Καίτη Γκρέι: Η μυθιστορηματική ζωή μιας μεγάλης φωνής- Πέθανε σε ηλικία 100 ετών
Τραγούδησε για τα βάσανα και τους καημούς του κόσμου, εκφράζοντας μια ολόκληρη γενιά. Η αισθαντική φωνή της, οι βιρτουοζιτέ ερμηνείες της, αλλά και η σκηνική της εξωστρέφεια έκαναν την Καίτη Γκρέι μια από τις μεγαλύτερες κυρίες του ελληνικού τραγουδιού.
Η Αγγελική Καλαϊτζή, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 14 Μάιου 1924 στο χωριό Μυτιληνιοί της Σάμου σε μια πολύτεκνη οικογένεια. «Γεννήθηκα στη Σάμο. Όταν ήμουν ενός χρονού με υιοθέτησε ένα αντρόγυνο, μεγάλοι άνθρωποι, στα Ταμπούρια του Πειραιά, Καισαρείας 14. Η μαμά μου, η πραγματική, δεν έδωσε μόνο εμένα για υιοθεσία, έδωσε και τον αδερφό μου, το Γιάννη. Δεν μπορούσε να μας ζήσει. Τέτοια φτώχεια στη Σάμο. Το προξενιό, γι' αυτή την υιοθεσία, το 'κανε η αδελφή της θετής μου μαμάς, που έμενε κι αυτή στη Σάμο. Το νέο μου μπαμπά τον λέγανε Κώστα και τη μαμά μου Ευρύκλεια», γράφει η ίδια στην αυτοβιογραφία της με τίτλο «Αυτή είναι η ζωή μου».
Ο θετός της πατέρας πέθανε, όταν ήταν εφτά χρόνων. Η θετή της μητέρα, την οποία η Καίτη Γκρέι λάτρευε, δούλευε σκληρά για να τη μεγαλώσει, αλλά και η ίδια βγήκε μικρή στη βιοπάλη για να τα βγάλουν πέρα, κάνοντας πολλές δουλειές: καθαρίστρια σε χρυσοχοείο, εργάτρια στην επεξεργασία της ελιάς, σε υφαντουργείο, σε μοδιστράδικο, οικιακή βοηθός, πωλήτρια σε ζαχαροπλαστείο, ώσπου μια συνάντηση θ’ αλλάξει τη ζωή της.
Ο αγαπημένος τραγουδιστής της Καίτης Γκρέι, που υπήρξε και πρότυπό της, ήταν ο Τζίμης Μακούλης, που τον γνώρισε στο καφενείο «Πανελλήνιο», όπου είχε πάει να τον δει με μια φίλη της. Επειδή ήταν πολύ όμορφη και εντυπωσιακή, ένα διάσημο χορευτικό ζευγάρι, το «Ντούο Ρεξ», την πλησίασε εκείνο το βράδυ και της πρότειναν συνεργασία.
Εκείνοι της έκαναν μαθήματα χορού και την έβγαλαν στην πίστα. Επειδή όμως το μεροκάματο ήταν μικρό, άρχισε να τραγουδάει. Μετά, άρχισε να δουλεύει ως ηθοποιός στα μπουζούκια της Ρίτας Τσάκωνα και αργότερα τραγούδησε με τον Γιάννη Βέλλα, καθώς και άλλους καλλιτέχνες του ελαφρού τραγουδιού..
Αν και ξεκίνησε με ευρωπαϊκό ρεπερτόριο, το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε το 1952 ήταν λαϊκό, «Το μαράζι» του Γιώργου Μητσάκη, που έκανε τεράστια επιτυχία. Έτσι, κατάφερε να γίνει το πρώτο όνομα στα μεγαλύτερα κέντρα, αλλά και να γραμμοφωνήσει όλους τους μεγάλους συνθέτες της εποχής.
