Δήμητρα Ζαπονίδου: Η πρώτη αρχηγός της Εθνικής μπάσκετ γυναικών βλέπει ακόμα αγώνες
Η Δήμητρα Ζαπονίδου ήταν η πρώτη αρχηγός της Εθνικής ομάδας μπάσκετ γυναικών στην Ελλάδα. Ξεκίνησε να παίζει περίπου στα 14-15 και είδε το άστρο της να λάμπει στον αθλητισμό για δέκα χρόνια πριν αποσυρθεί για να αφοσιωθεί στην οικογένειά της.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καλλιθέα. Σήμερα είναι 87 ετών (ή 80 όπως λέει η ίδια), έχει δύο κόρες, την Παναγιώτα και τη Νένα που ακολούθησαν τα βήματά της στον αθλητισμό, και δυόμιση εγγόνια (δύο από τη μία κόρη και μια γάτα από την άλλη).
Ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα στον Άγιο Παντελεημονα, φορά ένα κομψό λεοπάρ καπελάκι και θυμάται τα χρόνια που μεσουρανούσε στο γυναικείο μπάσκετ. Οι τοίχοι της είναι γεμάτοι με ασπρόμαυρες φωτογραφίες από το παρκέ, με τον Γκάλη (που είναι η αδυναμία της), αλλά και τα βραβεία της.
Η ίδια αφηγήθηκε τη ζωή της στη BOVARY…
«Η μητέρα μου ήρθε το 1922 στην Ελλάδα. Ήταν Πόντια και περήφανη. Εδώ μας έκανε. Ζούσαμε στην Καλλιθέα. Είμαι βέρα Καλλιθεώτισα».
Η πρώτη επαφή με την μπάλα
«Ο Έσπερος ήταν στην απέναντι γωνία από το σπίτι μου. Κάθε Κυριακή είχε πρωτάθλημα βόλεϊ και πήγαινα και έβλεπα. Μου άρεσε πάρα πολύ. Μια μέρα, με πλησιάζει ένας -ήμουν 15 χρονών τότε- και μου λέει: -Έλα εδώ εσύ μικρή, σε βλέπω και έρχεσαι συχνά. Είσαι Έσπερος; Σου αρέσει; Του λέω: Πάρα πολύ. -Γιατί δεν έρχεσαι εδώ στο βόλεϊ να γίνεις κι εσύ αθλήτρια; Και του απαντάω: Μα, δεν έχω λεφτά. Έτσι νόμιζα, ότι πληρώνουν, ότι όλες οι κοπέλες εκεί ήταν πλουσιοκόριτσα. -Ποια λεφτά, κοριτσάκι μου; Δεν πληρώνεις εδώ. -Αλήθεια μου λέτε; Και έτσι ξεκίνησα. Πήγα για προπόνηση και πέταγα».
Τα πρώτα ρούχα για το μπάσκετ τα έφτιαξα μόνη μου
«Τα πρώτα ρούχα για το μπάσκετ τα έφτιαξα μόνη μου. Ήξερα από ράψιμο και για πότε έφτιαξα το πρώτο μου σορτσάκι... Έπαιζα χωρίς κάλτσες, μέχρι που μπήκα στην Εθνική. Στον Πανιώνιο μας έδωσαν μια τσάντα με φόρμα και αθλητικά ρούχα. Ως τότε έβγαινα με το σορτς στο κρύο. Αλλά, να σου πω κάτι; Ήταν πολύ ωραία τότε. Αυτά δεν με ένοιαζαν δέκα χρόνια που έπαιζα. Έβγαινα και έπαιζα για να κερδίσει η ομάδα μου. Αυτό ήθελα».
Η λαμπρή καριέρα
«Είχα μια φίλη, την Διαμάντω. Όλα αυτά τα χρωστάω σε εκείνη. Αυτή με έκανε μπασκετμπολίστρια. Κάναμε μαζί προπόνηση και αυτή πήγαινε στο καλάθι και μου είπε να πάω μαζί της, αλλά εγώ δίσταζα. Μια μέρα, πήγα και σουτάρω και είδα ότι μου αρέσει πάρα πολύ. Μαθαίνω ότι αρχίζει το γυναικείο πρωτάθλημα αλλά ο Έσπερος δεν είχε γυναικείο μπάσκετ. Και μόνη μου πάω στον Πανιώνιο. Μπαίνω μέσα και αρχίζω να παίζω. Έρχεται ένας και με ρωτάει ποια είμαι και του λέω όλη την ιστορία. Εκείνος τότε μου ζήτησε να μπω στην ομάδα γιατί ήμουν πολύ καλή. Ο Έσπερος όμως δεν με έδινε. Τους λέω: Μην μου κόψετε την μεγάλη μου αγάπη. Αν κάνετε γυναικείο μπάσκετ, θα γυρίσω. Έτσι, πήγα στον Πανιώνιο».
