Νέες ταινίες: Ο «Αόρατος επισκέπτης» του Οριο Πάουλο η καλύτερη ταινία της εβδομάδας | 0 bovary.gr

Νέες ταινίες: Ο «Αόρατος επισκέπτης» του Οριο Πάουλο η καλύτερη ταινία της εβδομάδας

Ο Οριο Πάουλο με τον « Αόρατο επισκέπτη» του υπογράφει την ταινία της εβδομάδας, ενώ επαναπροβάλλεται το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Πιερ Πάολο Παζολίνι αλλά και « Οι ασύλληπτες διακοπές του Λουί ντε Φινές».

  • Αόρατος επισκέπτης
  • (Contratiempo / The Invisible Guest )
  • Σκηνοθεσία: Όριο Πάουλο
  • Παίζουν: Μάριο Κάσας, Μπάρμπαρα Λένι, Άνα Βάγενερ, Χοσέ Κορονάδο, Φρανθέσκ Ορέγια

Περίληψη: Ο Αντριάν Ντόρια, νέος επιχειρηματίας στο αποκορύφωμα της καριέρας του, ξυπνά κλειδωμένος σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, ενώ δίπλα του βρίσκεται το νεκρό σώμα της ερωμένης του, Λάουρα. Χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το πώς βρέθηκε εκεί, αλλά και να βρει άλλοθι για το έγκλημα, ο Ντόρια προσλαμβάνει την Βιρτζίνια Γκούντμαν, διακεκριμένη δικηγόρο, για να τον υποστηρίξει. Μέσα σε μία νύχτα, οι δυο τους θα πρέπει να συνεργαστούν για να ξεκαθαρίσουν τι έχει συμβεί, ξεκινώντας έναν ξέφρενο αγώνα δρόμου ενάντια στο χρόνο, αλλά και σε όλους τους νόμους της λογικής.

Ο Οριο Πάουλο («El cuerpo» και «Julia’s Eyes» ) επιστρέφει μετά από πέντε χρόνια απουσίας με ένα δυνατό ψυχολογικό θρίλερ, που σε αρκετά σημεία θυμίζει Πολάνσκι.

Ο νεαρός κι επιτυχημένος επιχειρηματίας Αντριάν Ντόρια ξυπνάει δίπλα στο πτώμα της ερωμένης του και κατηγορείται για το φόνο της. Για να αποδείξει την αθωότητά του πρέπει να επιστρέψει στο παρελθόν με τη βοήθεια μιας ιδιόρρυθμης δικηγόρου της Βιρτζίνια Γκούντμαν . Μέσα από φλας μπακ που ο Πάουλο κινεί με μαεστρία, ο θεατής θα μάθει ότι το παράνομο ζευγάρι ευθύνεται για το θάνατο ενός νεαρού που σκότωσαν από ατύχημα στη μέση ενός δάσους, επιστρέφοντας από ένα σύντομο ταξίδι . Οι δυο εραστές, κινούμενοι από πανικό και φόβο, θα μπλέξουν σε μια περίεργη ιστορία που θα αποκαλύψει την πιο σκοτεινή πλευρά τους.

Ο Ισπανός δημιουργός αφηγείται τα ίδια γεγονότα μέσα από διαφορετικές οπτικές και δημιουργεί ένα ενδιαφέρον παιχνίδι όπου η πραγματικότητα και η φαντασία μπερδεύονται , υποχρεώνοντας τον θεατή να εστιάζει στις πιο μικρές λεπτομέρειες για να ανακαλύψει τελικά τι έχει συμβεί. Όμως πάει κι ένα βήμα παραπέρα, αφού δεν μεταστρέφει μόνο τα γεγονότα αλλά και τους χαρακτήρες των πρωταγωνιστών του, δημιουργώντας σε κάθε αφήγηση εντελώς διαφορετικά πρόσωπα.

Υψηλής αισθητικής εικόνες και εικαστικά πλάνα δημιουργούν μια ατμόσφαιρα μυστηρίου, όπου η επανάληψη λειτουργεί σαν μια εμμονή που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον. Το σενάριο , που υπογράφει ο ίδιος αυτή τη φορά, ακολουθεί τη διαδρομή των αστυνομικών βιβλίων του Σιμενόν, που επιμένουν περισσότερο στην ψυχολογία παρά στα αποδεικτικά στοιχεία, ενώ η κινηματογράφησή του δανείζεται την αισθητική του νουάρ συγκροτώντας ένα άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.

