«Το βραχιόλι της φωτιάς»: Η αληθινή ιστορία μιας εβραϊκής οικογένειας από τη Θεσσαλονίκη μέχρι το Άουσβιτς
Μπορεί ένα βιβλίο να περιγράφει τη φρικιαστική πραγματικότητα που έζησαν οι Εβραίοι στο Άουσβιτς και ταυτόχρονα να μεταφέρει την νίκη της ζωής; Η απάντηση είναι το μυθιστόρημα, «Το βραχιόλι της φωτιάς», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, που έχει γράψει η Βεατρίκη (Μπέττυ) Σαϊάς-Μαγρίζου, στο οποίο, με δεξιοτεχνία μεταφέρει την αληθινή ιστορία της εβραϊκής οικογένειας της από τη Θεσσαλονίκη, όπου ζούσαν, μέχρι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στο Άουσβιτς.
Η συγγραφέας μέσα από ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, όπου η πραγματικότητα παντρεύεται αριστοτεχνικά με τη μυθοπλασία, περιγράφει τις δυσκολίες που βίωσε η οικογένεια της, ενώ η ίδια, παίρνει την σκυτάλη από τον πατέρα της, ο οποίος έζησε τρία χρόνια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς, για να μεταφέρει τα πραγματικά γεγονότα ώστε οι επόμενες γενιές να γνωρίζουν την αλήθεια. «Φαίνεται πως οι ψυχές που χάθηκαν και βασανίστηκαν τόσο άδικα στο Άουσβιτς ζητούν δικαίωση» θα μου αναφέρει η συγγραφέας κατά τη διάρκεια της συζήτηση μας.
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη, τόπο καταγωγής του μπαμπά μου. Όταν παντρεύτηκα μετακόμισα στη Λάρισα, τόπο καταγωγής της μητέρας μου.
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια με πάρα πολλή αγάπη, χαρά και αισιοδοξία. Τίποτα δεν έδειχνε πως ο πατέρας, οι θείες και οι θείοι μου είχαν περάσει όλα αυτά τα δεινά. Μόνο στα χέρια τους βλέπαμε τους αριθμούς..
Ρωτούσατε να μάθατε τι ήταν αυτοί οι αριθμοί; Τι σας έλεγε ο πατέρα σας;
Φυσικά! Όσες φορές τον ρωτούσα, μαζί με τα άλλα δύο μου αδέρφια, μας έλεγε απλά «οι Γερμανοί» και το άφηνε εκεί. Πρόσθετε κάποιες πληροφορίες, αλλά ένας λυγμός τον έκανε να σταματάει. Δεν μπορούσε να συνεχίσει, του ήταν αδύνατον. Πιστεύω δεν μας μιλούσαν, όχι μόνο ο πατέρας μου, ούτε οι θείου μου, γιατί ίσως να μην τους πίστευαν. Ήταν ασύλληπτο όλο αυτό που έζησαν. Όταν ένας από τους πρώτος ανθρώπους που είχαν επιστρέψει από το Άουσβιτς στην Ελλάδα, ο Λέων Μπατής έλεγε κάποια γεγονότα που έζησε σχολίαζαν πως μάλλον τρελάθηκε. Ήταν πραγματικά ασύλληπτα τα γεγονότα. Από την άλλη, σκέφτομαι πως ο πατέρας μου, Ιωσήφ Σαϊας, δεν ήθελε να μας μιλήσει για να μην χάσουμε την εμπιστοσύνη μας στους ανθρώπους. Ξέρεις κάτι που μου έκανε πάντα εντύπωση; Δεν μας ενστάλαξε ποτέ μίσος κι αυτό είναι απλά μεγαλειώδες! Μάλλον, επειδή είδε τα αποτελέσματα του μίσους οπότε δεν ήθελε να το αναπαράγει.
Όλοι στην οικογένεια του πατέρα μου ήταν χαρούμενοι άνθρωποι κι εκτιμούσαν πολύ τη ζωή. Μάς μετέδιδαν να ζούμε την κάθε μέρα, να χαιρόμαστε τη ζωή και να αγαπάμε τις μειονότητες. Με αυτές τις αρχές κι αξίες μεγάλωσα, αυτά κουβαλάω κι αυτά βγάζω στα βιβλία μου. Τέτοια μηνύματα θέλω να μεταδώσω κι εγώ με τη σειρά μου.
