Κωνσταντίνα Γιαχαλή

«Ποτέ δεν ξέρεις»: Στο βιβλίο της Κωνσταντίνας Γιαχαλή ίσως δεις τον εαυτό σου

Η συγγραφέας και σεναριογράφος Κωνσταντίνα Γιαχαλή, εκτός του ότι υπογράφει το σενάριο της σειράς «Κι όμως είμαι ακόμα εδώ», που βλέπουμε από τη συχνότητα της ΕΡΤ με την Κατερίνα Γερονικολού και τον Γιάννη Τσιμιτσέλη, φέτος κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Ποτέ δεν ξέρεις», από τις εκδόσεις Αρμός, μια ρομαντική ιστορία, που εκτυλίσσεται στην Αθήνα του 2004.

Κεντρική ηρωίδα η Κατερίνα, μια γυναίκα με πλούσιο βιογραφικό σε αποτυχημένες έως καταστροφικές σχέσεις, που έχει κατεβάσει τα ρολά στην αγάπη, αποφασισμένη να μην ξανακάνει τα ίδια λάθη. Ο έρωτας, όμως, δεν ρωτάει και τη βρίσκει ακριβώς εκεί που έχει κρυφτεί: σπίτι της, στον νέο της γείτονα. Από μια πολυκατοικία στα Ιλίσια μέχρι το λιμάνι της Ύδρας και τους πανηγυρισμούς για τη νίκη της Ελλάδας στο Euro, η Κατερίνα και θα ερωτευτεί και θα φοβηθεί και θα κάνει πίσω και οι φίλοι της θα τρέχουν να τη βοηθήσουν να μην τα κάνει μαντάρα. Που θα τα κάνει, αλλά εμείς στο μεταξύ θα έχουμε γελάσει, γιατί αν δεν μπορείς να γελάσεις με τον φόβο, δεν μπορείς και να τον νικήσεις.

«Το "Ποτέ δεν ξέρεις" είναι το πρώτο μου μυθιστόρημα. Έχω γράψει κι ένα μικρό διήγημα, που είχε κυκλοφορήσει σε μια συλλογή με τίτλο "Το Μικρό" από τις εκδόσεις Παράκεντρος. Στην αρχή, η ιστορία της Κατερίνας προοριζόταν για σήριαλ, που τελικά δεν έγινε. Είχε γράψει έντεκα επεισόδια για να πάρει έγκριση η σειρά, αλλά λίγο πριν από το γύρισμα, τραβήχτηκε η πρίζα. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί, αλλά αυτό το έφερα κάπως μέσα μου. Οι χαρακτήρες με έναν τρόπο μού ζητούσαν να ζωντανέψουν. Το πήγα ως σενάριο και σε άλλους, αλλά ήθελαν να το μεταφέρω στο σήμερα. Όμως, για μένα είναι μια σημαντική στιγμή το 2004. Όπως και για τη σχέση της Κατερίνας, που ορίζεται από τους δυο αγώνες, τον ημιτελικό και τον τελικό, του Euro.

Η έμπνευση για την ιστορία ήρθε όταν ζούσα στα Ιλίσια, σε μια πολυκατοικία, όπου έμεναν μόνο συνταξιούχοι, ή οικογένειες με παιδιά. Με την αδερφή μου ήμασταν οι μόνες τριαντάρες. Κάποια μέρα λοιπόν, βασικά ένα βράδυ, μετά από μια έξοδο, αποχαιρετώντας τις φίλες μου, από το ασανσέρ βγαίνει ένας νεαρός. Αυτή η εικόνα εκείνου του άνδρα που βγαίνει από την πόρτα και τέσσερα κορίτσια τον κοιτάζουν έκπληκτα, μου καρφώθηκε στο μυαλό.

Η Κωνσταντίνα Γιαχαλή

Η Κατερίνα, η κεντρική ηρωίδα, είχε μόνο κακές σχέσεις στη ζωή της. Στα τριάντα της αποφασίζει να μείνει μόνη της. Στα τριάντα τρία λοιπόν, έχει περάσει τρία χρόνια ευτυχισμένη, γιατί δεν περιμένει κανέναν άνδρα να της χτυπήσει την πόρτα. Ίσως γιατί φοβάται πως όσα έχει χτίσει τόσα χρόνια, θα χαθούν. Οπότε, όταν γνωρίζει τον νέο της γείτονα, κάνει πίσω. Η παρέα της όμως σκηνοθετεί διάφορες καταστάσεις για να φέρουν κοντά αυτούς τους δύο ανθρώπους. Για παράδειγμα, μια φίλη της πληρώνει τη ΔΕΗ του, για να τους αναγκάσει να μιλήσουν. Αυτό σήμερα βεβαία δεν θα συνέβαινε, αλλά τότε παλευόταν να πληρώσεις κι έναν λογαριασμό για να γνωρίσεις έναν έρωτα!

