Bohemian Rhapsody/ Πηγή: imdb
Bohemian Rhapsody/ Πηγή: imdb
01|11|2018 14:00
SHARE
BOHEMIAN RHAPSODY

«Bohemian Rhapsody»: O Rami Malek χορεύει στους ρυθμούς του Freddie Mercury, σε μια οσκαρική ερμηνεία


Αυτή την εβδομάδα ο Ράμι Μάλεκ σε μια οσκαρική ερμηνεία χορεύει στους ρυθμούς του Φρέντι Μέρκιουρι και των Queen, ο Μάικ Λι ζωγραφίζει με μαεστρία μια βαθιά πολιτική ταινία, μια ερωτική ιστορία με φόντο τον υπόκοσμο της Κίνας συγκινεί βαθιά, ενώ ο «Καρυοθραύστης και τα τέσσερα βασίλεια» της Disney δείχνουν πως τα Χριστούγεννα δεν είναι πολύ μακριά.

Peterloo
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Μάικ Λι
Παίζουν: Ρόρι Κινίαρ, Μαξίν Πικ, Νιλ Μπελ, Φίλιπ Τζάκσον, Βίνσεντ Φράνκλιν, Καρλ Τζόνσον
 
Περίληψη: Η ειρηνική συγκέντρωση στην Πλατεία St Peters στο Μάντσεστερ αιματοκυλίστηκε και έγινε ένα από το πιο σκοτεινά και περιβόητα επεισόδια στην ιστορία της Αγγλίας. Η βρετανική κυβέρνηση διέταξε την καταστολή της συγκέντρωσης των 80.000 ανθρώπων, που ζητούσαν πολιτικές αλλαγές και μέτρα ενάντια στη συνεχώς αυξανόμενη φτώχεια, με αποτέλεσμα πολλοί να χάσουν τη ζωή τους και εκατοντάδες να τραυματιστούν. Η άγρια αυτή εξέλιξη και τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν προκάλεσαν οργή σε όλη τη χώρα και επέφεραν ακόμα μεγαλύτερη κρατική καταστολή.

Ο Μάικ Λι ζωντανεύει στην οθόνη τη μεγάλη σφαγή στο Μάντσεστερ του 1819, στην πιο ακριβή παραγωγή της καριέρας του και καταθέτει μια αυθεντική πολιτική ταινία με πρωταγωνιστή την ίδια την Ιστορία. 
Τέσσερα χρόνια μετά  από τον  «Mr Turner» ο Βρετανός σκηνοθέτης επιστρέφει στο κοινωνικό σινεμά που τόσο αγαπάει, με ένα αμιγώς ιστορικό θέμα. Το μακελειό του Peterloo υπήρξε μία καθοριστική στιγμή για την Αγγλία και το εργατικό κίνημα.

Μετά από τους Ναπολεόντειους πολέμους οι κατώτερες τάξεις, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στενάζουν κάτω από τη μοναρχία  και κυριολεκτικά έχουν οδηγηθεί σε συνθήκες εξαθλίωσης. Τότε ανάμεσα στους κόλπους των εργατών ξεκινάει μία μεταρρυθμιστική προσπάθεια που έχει ως στόχο τη βελτίωση της ζωής των πολιτών, το δικαίωμα ψήφου και τον περιορισμό της βασιλικής εξουσίας. Τα γεγονότα στην πλατεία του Saint Peters, όπου μία ειρηνική συγκέντρωση διαμαρτυρίας, με τη συμμετοχή μάλιστα γυναικών και παιδιών, κατέληξε σε αιματοκύλισμα μπορεί μεν να μην επέφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα, δημιούργησαν όμως ένα σημαντικό κοινωνικό αντίκτυπο που τελικά οδήγησε σταδιακά σε μια μεγάλη αλλαγή. 

Ο Μάικ Λι αν και αφιερώνει όλο το τελευταίο μέρος της ταινίας του στη σφαγή του Peterloo, φροντίζει να καταγράψει με λεπτομέρεια την ακολουθία των γεγονότων, ρίχνοντας φως στις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που    οδήγησαν στη σφαγή.

Αν και δεν έχει μία κεντρική ιστορία που ακολουθεί, η ταινία του παραμένει ανθρωποκεντρική, καθώς εστιάζει στα πρόσωπα του δράματος και μέσα από αυτά αφηγείται κρατώντας τις ισορροπίες όλες τις απόψεις που επικρατούσαν εντός του εργατικού κινήματος, ενώ με ειρωνική διάθεση και παρουσιάζει το γελοίο πρόσωπο των κυβερνώντων. Με αυτό τον τρόπο εξετάζει όλες τις παραμέτρους και συνδέει αυτό το ιστορικό γεγονός με το σήμερα, στέλνοντας το δικό του μήνυμα κατά της άκριτης εξουσίας, της διεφθαρμένης δικαστικής αρχής και των ταξικών διακρίσεων.

Ταυτόχρονα, έχοντας μελετήσει με λεπτομέρεια τη ζωγραφική της περιόδου, δημιουργεί μία συγκλονιστική εικαστική και καθόλου ηθογραφική αναπαράσταση της εποχής, φτιάχνοντας συνεχώς κάδρα που θυμίζουν πίνακες,  όπου οι αντιθέσεις φωτός και σκιάς δηλώνουν πώς βλέπει ο σκηνοθέτης την κατάσταση: μία ζοφερή πραγματικότητα μέσα στην οποία πάντα σκάει μία ακτίνα φωτός και αυτή η ακτίνα για τον Λι είναι η φωνή του λαού και η ειρηνική πλην όμως παθιασμένη διεκδίκηση του δίκαιου.

