Η ιστορία των ασυμβίβαστων γυναικών του Ιραν: Διεκδικώντας το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση
Στη μακραίωνη ιστορία του, το Ιράν έχει βιώσει αλλεπάλληλα πλήγματα, τα οποία επέφεραν στο βάθος του χρόνου δεινές συνέπειες στις συνθήκες διαβίωσης και την ποιότητα ζωής του λαού.
Αυταρχικοί δυνάστες, ξένες κυριαρχίες και επαναστάσεις με δραματική κατάληξη σφράγισαν το πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, βυθίζοντας την ολοένα και περισσότερο στο σκοτάδι.
Την τελευταία εβδομάδα, τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας είναι για μία ακόμη φορά στραμμένα στην Τεχεράνη, καθώς οι διαμαρτυρίες για τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί κλιμακώνονται. Υπενθυμίζεται πως η νεαρή γυναίκα άφησε την τελευταία της πνοή αφού υπέστη ξυλοδαρμό από την Αστυνομία Ηθών, με την κατηγορία ότι φορούσε λάθος τo χιτζάμπ της.
Ο θάνατός της νεαρής Μαχσά πυροδότησε κύμα λαϊκής οργής, με τις γυναίκες της ιρανικής πρωτεύουσας να ξεχύνονται στους δρόμους και να αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της εξέγερσης. Στιγμιότυπα από κοπέλες με ψαλίδια στα χέρια και φλεγόμενα χιτζάμπ κάνουν το γύρο του διαδικτύου, αναδεικνύοντας το θάρρος και τη γενναιότητα των Ιρανών γυναικών που ορθώνουν περήφανα το ανάστημα τους ενάντια στις δυνάμεις καταστολής.
Εξάλλου, η επαναστατικότητα και ο αντικομφορμισμός είναι μέρος του DNA τους. Φύσει ασυμβίβαστες, οι Ιρανές γυναίκες δεν δίστασαν ποτέ να πρωτοστατήσουν με παρρησία στον αγώνα για τη διεκδίκηση της ελευθερίας τους. Ήδη από τη δεκαετία του 1920, πλήθη γυναικών κατέβαιναν στους δρόμους για να αντιταχθούν στην υποχρεωτική χρήση της μαντίλας. Αδιάσειστη απόδειξη αποτελούν οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες των φεμινιστριών της Ένωσης Πατριωτισσών Γυναικών που εμφανίζονται με ακάλυπτο το κεφάλι, ακολουθώντας το παράδειγμα της ηγέτιδάς τους, Φακρ-ι Αφάγκ Παρσά.
«Ο αγώνας για γυναικεία δικαιώματα στο Ιράν», TIME:
Ο άοκνες προσπάθειες τους αποδείχθηκαν εν μέρει αποτελεσματικές, καθώς η χώρα άρχισε να παίρνει στροφή προς μια πιο φιλελεύθερη πορεία. Ωστόσο, το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος δεν είχε εξασφαλισθεί. Το 1936, εκδόθηκε το υποχρεωτικό διάταγμα «Kashf-e hijab», το οποίο απαγόρευε στις γυναίκες να φορούν μαντίλες και άλλα ισλαμικά πέπλα σε δημόσιους χώρους, με την αστυνομία μάλιστα να επιβάλει τον νόμο δια της βίας. Το 1941, ο σάχης Mohammad Reza Pahlavi ανέβηκε στην εξουσία, λαμβάνοντας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ορισμένες σημαντικές πρωτοβουλίες με στόχο τη χειραφέτηση των γυναικών.