Η Φρίντα, η αδερφή του πατέρα σας, παντρεύτηκε Χριστιανό μια τολμηρή κίνηση για την εποχή. Η οικογένεια κατάφερε να τον αποδεχτεί; Διατηρήσατε σχέσεις;
Είχαμε πάρα πολύ καλές σχέσεις! Ο παππούς μου Μωής και η γιαγιά μου, Μπενούτα, αποδέχτηκαν το γάμο της κόρης τους. Πριν φύγουν για το Άουσβιτς η οικογένεια του πατέρα μου έπαθε μεγάλη οικονομική καταστροφή και ο Κωνσταντίνος, ο Χριστιανός γαμπρός τους, ήταν μια μεγάλη αγκαλιά για όλους. Ανακάλυψαν πως τους πήγαινε τρόφιμα και χρήματα έξω από το σπίτι και ανέβηκε πολύ στην υπόληψη τους. Τον εκτίμησαν τόσο πολύ που τον αγκάλιασαν. Κι βέβαια όταν επέστρεψαν από τα στρατόπεδα τα αδέρφια της Φρίντα, το σπίτι τους ήταν ανοιχτό για όλους τους. Ήταν εκείνος που τους περιέθαλψε.
Από τις πολύ δυνατές ιστορίες της οικογένεια σας ήταν όταν ο Κωνσταντίνος περιέθαλψε την μικρότερη κόρη της οικογένειας της γυναίκας του, την Ρούλα, η οποία στη πραγματικότητα είναι η μητέρα του Άλμπερτ Μπουρλά, σωστά;
Ναι σωστά. Η αδερφή του μπαμπά μου, η Φρίντα και ο σύζυγος της είχαν φύγει από την Θεσσαλονίκη κι βρίσκονταν στην Κοζάνη όπου πήραν μαζί τους τη Ρούλα -έτσι σώθηκε. Είχε γίνει το εξής: Ζητούσε η θεία μου, η Ρούλα από τον Κωνσταντίνο να την πάει στη Θεσσαλονίκη να δει τι είχε γίνει η οικογένεια της, καθώς είχε ακούσει πως έπαιρναν με τα τρένα τους Εβραίους χωρίς να ξέρει για τον τελικό προορισμό. Εκείνος την πήγε στη Θεσσαλονίκη όπου μια παλιά της συμμαθήτρια κατέδωσε στους Γερμανούς ότι η Ρούλα είναι Εβραία και την έκλεισαν στη φυλακή. Την είχαν ετοιμάσει για να την στήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ο θείος Κωνσταντίνος πλήρωσε με λίρες έναν Γερμανό ανώτερο και την απελευθέρωσαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή.
Ωστόσο στην τηλεοπτική σειρά «Το βραχιόλι της φωτιάς», βλέπουμε διαφορετικά κάποια γεγονότα. Έχουν γίνει αλλαγές στο σενάριο;
Έχουν όντως αλλάξει κάποια ονόματα κι έχουν αποδοθεί διαφορετικά κάποια γεγονότα. Για παράδειγμα, την ιστορία της Ρούλας που συζητούσαμε θα τη δούμε κάπως διαφορετική. Υπάρχει η προδοσία, αλλά από άλλο πρόσωπο. Το σημαντικότερο είναι πως περνάνε τα σωστά μηνύματα.
Με τα αδέρφια του πατέρα σας μιλήσατε ποτέ ως οικογένεια αφού είχατε μάθει όσα βίωσαν εκείνα τα χρόνια;
Όχι ποτέ! Μόνο από τον μπαμπά μου ακούγαμε κάποια ελάχιστα πράγματα.. Δεν μπορούσε να μιλήσει παραπάνω τον έπιαναν κλάματα, είχε κόμπο στο λαιμό και σταματούσε. Όταν, όμως εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο με φώναξε στη Θεσσαλονίκη και μου είπε «έλα τώρα να στα πω».