Η μουσική επένδυση υπογραμμίζει ίσως παραπάνω από όσο χρειάζεται τις συναισθηματικές εντάσεις των ηρώων του, μιας και οι πρωταγωνιστές του ακολουθούν και με το παραπάνω τη γραμμή της ταινίας, φτιάχνοντας μυστηριώδεις χαρακτήρες , που συνεχώς αποκαλύπτουν κρυφά χαρτιά, αποδεικνύοντας ότι η Ισπανία μπορεί να θεωρηθεί ισχυρός αντίπαλος του Χόλυγουντ στα θρίλερ.

  • Eρωτες και Φιλίες
  • (Love and Friendship)
  • Σενάριο- Σκηνοθεσία: Γουίτ Στίλμαν
  • Παίζουν: Κέιτ Μπέικινσεϊλ, Στίβεν Φράι, Κλόε Σεβινί, Χαβιέ Σαμουέλ

Περίληψη: Η πανέμορφη νεαρή χήρα Λαίδη Σούζαν Βέρνον εγκαθίσταται προσωρινά στην έπαυλη των πεθερικών της, μέχρι να καταλαγιάσουν οι φήμες που κυκλοφορούν στους αριστοκρατικούς κύκλους, σχετικά με τις ερωτικές της περιπέτειες. Όσο βρίσκεται εκεί, είναι αποφασισμένη να εξασφαλίσει σύζυγο, τόσο για την ίδια, όσο και για την κόρη της, Φρειδερίκη, που όμως αντιμετωπίζει απρόθυμα τα σχέδια της μητέρας της. Η Λαίδη Σούζαν όμως, συνεχίζει ακάθεκτη, προσελκύοντας ταυτόχρονα την προσοχή του όμορφου νεαρού Ρέτζιναλντ Ντε Κόρσι, του πλούσιου αλλά ανόητου Σερ Τζέιμς Μάρτιν και του εξωφρενικά γοητευτικού, αλλά παντρεμένου Λόρδου Μάνγουερικ. Σύντομα, η κατάσταση θα ξεφύγει από τον έλεγχο της, περιπλέκοντας τα πράγματα ακόμα περισσότερο.

Ο Γουίτ Στίλμαν («The Last Days of disco», «Damsels in Distress») διασκευάζει ένα παραγνωρισμένο μυθιστόρημα της Τζέιν Όστιν, το διήγημα «Λαίδη Σούζαν», που είχε γραφτεί σε μορφή επιστολών στα μέσα του 1790, αλλά δημοσιεύτηκε από τον ανιψιό της, Τζέιμς Έντουαρντ Όστιν-Λι, το 1871.

Αν και η Βρετανή συγγραφέας φημίζεται για τα ρομαντικά της δράματα, το συγκεκριμένο έργο της τείνει περισσότερο προς τη ρομαντική κομεντί, όμως η θεματολογία που την απασχολεί, σχετικά με την σαθρότητα της αστικής τάξης και τον ρομαντισμό που άλλοτε γίνεται πηγή έμπνευσης κι άλλοτε τρόπος ανέλιξης, παραμένει σταθερή, και μάλιστα εδώ αποκτά μια σατιρική διάθεση. Ο Στίλμαν σε μια high value παραγωγή, που αναπαριστά με ακρίβεια και στυλ την εποχή, εκμεταλλεύεται τον κόσμο της Όστιν και αφηγείται τις περιπέτειες μιας εύθυμης χήρας , της λαίδης Σούζαν, που θέλει να ξεφύγει από την οικονομική παρακμή.

Προσπαθώντας να γλιτώσει από τα κουτσομπολιά που οργιάζουν εις βάρος της εγκαθίσταται στη έπαυλη των πεθερικών της και κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να εξασφαλίσει στην κόρη της ένα καλό γάμο , αλλά και στην ίδια προστάτες. Οι χαριτωμένες ραδιουργίες της παρουσιάζονται ως αναγκαστική απόρροια μιας ασφυκτικής κοινωνικής καταπίεσης, κι όχι σαν ένα μακιαβελικό σχέδιο μιας αδίστακτης γυναίκας, γι’ αυτό και η κεντρική ηρωίδα παραμένει πάντα συμπαθής. Διατηρώντας τον ρεαλισμό των χαρακτήρων και των σχέσεων, ο Στίλμαν φλερτάρει με μια θεατρικότητα, αποκαλύπτοντας έτσι την υποκρισία που στηλιτεύει η Όστιν.