Το 2004 ήταν μια χρονιά νίκης, θα λέγαμε, για τη χώρα. Κερδίσαμε το Euro από εκεί που δεν το περίμενε κανείς, περιμέναμε τους Ολυμπιακούς, ακόμα και ο Ρουβάς βγήκε τρίτος στη Eurovision. Ήταν επίσης η χρονιά που ξεκίνησα τη συγγραφική μου πορεία, τότε παίχτηκε το πρώτο μου θεατρικό και άρχισα να γράφω για τις "Επτά θανάσιμες πεθερές". Αυτό όμως το βιβλίο είναι κι ένα homage στη γυναικεία φιλία. Για εκείνα τα χρόνια που καθόμασταν ατελείωτες ώρες και μιλούσαμε για σχέσεις και για έρωτες. Τώρα πια δεν έχουμε αυτό τον χρόνο.

Έστειλα στον εκδοτικό μου οίκο, τον Αρμό, το βιβλίο μου και σε δυο μέρες μου απάντησαν. Είναι εξαιρετικοί συνεργάτες, σε νοιάζονται ως άνθρωπο, δε σε βλέπουν μόνο ως αντίτυπα. Περνάς καλά νομίζω με αυτό το βιβλίο, διαβάζοντάς το -βασικά αυτό ήθελα. Ένας φίλος μου είπε πρέπει να συνταγογραφείται, γιατί είναι αγχολυτικό. Αυτό μου άρεσε πολύ. Και χαίρομαι, όταν μου λένε διάφοροι φίλοι και γνωστοί, που το έχουν διαβάσει, ότι γέλασαν. Δεν ξέρω αν θα γράψω ένα βιβλίο σαν αυτά που διαβάζω, καθαρή, υπέροχη λογοτεχνία...

Τώρα διαβάζω Φώκνερ, επίσης διάβασα και το τελευταίο του Ξανθούλη, ενθουσιάστηκα. Μου αρέσει ο Κορτάσαρ και τόσοι ακόμα... Έχω ακόμα δρόμο για να φτάσω ως εκεί. Δεν ξέρω κι αν θα τα καταφέρω κιόλας ποτέ... Είμαι φανατική αναγνώστρια. Μπήκα σε σειρά από μικρή, γιατί πήγαινα σε ένα λαϊκό αναγνωστήριο στην Πάτρα. Εκεί μια κοπέλα, η Μαντώ, που έμοιαζε με ξωτικό, με μύησε στον κόσμο της λογοτεχνίας. Αυτή μου είπε ότι πρέπει να ξεκινήσω από τους κλασικούς. Επίσης, όταν δανείζεσαι βιβλία, γίνεσαι τακτικός αναγνώστης. Διαβάζω λοιπόν πολύ, αλλά πλέον παρατάω βιβλία στη μέση όπως και ταινίες. Είμαι πια 49. Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο.

Ο φόβος κρατάει πίσω τους ανθρώπους και παρόλο που συχνά μόνο μια πόρτα μας  χωρίζει, διστάζουμε να την περάσουμε. Είναι πράγματα που έχουν συσσωρευτεί μέσα μας, άσχημες εμπειρίες που μας έτυχαν και όλα κάπως μας φοβίζουν. Δεν είναι κακό να φοβάσαι, αλλά πρέπει να προχωράς κι ας φοβάσαι. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις. Η φράση αυτή είναι στάση ζωής. Προχωράς, γιατί δεν μπορείς να προεξοφλήσεις το τέλος, ποτέ δεν ξέρεις πώς θα πάνε τα πράγματα. Το έχω αυτό κι εγώ, πάντα με κινεί η περιέργεια, ποτέ δεν με σταμάτησε μια πιθανή αποτυχία.

Δεν ταυτίζομαι με την Κατερίνα. Όταν έστηνα τους χαρακτήρες, διαπίστωσα ότι υπάρχουν κομμάτια γνωστών και φίλων μου σε όλους τους ήρωες. Αναγνωρίζω και κομμάτια δικά μου συχνά, τους βάζω να λένε πράγματα που έχω πει, ή θα ήθελα να πω και δεν τόλμησα, επειδή φοβήθηκα. Τους αγαπώ όλους τους ήρωες μου, ακόμα κι αυτούς που φαίνονται λιγότερο συμπαθητικοί.

Το βιβλίο αυτό  προέκυψε από μια εικόνα. Κάπως έτσι ξεκινάω να γράφω γενικώς. Στη συνέχεια, βάζω ένα «τι θα γινόταν αν»... Φτιάχνω τον χώρο και ξεκαθαρίζω για τι   προορίζεται αυτή η ιδέα. Μετά παίρνω μολύβι και χαρτί και γράφω. Το βασικό όμως για να προχωρήσω είναι ο διάλογος. Αν δω ότι μπορώ να βρω πώς μιλάνε οι χαρακτήρες, τότε συνεχίζω.

