Γιάννης Ξανθούλης: «Ζούμε μια υπέροχα μεταμεσαιωνική περίοδο, θρησκοληψία, πανδημία, πυργοδεσπότες, φτώχεια....»
Πολυγραφότατος και πολυδιάστατος, ο Γιάννης Ξανθούλης συνδυάζει μια γοητευτική αυστηρότητα με ένα ιδιαίτερο και, ενίοτε, πικρό, χιούμορ. Με το τελευταίο του βιβλίο «Ζωή μέχρι χθες» (εκδόσεις Διόπτρα) καταπιάνεται με την μνήμη και την διάθεση που συνήθως έχουμε για να τακτοποιήσουμε το παρελθόν και να πάμε παρακάτω. Δύσκολη δουλειά.
Η συνομήλική του ηρωίδα, Αμφιτρίτη-Ρίτα Βράνη, επιστρέφει στο πατρικό της και μαζί στην Αθήνα των δεκαετιών ΄60 και ΄70. Μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο ανατρέχει στις αναμνήσεις της και μετρά έρωτες, λάθη, συμπτώσεις…
Σαράντα χρόνια από την έκδοση του πρώτου του βιβλίου, ο βραβευμένος συγγραφέας, δημοσιογράφος και θεατρικός, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα ενάμιση εκατομμύρια αντίτυπα, παραμένει ένας ανήσυχος άνθρωπος και μια εύστοχη πένα. Κι αν η «Ζωή μέχρι χθες» είναι σχεδόν ακόμα ζεστή στα βιβλιοπωλεία, έχει ήδη «αποφασίσει» το επόμενο, την «βιογραφία μιας πασίγνωστης καλλιτέχνιδας» (της οποίας το όνομα δεν αποκαλύπτει προς το παρόν).
Ο ίδιος, πάντα σε εγρήγορση, παρατηρεί και σχολιάζει όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας: Από την πανδημία, το εμβόλιο και την Εκκλησία ως το 1821 και την υστεροφημία του….
«Ζωή μέχρι χθες»: Μια από τις πρώτες σκέψεις που έκανα διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο σας είναι κάτι σαν «το παρελθόν ως οίκος ανοχής -κοινώς, το παρελθόν ως μπουρδέλο». Ισχύει αυτό για το παρελθόν μας, προσωπικό - συλλογικό; Προσπαθούμε να το βάλουμε σε τάξη –και να το αντιμετωπίσουμε με χιούμορ; Εσείς;
«H ηρωίδα μου, Αμφιτρίτη-Ρίτα Βράνη ως την ηλικία των εβδομήντα ζει κάτω από το βάρος ενός πλούσιου σε γεγονότα παρελθόντος. Το “μέχρι χθες” του τίτλου απηχεί στην απόφασή της να ζήσει την υπόλοιπη ζωή της σε νέες σελίδες. Το παλιό οικογενειακό σπίτι των Βράνηδων στην Αχαρνών καταντά -όπως και πολλά άλλα νεοκλασικά- σε οίκος ανοχής χωρίς ιδιαίτερους συμβολισμούς.
Αφορά περισσότερο την απαξιωτική θέση του Κράτους στη συγκεκριμένη περιοχή. Όσο για την «τάξη» στο παρελθόν, η ηρωίδα μου το ταξινομεί όσο μπορεί με την προοπτική να καταλάβει την ιστορία της ο ένας και μοναδικός παραλήπτης των γραπτών της… όταν φτάσουν σε αυτόν.
Το χιούμορ στις διηγήσεις των “περασμένων” συχνά αποτελεί απενοχοποίηση. Κάτι που το κάνω συστηματικά. Μόνο λόγω χαρακτήρος ΔΕΝ απενοχοποιώ απολύτως τίποτα κι ας χαμογελώ».
