Madame X Sargent

Madame X: Ο πίνακας του Σάρτζεντ που σκανδάλισε το Παρίσι του 19ου αιώνα

Αν η δυνατότητα ενός πίνακα να σοκάρει ξενίζει σήμερα, χρειάζεται να σκεφτούμε ότι οι πίνακες και τα γλυπτά ήταν οι μόνοι τρόποι αναπαράστασης.

Οι άνθρωποι δεν ήταν εξοικειωμένοι με την εικόνα τους, πόσο μάλλον με την εικόνα.

Ο John Singer Sargent είναι ένας από τους Αμερικανούς ζωγράφους που έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλείς στην Ευρώπη, στα τέλη του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε στην Ιταλία, αλλά σπούδασε στο Παρίσι και σιγά σιγά απέκτησε καλή φήμη ως πορτετίστας.

Έτσι, οι παραγγελίες από άνδρες και γυναίκες της αριστοκρατικής τάξης που είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν για το πορτραίτο τους, άρχισαν να πολιορκούν τον Sargent, εξασφαλίζοντάς του μεν ένα σταθερό εισόδημα, αλλά εγκλωβίζοντάς τον κατά κάποιον τρόπο καλλιτεχνικά.

Η Madame Gatreau (Virginie Amélie Avegno Gautreau) ήταν η αμερικανικής καταγωγής σύζυγος ενός Γάλλου τραπεζίτη που είχε ήδη καταφέρει το όνομά της να είναι ανανγνωρίσιμο στους κοσμικούς παρισινούς κύκλους.

Φωτογραφία: Wikipedia

Παρ΄όλο που ο Sargent ήταν ήδη ένας περιζήτητος πορτρετίστας, η Amélie ήταν ένας δικός του, προσωπικός καλλιτεχνικός στόχος. Στο μυαλό τους, αυτή θα ήταν μια συνεργασία αμοιβαίου συμφέροντος. Εκείνος αφενός θα ενίσχυε τη φήμη του με μία ακριβοθώρητη μούσα και εκείνη θα επωφελούταν του καλλιτεχνικού buzz για να ενισχύσει το κύρος της.

Αν και οι απόψεις (και οι μαρτυρίες) για το πώς ακριβώς γνωρίστηκαν διίστανται, οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι ήταν πράγματι εκείνος ο οποίος την «κυνήγησε», αφού η ίδια είχε αρνηθεί αντίστοιχες προτάσεις στο παρελθόν.

Τελικά, ο Sargent ταξίδεψε μέχρι το εξοχικό του ζευγαριού στη Βρετάνη, όπου πέρασε δύο μήνες προσπαθώντας να φιλοτεχνήσει το επόμενο μεγάλο έργο του για το Σαλόν.

Η συνεργασία τους δεν ήταν ακριβώς αρμονική. Όπως αποκαλύπτουν γράμματά του, ο Sargent παραπονιόταν για την απείθαρχη Madame Gautreau, που βαριόταν τις ώρες ακινησίας που απαιτούσαν τα πορτρέτα της και διέκοπτε διαρκώς τη διαδικασία με άλλες υποχρεώσεις αλλά και κοινωνικές εξόδους. Τελικά, από την παραμονή του στη Βρετάνη προέκυψε μια σειρά από σκίτσα και πίνακες μικρότερης κλίμακας αλλά και ο διάσημος πίνακας.

Ο πίνακας



O Σάρτζεντ στο ατελιέ του / Smithsonian Institution, Archives of American Art

Μια γυναίκα στέκεται όρθια, πλάι σε ένα στρογγυλό τραπέζι. Με το ένα της χέρι ακουμπά το τραπέζι στηρίζοντας ελαφρώς το βάρος της και με το άλλο κρατά μια μαύρη βεντάλια μαζί με τις πτυχώσεις του φορέματός της.

