The Dig: Ένα μελαγχολικό ιστορικό δράμα εποχής που έρχεται να μας θυμίσει πως τίποτα δεν μένει θαμμένο για πάντα
Ο Αυστραλός Σάιμον Στόουν, με τη συνδρομή της διακεκριμένης θεατρικής συγγραφέα Μόιρα Μπουφίνι που υπογράφει το σενάριο, βασίζονται στο βιβλίο στο ομότιτλο βιβλίο του Τζον Πρέστον (τηλεκριτικού της «Sunday Telegraph» επί σειρά ετών), και αποκαλύπτουν το «παρασκήνιο» μιας από τις «σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις όλων των εποχών», που έγινε το 1939 στο Σάφολκ, της Αγγλίας.
Ενώ ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών, μια χήρα αριστοκράτισσα η Ίντιθ Πρίτι, ακολουθώντας την διαίσθησή της αλλά και την επιθυμία του νεκρού συζύγου που ήταν λάτρης της αρχαιολογίας, προσλαμβάνει έναν επαγγελματία σκαφτιά, τον Μπάζιλ Μπράουν, με την πεποίθηση ότι κάτι σημαντικό βρίσκεται στο κτήμα της. Ο Μπράουν αν και ερασιτέχνης αρχαιολόγος, διαθέτει ένα σπάνιο χάρισμα και πάθος για τη δουλειά του, οπότε αναγνωρίζει πως αυτή η υπόθεση είναι πιο σημαντική απ‘ όσο φαίνεται. Έτσι προς έκπληξη όλων καταφέρνει να φέρει στο φως δύο αγγλοσαξωνικά νεκροταφεία πλοίων του 6ου και 7ου αιώνα. Η επιστημονική κοινότητα αρνείται να δεχτεί πως ένας ερασιτέχνης θα πάρει τα εύσημα μιας τέτοιας ανακάλυψης, οπότε κυριολεκτικά στρατοπεδεύει στο κτήμα και αναλαμβάνει τις εργασίες.
Κι ενώ οι ανασκαφές συνεχίζονται, ταυτόχρονα κρυμμένα μυστικά κι επιθυμίες των ηρώων έρχονται στο φως. Η Ίντιθ που ξέρει πως είναι άρρωστη και ανησυχεί για την τύχη του γιου της αναπτύσσει μια ιδιαίτερη σχέση με τον Μπράουν, καθόλου ερωτική, που σίγουρα όμως ξεπερνάει την ταξική τους διαφορά, ο αδερφός της που έχει αναλάβει χρέη φωτογράφου της αποστολής γνωρίζει την αγάπη λίγο πριν φύγει για τον πόλεμο, ενώ μια νεαρή αρχαιολόγος συνειδητοποιεί πως η ζωή είναι τελικά πολύ μικρή για να την ξοδεύει σε έναν καταδικασμένο στη δυστυχία γάμο.
Έτσι η ανασκαφή γίνεται στην ουσία μια παραβολή για όσα μένουν θαμμένα μέσα μας και ζητούν να έρθουν στο φως, όπως ακριβώς και ο πολύτιμος θησαυρός του Σατούν Χου. Ο Στόουν με τη λεπτότητα ενός αρχαιολόγου, μένει πιστός στους κώδικες ενός βρετανικού δράματος εποχής και χωρίς πρωτοτυπίες αλλά με συνέπεια ακολουθεί τις εσωτερικές διαδρομές των ηρώων του. Το πλεονέκτημα της σκηνοθεσίας του είναι πως επιμένει στη γλυκόπικρη μελαγχολία της ανακάλυψης ενός τάφου, την ώρα που η χώρα αλλά και το σπίτι των Πρίτι ετοιμάζονται να θρηνήσουν τους δικούς του νεκρούς, δίνοντας το προβάδισμα σε ουσιώδη ερωτήματα κι όχι στην πλοκή, που κάποιες φορές μοιάζει να κάνει κοιλιά, δίνοντας έτσι και μια δεύτερη πιο φιλοσοφική διάσταση στην ιστορία του.
Το παρελθόν συναντάει το παρόν για να μείνει στο μέλλον, και η ιδέα του θανάτου μαλακώνει μέσα από την προοπτική της αθανασίας, σε αυτή την ποιητική αλληγορία, που αν και εφορμάται από την αρχαιολογία, κρύβει ένα μικρό μυστικό για την ίδια μας την ύπαρξη.
Όμορφα τοπία, μια σωστή αναπαράσταση εποχής και μεστές ερμηνείες από τον Ρέιφ Φάινς και την λεπτεπίλεπτη Κάρεϊ Μάλιγκαν, αποκαθιστούν μια μεγάλη ιστορική αδικία -πέρασαν πολλά χρόνια για να εκτιμηθεί η προσφορά του Μπράουν από το Βρετανικό Μουσείο που έχει πλέον στην κατοχή του τον θησαυρό- υπενθυμίζοντας τελικά ότι τίποτα δεν πάει χαμένο.