Η Κέιτ Μπέκινσεϊλ, η οποία κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο, με την γοητεία της και το λεπτό της χιούμορ αποδεικνύει ότι έχει τη δυνατότητα να παίξει σε πολλά επίπεδα και χαρίζει μια λαμπερή ερμηνεία.

  • Και Μαζί Και Χώρια
  • (Sous Le Meme Toit)
  • Σκηνοθεσία Ντομινίκ Φαρουτζιά
  • Παίζουν: Ζιλ Λελούς, Λουίζ Μπουργκουά, Μανού Παγιέ, Μαριλού Μπερί

Περίληψη: Η Ντελφίν και ο Ιβάν παίρνουν διαζύγιο κοινή συναινέσει. Για αυτούς, όπως και για τα δύο τους παιδιά, Βιολέτ και Λούκας, ο χωρισμός εξελίσσεται εξαιρετικά ομαλά. Όταν η οικονομική του Ιβάν κατάσταση φτάνει σε οριακό σημείο, παίρνει την απόφαση να γυρίσει πίσω στο σπίτι όπου ζούσε με τη Ντελφίν και τα παιδιά τους, καθώς του ανήκει το 20%. Οι δύο πρώην σύζυγοι θα γνωρίσουν από πρώτο χέρι τις «χαρές της συγκατοίκησης».

Mια οικογενειακή κωμωδία του Ντομινίκ Φαρουτζιά, που προσεγγίζει την ιστορία μιας ιδιόρρυθμης συγκατοίκησης δυο διαζευγμένων, με πρωταγωνιστές τον Ζιλ Λελούς και την Λουίζ Μπουργκουά.

Οι ιστορίες των διαλυμένων γάμων σίγουρα αποτελούν καλό υλικό για δράματα, ή έστω ρομαντικές κομεντί, όχι όμως και για οικογενειακές κωμωδίες. Και το « Μαζί και χώρια» δεν αποτελεί εξαίρεση.

Ο Ιβάν και η Ντελφίν , μετά από δεκαπέντε χρόνια γάμου και γονείς δυο παιδιών, εδώ και πέντε μήνες έχουν πάρει διαζύγιο, όμως η οικονομική κρίση αναγκάζει τον Ιβάν να επιστρέψει στο σπίτι και να απαιτήσει από την πρώην του να συγκατοικήσουν μιας και το 20 % της κατοικίας τού ανήκει. Οι δυο τους θα κληθούν να αντιμετωπίσουν μια νέα πραγματικότητα, ενώ τα δυο παιδιά και το περιβάλλον τους γίνονται μάρτυρες των ομηρικών καβγάδων τους.

Ο Φαρουτζιά, χωρίς να επιμένει ουσιαστικά στη σχέση των δυο πρωταγωνιστών που τελικά δεν μπορούμε να καταλάβουμε αν κάποτε όντως είχαν αγαπηθεί πραγματικά, μένει σε μια επιφανειακή και τελείως χιουμοριστική προσέγγιση του θέματος, παρουσιάζοντας τον μεν άνδρα ως έναν απόλυτο κάφρο, την δε σύζυγο ως μια απελπισμένη γυναίκα που αναζητάει την ικανοποίηση στον δονητή της.

Το εύρημά του να αφηγείται την ιστορία με φλας μπακ γρήγορα ξεθωριάζει και καταλήγει εντελώς περιττό, χωρίς να προσδίδει κάτι περισσότερο σε μια ιστορία που δεν είχε προοπτικές σχεδόν εξαρχής. Αν είχε σταθεί περισσότερο στους χαρακτήρες και δεν είχε εξαφανίσει πλήρως το ρομαντικό στοιχείο από τη σχέση των δυο ηρώων του, ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα, όμως ο Γάλλος δημιουργός προφανώς για να αποφύγει τις παγίδες του μελοδραματισμού καταλήγει σε μια ιστορία με χάρτινους χαρακτήρες , που με το ζόρι μπορείς να συμπαθήσεις, ενώ οι πιο ευαίσθητες σκηνές της ταινίας αντιμετωπίζονται εύκολα και γρήγορα.

Ο Ζιλ Λελούς δυστυχώς εγκλωβίζεται στο ρόλο του άνδρα-γουρουνιού , ενώ η Λουίζ Μπουργκουά προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες και με την γοητεία προσδίδει στην Ντελφίν φινέτσα, αν και δυσκολεύεται να πείσει ως μητέρα δυο παιδιών και πληγωμένη γυναίκα.

