα.
»Θυμάμαι ότι εκεί γύρω στο 2000 υπήρχε μια συζήτηση για το τι πρέπει να έχεις κάνει ως τα τριάντα. Και ήταν πολύ στρεσογόνο. Ε λοιπόν, ας μην κάνεις τίποτα ως τα τριάντα. Κυρίως αν είσαι γυναίκα. Εμένα αυτό μου δημιουργούσε θυμό γιατί ως γυναίκα αντιμετώπιζα τις ερωτήσεις του “πότε θα κάνεις παιδί”, ερώτημα που δεν ετίθετο ποτέ σε άντρα. Οσο για το παιδί, λόγω προσωπικής συνθήκης, άργησα πάρα πολύ να αγχωθώ. Αλλά και πάλι είναι προσωπικό το ζήτημα.
»Με το παιδί στην αρχή αισθάνομουν τύψεις γιατί δεν ένοιωθα αυτό που μου έλεγαν όλοι –ότι με το που γεννάς αλλάζει ο κόσμος γύρω σου, αλλάζουν όλα. Ενοιωθα ελλειμματική. Το ότι η γυναίκα σήμερα αργεί να κάνει παιδιά, δημιουργεί διάφορα θέματα καταπίεσης εξωτερικής –είναι μια κοινωνική στειρότητα όχι βιολογική. Η πλειοψηφία των ζευγαριών που κάνουν εξωσωματική έχει να κάνει με πρόβλημα στον άντρα.
»Η κατάψυξη ωαρίων είναι από τις ευκολίες που μας έχει δώσει η επιστήμη. Εχει αλλάξει και ο τρόπος ζωής, οι προτεραιότητες και δεν ξέρω αν αυτό καταπιέζει τις γυναίκες. Εμένα η κατάψυξη ωαρίων -γιατί έκανα, με απελευθέρωσε. Δεν θέλω να γενικεύω όμως, για κάθε γυναίκα είναι διαφορετικό, άλλες τις στρεσάρει.
»Επειδή ο μπαμπάς μου είναι γυναικολόγος μου το έλεγε από τα 34-35, αλλά δεν τον άκουγα. Στα 38 μου έκανα την κατάψυξη ωαρίων. Από την πρώτη μέρα που πήγα να ενημερωθώ ως την μέρα που το έκανα πέρασε πολύ καιρός, γιατί είχα ένα ταμπού: Οτι αυτό το κάνουν γυναίκες που έχουν πρόβλημα, σαν να μπαίνεις σε διαδικασία demi-εξωσωματικής. Κι αφού έχω σταθερή σχέση γιατί να το κάνω. Θεωρούσα ότι αυτό αφορά ζευγάρια που ο ένας από τους δύο έχει πρόβλημα, παθολογικό. Δεν ισχύει όμως αυτό. Για μένα το πιο σημαντικό είναι να βγάλεις το άγχος από το κεφάλι σου, αν υπάρχει. Αν δηλαδή σου έρθει στα 45-47 να κάνεις παιδί, κάτι που είναι δικαίωμά σου, να μπορείς. Ναι, σ΄εμένα, όταν το έκανα έφυγε μια σκέψη. Ωστόσο επειδή στην σχέση που είχα υπήρχε ήδη ένα παιδί , το οποίο μεγάλωσε και μαζί μας, αυτό μου κάλυπτε το συναίσθημα –δεν σκεφτόμουν να κάνω δικό μου. Αυτό που ξέρω τώρα είναι ότι έχω την εμπειρία του τοκετού. Μαμά δεν ξέρω αν έγινα τώρα, αν θα γίνω ή αν ήμουν από πριν. Ας το πουν τα παιδιά αυτό.
»Το πρώτο τρίμηνο με την μικρή, ευτυχώς είχε έρθει η μητέρα μου από την Κέρκυρα, χωρίς εκείνη δεν υπήρχε καμία περίπτωση να τα καταφέρω. Νομίζω πως είναι το πιο δύσκολο τρίμηνο της ζωής μου. Και όχι λόγω της δουλειάς, γιατί η δουλειά ίσως και να με βοήθησε, να ξέφευγα λίγο. Είχα άγχος για το πως θα το πιάσω, δεν κοιμόμουν γιατί ξυπνούσε κάθε μιάμιση ώρα, το σώμα μου είχε αλλάξει. Δεν ήξερα αν τα κάνω σωστά ή όχι...
»Την πρώτη μέρα που γύρισα σπίτι με την μικρή, ξάπλωσα στο πάτωμα κι άρχισα να κλαίω. Δεν ήξερα τι μου συνέβαινε, δεν ήξερα γιατί κλαίω. Ηταν όμως εκεί η μαμά μου –ευτυχώς. Γιατί εκτός από μαμά μου είναι και παιδίατρος, νεογνολόγος.
»Μετά την γέννα έφυγα για δουλειά πολύ σύντομα και πέρα από το ότι μου έλειπε το μωρό, δεν είχα κανένα άγχος για το τι συμβαίνει. Καλύτερα κι από το να ήμουν εγώ!