Μέσα από κλάματα, αγκαλιές και μεγάλη δυσκολία μου τα είπε όλα με κάθε λεπτομέρεια και του υποσχέθηκα πώς θα τα γράψω γιατί ήθελε να μείνουν. Μάλιστα, έλεγε χαρακτηριστικά πως «εγώ ζω κι κάποιοι αμφισβητούν το Ολοκαύτωμα σκέψου να πεθάνω...».
Δύο μήνες μετά ο πατέρας μου «έφυγε» από τη ζωή- μάλλον διαισθανόταν το τέλος. Δεν «έφυγε» μεγάλος, ήταν 69 ετών, αλλά ήταν άρρωστος για πάρα πολλά χρόνια. Από νεαρή ηλικία κουβαλούσε ένα πολύ βαρύ άσμα. Επιπλέον, είχε υποβληθεί στο Άουσβιτς σε εγχείρηση σκωληκοειδίτιδα, χωρίς νάρκωση, αφού ήταν πειραματόζωο. Δίπλα του, άλλα μικρά παιδιά ηλικίας 16-17 ετών, υποβάλλονταν σε άλλες εγχειρήσεις κι πέθαιναν καθώς ήταν πιο βαριές.
Κι τότε πάλι θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό -ήταν πολύ αισιόδοξος άνθρωπος και μου είπε πως του έτυχε η πιο ελαφριά εγχείρηση. Πήγαινε κι έκλεβε φλούδες από πατάτες, στα σκουπίδια της κουζίνας του στρατοπέδου κρυφά μην τον δουν οι Γερμανοί, με κίνδυνο την ίδια του τη ζωή, και παρότρυνε τα αδέρφια του να φάνε γιατί η νίκη τους ήταν να κρατηθούν στη ζωή. Ενθάρρυνε πάρα πολύ τα αδέρφια του ακόμα και στα πιο σκοτεινά τμήματα της ζωής του παρέμενε αισιόδοξος. Ακόμα και όταν τους απελευθέρωσαν οι Ρώσοι μου σχολίασε πως ήταν τυχερός, γιατί όποια στρατόπεδα απελευθέρωναν οι Αμερικανοί, έδιναν πολλά τρόφιμα στους κρατούμενους, οι οποίοι ήταν λιπόσαρκοι και πέθαναν κατευθείαν από το σοκ που πάθαινε ο οργανισμός τους από το φαγητό. Ο πατέρας μου συνήθιζε να λέει πως νίκησε τον Χίτλερ.
Από το Άουσβιτς επέστρεψαν όλα μαζί τα αδέρφια;
Κάποια στιγμή χάθηκαν μεταξύ τους κι επέστρεψαν ο καθένας μόνος του. Ο ένας αδερφός δεν μιλούσε από το σοκ που είχε πάθει. Όταν έβλεπε πως έρχονται οι σύμμαχοι, οι Γερμανοί σκότωσαν κάποιους ομήρους και ο θείος μου κάτω από πτώματα παρίστανε τον νεκρό. Στη συνέχεια απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο και για μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού είχε επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, δεν μπορούσε να μιλήσει. Ο άλλος μου θείος, έχασε τη γυναίκα και το μικρό του κοριτσάκι, τη Μπέττυ, όλα τα αδέρφια του μπαμπά μου έχουν μια Μπέττυ στην οικογένεια προς τιμήν της μαμάς τους, της Μπενούτα, στο στρατόπεδο. Στη σειρά θα τα δείτε λίγο διαφορετικά, τα συγκεκριμένα γεγονότα, αλλά δεν πειράζει. Συνέβησαν όλα!
Πώς ήταν όταν βρεθήκαν τα αδέρφια πάλι όλα μαζί στη Θεσσαλονίκη;
Βασικά ήταν χαρούμενοι που επέζησαν- από όσα ξέρω από τον μπαμπά μου. Προσπάθησαν να μην μιλούν για αυτό και να γιατρέψουν τις πληγές τους μέσα από την πολλή αγάπη της οικογένειας- κάτι που ήταν λυτρωτικό. Όταν επέστρεψαν πίσω δεν βρήκαν απολύτως τίποτα: ούτε σπίτια, ούτε τα εμπορεύματα στα μαγαζιά τους. Έπρεπε να ξεκινήσουν πάλι από την αρχή.
