«Λυσιστράτη» μ΄ένα δάκρυ
Με το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου γεμάτο σύμφωνα με τα απαραίτητα υγειονομικά πρωτόκολλα, ξεκίνησε το ταξίδι της, την περασμένη Παρασκευή, η «Λυσιστράτη του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου.
Παίρνοντας την σκυτάλη από τους «Πέρσες», η δεύτερη παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου –και μία από τις τρεις που συμμετέχουν στα Επιδαύρια της εποχής του κορωνοϊού μαζί με το ΚΘΒΕ, έδωσε θέση στην κωμωδία.
Κωμωδία; Κι όμως. Αυτή η «Λυσιστράτη» έχει χιούμορ, έχει γέλιο αλλά δεν έχει «πλάκα» και –ευτυχώς, δεν έχει ούτε βεβιασμένες βωμολοχίες ούτε, βέβαια, σεξουαλικά υπονοούμενα εκτός Αριστοφάνη ούτε και αναφορές στην πολιτική επικαιρότητα.
Ωστόσο η τρέχουσα επικαιρότητα, η καθημερινότητα των τελευταίων μηνών ήταν εκεί, παρούσα, καθαρή: Η τήρηση των αποστάσεων, που καθορίζει το ίδιο αριστοφανικό έργο με την αποχή από την σεξουαλική πράξη ως μέσο για την επίτευξη της πολυπόθητης ειρήνης, ταυτίστηκε με τις αποστάσεις λόγω Κορωνοϊού.
Εξαρχής, με την είσοδο του Χορού γίνεται φανερό πως τα «αστεία» της παράστασης δεν θα ακολουθήσουν την σύγχρονη αριστοφανική πεπατημένη. Με αναφορές στην ιστορία και στην εποχή που γράφτηκε το έργο, γίνεται και η πρώτη νύξη στον βαθύτερο στόχο αυτής της παράστασης: Μια απόπειρα συμφιλίωσης -μαζί έρχεται και το πρώτο χειροκρότημα από το κοινό.
Χωρίς κατασκευές, το σκηνικό καθορίζεται ουσιαστικά από δέκα τέσσερις μικρές εστίες-κρατήρες, διάσπαρτες επί σκηνής, άλλες υπερυψωμένες και άλλες όχι, γεμάτες πολύχρωμα κουρέλια.
Η μουσική, της Κατερίνας Πολέμη που ανέλαβε να ντύσει την «Λυισιστράτη» μετά την αποχώρηση του Φοίβου Δεληβορριά (ήταν στην παράσταση του Σαββάτου), ενσωματώθηκε πλήρως στο πνεύμα και υπηρέτησε την σκηνοθετική άποψη αλλά και το συναίσθημα του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου.
Είναι σαφές ότι η κορωνίδα, ίσως, των αριστοφανικών κωμωδιών, αποδόθηκε πολυπρισματικά: Χωρίς να χάσει την λαϊκότητα και την αμεσότητά της, η παράσταση κινήθηκε σε μια υψηλή αισθητική –με τα κοστούμια και τις μάσκες-σκάφανδρα του Άγγελου Μέντη να πρωταγωνιστούν στο όλο εγχείρημα προσδίδοντας μια αφέλεια που τόσο έχουμε ανάγκη. Παράλληλα αποδείχτηκε ευρηματική και με αυτοκριτικές τάσεις.
Η άποψη της σκηνοθεσίας να παρεμβαίνει εν ώρα παράστασης –με τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο να μιλάει στον θίασο από το μικρόφωνο ή και να κατεβαίνει στην σκηνή για να λύσει διαφορές και διαπληκτισμούς, μπόλιασε το θέαμα με αμεσότητα.
Αυτό το θέατρο εν θεάτρω σχολίασε και τις εσωτερικές κόντρες των ηθοποιών. Πάνω απ΄όλα όμως απέδωσε ένα γνήσιο συναίσθημα –συλλογικό και προσωπικό με τους ηθοποιούς να κλείνουν την παράσταση με τις δικές τους εξολομογήσεις.
Αρωγός οι ήχοι της Κατερίνας Πολέμη και, στο τέλος ο Μάνος Χατζιδάκις με το «Ενα μύθο θα σας πω» κι ένα δάκρυ που ξέφυγε από τα μάτια μας. Ισως γιατί μαζί με το άκουσμα της συμφιλίωσης έρχεται η συγκίνηση –σχεδόν λυτρωτική.
Με τον επώνυμο ρόλο να ερμηνεύει η Βίκυ Σταυροπούλου στην παρθενική της αναμέτρηση με το είδος και τον χώρο, η παράσταση «πήρε φωτιά» από την αρχή: Με την γνήσια, λαϊκή κωμική της φλέβα, η πρωταγωνίστρια μοιράστηκε την αγωνία της «να δικαιώσει τον Λιγνάδη» -που την επέλεξε. Και τα κατάφερε.
Εξαιρετικές η Βίκυ Βολιώτη ως Λαμπιτώ, η Στεφανία Γουλιώτη στον ρόλο της Καλονίκης, η Αγορίτσα Οικονόμου Μυρίνη. Εύστοχος ο Νίκος Ψαρράς ως Κινησίας και ο Στέλιος Ιακωβίδης, Σπαρτιάτης.
Ο Πρόβουλος του Γιάννη Κότσιφα υπερέβαλε χωρίς όμως να διαφοροποιηθεί από το σύνολο. Ενας κι ένας ο 6μελής Χορός –Πάρης Αλεξανδρόπουλος, Βαγγέλης Δαούσης, Γιώργος Ματζιάρης, Νεφέλη Μαϊστάλη, Ελπίδα Νικολάου και Δάφνη Δαυίδ, με την τελευταία να μονοπωλεί στους αυτοσχεδιασμούς.
Με την μετάφραση του Σωτήρη Κακίση, τα σκηνικά της Ολγας Μπρούμα, τους φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου και την κίνηση του Τάσου Καραχάλιου αυτή η «Λυσιστράτη» θα αφήσει την σφραγίδα της στο δύσκολο καλοκαίρι που διανύουμε.