Ξεκίνησα ως ηθοποιός, αλλά μου άρεσε από μικρή να γράφω. Δεν τα πήγαινα καλά στις περιγραφές όμως. Μετά από μια δυο απόπειρες, είπα ότι δεν είμαι συγγραφέας. Αλλά μου έβγαιναν οι διάλογοι. Στο θέατρο κατάλαβα τελικά τι μπορώ να γράψω. Μετά από μια αποτυχημένη οντισιόν, σε ένα τσιπουράδικο στου Ψυρρή μου είπε μια φίλη να κάτσω να γράψω. Έτσι προέκυψε το πρώτο μου θεατρικό και στη συνέχεια μπήκα στην τηλεόραση. Είχα κόσμο που με βοήθησε να μάθω, τότε δεν υπήρχαν ακόμα σχολές, ούτε καν μεταφρασμένα βιβλία. Να φανταστείς έπαιρνα βιβλία από το Amazon για να μάθω. Στη συγγραφή ανακάλυψα τι μου έλειπε. Η παράσταση μου δημιουργούσε πάντα μια μελαγχολία, αυτό το θνησιγενές του θεάτρου δεν υπάρχει στο γράψιμο, γιατί ακόμα κι όταν μια ιστορία ολοκληρωθεί στο χαρτί, οι χαρακτήρες και ο κόσμος της μένουν πάντα ζωντανοί.

Παλιά μου άρεσαν πολύ οι ρομαντικές κομεντί, όσο μεγαλώνω όμως μου έρχονται κι άλλες ιδέες. Πιο κοινωνικές, ιστορίες πιο οικογενειακές. Ίσως επειδή ερωτεύτηκα. Και από τη στιγμή που την έζησα τη δική μου ρομαντική ιστορία, δεν είχα ανάγκη να σκεφτώ άλλες. Ρομαντισμός για μένα είναι να σε νοιάζεται ο άλλος, να ξέρει τι σου αρέσει και να κάνει τον κόπο να σου του δώσει, να σου φέρει έτσι στα ξαφνική την αγαπημένη σου σοκολάτα, ας πούμε. Στα λόγια δεν δίνω σημασία. Οι σχέσεις όμως κρατάνε μόνο με την αγάπη: με την αγάπη ο άλλος σε σέβεται, κάνει υπομονή, αναβάλλει έναν καβγά για  αργότερα.. Και ναι, ποτέ δεν ξέρεις αν θα κρατήσει. Φυσικά εύχεσαι το "για πάντα", αλλά το πας μέρα με τη μέρα. Καμιά φορά ένα καλό μυστικό να κάνεις μικρά διαλείμματα στην αγάπη. Να πεις «εγώ τώρα για δυο ώρες δεν θα σε αγαπάω». Λειτουργεί!

Το γράψιμο είναι μια δουλειά ιδανική, όταν έχεις παιδιά. Η μητρότητα σε βάζει σε μια σειρά, γιατί δεν έχεις όλο τον χρόνο στη διάθεσή σου. Οπότε φτιάχνεις ένα πρόγραμμα καθημερινό και συγκεκριμένο, δεν κάθεσαι και χαζεύεις. Τώρα γράφω όταν τα παιδιά είναι στο σχολείο, αλλά και το απόγευμα, επειδή πια έχουν μεγαλώσει. Θεωρώ ότι είμαι τυχερή σε αυτό το κομμάτι.

Η Κωνσταντίνα Γιαχαλή

Μου αρέσει που γίνονται πολλές δουλειές στην τηλεόραση στο κομμάτι της μυθοπλασίας. Ως θεατής βλέπω σήριαλ, βαριέμαι τα reality. Μου αρέσει λοιπόν αυτή η άνθηση της μυθοπλασίας. Μου αρέσει που περισσότερος κόσμος έχει δουλειά, γιατί είμαστε μια μικρή αγορά. Κακό δεν κάνει η ποσότητα, αλλά η προχειρότητα. Σημασία έχει να γίνονται καλές δουλειές. Δεν μας λείπει κάτι, μπορούμε να κάνουμε καλές παραγωγές: έχουμε εξαιρετικούς δημιουργούς, ηθοποιούς, σεναριογράφους, τεχνικούς. Λίγο πιο τολμηρούς θα μας ήθελα στην τηλεόραση. Να ανοίξουμε και θέματα που θα μας ξεβολέψουν.

Μετά από τρία χρόνια συνεχόμενα, αυτό είναι το πρώτο καλοκαίρι που δεν δουλεύω και θα κάνω διακοπές. Οπότε, είμαι σε συζητήσεις για ένα καινούργιο σήριαλ, αλλά για τη δεύτερη σεζόν. Θέλω να ξεκινήσω και το επόμενό μου βιβλίο, γιατί πραγματικά πέρασα πολύ καλά , γράφοντας το "Ποτέ δεν ξέρεις". Η ιδέα υπάρχει. Στον υπολογιστή μου, έχω έναν φάκελο που ρίχνω συνέχεια ιδέες, οπότε πάντα σχεδόν έχω υλικό.

Το «Ποτέ δεν ξέρεις» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.