Ο ίδιος κατάργησε περιοριστικές νομοθεσίες που αφορούσαν την γυναικεία ένδυση, γεγονός που αντανακλάται στα δημοσιεύματα από τα γυναικεία περιοδικά της εποχής που έχουν γίνει viral τις τελευταίες ημέρες. Τα εξώφυλλα των περιοδικών έπαιρναν ξεκάθαρη θέση υπέρ της ελευθερίας και της αυτοέκφρασης των γυναικών κόντρα σε συντηρητικά πρότυπα σεμνοτυφίας, παρουσιάζοντας κοπέλες με μίνι φούστες, με αποκαλυπτικά μαγιό στην παραλία, κοντά σορτσάκια και βαθιά ντεκολτέ.
Δημοσιεύματα περιοδικών από τις αρχές του '70:
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτες ήταν οι πολιτικές αλλαγές που σημάδεψαν τη δεκαετία του '60, με στόχο την ενεργή συμμετοχή των γυναικών στα κοινά. Τον Ιανουάριο του 1963, ένα δημοψήφισμα επικύρωσε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, ανάμεσα στις οποίες ήταν η επέκταση του δικαιώματος ψήφου και στις γυναίκες. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1968 η κόρη της Φακρ-ι Αφάγκ Παρσά, Φαρόκρο Παρσά, έγινε η πρώτη γυναίκα υπουργός του Ιράν, συμμετέχοντας στην τελευταία προεπαναστατική κυβέρνηση της χώρας.
Ξένη κυριαρχία και βίαιη εκδυτικοποίηση
Ωστόσο, η προοδευτικότητα που φαινόταν να διέπει την ιρανική κοινωνία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σάχη ήταν ψευδεπίγραφη -απλώς ένα φανταχτερό περιτύλιγμα που καμουφλάριζε ένα φύσει αυταρχικό καθεστώς. Κατά την περίοδο κυριαρχίας του μονάρχη, οι αντιφρονούντες φιμώνονταν βίαια, η διαφθορά και οι κοινωνικές ανισότητες άκμαζαν, ενώ οι φιλοαμερικανικές πολιτικές του τον κατέστησαν υπόλογο σε ξένα συμφέροντα και επιρρεπή στη χειραγώγηση των δυτικών δυνάμεων εις βάρος του λαού του.
Σε μεγάλο βαθμό, η πολιτική του προωθούσε έναν δυτικό τρόπο ζωής κατά τρόπο επιβλητικό σε όσους δεν ήθελαν να τον ενστερνιστούν. Ως αποτέλεσμα, ο λαός ολοένα και άρχισε να βλέπει τον Σάχη ως φερέφωνο τον δυτικών δυνάμεων και υποκινητή της ξένης εκμετάλλευσης του πλούτου της χώρας. Προοδευτικοί και συντηρητικοί άρχισαν σταδιακά να συγκλίνουν στο όνομα της αντίστασης στο αυταρχικό καθεστώς, στη διαφθορά και την ξένη κυριαρχία υπό τον Σάχη.
Απηυδησμένος από την ποδηγέτηση των ξένων δυνάμεων, ο ιρανικός λαός αποφάσισε να αντισταθεί στην εξαναγκαστική εκδυτικοποίηση, και το χιτζάμπ αναδείχθηκε σταδιακά σε σύμβολο της ιρανικής ταυτότητας, σε ένα αντίμετρο στο επιβεβλημένο «ξένο στοιχείο». Η έντονη επιρροή των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι της χώρας και η συνακόλουθη φτώχεια και υπανάπτυξη τροφοδοτούσαν σταθερά τη λαϊκή οργή, η οποία σύντομα μετουσιώθηκε σε μία εξέγερση παρακινούμενη από ένα σκοπό: την αποτίναξη του ξένου ζυγού. Η εξέγερση έμεινε γνωστή ως Ισλαμική Επανάσταση του 1979 και αποτέλεσε μία από τις πιο μελανές σελίδες στην ιστορίας της χώρας.
