Η Ιστορία του φεμινιστικού κινήματος μέσα από τέσσερα κύματα
Η Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε για πρώτη φορά το 1909 με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ και υιοθετήθηκε δύο χρόνια αργότερα από τη Σοσιαλιστική Διεθνή.
Η επιλογή της ημερομηνίας της 8ης Μαρτίου δεν είναι τυχαία. Στις 8 Μαρτίου του 1857 οι εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη βγήκαν στους δρόμους σε μια μεγάλη διαδήλωση, διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η αστυνομία τότε επιτέθηκε και διέλυσε βίαια το πλήθος των λευκοντυμένων γυναικών, όμως δυο χρόνια αργότερα, οι γυναίκες που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις οργάνωσαν το πρώτο εργατικό σωματείο γυναικών και συνέχισαν τον αγώνα για τη χειραφέτησή τους.
Παρ’ όλα αυτά είναι αρκετά δύσκολο να οριστεί πότε ακριβώς ξεκίνησε το φεμινιστικό κίνημα, που ως βασικό στόχο του έχει σε όλες τις φάσεις του την ισότητα των δυο φύλων. Ήδη την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης το συγκεκριμένο θέμα τίθεται από την Ολυμπία Ντε Γκουζ με τη διάσημη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων της Γυναίκας και της Πολίτισσας (1791). Η Γκουζ όμως καρατομήθηκε για τις απόψεις της από τον Ροβεσπιέρο, γεγονός που λειτούργησε ως τροχοπέδη στις διεκδικήσεις. Όμως έναν χρόνο αργότερα η Μαίρη Γουόλστονκραφτ, η μητέρα της συγγραφέα Μαίρης Σέλλεύ, διατυπώνει και θεωρητικά τις ιδέες του φεμινισμού με την «Υπεράσπιση των Δικαιωμάτων της Γυναίκας». Στοχαστές του Διαφωτισμού ενώνουν τις φωνές τους με τις γυναίκες και μιλούν για τα δικαιώματά τους, όμως ως κίνημα ο φεμινισμός οργανώνεται πολύ αργότερα και σήμερα πλέον χωρίζεται σε τέσσερις φάσεις, που ονομάζονται «κύματα».
Το Πρώτο Κύμα ξεσπά κατά την περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης και φτάνει έως τη δεκαετία του 1950. Βασικές διεκδικήσεις ήταν το δικαίωμα εργασίας, ψήφου και εκπαίδευσης και κυρίως απασχόλησε τις γυναίκες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, που ονομάστηκαν Σουφραζέτες. Οι γυναίκες αρχίζουν να απασχολούνται στη βιομηχανία που αναπτύσσεται, όμως αμείβονται ελάχιστα σε σχέση με τους άντρες, παραμένουν ανεκπαίδευτες, ενώ ταυτόχρονα είναι εξ ολοκλήρου επιφορτισμένες με τη φροντίδα του σπιτιού και της οικογένειας. Οι συνθήκες της γυναικείας «δουλείας» όπως ονομάστηκε αποτελούν βασικό ζητούμενο των πρώτων φεμινιστριών, που με τους αγώνες τους κατάφεραν να εξασφαλίσουν το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, τη συμμετοχή τους στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, και κινητοποίησαν την πολιτική εξουσία να εισηγηθεί τα πρώτα νομοσχέδια για την προστασία της μητρότητας. Ταυτόχρονα παρατηρείται κοινωνικά μια σταδιακή απελευθέρωση, που εκδηλώνεται ακόμα και μέσα από τις τάσεις της μόδας.