Η Καίτη Γκρέι ερμήνευσε σε πρώτη εκτέλεση τραγούδια μεγάλων συνθετών, όπως οι Βαμβακάρης, Παπαϊωάννου, Τσιτσάνης, Μητσάκης, Κολοκοτρώνης, Παπαγιαννοπούλου, Βίρβος, Δερβενιώτης, Μπακάλης, Ζαμπέτας, Τζαβέλλας, και συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού τραγουδιού: Εσκενάζυ, Παγιουμτζή, Καζαντζίδη, Μπιθικώτση, Πάνου, Λίντα, Διονυσίου (τον οποίο και ανέδειξε), Νταλάρα, Αλεξίου, Γαλάνη, Βιτάλη, Πρωτοψάλτη, Γαβαλά, Σακελλαρίου, Ζαγοραίο, Γαλάνη, το συγκρότημα Εκείνος και εκείνος, Δάντη, Κορκολή, Βαρδή κ.α
Για ένα μεγάλο διάστημα βρέθηκε στα μεγαλύτερα κέντρα της Αμερικής, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Γερμανίας, γνωρίζοντας τον Έλβις Πρίσλευ, τον Τζίμ Χέντριξ, την Ρίτα Χέιγουορθ, την Μαρία Κάλλας, τον Σταύρο Νιάρχο και τον Αριστοτέλη Ωνάση. Όταν εμφανιζόταν στην Νέα Υόρκη, την είχαν χαρακτηρίσει «τρόμο της 8ης Λεωφόρου», γιατί παρατηρούνταν κοσμοσυρροή στο μαγαζίπου τραγουδούσε.
Τη δεκαετία του ΄60, η Καίτη Γκρέι ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη τραγουδίστρια, παίρνοντας για κάθε της εμφάνιση 8.000 δραχμές, ένα αστρονομικό ποσό για την εποχή. Αυτό αναγνωρίστηκε και από τα ελληνικά δικαστήρια σε μια δικαστική μάχη, που υπήρχε με ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου.
Η Καίτη Γκρέι ηχογράφησε περισσότερα από 1.500 τραγούδια, ενώ έπαιξε σε 19 ταινίες ως ηθοποιός και τραγουδίστρια. Το 1996 αποσύρθηκε από τη δισκογραφία και τις πίστες.
Το 1995 ο Κώστας Φέρρης υπογράφει συμβόλαιο με τον ΑΝΤ1 για τη μεταφορά της θρυλικής ζωής της στην μικρή οθόνη. Ωστόσο, το σχέδιο αυτό δεν έμελλε να επιτευχθεί εξολοκλήρου, μιας και το κόστος του προϋπολογισμού ήταν μεγάλο. Έγιναν κάποια γυρίσματα σε Ελλάδα, Τουρκία και Αίγυπτο, όμως σταμάτησαν γρήγορα. Το τραγούδι των τίτλων «Εγώ σε νίκησα ζωή» με ερμηνευτή τον Γιάννη Πάριο δεν βγήκε ποτέ στη δισκογραφία.
Το 2006, η Καίτη Γκρέι κυκλοφόρησε την αυτοβιογραφία της, με τίτλο «Έτσι όπως τα έζησα».
Οι έρωτες της ζωής της Καίτης Γκρέι
Η Καίτη Γκρέι σε ηλικία 14 χρονών παντρεύτηκε έναν άντρα μεγαλύτερό της 22 χρόνια, τον Νίκο Ηλιάδη. Έμειναν μαζί δύο χρόνια, έφερε στον κόσμο δύο αγόρια, τον Βασίλη και τον Φίλιππο, αλλά όταν χώρισαν, το ένα παιδί της έμεινε σε μια θεία της και το μικρότερο το έκλεισαν στο ορφανοτροφείο, χωρίς την άδειά της.
Όταν το έμαθε, το έκλεψε από το ορφανοτροφείο. Παντρεύτηκε αμέσως τον χρυσοχόο Μιχάλη Παπαναστασόπουλο και πήρετα παιδιά μαζί της. «Ήμουν έξι μηνών έγκυος, όταν γέννησα τον Βασίλη μου. Πήγαν το βάφτισαν άρον άρον και μου το έφεραν πίσω. Πίστευαν όλοι ότι θα πεθάνει. Ήταν τόσο μικρό που δεν μπορούσε ούτε να φάει τίποτα. Πέρασα πολλά μαρτύρια, μέχρι ο Βασίλης μου να ενηλικιωθεί. Είχα φτάσει στο σημείο μέχρι και να πάω να αυτοκτονήσω από την Ακρόπολη. Προτιμούσα να πεθάνω μαζί με το παιδί μου παρά να το αφήσω οπουδήποτε ή να μου το πάρουν σε ορφανοτροφείο», έγραφε, μεταξύ άλλων, στην αυτοβιογραφία της η μεγάλη ερμηνεύτρια.