Η Επανάσταση που γύρισε τον χρόνο πίσω
Δυστυχώς, η ελπίδα της απελευθέρωσης αποδείχθηκε απατηλή. Οι προοδευτικές δυνάμεις είχαν υποτιμήσει σε μεγάλο βαθμό την ισχύ και τις προθέσεις των φονταμενταλιστών, αλλά και την πιθανότητα κυριαρχίας του σιιτικού κλήρου. Το αυταρχικό καθεστώς του Σάχη διαδέχθηκε η εγκαθίδρυση της Ισλαμικής Δημοκρατίας και η ανάδειξη του Αγιατολάχ Χομεϊνί ως απόλυτου θρησκευτικού και πολιτικού ηγέτη. Η εδραίωση της θεοκρατίας και η επιβολή της Σαρία, του Ισλαμικού Νόμου, κατέστησαν την Ισλαμική Επανάσταση του 1979 άρρηκτα συνδεδεμένη με την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και δη των γυναικών. Από σύμβολο αντίδρασης στη Δύση, το χιτζάμπ μεταμορφώθηκε και πάλι σε ένα σύμβολο φυλετικής ανισότητας και αστυνόμευσης της γυναικείας ύπαρξης.
Οι γυναίκες του Ιράν ωστόσο δεν θα έμεναν με τα χέρια σταυρωμένα -τουναντίον, αγωνίστηκαν για μία ακόμη φορά να ανατρέψουν την πορεία της ιστορίας. «Δεν κάναμε επανάσταση για να πάμε προς τα πίσω». Αυτό ήταν το σύνθημα που ένωσε χιλιάδες Ιρανές μαζί στους δρόμους της Τεχεράνης στις 8 Μαρτίου 1979. Ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, περισσότερες από 100.000 γυναίκες από όλα τα κοινωνικά στρώματα συγκεντρώθηκαν στους δρόμους της πρωτεύουσας για να διαμαρτυρηθούν κατά της απόφασης της υποχρεωτικής χρήσης του χιτζάμπ, διαδηλώνοντας για 6 ημέρες με τα χέρια υψωμένα σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Οι διαμαρτυρίες είχαν ως αποτέλεσμα την προσωρινή ανάκληση του διατάγματος της υποχρεωτικής κάλυψης. Δυστυχώς όμως η περίοδος χάριτος δεν έμελλε να διαρκέσει. Τον Ιούλιο του 1981, όταν οι φιλελεύθεροι εξαλείφθηκαν και οι συντηρητικοί εξασφάλισαν τον αποκλειστικό έλεγχο, θεσπίστηκε διάταγμα υποχρεωτικής κάλυψης στο δημόσιο χώρο, το οποίο ακολουθήθηκε το 1983 από έναν ισλαμικό νόμο που προέβλεπε τη σωματική τιμωρία των ακάλυπτων γυναικών: «Οι γυναίκες που εμφανίζονται δημόσια χωρίς χιτζάμπ θα καταδικάζονται σε μαστίγωμα μέχρι 74 μαστιγώσεις».
Μέσα σε λίγους μήνες από την ίδρυση της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, ο νόμος του 1967 για την προστασία της οικογένειας καταργήθηκε- οι γυναίκες κυβερνητικές υπάλληλοι υποχρεώθηκαν να τηρούν τον ισλαμικό κώδικα ένδυσης- οι γυναίκες απαγορεύτηκε να γίνουν δικαστές- οι παραλίες και τα σπορ διαχωρίστηκαν κατά φύλο- η νόμιμη ηλικία γάμου για τα κορίτσια μειώθηκε στα 9 έτη (αργότερα αυξήθηκε στα 13 έτη)- και οι παντρεμένες απαγορεύτηκε να φοιτούν σε κανονικά σχολεία.
Τυπικά, μέχρι σήμερα το μαστίγωμα δεν έχει καταργηθεί, ενώ η εφαρμογή του νόμου και η επιλογή της τιμωρίας εναπόκειται στη «διακριτική ευχέρεια» του εκάστοτε αστυνομικού. Στο βάθος του χρόνου, έχει παρατηρηθεί μια έξαρση στη χρήση βίας από τις ομάδες επιβολής της θρησκευτικής ορθότητας, ενώ η όξυνση της καταστολής έφτασε στο σημείο να ποινικοποιήθει ακόμα και η λανθασμένη χρήση του χιτζάμπ.