»Η αλήθεια είναι ότι με δυσκόλεψε πολύ η συνθήκη της ζωής μου όταν γέννησα γιατί δεν ήταν έτσι προγραμματισμένο, αλλιώς τα είχα στο μυαλό μου αλλιώς έγιναν τα πράγματα. Ετσι συμβαίνει όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάτι που δεν είχαμε σκεφτεί. Αν έχω βρει την ισορροπία μου; Οδεύω προς τα εκεί.
»Δουλεύω πολλά χρόνια και θύμωσα όταν, στις “Αγριες Μέλισσες”, είπαν ότι μπήκα στην σειρά γιατί ήμουν η σύντροφος του σκηνοθέτη. Κι αφού μίλησα, κατάλαβα ότι και πάλι ενόχλησα. Ο βασικός λόγος που με θύμωσε τότε ήταν ότι αν είχε συμβεί το ίδιο αντίστροφα, άνδρας ηθοποιός-γυναίκα σκηνοθέτης, δεν θα γυνόταν καμία κουβέντα. Οταν πρωτοξεκίνησαν οι “Μέλισσες” θυμάμαι επίσης ένα δημοσίευμα για μένα ότι ο σκηνοθέτης (σ.σ. Λευτέρης Χαρίτος) ήταν ο κρυφός μου έρωτας -γιατί δεν ήταν κρυφός.
»Οι “Μέλισσες” ήταν μια καταπληκτική εμπειρία. Ξυπνούσα να πάω στην δουλειά και ήμουν χαρούμενη. Θυμάμαι με αγάπη την οικογένεια Μεγαρίτη. Είχα πολλά χρόνια να το ζήσω.
»Στην “Μάγισσα” επίσης έχουμε δεθεί πολύ, κυρίως με τον Τάσο Νούσιας και τον Αρη Νινίκα. Ηταν και οι δύο πολύ συγκινητικοί απέναντί μου το διάστημα που ήμουν έγκυος. Το τελευταίο μου γύρισμα ήταν δέκα μέρες πριν γεννήσω, κι αυτό γιατί μετά κόλλησα κόβιντ. Αλλά δεν είχα κανέναν άγχος. Η εγκυμοσύνη μου ήταν εύκολη, οι συνθήκες ήταν δύσκολες, σε προσωπικό επίπεδο, επειδή συνέβησαν άλλα πράγματα. Δεν ξέρω τι με απασχόλησε περισσότερο. Ευτυχώς είχα και την ασφάλεια του μπαμπά μου.
»Εγώ είμαι υπέρ του να δουλεύεις στην εγκυμοσύνη εκτός αν υπάρχουν ιατρικοί λόγοι. Επέστρεψα στα γυρίσματα δέκα πέντε μέρες αφού γέννησα.
»Στην “Μάγισσα” μου άρεσε που μου προτάθηκε ρόλος που δεν είχα ξανακάνει –μ΄αρέσουν οι σειρές εποχής, έχουν πιο παραμυθένια στοιχεία. Και μαζί μπήκα στην διαδικασία να διαβάσω πράγματα για εκείνη την εποχή. Κι έτσι βρίσκομαι συνεχόμενα σε δύο σειρές εποχής και αυτό θα συνεχίσει και στο θέατρο, την άνοιξη. Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο θα είμαι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου σε μια παράσταση ντοκουμέντο με την ομάδα Elephas Tiliensis σε κείμενα και μαρτυρίες του Κοτζιούλα που έχουν να κάνουν με το θέατρο του βουνού, με αντάρτες. Κι έτσι πάλι μπαίνω σε διαδικασία εποχής. Παίζουν η Δέσποινα Αναστάσογλου και ο Δημήτρης Αγαρτζίδης, ο Αρης Λάσκος κι εγώ.
»Τα γυρίσματα της “Μάγισσας” τελειώνουν Ιανουάριο-Φεβρουάριο και αρχίζω πρόβες.
»Εχω φίλους από το θέατρο, φίλους από τα παλιά, από την Κέρκυρα, απλώς δεν είμαι πολύ κοινωνική.
»Δεν αισθάνομαι ότι έχω αδικηθεί ιδιαίτερα, αλλά σίγουρα θα έχει συμβεί. Είναι τόσο ρευστό αυτό που κάνουμε, δεν είναι μετρήσιμο. Δεν με αναιρεί αν δεν με πάρουν σε μια δουλειά και πάρουν κάποια άλλη. Κι όσο πιο νωρίς το καταλάβουμε, τόσο λιγότερο θα μας πειράζει. Θυμάμαι όμως όταν ήμουν στις πρώτες μου δουλειές, ένοιωθα ότι μας αδικούν –μας μιλούσαν άσχημα...
»Το μέλλον; Τώρα είμαι πολύ στο παρόν. Πάντως με σκέφτομαι να κάνω ταινίες, αυτό είναι που θέλω, να κάνω, πολλές ταινίες. Θέλω να ταξιδέψω, σχεδιάζω ένα ταξίδι με την μικρή -άμεσα σκέφτομαι την Βαρκελώνη και του χρόνου μήπως καταφέρω και πάω Κούβα. Νομίζω ότι θα αρέσουν στην κόρη μου τα χρώματα της Βαρκελώνης...».
Η Μαρκέλλα Γιαννάτου παίζει στην «Μάγισσα». Από Δευτέρα ως Τετάρτη στις 21.00 (Ant1)