  • Overdrive
  • Σκηνοθεσία:Αντόνιο Νεγκρέ
  • Παίζουν:Σκοτ Ίστγουντ, Φρέντι Θορπ, Σάιμον Αμπκαριάν, Κλέμενς Σικ,
  • Άνα Ντε Άρμας, Γκάια Βάις

Περίληψη: Ο Άντριου και ο Γκάρετ Φόστερ εξειδικεύονται στις κλοπές των πιο ακριβών και πολυτελών αυτοκινήτων. Προσλαμβάνονται για να κλέψουν μια εντυπωσιακή Bugatti του 1937, αξίας εκατομμυρίων ευρώ, στη Νότια Γαλλία. Η ληστεία όμως δεν θα έχει καλό τέλος, όταν ο ιδιοκτήτης της Bugatti, και τοπικός μαφιόζος, ο Τζάκομο Μοριέ τους πιάνει επ’ αυτοφώρω. Σε αντάλλαγμα της ζωής τους, τα δυο αδέρφια θα πρέπει να κλέψουν ένα αυτοκίνητο από την συλλογή του Μαξ Κλεμπ, μεγάλου αντίπαλου του Μοριέ.

Γρήγορα αυτοκίνητα, ο πάντα γοητευτικός κόσμος των παρανόμων, τα τοπία της νότιας Γαλλίας και οι φωτογενείς πρωταγωνιστές είναι τα βασικά ατού μιας γρήγορης κωμωδίας του Αντόνιο Νεγκρέ, σκηνοθέτη των τηλεοπτικών σειρών «Arrow» και «TheFlash», που χωρίς να κάνει τη διαφορά, ενδείκνυται για θερινό σινεμά.

Δύο αδέρφια, διάσημοι κλέφτες αυτοκινήτων, ταξιδεύουν στη Μασσαλία για νέες ευκαιρίες, και καταλήγουν στο στόχαστρο ενός ντόπιου μαφιόζου. Όταν επιχειρούν μια ληστεία που αποτυγχάνει, ο Τζάκομο Μοριέ θα τους υποχρεώσει σε ένα παράτολμο σχέδιο. Εκείνοι θα οργανώσουν μια ομάδα με ντόπιους εξπέρ στην οδήγηση και στα εκρηκτικά για να χτυπήσουν τον μεγάλο αντίπαλο του Μοριέ, τον Μαξ Κλεμπ.

Μαφιόζοι εναντίον μαφιόζων, μοιραίες γυναίκες και πανέμορφοι ληστές οδηγούν δαιμονισμένα και ζουν στο έπακρο, ερωτεύονται και ρισκάρουν και σίγουρα αποτελούν συστατικά μιας πετυχημένης συνταγής, που ο Νεγκρέ αξιοποιεί στο έπακρο, με σπιντάτους ρυθμούς, εντυπωσιακές σκηνές δράσης και καταδίωξης, χωρίς όμως να εμβαθύνει σε χαρακτήρες και σχέσεις. Πάντως το σενάριο διαθέτει στο φινάλε τη μεταστροφή του, που προσδίδει το απαραίτητο αλατοπίπερο, χωρίς όμως να διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας.

Ο Σκοτ Ίστγουντ και ο Φρέντι Θορπ είναι πανέμορφοι και στιλάτοι, όπως και οι κυρίες που τους κλέβουν την καρδιά, και στέκονται στο ύψος τους σε μια ταινία που δεν απαιτεί και το μάξιμουμ των υποκριτικών τους δεξιοτήτων.

  • Μ.Α.Τ. Μονάδα Αποδόμησης Τάξης
  • (R.A.I.D. Dingue)
  • Σκηνοθεσία: Ντάνι Μπουν
  • Παίζουν: Ντάνι Μπουν, Αλις Πολ, Μισέλ Μπλαν, Ιβάν Ατάλ, Σαμπίν Αζεμά

Περίληψη: Η Τζο, μια αδέξια αστυνομικός, προσλαμβάνεται στις ειδικές δυνάμεις των Μ.Α.Τ, κατόπιν παρέμβασης του υπουργού πατέρα της και κάνει το σώμα άνω κάτω.

Ο Ντάνι Μπουν σκηνοθετεί, υπογράφει το σενάριο και πρωταγωνιστεί σε μια κωμική περιπέτεια που είναι αφιερωμένη στο αστυνομικό σώμα, όπως λέει και στους τίτλους, αν και μάλλον θυμίζει την «Αλίκη στο ναυτικό».

