«Η Σφαγή της Χίου»: Η ιστορία πίσω από τον ιστορικό πίνακα του Ευγένιου Ντελακρουά
Φέτος συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από τη Σφαγή της Χίου, το αποτρόπαιο έγκλημα που ξεκλήρισε ένα ολόκληρο νησί και της οποίας οι συνέπειες είναι εμφανείς ακόμα και μέχρι σήμερα.
Μετά από μια αποτυχημένη πολιορκία του Κάστρου της Χίου από Σαμιώτες επαναστάτες και Χιώτες στασιαστές με ηγέτες τον Λυκούργο Λογοθέτη και τον Αντώνη Μπουρνιά, οθωμανικά στρατεύματα και άτακτοι από την Ανατολία εξαπολύουν σφαγές που θα διαρκέσουν από τις 30 Μαρτίου μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1822, αναφέρει ο ιστορικός Μιχάλης Βαρλάς.
Ο ίδιος εξηγεί ότι αυτό αποτέλεσε γεγονός με τεράστια σημασία για την Ελληνική Επανάσταση, γιατί, μεταξύ άλλων, αναζωπύρωσε το Φιλελληνικό κίνημα στην Ευρώπη και συγκίνησε ακόμα και συντηρητικούς κύκλους και κυβερνήσεις που αρχικά ήταν αντίθετοι στην Επανάσταση. Παράλληλα, μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Βίκτωρ Ουγκώ και ο Ευγένιος Ντελακρουά, εξέφρασαν καλλιτεχνικά τη συμπαράσταση τους στα θύματα της Σφαγής.
Μάλιστα, η σφαγή που έγινε την Κυριακή του Πάσχα, στον Ιερό χώρο της Μονής του Αγίου Μηνά, θεωρήθηκε από τις κορυφαίες εκδηλώσεις μίσους, καθώς στον χώρο του μοναστηριού βρισκόταν άμαχος πληθυσμός που είχε πάει να παρακολουθήσει την αναστάσιμη Θεία Λειτουργία.
Οι Σφαγές, οι πυρπολήσεις των κτηρίων του νησιού και οι λεηλασίες ερήμωσαν το μεγαλύτερο μέρος του νησιού και ανάδειξαν σε τόπους μαρτυρίου ιερά προσκυνήματα, χωριά και παραλίες. Η πρώτη φάση της Σφαγής, μέχρι τις αρχές του Ιουνίου του 1822, όταν ο Κανάρης πυρπόλησε την ναυαρχίδα της οθωμανικής αρμάδας, εξόντωσε περισσότερο από το 20% του πληθυσμού που ξεπερνούσε κατά πληροφορίες της εποχής τους 100.000 κατοίκους. Μετά την πυρπόληση της ναυαρχίδας εξαπολύθηκε σαρωτική σφαγή που κάλυψε το σύνολο του νησιού, ακόμα και τα προνομιακά χωριά της μαστίχας στον νότο, τα οποία δεν είχαν χτυπηθεί τόσο σκληρά κατά την πρώτη φάση.
Το αποτέλεσμα της Καταστροφής κράτησε την Χίο σε σχετική πληθυσμιακή ερήμωση τουλάχιστον για 10 χρόνια, ως το 1832, και ολόκληρες περιοχές σε δημογραφική και οικονομική συρρίκνωση μέχρι και σήμερα.
Οι Χιώτες πρόσφυγες γέμισαν τα νησιά της ελεύθερης Ελλάδας, πόλεις και χωριά της Πελοποννήσου και πολλά λιμάνια και παραδοσιακές εστίες της Ελληνικής Διασποράς στην Ευρώπη και στον Μεσογειακό χώρο.
Οι Χιώτες κυρίως εποίκισαν τη Σύρο και δημιούργησαν την Ερμούπολη, τον Πειραιά και σε μεγάλο βαθμό την Αθήνα, πρωτεύουσα του νέου κράτους από το 1834. Πολλά από τα γνωστά μέγαρα της Αθήνας ανήκουν σε Χιώτες που οι ίδιοι ή η οικογένειά τους έφυγαν από το νησί κατά τις Σφαγές, με πρώτο το μέγαρο Βούρου, Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών στην Κλαυθμώνος και το γνωστό Μέγαρο Μαξίμου.
