Το «The Chair» είναι η σειρά που θα ήθελες να είχες δει ως φοιτήτρια
Ο κεντρικός πυρήνας της σειράς «The Chair», που ολοκληρώνεται σε μόλις 6 επεισόδια, αφορά την κρίση των Ανθρωπιστικών Επιστημών, καθώς και τη συζήτηση για το αν η επιστημονική μελέτης της Λογοτεχνίας έχει μέλλον τον 21ο αιώνα.
Μπορεί στην Ελλάδα να μην το έχουμε αντιληφθεί πλήρως, καθώς ως κοινωνία αντιμετωπίζουμε την αρχαιότητα ως αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς μας, στον υπόλοιπο όμως κόσμο, και ειδικά στην Αμερική όπου η τριτοβάθμια εκπαίδευση λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια, διατυπώνεται πλέον ανοιχτά το ερώτημα γιατί να εξακολουθούμε να διαθέτουμε πόρους σε πεδία, όπως η λογοτεχνία. Πιο απλά, γιατί άραγε να διαβάζουμε κείμενα του 18ου αιώνα, που μπορεί τελικά να μην μας αφορούν; Ποια είναι η κοινωνική τους χρησιμότητα;
Η Sandra Oh, γνωστή από τη -για την επί σχεδόν 10 ετών -συμμετοχή της στο Grey’s Anatomy, είναι η Δόκτωρ Ji-Yoon Kim, μια καθηγήτρια Κορεάτικης-Αμερικανικής καταγωγής που καλείται να διευθύνει (ως η πρώτη γυναίκα και νεότερη Διευθύντρια στην ιστορία του) ένα τμήμα Αμερικανικής Λογοτεχνίας. Και ενώ η ίδια μπορεί όχι μόνο να εντοπίσει, αλλά και να αναδείξει τη σχέση της λογοτεχνίας του τότε με το σήμερα, δεν αργεί να αντιληφθεί πως στα χέρια της υπάρχει μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί.
Το πρώτο που καλείται να αντιμετωπίσει είναι το ποιοι θα έπρεπε να διδάσκουν σε αυτό το πανεπιστήμιο. Από τη μία έχουμε μια Αφροαμερικανή καθηγήτρια που, μεταξύ άλλων, στις διαλέξεις της ενθαρρύνει τους φοιτητές της να αντιληφθούν το σύμπαν συγγραφέων όπως ο Χένρι Μέλβιλ μέσα από την ραπ μουσική. Και όμως, η διοίκηση του Πανεπιστημίου δείχνει να προτιμά έναν λευκό άντρα που έκανε τη διατριβή του πριν 30 χρόνια, είναι πετυχημένος συγγραφέας και στην πραγματικότητα πέρα από την καλή του εμφάνιση και την προσωπική του επιτυχία (αλλά και την υπόσχεση πως η έλευση του θα εξασφαλίσει νέες εγγραφές φοιτητών) δεν έχει να επιδείξει τίποτα παραπάνω. Ταυτόχρονα υπάρχει και η κλίκα των απαρχαιωμένων καθηγητών που δεν μοιάζουν καθόλου διατεθειμένοι να εξοικειωθούν με πιο σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας και απλά αναρωτιούνται γιατί οι δάφνες του παρελθόντος τους έχουν γεμίσει σκόνη.
Εννοείται πως όλα αυτά διαδραματίζονται με το διαρκές ζήτημα του σεξισμού να αιωρείται πάνω από το κεφάλι της Ji-Yoon Kim: το πατερναλιστικό και συγκαταβατικό ύφος των ανωτέρων της, ο εξωστρακισμός της συναδέλφου της (εξαιρετική Holland Taylor στον ρόλο της Joan Hambling) σε ένα γραφείο στο υπόγειο του γυμναστηρίου, η δυσκολία της να επιβληθεί στον καθηγητή με τον οποίο διατηρεί μια πλατωνική σχέση, είναι μερικά μόνο από τα προβλήματά που αντιμετωπίζει στην ακαδημαϊκή της ζωή. Πίσω στο σπίτι της έχει ένα άλλο μέτωπο ακόμα πιο σύνθετο, καθώς η κόρη της μοιάζει διαρκώς να την αμφισβητεί, -ενώ παράλληλα έχει την ικανότητα να εξωθεί στην παραίτηση τη μια baby sitter μετά την άλλη. Η ίδια η Ji-Yoon Kim εκτός από single μητέρα ενός παιδιού που υιοθέτησε με μεγάλο κόπο, είναι κόρη ενός Κορεάτη πατέρα που αρνείται να μιλάει στα αγγλικά -και ως εκ τούτου οριακά μπορεί να επικοινωνήσει με την εγγονή του.
Το πιο δύσκολο εγχείρημα όμως με το οποίο καταπιάνεται το «The Chair» είναι το ζήτημα της πολιτικής ορθότητας στο Πανεπιστήμιο: ένας καθηγητής, προοδευτικών καταβολών και ιδιαίτερα αγαπητός στους φοιτητές του, στα πλαίσια αστεϊσμού σηκώνει ναζιστικά το χέρι του μέσα στο αμφιθέατρο. Η θύελλα αντιδράσεων που δημιουργείται δεν είναι αποκύημα των σεναριογράφων, καθώς οτιδήποτε προσβάλει τα προσωπικά «πιστεύω» των φοιτητών των αμερικανικών πανεπιστημίων μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο καταγγελίας, αλλά και απόλυσης. Και αν αυτό μας κάνει ιδιαίτερα χαρούμενους όσον αφορά τα σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, καθώς ακριβώς το ίδιο θα συμβεί αν ειπωθεί ένα σχόλιο ενάντια στον Τραμπ, στους αντιεμβολιαστές ή σε όσους είναι κατά των εκτρώσεων. Ποια λοιπόν είναι τα όρια; Πρέπει να υπάρχουν όρια στην έκφραση;
Η όλη συζήτηση δεν είναι καινούργια και έχει ήδη απασχολήσει όχι μόνο τον κινηματογράφο, αλλά και την λογοτεχνία: στο βιβλίο του Φίλιπ Ροθ «Το ανθρώπινο στίγμα» (εκδόσεις Πόλις, 2013) είχαμε μια αντίστοιχη αφήγηση, καθώς ένας διάσημος καθηγητής των κλασικών σπουδών μέσα από ένα ατυχές περιστατικό κατηγορήθηκε για ρατσιστική συμπεριφορά (και προτίμησε να παραιτηθεί παρά να αποκαλύψει ένα μυστικό που θα μπορούσε να τον αθωώσει).
Στην Ελλάδα, ειδικά σε ό,τι αφορά τα ελληνικά πανεπιστήμια, είμαστε ακόμα αρκετά μακριά από την όλη συζήτηση καθώς κανείς δεν μοιάζει να θίγει αντίστοιχα ζητήματα. Ωστόσο, οι εσωτερικές μάχες της Sandra Oh μας είναι τρομακτικά οικείες. Μητέρα, κόρη, καθηγήτρια, διευθύντρια, συνάδελφος, φίλη: σε όλους τους ρόλους που έχει επιλέξει η ίδια μοιάζει θριαμβευτικά να αποτυγχάνει. «Πώς γίνεται να είσαι Δόκτωρ; Αφού δεν βοηθάς ποτέ κανέναν» της λέει χωρίς οίκτο και συναίσθηση η κόρη της.
Και όμως, σε όλες τις σχέσεις της δίνεται ολοκληρωτικά. Και με πλήρη επίγνωση πως το Happy End αυτήν την φορά δεν είναι μέσα στις διαθέσιμες επιλογές της. Ή μήπως είναι;