Εσείς με τα άλλα δύο αδέρφια σας τα είχατε συζητήσει όλα αυτά ποτέ;
Με τον αδερφό και την αδερφή μου νομίζω τα είχαμε αφήσει όπως ο μπαμπάς. Δινόντουσαν κάποιες μικρές ευκαιρίες να τα συζητήσουμε λίγο όταν, κάποια στιγμή, ο μπαμπάς πήγε με την ελληνική σημαία στα στρατόπεδα συγκέντρωσης να τιμήσει τους Έλληνες Εβραίους που χάθηκαν εκεί.
Ας μην ξεχνάμε πως για πολλά χρόνια όλα αυτά δεν τα συζητούσαμε. Τα τελευταία χρόνια, επί δημαρχίας Μπουτάρη, στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε η αποδοχή αυτού τους τραύματος της ελληνικής κοινωνίας που έχασε 60.000 ανθρώπους της. Πρόκειται για μεγάλο αριθμό Ελλήνων Εβραίων, οι οποίοι ήταν Έλληνες μέχρι το κόκαλο. Ο ένας αδερφός του μπαμπά μου έχασε ηρωικά τη ζωή του μαχόμενος στην Αλβανία.
Μέσα από το βιβλίο όσο και από την σειρά ο κόσμος θα μάθει ιστορικά γεγονότα που ίσως να μην τα ξέρει μέχρι σήμερα.
Πώς νιώθατε εσείς συναισθηματικά όταν κληθήκατε να γράψετε τη δύσκολη κι επίπονη ιστορία του πατέρα σας; Φαντάζομαι δεν θα ήταν εύκολη διαδικασία.
Υπήρξαν κομμάτια, όπως μέσα στα στρατόπεδα, τον φόβο που ένιωθαν από τους Γερμανούς, τα γκέτο, που μου ήταν πολύ δύσκολα γιατί τα έκανα εικόνα. Όμως, ήθελα οπωσδήποτε να το γράχω.
Συνομιλώντας με τον Φρέντι Γερμανό, με τον οποίο ήμασταν φίλοι και συνομιλούσαμε τηέφωνικά, του είχα εκφράσει πως δεν μπορώ να συνεχίσω το γράψιμο και με παρότρυνε να το αφήσω στο συρτάρι και κάποια στιγμή θα με οδηγήσουν τα πόδια μου να πάω. Πράγματι, έτσι ακριβώς συνέβη! Όταν ωρίμασε μέσα μου άρχισα να γράφω ασταμάτητα. Τελικά, έπρεπε όλα αυτά που άκουσα από τον πατέρα μου να ωριμάσουν μέσα μου. Ίσως χρειαζόμουν χρόνο να το συνειδητοποιήσω όλο αυτό. Βέβαια η απορία του «γιατί» δεν έφυγε ποτέ.. Δεν μπόρεσα να το δικαιολογήσω, ούτε έχω βρει μέχρι σήμερα κάποια εξήγηση. Οι άνθρωποι είμαστε ικανοί για το μεγαλύτερο καλό και το μεγαλύτερο κακό.
Διαβάζοντας ο αναγνώστης την ιστορία θα πάρει αισιόδοξα μηνύματα- δεν είναι ένα βιβλίο φρίκης. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρo πως κερδίζει η ζωή. Έτσι είναι κι ο χαρακτήρας μου, το κληρονόμησα από τον μπαμπά μου.
Έχετε επισκεφτεί το Άουσβιτς. Μπορείτε να μου περιγράψετε την εμπειρία σας στο μέρος όπου έζησε τρία φρικαλέα χρόνια ο πατέρας σας και η οικογένεια του;
Είχα πάει με την αδερφή μου, μαζί με μια ομάδα Ελλήνων Εβραίων, για προσκύνημα στο «match of the living»-δηλαδή κάναμε την «πορεία ζωής» που γίνεται κάθε χρόνο από επισκέπτες όλων των χωρών. Είδαμε ακριβώς που ήταν ο πατέρας μας, που τιμωρήθηκε και το μέρος που γίνονταν τα πειράματα. Ήταν συγκλονιστικό.