Τον πίνακα «Η Σφαγή της Χίου» φιλοτεχνεί ο Ευγένιος Ντελακρουά όταν είναι μόλις 26 ετών, μόλις δύο χρόνια μετά τη φρικιαστική γενοκτονία, και εγκαινιάστηκε στο Saloon από τον βασιλιά. Σηκώνει σάλο θετικών, αλλά και αρνητικών αντιδράσεων, καθώς πολλοί τον κατηγορούν ότι είναι εντελώς έξω από το πνεύμα του κλασικισμού -κυριαρχεί το χρώμα και βίαιη πινελιά, αλλά και κυρίως η βίαιη εικόνα. Όπως αναφέρει ο Ιστορικός Τέχνης και Καθηγητής Μάνος Στεφανίδης, το καινοφανές είναι ότι ο πίνακας αποτελεί μια καταγγελία κατά μιας βιαιότητας, μιας γενοκτονίας. Η εικόνα πολλαπλασιάζεται με τα μέσα της εποχής -λιθόγραφα ή χαρακτικά- και γίνεται κτήμα του ευρύτερου κοινού. Συνεγείρει το δημοκρατικό φρόνημα των αστών σε όλη την Ευρώπη.
Το έργο φυσικά έγινε διάσημο σε όλον τον κόσμο, ο Ντελακρουά ήταν ήδη διασημότητα στα 26 του χρόνια. Μάλιστα, μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1863, ζωγραφίζει ελληνικά θέματα -επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα «Ο Έλληνας ιππέας», που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη, του 1856.
30 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, ο Ντελακρουά ζωγραφίζει φουστανελάδες και επεισόδια από τον Αγώνα. Ταυτίζεται με τον αγώνα μας.
Ο κύριος Στεφανίδης χαρακτηρίζει τον εν λόγω πίνακα «παλλάδιο του ρομαντισμού, που ξεφεύγει από τα κλισέ του νεοκλασικισμού». Μέχρι εκείνη την εποχή η τέχνη είχε δύο βασικούς πάτρονες, τους μεγάλους βασιλικούς οίκους -οι βασιλιάδες και οι ευγενείς παραγγέλνουν τα έργα- και την καθολική εκκλησία -οι προτεστάντες θέλουν γυμνούς τους ναούς τους. Όμως, με τον ρομαντισμό η τέχνη γίνεται και πάλι λαϊκό αίτημα. «Ο ρομαντισμός είναι το δικαίωμα ατόμων και λαών στην κραυγή» αναφέρει ο ίδιος σε βιβλίο του, χαρακτηρίζοντας «κραυγή» και τον πίνακα -πράγματι. «Δεν μπορεί να αφήσει κανέναν στοιχειωδώς ευαίσθητο άνθρωπο ασυγκίνητο. Το παίρνουν, το περιφέρουν σε διάφορες γαλλικές πόλεις και με εισιτήριο το βλέπει ο κόσμος και αυτά τα χρήματα τα αποδίδουν στα διάφορα φιλελληνικά κινήματα κι έρχονται στην Ελλάδα».
Με αφορμή την ημέρα μνήμης των ανθρώπων που σφαγιάστηκαν απάνθρωπα και χωρίς κανένα έλεος το 1822 στη Χίο, πραγματοποιήθηκε μια εκδήλωση στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά, παρουσία δημοσιογράφων, του Περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου, του Μητροπολίτη Χίου Ψαρών και Οινουσσών Μάρκου, τοπικών φορέων του νησιού, ενώ το παρόν έδωσαν ο Ιστορικός Μιχάλης Βαρλάς και ο Ιστορικός Τέχνης και Καθηγητής Μάνος Στεφανίδης.
Όπως ανέφεραν οι φορείς κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, γίνονται προσπάθειες προκειμένου ο πρωτότυπος πίνακας του Ευγένιου Ντελακρουά να μεταφερθεί για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για να εκτεθεί στην Αθήνα, ενώ ένα αντίγραφο να εκτεθεί στη Χίο. Ο κύριος Στεφανίδης έσπευσε να τονίσει ότι το Λούβρο επιτρέπει τον δανεισμό για ορισμένο διάστημα σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την συμπλήρωση των 200 χρόνων από τη σφαγή της Χίου είναι η κατάλληλη αφορμή.