Η Τζο είναι μια εντελώς αδέξια, σε βαθμό κακουργήματος, αστυνομικός, αφού δεν μπορεί να φέρει εις πέρας ούτε την πιο απλή αποστολή. Το όνειρό της είναι να ενταχθεί στις δυνάμεις των Μ.Α.Τ, πράγμα για το οποίο δεν έχει τα προσόντα. Εκείνη όμως πιστεύει ότι ο λόγος της αποτυχίας είναι το φύλο της και πεισματικά συνεχίζει την προσπάθειά της. Ο μπαμπάς της, που τυγχάνει και υπουργός, τελικά μεσολαβεί και της εξασφαλίζει την είσοδο στο σώμα ειδικών δυνάμεων. Φυσικά η εκπαίδευσή της είναι μια σκέτη αποτυχία και ο επικεφαλής της βγάζει φλύκταινες με την άχρηστη πλην όμορφη και χαριτωμένη αστυνομικό που έχει φορτωθεί. Σε μια επιχείρηση εξάρθρωσης μιας επικίνδυνης σπείρας, εκείνη θα τα κάνει θάλασσα, όμως το λάθος της από τύχη θα την οδηγήσει στη λύση του μυστηρίου και τότε ο ανώτερός της θα αναγνωρίσει τις ικανότητές της.

Αν η πρόθεση του Μπουν είναι να τιμήσει το αστυνομικό σώμα και τις θυσίες του, μάλλον αποτυγχάνει αφού παρουσιάζει ένα απολύτως διαβρωμένο σύστημα, όπου όλα λειτουργούν με μέσο και ρουσφέτι και η οποιαδήποτε επιτυχία οφείλεται καθαρά σε μια συγκυρία και σε τίποτα άλλο. Χρησιμοποιώντας όλα τα στερεότυπα και τα κλισέ για τις γυναίκες που στο σενάριο του μοιάζουν εντελώς ανίκανες για οτιδήποτε, αν και παραμένουν χαριτωμένες και γλυκούλες, στήνει μια άνευρη κωμωδία, που ούτε δράση έχει, ούτε χιούμορ, ούτε καν τυπικά γκανγκ , ή έξυπνα αστεία.

To αποκορύφωμα όμως είναι η παρουσίαση της ομάδας τρομοκρατών που πρέπει να εξαρθρώσει το Σώμα, η οποία μοιάζει με ένα γελοίο εκκεντρικό τσίρκο, χωρίς λόγο κι αφορμή, που προκειμένου να παραπλανήσει τους αστυνομικούς μεταμφιέζεται άλλοτε σε τρανσέξουαλ , άλλοτε σε αναγεννησιακούς ευγενείς , και καταφέρνει να ανατινάξει ένα πύργο μέσα σε μια ατμόσφαιρα πάρτι. Κάπου εδώ ο Μπουν φαίνεται πως έχει χάσει την μπάλα, όποτε καταφεύγει στην εύκολη λύση του ρομάντζου ανάμεσα στην Τζο και στον μισογύνη επικεφαλή της, που υποδύεται ο ίδιος, αλλά ποιος αλήθεια ενδιαφέρεται για δυο αφελείς και αβαθείς ήρωες που αντιπροσωπεύουν όλα όσα θέλουμε- ή πρέπει να θέλουμε- να αλλάξουμε;

Επαναπροβολές:

  • Accattone (Ιταλία 1961 )
  • Σκηνοθεσία: Πιερ Πάολο Παζολίνι
  • Σενάριο: Πιερ Πάολο Παζολίνι, Σέρτζιο Τσίτι
  • Παίζουν: Φράνκο Τσίτι, Φρανκα Πασούτ, Αντριάνα Άστι

Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Πιέρ Πάολο Παζολίνι που βασίστηκε στο μυθιστόρημά του «Μια βίαιη ζωή», παραμένει ένα έντιμο ντοκουμέντο πάνω σε μια αδικημένη μερίδα ανθρώπων, όπου η ρεαλιστική περιγραφή του άγονου βίου και της «αμαρτωλής» πολιτείας των λούμπεν, συνδυάζεται έξοχα με μια ποιητική σπουδή της ψυχολογίας και της συμπεριφοράς τους.

Ο Ακατόνε, φυτοζωεί σε μια φτωχογειτονιά της Ρώμης, με τα χρήματα μιας ιερόδουλης, της Μανταλένας. Όταν εκείνη καταλήγει στη φυλακή, αυτός τα βρίσκει σκούρα, καθώς προσπαθώντας να τα ξαναβρεί με τη γυναίκα του που ζει μαζί με το παιδί τους στο πατρικό της σπίτι, τελικά καταλήγει διωγμένος και ξυλοκοπημένος.