Δυστυχώς, ο Βασίλης Ηλιάδης πέθανε, όταν εκείνη πλέον ήταν σε μεγάλη ηλικία και υπέφερε από άνοια. Οι δικοί της της έκρυψαν την αλήθεια για έναν χρόνο σχεδόν, επειδή όμως εκείνη συνέχισε να ρωτάει επίμονα για την εξαφάνισή του, τελικά ο άλλος της γιος της είπε την αλήθεια. Από τότε κατέρρευσε οριστικά.
Τη ζωή της Καίτης Γκρέι σημάδεψε ο αρραβώνας της με τον Στέλιο Καζαντζίδη, που κράτησε πέντε χρόνια. Τον γνώρισε, μόλις εκείνος είχε επιστρέψει από τη Μακρόνησο, μέσω της μητέρας του, της Γεσθημανής, την οποία η Γκρέι βοηθούσε οικονομικά. Ο Καζαντζίδης στη δική του βιογραφία είχε αναφέρει πως εκείνη του ζήτησε να χορέψουν ένα τανγκό την πρώτη μέρα που συναντήθηκαν, αλλά η Γκρέι το αρνήθηκε, λέγοντας πως ήταν δική του πρόταση, όπως και να το πάνε για φαγητό την επόμενη μέρα.
Έγιναν ζευγάριπαρ' όλα αυτά μετά απο εκείνον τον χορό και αρραβωνιαστήκαν ύστερα από ένα φιλί. Οι κοινές τους εμφανίσεις στον «Ζέφυρο» στο Νέο Ηράκλειο και στον «Αστέρα» στα Γερμανικά της Κοκκινιάς έχουν περίοπτη θέση στις χρυσές σελίδες του λαϊκού τραγουδιού, ενώ η σχέση τους ήταν θυελλώδης. «Ήμουνα πέντε χρόνια με τον Καζαντζίδη. Ήταν ο πρώτος μου έρωτας. Μην νομίζεις ότι πέρασα καλή ζωή μαζί του. Δεν την μπορώ τη ζήλια!» είχε εξομολογηθεί σε συνέντευξή της το 2018 στο πολιτιστικό ένθετο «ΦιλGood» της εφημερίδας «Ο Φιλελεύθερος», ενώ σε άλλη φάση είχε πει:
«Μ΄ άρεσε και σαν άντρας ο Στέλιος, γιατί, λέω, ότι τότε δεν ήτανε ο Καζαντζίδης, αυτό το λέω γιατί εγώ τον αγάπησα σαν Στέλιο, τον Καζαντζίδη, γιατί ήτανε ωραίο παιδί κι είχε και ωραία ψυχή. Είχε μόνο ένα ελάττωμα. Το έχουν όλα τα παιδιά, αλλά αυτός το είχε παραπάνω, απ΄ ό,τι έπρεπε. Αγαπούσε πολύ τη μητέρα του. Κι εγώ είμαι μάνα κι εγώ αγαπώ τα παιδιά μου κι αυτά με αγαπάνε. Δεν τα εμπόδισα όμως ποτές στην ευτυχία τους. Πήρανε αυτές που θέλανε. Δεν τους είπα να μην τις πάρουνε, ας ήτανε φτωχές, ας ήτανε οτιδήποτε. Τ΄άφησα και φτιάξανε τη ζωή τους, όπως τη θέλανε αυτά. Εκείνη όμως επηρέαζε πάρα πολύ το Στέλιο κι αυτό ίσως κατέστρεψε και μένα κι εκείνον».