Πιστεύετε στην έννοια της σύμπτωσης;
«Οι συμπτώσεις ως ένα σημείο μας καθορίζουν αρκεί να συμπέσουν με τη σωστή κίνηση ώστε να τις διαχειριστούμε κατά πως το αξίζουν. Συνεχίζω πάντως να μένω κατάπληκτος από όσα συμβαίνουν “συμπτωματικά”… Όπως και η ταλαίπωρη Αμφιτρίτη Βράνη».
Η ηρωίδα και ο συγγραφέας της: Μοιάζουν; Πόσος Ξανθούλης υπάρχει στην Αμφιτρίτη (Ρίτα) Βράνη του Κυρίλλου;
«Μοιάζουμε στην αδιαφορία για τον καθωσπρεπισμό και το “political cοrrect” κι ότι δεν παίρνουμε τόσο σοβαρά τον εαυτόν μας… Εγώ ακόμη περισσότερο…»
Από τις δεκαετίες του ΄60-΄70 ως σήμερα άλλαξαν πολλά; Μήπως επιστρέφουμε σε έναν (νεο)συντηρητισμό;
«Ζούμε μια υπέροχα μεταμεσαιωνική περίοδο. Θρησκοληψία, πανδημία, πυργοδεσπότες και πυργοδέσποινες για τα πανηγύρια, φτώχεια και δέος στα φυσικά φαινόμενα, προφήτες, ιεροεξεταστές και μελλοντολόγοι να φάνε και οι κότες… Μόνο που τους Σταυροφόρους αντικατέστησαν επάξια οι γιοι του Αλλάχ. Κατά τα άλλα χειροκροτούμε την τεχνολογία ως τεράστια πρόοδο».
Η Εκκλησία, και αναφέρομαι κυρίως στους μήνες της πανδημίας, φάνηκε κατώτερη των περιστάσεων; Εκπληξη ή αναμενόμενη η στάση της;
«Η Εκκλησία ασχολείται υποτίθεται με τη διάλυση του σκότους διαλαλώντας το φως το αληθινό…. Ενώ είναι χωμένη ως το καλυμμαύχι σε κάθε είδους σκοτάδια. Έτσι παίζοντας την τυφλόμυγα αυτάρεσκα ποντάρει στην εθνική μας αφέλεια».
Σαράντα χρόνια στην πεζογραφία: Πόσο έχετε αλλάξει εσείς και πόσο η πεζογραφία (σας);
«Σίγουρα άλλαξαν πολλά όμως συνεχίζω να βασανίζω τους ήρωές μου κλείνοντάς τους το μάτι φιλικά… Πιστεύω ότι οι αναγνώστες μου το ξέρουν καλύτερα από μένα».
Εχετε ήδη κατά νου το επόμενο βιβλίο σας;
«Συνήθως μετά από την κυκλοφορία ενός βιβλίου μου πέφτω σε συγγραφική νάρκη κάνοντας όνειρα να γίνω καλλιεργητής σουσαμιού ή πατάτας. Τώρα, παραδόξως, μου κόλλησε να γράψω τη βιογραφία μιας πασίγνωστης καλλιτέχνιδας».
Σας λείπει το χρονογράφημα, ο σχολιασμός στα τρέχοντα, τα επίκαιρα, σαν συμμετοχή στα κοινά;
«Όταν έγραφα τα «Σαββατιάτικα» στην αείμνηστη “Ελευθεροτυπία” πίστευα ότι συντηρώ το έθιμο της αλληλογραφίας -έστω μονόδρομης– του παλιού καιρού. Σήμερα νιώθω τη μοναξιά του δεινόσαυρου που κατάπιε πολλά ωραία γραμματόσημα… Όσο για τα “κοινά”, ποτέ δεν τα γούσταρα».
Κορωνοϊός: Η ασθένεια της μοναξιάς;
«Η ασθένεια καταλύτης στην ανθρώπινη αδυναμία μπροστά στο θυμό της φύσης και στα γκουρμέ μενού των κινέζων».