Ο Ακατόνε αποφασίζει να κάνει τον προαγωγό και να βάλει στη θέση της Μανταλένας, τη Στέλλα, μια νέα του γνωριμία. Η κοπέλα όμως δεν είναι φτιαγμένη για τη σκληρή ζωή του πεζοδρομίου και έτσι ο Ακατόνε αποφασίζει να βρει κάποια δουλειά, για να μπορέσουν να συντηρηθούν. Δεν αντέχει όμως ούτε μια μέρα τον μόχθο της εργασίας, αφού δεν έχει δουλέψει ποτέ στη ζωή του. Χωρίς να το ξέρει ότι η αστυνομία τον έχει βάλει στο μάτι, καθώς η Μανταλένα τον έχει καρφώσει από τη φυλακή για μαστροπεία, ο Ακατόνε μπλέκει σε μια μικροληστεία για να τα βγάλει πέρα.

Ο σπουδαίος δημιουργός κινηματογραφεί την πραγματικότητα της κοινωνίας που ενεργεί στο περιθώριο μέσα από τη δική του ποιητική ματιά. , Καταγράφει τη ζωή του ήρωα του και κατ΄ επέκταση κάθε περιθωριακή γωνιά της Ρώμης, κάθε εξαθλιωμένη κοινωνική ομάδα της εποχής, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων, γεγονός όμως που τον καθιέρωσε αμέσως στο χώρο του κινηματογράφου ως έναν πρωτότυπο και σημαντικό σκηνοθέτη.

Καταξιωμένος ποιητής και μυθιστοριογράφος ήδη από τη δεκαετία του ’50, και κατόπιν συνεργάτης σε σενάρια αρκετών ταινιών, ο Παζολίνι κάνει στην Ιταλία το 1961 την πρώτη ολοκληρωμένη κινηματογραφική του κατάθεση, εκπλήσσοντας κυρίως όσους τον εκτιμούσαν ως συγγραφέα. Πέρα από τις λέξεις, το συγκλονιστικό «Accattone» δεσπόζει στον παγκόσμιο κινηματογράφο ως μια ιστορία εικόνων, ενοχλεί πολλούς και διχάζει τους κριτικούς που το χαρακτηρίζουν άλλοι ως μια γνήσια κατάθεση του ιταλικού νεορεαλισμού και άλλοι ως μια ταινία στους αντίποδές του.

  • Οι ασύλληπτες διακοπές του Λουί Ντε Φινές
  • (Les Grandes Vacances)
  • Σκηνοθεσία: Ζαν Ζιρώ
  • Παίζουν: Λουί Ντε Φινές, Φερντί Μέιν, Μαρτίν Κέλι, Φρανσουά Λέκια

Ο σπουδαιότερος κωμικός του γαλλικού σινεμά, ο μέγας Λουΐ Ντε Φινές πρωταγωνιστεί στο αποκορύφωμα της καριέρας του, σε μια σπαρταριστή κωμωδία κομμένη και (γ)ραμμένη στα μέτρα του.

Ο κύριος Σαρλ Μποσκιέ, αυταρχικότατος διευθυντής ενός αυστηρού γαλλικού οικοτροφείου, ανακαλύπτει έξαλλος ότι ο γιος του, Φιλίπ, έχει αποτύχει σ’ όλα τα μαθήματά του παταγωδώς. Δεν του μένει άλλη λύση από το να στείλει τον αμελή κανακάρη του με ένα πρόγραμμα ανταλλαγής σπουδαστών για μετεκπαίδευση στην Αγγλία και να δεχτεί την Σίρλεϊ, κόρη ενός πλούσιου παραγωγού ουΐσκι. Ο άτακτος Φιλίπ όμως έχει άλλα σχέδια. Έτσι στέλνει στη θέση του τον Μισονέ, ένα χοντρούλη συμμαθητή του κι εκείνος φεύγει για καλοκαιρινές διακοπές σε ένα γιοτ, με τους φίλους του. Συμπτωματικά θα γνωρίσει την Σίρλεϊ , τα δυο παιδιά θα ερωτευθούν, ο Μποσκιέ θα τους ανακαλύψει, και θα αναγκαστεί να τους ακολουθήσει κρυφά στην Σκοτία , προσπαθώντας να ακυρώσει τα σχέδιά τους και να πείσει τον ατίθασο γιο του να γυρίσει πίσω.