Το Δεύτερο Κύμα ξεκινάει το 1950 και φτάνει έως το 1980 και σχετίζεται άμεσα με την Σεξουαλική επανάσταση. Η σχέση των δύο φύλων, ο γάμος, το δικαίωμα στην αντισύλληψη και στην άμβλωση και γενικά στην αυτοδιάθεση του σώματος μπαίνουν στην ατζέντα. Η έννοια του πατριαρχικού συστήματος που συντηρεί και αναπαράγει την καταπίεση των γυναικών έρχεται στο προσκήνιο, ενώ ταυτόχρονα το φεμινιστικό κίνημα ενώνει τις δυνάμεις με την ΛΟΑΤ κοινότητα που παλεύει από την πλευρά της για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων. Από τις πλέον σημαντικές εκπροσώπους του δεύτερου κύματος η Γαλλίδα Σιμόν ντε Μποβουάρ που με το βιβλίο της «Δεύτερο Φύλο» επιχειρεί μια φεμινιστική ανάλυση της γυναικείας ύπαρξης και της καταπίεσης των γυναικών, με βασική αρχή ότι «γυναίκα δεν γεννιέσαι αλλά γίνεσαι». Το βιβλίο αυτό εξαντλήθηκε από τις πρώτες μέρες κυκλοφορίας του και μάλιστα μπήκε στη μαύρη λίστα του Βατικανού, εξαιτίας των ανατρεπτικών του απόψεων.
Στη συνέχεια άρχισαν να υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με την ιδέα του φεμινισμού που εκδηλώθηκαν μέσα από το Τρίτο Κύμα, το οποίο ξεκινάει τη δεκαετία του ’90 δίνοντας έμφαση στη βία (βιασμοί, σεξουαλική παρενόχληση ενδοοικογενεική βία) και στη ρατσιστικής συμπεριφορά έναντι των γυναικών, ενώ μιλάει ανοιχτά για το δικαίωμα της αναπαραγωγής και των μονογονεϊκών οικογενειών. Μια μερίδα των φεμινιστριών, που ονομάζονται μεταφεμινίστριες, αντιτίθενται σε προηγούμενες διατυπώσεις και αρνούνται να δεχτούν την ιδέα ότι η γυναίκα είναι «θύμα» αντίθετα προασπίζονται την ενδυνάμωση της γυναικείας ταυτότητας, προτρέποντας τις γυναίκες να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους. Σημαντική κατάκτηση του Τρίτου κύματος είναι ότι για πρώτη φορά άνοιξε το φεμινιστικό θέμα και εκτός του Δυτικού Κόσμου, καταδεικνύοντας τον ρατσισμό που υφίστανται οι έγχρωμες γυναίκες, αλλά και ζητήματα ανελευθερίας σε όλες τις περιοχές του πλανήτη.
Πλέον στον 21 αιώνα, μιλάμε για ένα Τέταρτο Κύμα, που προσπαθεί να καταργήσει τις όποιες διακρίσεις -εργασιακές, εκπαιδευτικές, μισθολογικές- με βάση το φύλο και φυσικά βρήκε την απόλυτη εκπροσώπησή του μέσα από το #Me Too. Ταυτόχρονα αναδεικνύει το θέμα των προτύπων ομορφιάς και το πως αντιμετωπίζεται το γυναικείο σώμα από την ποπ κουλτούρα. Οι εργαζόμενες στον χώρο του θεάματος, αρχής γενομένης από το Χόλιγουντ, μιλούν για ανοιχτά για την έμφυλη βία και τον αποκλεισμό τους από υψηλές θέσεις εργασίας, ανοίγουν και πάλι το πρόβλημα των αμοιβών και σταδιακά πετυχαίνουν σημαντικές νίκες υπέρ του γυναικείου κινήματος.
Είναι σίγουρα άδικο να μην δεχτούμε πως σημαντικές βελτιώσεις έχουν επέλθει από τους αγώνες του φεμινιστικού κινήματος, όμως εθελοτυφλούμε αν θεωρήσουμε πως όλα τα προβλήματα έχουν λυθεί. Αντίθετα το ξέσπασμα του #Metoo και του #Time’sup έρχονται δυναμικά να θυμίσουν πως ακόμα οι γυναίκες βιώνουν το καθεστώς μιας όχι και τόσο αόρατης απειλής σε κάθε έκφανση της κοινωνικής και της προσωπικής τους ζωής, καθιστώντας σαφές ότι ήρθε η ώρα το κύμα να γίνει παλίρροια.