Διεκδικώντας το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση
Ο θάνατος της νεαρής Μαχσά Αμίνι και η επακόλουθη εξέγερση των Ιρανών γυναικών σηματοδότησε ένα κύμα συμπαράστασης και αλληλεγγύης, αλλά συνάμα έφερε στο φως μία από τις μεγάλες παθογένειες της σύγχρονης κοινωνίας: τον πολιτισμικό ρατσισμό.
Από τον δημόσιο διάλογο που εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δε λείπουν αυτοί που εργαλειοποιούν το θάνατο μιας κοπέλας και τα βάσανα ενός λαού για να προωθήσουν μια αντι-ισλαμική ατζέντα. Πατούν επί πτωμάτων προκειμένου να ενισχύσουν αναμασημένα στερεότυπα περί «οπισθοδρομικής» θρησκείας και πολιτισμού, υπονομεύοντας τον χρόνιο αγώνα των Ιρανών ενάντια στην καθεστωτική καταστολή της θρησκευτικής και της ατομικής ελευθερίας.
Οι Ιρανοί εξεγερμένοι, άθρησκοι και θρησκευόμενοι, ρίσκαραν και συνεχίζουν να ρισκάρουν τη φυλάκιση, τον βασανισμό, ακόμη και τη ζωή τους, διεκδικώντας το δικαίωμα στην αυτοέκφραση. Μουσουλμάνοι ανά τον κόσμο διαμαρτύρονται τόσο για την επιβολή της μαντίλας όσο και για την απαγόρευσή της, στο όνομα ενός κοινού στόχου: την ανάκτηση του δικαιώματος στην επιλογή και την αυτοδιάθεση. Γυναίκες καίνε τα χιτζάμπ τους όχι ως ένδειξη βλασφημίας και ασέβειας στο Ισλάμ, αλλά ως μια συμβολική κίνηση λύτρωσης από αυταρχικούς ηγέτες που χρησιμοποιούν τη θρησκεία ως πρόφαση για την καταπίεσή τους.
Από τη Γαλλία και την Αμερική, μέχρι την Ινδία, το Ιράν και παραπέρα, οι γυναίκες ενίστανται στην εμμονή του κράτους να ελέγχει και να αστυνομεύει το γυναικείο σώμα. Όπως μαρτυρούν άλλωστε οι πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν τις νομοθεσίες αμβλώσεων, τη θέσπιση περιορισμών στην αντισύλληψη αλλά και την άνοδο της Ακροδεξιάς στον Δυτικό Κόσμο, ο σεξισμός, ο αυταρχισμός και η βιοεξουσία μαστίζουν τις κοινωνίες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.
Κλείνοντας, αξίζει ίσως να θυμηθούμε τα συγκινητικά λόγια που απηύθυνε η Μαργιάν Σατραπί, η Ιρανή συγγραφέας του επιδραστικού graphic novel «Περσέπολη», στους Αμερικανούς συνανθρώπους της: «Η διαφορά ανάμεσα σε εσάς και την κυβέρνησή σας είναι πολύ μεγαλύτερη από τη διαφορά ανάμεσα σε εσάς και σε μένα. Και η διαφορά μεταξύ εμού και της κυβέρνησής μου είναι πολύ μεγαλύτερη από τη διαφορά μεταξύ εμού και εσάς. Και οι κυβερνήσεις μας είναι σχεδόν ίδιες... Οι κοσμικοί άνθρωποι, δεν έχουμε χώρα. Εμείς οι άνθρωποι που αναζητούμε την ελευθερία - πρέπει να μείνουμε ενωμένοι.»