Θυμάμαι έκανε τόσο κρύο, ήμασταν κουκουλωμένοι κι αναρωτιόμασταν πώς επιβιώσαν που τους είχαν εκεί μέσα ξυπόλυτους, με βαμβακερές πιζάμες. Ο πατέρας μου έζησε τρία χρόνια εκεί- ήταν από τους πρώτους που έφτασε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η μητέρα σας ήξερε όσα είχε βιώσει ο σύζυγος της στο Άουσβιτς;
Έμαθε την ιστορία μέσα από το βιβλίο μου. Γιατί όταν ξεκινούσε η συζήτηση, όπως σας είπα, ο μπαμπάς είχε άσμα πάθαινε κρίσεις και δεν μπορούσε να συνεχίσει, οπότε η μητέρα μου τον παρότρυνε να ηρεμήσει. Ήξερε κάποια πράγματα, όχι με πολλές λεπτομέρειες. Ούτε ήταν μπροστά στις αφηγήσεις του μπαμπά.
Η Ρούλα, η αδερφή του μπαμπά σας, είναι η μητέρα του Άλμπερτ Μπουρλά, διευθυντή της Pfizer. Ο ίδιος πριν τρία περίπου χρόνια είχε μιλήσει στην Αμερική για τα δύσκολα οικογενειακά χρόνια της μητέρας του.
Ναι, ναι! Αρχίσαμε πλέον να μιλάμε τα παιδιά και νομίζω πως καλά κάνουμε γιατί το οφείλουμε, όχι μόνο στους γονείς μας, αλλά σε όλες τις ψυχές εκεί πάνω πάνω που χάθηκαν με βάναυσο τρόπο. Επιπλέον, το οφείλουμε στις νέες γενιές για να μάθουν, να έχουν γνώση για να μην γίνουν φασίστες. Όταν ξέρουν την πραγματική ιστορία δεν θα είναι υπέρμαχοι του ναζισμού. Για αυτό, άλλωστε, πηγαίνω συα σχολεία και μιλάω στα νέα παιδιά. Το θεωρώ υποχρέωση μου. Ο πατέρας μου μου έδωσε την σκυτάλη, έχω αναλάβει να γίνω η «φωνή» όλων αυτών των ψυχών. Νιώθω την ευθύνη να μεταφέρω την αλήθεια, να μην ξεχαστεί για να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά...
Μέσα από το βιβλίο ξεχωρίζει η Μπενούτα, η μητέρα του πατέρα σας. Εσείς δεν τη γνωρίσατε, αλλά πώς ήταν από τις περιγραφές του;
Ο πατέρας μου μιλούσε για την μητέρα του με λόγια αγάπης. Ήταν μια όμορφη γυναίκα, καλλιεργημένη, γνώριζε πολλές γλώσσες και ήταν αξιόλογη. Μάλιστα, ο ίδιος μου είχε επισημάνει πώς η σκέψη της μητέρας του ήταν αυτή που του απάλυνε του πόνους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Χαρακτηριστικά μου έλεγε πως αν επιβίωσε στο Άουσβιτς ήταν γιατί σκεφτόταν τη μητέρα του. Μπορώ να σου πω πως στην τηλεοπτική σειρά «Το βραχιόλι της φωτιάς» η Μπενούτα έχει μεταφερθεί έτσι όπως ακριβώς την παρουσίαζε ο πατέρας μου. Όλοι οι ηθοποιοί είναι αποκάλυψη και οι συντελεστές από την σκηνοθεσία και το σενάριο μέχρι τη σκηνογραφία έχει γίνει εξαιρετική δουλειά.
Ετοιμάζεται το επόμενο σας μυθιστόρημα;
Μόλις ολοκλήρωσα ένα θεατρικό κείμενο και είμαι στη διαδικασία που μαζεύω υλικό για ένα άλλο μυθιστόρημα. Προς το παρόν, έχω παγώσει λίγο τη διαδικασία γιατί ασχολούμαι με «το βραχιόλι της φωτιάς» που ήρθε ξανά στην επικαιρότητα, λόγω της τηλεοπτικής σειράς, και το απολαμβάνω.