Κοιτάζει προς το πλάι και ελαφρώς διαγώνια προς τα πίσω αποστρέφοντας το βλέμμα από τον θεατή και αποκαλύπτοντας το προφίλ της, ενώ τα μαλλιά της είναι πιασμένα ψηλά, σε χτένισμα της εποχής. Το βαθύ μαύρο φόρεμά της με κεντημένες, ασημένιες τιράντες, τονίζει το ψυχρό λευκό δέρμα της. Η Αμελί χρησιμοποιούσε μια πούδρα από λεβάντα, που έδινε στο δέρμα της έναν απόκοσμο, ψυχρό τόνο που ενίοτε έμοιαζε λιλά, κάνοντάς την να μοιάζει εξωπραγματική -στοιχείο που διακρίνεται στον πίνακα.

Το Σαλόν του 1884

Το Σαλόν (Salon de Paris) ήταν η επίσημη έκθεση ζωγραφικής της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Παρισιού. Επρόκειτο για έναν θεσμό που είχε καθιερωθεί από τον 17ο αιώνα, όμως στα τέλη του 1800 είχε φτάσει στο peak του κύρους του. Οι τοίχοι του Σαλόν ήταν καλυμμένοι με πίνακες μέχρι το ταβάνι και ήταν πραγματικά πρόκληση για έναν ζωγράφο να ξεχωρίσει. Ωστόσο η «σοδειά» εκείνης της χρονιάς δεν περιελάμβανε πολλές εκπλήξεις και τα περισσότερα έργα έμοιαζαν ίδια. Έτσι, οι προσδοκίες για το έργο του Sargent.

Το Σαλόν του Παρισιού / Exposition au Salon de 1787, by Pietro Antonio Martini/ Wikipedia

Πράγματι ο πίνακας με τον μυστηριώδη τίτλο Madame *** βρέθηκε στο επίκεντρο της προσοχής, αλλά για τους λάθος λόγους.

Η δεξιά τιράντα του φορέματος της Amelie έπεφτε ελαφρώς στον ώμο της σε αυτό που σήμερα θα θεωρούταν φυσικό, ως αποτέλεσμα της στάσης του σώματός της. Στο Παρίσι του 1884, ωστόσο, η πεσμένη τιράντα συμβόλιζε οπωσδήποτε την πρόθεση περεταίρω αποκαλύψεων. Εκτός όμως από την τιράντα, η απόκοσμη απόχρωση του δέρματός της αλλά και η στάση της που αποφεύγει τον θεατή, ξένιζαν ακόμη περισσότερο τους επισκέπτες και εδραίωναν την κακή εντύπωση.

Οι πρώτες αρνητικές εντυπώσεις πολλαπλασιάστηκαν, σε ένα φαινόμενο που πιθανότατα θα ήταν το cancel culture της εποχής: αφού ο πίνακας υπαινισσόταν χαλαρή ηθική και η πλειοψηφία είχε πάρει αποφασιστικά θέση κατά του, κανείς δεν είχε διάθεση να εκτεθεί εγκωμιάζοντας ή έστω υποστηρίζοντάς τον.

Μάλιστα, η ταυτότητα του μοντέλου έγινε σίγουρα αντιληπτή, ενισχύοντας έτσι ακόμη περισσότερο τις φήμες περί απιστίας της Amelie στον σύζυγό της που ήδη την περιτριγύριζαν.

Το σκάνδαλο πήρε τέτοιες διαστάσεις, ώστε καρικατούρες και γελοιογραφίες του πίνακα δημοσιεύονταν σε εφημερίδες της εποχής, ενώ η μητέρα της Gautreau έστειλε στον Sargent μια επιστολή όπου του ζητούσε να αποσύρει τον πίνακα που επέφερε τεράστια ζημιά στο όνομα της κόρης της και της οικογένειάς τους.

Φευ, ο πίνακας δεν μπορούσε να αποσυρθεί πριν την επίσημη ολοκλήρωση της έκθεσης. Μόλις τελείωσε, ο Sargent «διόρθωσε» τον πίνακα, ζωγραφίζοντας την τιράντα στην κανονική της θέση.

Τα επόμενα χρόνια, ο ίδιος μετακόμισε στο Λονδίνο όπου συνέχισε την επιτυχημένη καριέρα του. Πάντως, όταν έδωσε τον πίνακα στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης το 1916, επέμεινε το όνομα του μοντέλου του να παραμένει κρυφό -έτσι, ο πίνακας μετονομάστηκε σε Portrait of Madame X.