Κορωνοϊός και lock-down: Τι σας έχει κάνει εντύπωση όλους αυτούς τους μήνες; Πού δοκιμαστήκαμε πιο πολύ; Εχουμε τελικά κοινωνική συνείδηση; Πώς βλέπετε τους κυβερνώντες;
«Η διαχείριση της καχυποψίας για τον απέναντί μας φοβάμαι πως θα αφήσει πολλά κατάλοιπα. Η “κοινωνική συνείδηση” σε μεσογειακούς με έναν ήλιο κατακούτελα 365 μέρες το χρόνο πάλι καλά που κυκλοφορεί σαν φραστικό βεγγαλικό. Οι κυβερνώντες είναι… όπως οι κυβερνώντες πάντα. Καλοπροαίρετα αναποτελεσματικοί».
Η τελευταία σας φράση μοιάζει λίγο με «άφεση αμαρτιών». Αρκεί να είναι κανείς καλοπροαίρετος;
«Όχι, βέβαια. Όμως επειδή οι περισσότεροι έχουν το ακαταλόγιστο, που ωστόσο βρίσκει έρεισμα στα πλήθη… θεωρώ ότι το αποτέλεσμα των προθέσεών τους μένει κολοβό… πλαισιωμένο από παρατράγουδα… Κάπως έτσι».
Πιστεύετε ότι μεγάλα γεγονότα όπως η πανδημία, αλλάζουν τον άνθρωπο; Θα επιστρέψουμε καλύτεροι, σοφότεροι ή ίδιοι;
«Θα επιστρέψουμε σα να ξυπνήσαμε από ελαφρύ απογευματινό ύπνο και θα κάνουμε τα ίδια και χειρότερα. Κάποιοι θα τρέξουν να μεταλάβουν αναδρομικά πλήρεις μεταφυσικών ενοχών κι άλλοι θα διαδηλώσουν εφ’ όλης της ύλης».
Φοβηθήκατε; Φοβάστε; (Θα κάνετε το εμβόλιο;)
«Φοβάμαι μόνον τον εαυτόν μου. Με τα εμβόλια ανέκαθεν είχα καλή σχέση. Σαν παιδί κυρίως θαύμαζα τις στολές των νοσοκόμων. Ίσως γι’ αυτό».
Διακόσια χρόνια από την Επανάσταση: Εορτασμός και μηνύματα. Πιστεύετε στις επετείους; Τι πρέπει να κρατήσουμε από το 1821 και τι να ξεχάσουμε;
«Τα τελευταία χρόνια κυκλοφορούν πολλά ενδιαφέροντα βιβλία-μαρτυρίες ξένων που έζησαν στην Ελλάδα των πρώτων απελευθερωτικών χρόνων. Τα διαβάζω ανατριχιάζοντας πως μας έκριναν και προσπαθώ να καταλάβω πόση φαντασία θα επιστρατεύσουμε για να υποστηρίξουμε το ελληνώνυμο μεγαλείο μας σε αυτήν την άβολη επέτειο».
Ερώτηση περί υστεροφημίας, για επίλογο: «Τώρα δεν υπάρχει κανείς που να θυμάται πως υπήρξα». Βαρύ, ιδίως για έναν συγγραφέα.
«Η φράση αυτή ανήκει στην ηρωίδα του “Ζωή μέχρι χθες”. Εγώ θα μείνω αλησμόνητος για τα επόμενα δέκα χρόνια τουλάχιστον….Μη σας πω και δεκαπέντε…».
Και σας αρκεί αυτό;
«Δέκα χρόνια με την τρέχουσα συμπύκνωση του χρόνου είναι μια ψηφιακή αιωνιότητα. Στο κάτω κάτω υπάρχουν τόσοι άλλοι ομότεχνοι που φιλοδοξούν να γίνουν προτομή ή άγαλμα ή ακόμη και λεωφόρος. Αυτά και σας ευχαριστώ».
Κι εγώ….
Το βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη «Ζωή μέχρι χθες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.