Έκανα κάτι παιχνίδια για την ηλικία μου!
«Αρχίζει το πρωτάθλημα το ’51, ήμασταν τότε 6 ομάδες, πολύ καλές όλες και μεγάλες παίκτριες. Έκανα κάτι παιχνίδια για την ηλικία μου! Ένιωθα φανταστικά. Και πήραμε το πρωτάθλημα εκείνη την χρονιά. Από τότε ξεκίνησε όλη η πορεία μου».
«Μια φορά, μάλωσα με έναν διαιτητή και τιμωρήθηκα τρεις μήνες. Εκείνη την χρονιά, χάσαμε το πρωτάθλημα. Στη συνέχεια, πήγα στους Αμπελοκήπους και κάναμε μια μεγάλη ομάδα. Τότε, δημιουργήθηκε η Εθνική ομάδα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Με έκαναν αρχηγό της Εθνικής ομάδας μπάσκετ. Μου είπαν: Εσύ θα είσαι. Εγώ ήμουν ένα απλό κορίτσι και τους είπα: Ό,τι θέλετε. Παίξαμε με τον Λίβανο και κερδίσαμε».
«Και τα δέκα χρόνια που έπαιξα μπάσκετ, δούλευα σε εργοστάσιο, από 17 χρονών κοριτσάκι. Από την Καλλιθέα πήγαινα τέρμα Πατησίων με το τραμ και έκανα μία ώρα. Μετά τη δουλειά πήγαινα και έπαιζα κατευθείαν. Έπαιρνα τα ρούχα για τον αγώνα μαζί. Δεν διαμαρτυρήθηκα ποτέ και δεν ζήτησα τίποτα».
Η αγάπη και η αποδοχή του κόσμου
«Το κοινό με αγάπησε. Ήξερε το όνομά μου. Γέμιζα τα γήπεδα. Μια φορά, πήγαμε σε ένα τουρνουά στην Πάτρα, όπου δεν είχαν ξαναδεί γυναίκες να παίζουν μπάσκετ. Μπήκαμε στο γήπεδο και η εξέδρα ήταν γεμάτη. Ήρθαν από περιέργεια να δουν γυναίκες να παίζουν και τα έχασαν. Ήρθε ο προπονητής της Πάτρας (ανδρών) και μου είπε: Κ. Ζαπονίδου, χάρηκα που σας γνώρισα από κοντά».
Το κοινό με αγάπησε. Ήξερε το όνομά μου. Γέμιζα τα γήπεδα
«Ήμουν απλό παιδί, γι’ αυτό με αγάπησε ο κόσμος. Μεγάλωσα στη φτώχεια αλλά τα κατάφερα. Αλλά ήμουν και όμορφο κορίτσι, με μαύρα μαλλιά και τσαχπίνα!»
Γυναίκες μπασκετμπολίστριες το ΄50
«Ήμασταν περήφανες που ήμασταν οι πρώτες γυναίκες που έπαιζαν μπάσκετ. Με τις συμπαίκτριές μου ήμασταν πολύ φίλες. Δεν τις ξεχνάω και μου λείπουν. Ποτέ δεν είπαμε κακή κουβέντα μεταξύ μας. Ήταν όλες πολύ καλές κοπέλες και αθλήτριες».
Ήμασταν γυναίκες και ήταν πολύ μπροστά από την εποχή μας να παίζουμε επαγγελματικά ένα άθλημα όπως το μπάσκετ. Μας σέβονταν, όμως, γιατί ήμασταν πολύ καλές αθλήτριες. Το μπάσκετ ήταν αυτό που μας γέμιζε.
Μας σέβονταν γιατί ήμασταν πολύ καλές αθλήτριες
Πρότυπα και αδυναμίες
«Πρότυπό μου είχα την «Χρυσή Πεντάδα» του Πανελληνίου και κυρίως τον Μίμη Στεφανίδη. Υποστήριζα τον Άρη, όμως, λόγω του Γκάλη, που του έχω αδυναμία. Σήμερα, από τα νέα παιδιά, θαυμάζω τον Βασίλη Σπανούλη και βλέπω όλους τους αγώνες».
Ο «Μήτσος»
«Στο γήπεδο με φώναζαν «Μήτσο». Μια μέρα που παίζαμε με τον Τρίτωνα, όπως είχα την μπάλα, σηκώθηκα πολύ ψηλά και έβαλα το καλάθι. Και τότε ο προπονητής μου μου φώναξε: Ρε Μήτσο, τι έκανες; Και έτσι έμεινε το «Μήτσος». Από τότε, με φώναζαν έτσι. Ήταν αυθόρμητο».