Αργότερα, αρραβωνιάστηκε με τον ηθοποιό Ανδρέα Μπάρκουλη, τον μόνο άνδρα που την αγάπησε πραγματικά, όπως έχει παραδεχτεί. Η σχέση τους τότε ήταν γεγονός και είχε απασχολήσει τα Μέσα της εποχής. «Την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε με τον Μπάρκουλη, με έκλεψε...Ήταν το 1959. Δουλεύαμε και οι δύο στη Θεσσαλονίκη. Μια μέρα ήρθε ο ηθοποιός Κώστας Κακαβάς στο ξενοδοχείο, όπου μέναμε, και με ρώτησε αν είχα δεσμό με τον Μπάρκουλη. Εγώ αρνήθηκα και θυμωμένη τον ρώτησα ποιος του το είπε αυτό. Κι εκείνος μού απάντησε: ”Ο Μπάρκουλης”. ”Να πας να του πεις ότι δεν είναι άντρας” φώναξα έξαλλη», είχε εξομολογηθεί για την αρχή της σχέσης τους στο «Έθνος».
Στη συνέχεια, πήγε και τον βρήκε και του ζήτησε εξηγήσεις. Έτσι, γεννήθηκε ένας μεγάλος έρωτας, που κράτησε δύο χρόνια. Ο Μπάρκουλης είχε αναπτύξει μια εξαιρετική σχέση με τα παιδιά της Καίτης Γκρέι κι εκείνα του έδειχναν μεγάλη αδυναμία. Όμως το ζευγάρι, όπως θα έλεγε η ίδια η τραγουδίστρια, δεν μπορούσε να τα βρει σε θέματα της καθημερινότητας και τελικά αποφάσισαν να τραβήξουν χωριστούς δρόμους.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, ο Μπάρκουλης θα την ξαναβρεί και θα της ζητήσει να παντρευτούν. Η Γκρέι τότε περίμενε το διαζύγιό της και έτσι έπρεπε να κάνουν υπομονή. Τα παιδιά της δεν είχαν αντίρρηση γι’ αυτό τον γάμο, όμως την ίδια περίοδο ο Μπάρκουλης συνελήφθη στο θέατρο μετά από το τέλος της παράστασης, έχοντας στην κατοχή του μικροποσότητα χασίς, και προφυλακίστηκε.
«Δεν μπορούσα να μείνω μαζί του, όταν ήξερα ότι είχε τέτοιες κακές συνήθειες. Είχα δυο παιδιά στην εφηβεία. Φοβόμουν. Οι κοινοί μας φίλοι με πίεσαν πολύ να μην τον αφήσω. Μου έλεγαν πως με αγαπούσε πολύ και ότι θα δεν θα τα κατάφερνε μακριά μου. Κι ο ίδιος όμως, μέσα από το κρατητήριο, μου έγραψε ένα γράμμα που έλεγε: ”Καίτη μου, αν με αφήσεις θα πεθάνω... Έχεις τον λόγο μου, δεν θα ξαναμπλέξω...”.Εγώ όμως ήμουν αμετάπειστη. Τον αγαπούσα, αλλά έπρεπε να κοιτάξω το καλό των παιδιών μου», θα έλεγε η ίδια για την οριστική της απόφαση να μείνει μακριά του.
Γνωστός ήταν και ο δεσμός της με τον εφοπλιστή Νίκο Λαιμό, αλλά και με τον ηθοποιό Κώστα Καρρά. Η Καίτη Γκρέυ είχε πει πως από τα 45 της χρόνια και μετά δεν ξαναερωτεύτηκε. «Ο Κώστας Καρράς ήταν ο τελευταίος μου σύντροφος. Τον αγάπησα τον Κώστα. Ήμασταν μαζί τρία χρόνια. Σπουδαίο πλάσμα. Πολύ καλό παιδί. Μέχρι 45 χρονών δεν ήμουνα ποτέ μόνη».
Τα τελευταία χρόνια της Καίτης Γκρέι
Τα τελευταία χρόνια η άνοια από την οποία υπέφερε είχε φτάσει σε προχωρημένο στάδιο και δεν αναγνώριζε πρόσωπα. Μάλιστα, ανάμεσα στην οικογένεια της είχε ξεσπάσει και μια μεγάλη δικαστική διαμάχη σχετικά με την επιμέλειά της. Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές ήταν από τη μία ο πρωτότοκος γιος της τραγουδίστριας, Φίλιππος, και η οικογένειά του και από την άλλη η οικογένεια του εκλιπόντος γιου της, Βασίλη Ηλιάδη. Εγγονή της είναι η γνωστή τραγουδίστρια Αγγελική Ηλιάδη, με την οποία οι σχέσεις τους συχνά περνούσαν δύσκολες στιγμές.