Στο γήπεδο με φώναζαν «Μήτσο»
Η οικογένεια
«Η μητέρα μου είχε ένα μανάβικο και δούλευε όλη μέρα για να μεγαλώσει τέσσερα παιδιά. Όταν έδωσα την πρώτη μου συνέντευξη στο ραδιόφωνο, περίμενα πώς και πώς να την ακούσω με τις αδελφές μου. Η μητέρα μου είπε για το ραδιόφωνο: Καλά, εσύ τι θέλεις εκεί μέσα; Δεν ήξερε τι θα πει μπάλα.
Δεν ζητούσα ποτέ λεφτά από τη μητέρα μου, ο Τρίτωνας μου έδινε μόνο τα ναύλα για να πάω να παίξω. Δεν ήθελα να τελειώσει ο αγώνας. Ανυπομονούσα για τον επόμενο».
Δεν ζητούσα ποτέ λεφτά από τη μητέρα μου
«Η οικογένειά μου με στήριξε. Όταν παντρεύτηκα, όμως, έπρεπε να αφοσιωθώ στην οικογένειά μου και στις κόρες μου και, έτσι, σταμάτησα το μπάσκετ. Θα ήθελα πολύ όμως να το είχα συνεχίσει».
Οι κόρες της
«Και οι δύο κόρες μου ακολούθησαν τον αθλητισμό. Η Παναγιώτα έπαιζε βόλεϊ και η Νένα μπάσκετ. Δεν έλειψα ποτέ από τις προπονήσεις και τους αγώνες τους. Η Νένα ήταν πολύ καλή μπασκετμπολίστρια. Όταν έμπαινε στο γήπεδο, νόμιζα ότι ήμουν εγώ, ότι με έβλεπα».
Παναγιώτα: «Μεγαλώσαμε σε ένα περιβάλλον με αγάπη για τον αθλητισμό. Αυτό που έκανε η μητέρα μας είναι άπιαστο για εκείνα τα χρόνια και πόσο μάλλον για μια γυναίκα. Την θαυμάζαμε πάντα».
Νένα: «Είχαμε φτιάξει ένα γήπεδο μπάσκετ στο εξοχικό μας στον Ωρωπό. Η μητέρα μας, μάλιστα, έπαιζε διπλό με τους άνδρες φίλους μας και τους νικούσε, έβαζε όλα τα καλάθια. Πήγα στην ομάδα της γειτονιάς μου, εννοείται επηρεασμένη από τη μητέρα μου. Έπαιξα δέκα χρόνια και το ευχαριστήθηκα. Ερχόταν πάντα, ήταν εκεί και με στήριζε. Τον αγαπήσαμε τον αθλητισμό, ήταν πάντα μέσα μας, χάρη σε εκείνη».
Για την αναγνώριση
«Με κάνουν να νιώθω ότι υπάρχω. Ότι περπατάω. Με κάνουν περήφανη και τους ευχαριστώ όλους που με στήριξαν και με βοήθησαν.
Δεν έχω κανένα παράπονο. Είχα στήριξη. Δεν ήταν τυχαίο, σημαίνει ότι κάτι είχα. Μια γυναίκα με σταμάτησε πρόσφατα στο δρόμο και μου είπε ότι με είδε στην τηλεόραση και δεν ξεκόλλαγε. Με συγκίνησε πολύ».
Με κάνουν να νιώθω ότι υπάρχω
Η συμβουλή στη νέα γενιά
«Μια λέξη: Δουλειά. Χωρίς δουλειά δεν γίνεται τίποτα. Όρεξη, πάθος και αγάπη. Εγώ ήμουν προσηλωμένη, ήμουν εκεί. Καλό το ταλέντο αλλά χωρίς δουλειά δεν γίνεται τίποτα. Εγώ τελείωνα την προπόνηση και δεν έφευγα. Ερχόταν η ανδρική ομάδα και έπαιζα διπλό με τα αγόρια και τους έβαζα και καλάθια!»
Η Δήμητρα Ζαπονίδου έχει βραβευτεί πολλές φορές για τη συνολική προσφορά της στο ελληνικό μπάσκετ ενώ έχει ιδιαίτερη σχέση και βοήθεια από τον Μιχάλη Κυρίτση, πρόεδρο της ΣΠΑΚΕ (Σύλλογος Παλαίμαχων Αθλητών Καλαθοσφαίρισης Ελλάδος).