Bohemian Rhapsody

Σκηνοθεσία: Ντέξτερ Φλέτσερ

Παίζουν: Ράμι Μάλεκ, Λούσι Μπόιντον, Γκουίλουμ Λι, Μπεν Χάρντι

Περίληψη: H ραγδαία άνοδος της βρετανικής μπάντας των Queen μέσα από τα εμβληματικά τραγούδια και τον επαναστατικό τους ήχο. Ενώ γνωρίζουν απαράμιλλη επιτυχία, ο ηγέτης τους, Φρέντι Μέρκιουρι παρατάει το συγκρότημα για να κάνει σόλο καριέρα. Έχοντας υποφέρει πολύ χωρίς τους Queen, καταφέρνει να επανενωθεί μαζί τους λίγο πριν τη συναυλία «Live Aid». Ενώ έχει μόλις διαγνωσθεί ως φορέας του AIDS, ο Φρέντι οδηγεί με γενναιότητα την μπάντα σε μία από τις καλύτερες συναυλίες στην ιστορία της ροκ μουσικής.

Μετά από αμέτρητες περιπέτειες, η βιογραφία του Φρέντι Μέρκιουρι επιτέλους βρήκε τον δρόμο για τις αίθουσες, υπόσχοντας ένα μουσικό ταξίδι γεμάτο με τις μελωδίες των θρυλικών Queen.

Αν και τη σκηνοθεσία αρχικά είχε αναλάβει ο Μπράιαν Σίνγκερ, οι φήμες περί σεξουαλικής παρενόχλησης και παιδεραστίας, καθώς και οι κακές του σχέσεις με τον πρωταγωνιστή Ράμι Μάλεκ, οδήγησαν στην απομάκρυνσή του. Στη θέση του βρέθηκε ο Ντέξτερ Φλέτσερ, όμως το τελευταίο μισάωρο που έχει την υπογραφή του Σίνγκερ είναι ουσιαστικά αυτό που καταφέρνει να πιάσει τον παλμό και το ασυμβίβαστο πνεύμα του Mέρκιουρι εντός και εκτός σκηνής.

Εστιάζοντας κυρίως στην πορεία του με τους Queen, και στο πώς ο ανατρεπτικός και ασυμβίβαστος χαρακτήρας του μυθικού frontman τους οδήγησε στην επιτυχία, τις διαμάχες τους, τους ισχυρούς δεσμούς που τους ένωναν και έχοντας ως επιστέγασμα τη μεγάλη συναυλία του Live Aid (13/7/1985),, η ταινία διατρέχει μία μεγάλη περίοδο μέσα στην οποία μία από τις πιο διάσημες μπάντες όλων των εποχών κατάφερε να επιβάλλει τον δικό της ήχο πηγαίνοντας κόντρα στο σύστημα.

Αν και μερικές φορές υπάρχουν μικρές ανακολουθίες όσο αφορά στη χρονολογική σειρά των γεγονότων, ενώ κάποια σημαντικά σημεία της ζωής του Μέρκιουρι ξεπερνιούνται γρήγορα και οι υπόλοιποι χαρακτήρες λειτουργούν περισσότερο ως δορυφόροι του παρά ως αυθύπαρκτες οντότητες, ο Ντέξτερ τελικά πετυχαίνει να φτιάξει μία μουσική ταινία με ρυθμό και νεύρο.

Σίγουρα χωρίς τον απίστευτο Ράμι Μάλεκ («Mr Robot»), που μεταμορφώνεται εξαιρετικά και προβάλλει την πιο ευαίσθητη πλευρά του Μέρκιουρι, χωρίς να φοβάται την αμφισεξουαλική του φύση, το «Bohemian Rhapsody» δεν θα ήταν τόσο καλό. Ο Μάλεκ, ο οποίος διεκδικεί σημαντική θέση στη λίστα των οσκαρικών υποψηφιοτήτων, είναι αυτός που σε κάθε πλάνο ακτινοβολεί την ενέργεια του Mέρκιουρι και μας αποκαλύπτει τις πιο ευάλωτες πλευρές ενός σημαντικού καλλιτέχνη που τόλμησε να συγκρουστεί με τα στερεότυπα σε κάθε τομέα, πληρώνοντας ταυτόχρονα ακριβά το τίμημα. Σίγουρα τα μέλη της μπάντας που ήλεγχαν σε κάθε βήμα την παραγωγή δεν έχουν επιτρέψει πολλά σκοτεινά σημεία να βγουν στην επιφάνεια και μερικές φορές οι καβγάδες τους και οι συγκρούσεις του παρουσιάζονται αρκετά ωραιοποιημένες, όμως το « Βohemian Rhapsody» έχει κάτι από τον παλμό των Queen και του μοναδικού Φρέντι Mέρκιουρι που μπορούσε να ξεσηκώνει στάδια.

Οι στάχτες μιας αγάπης (Jiang Hu er Nv / Ash is the purest white)

Σκηνοθεσία: Ζία Ζάνγκε

Παίζουν: Φαν Λιάο, Ζενγκ Ξου, Γιμπάι Ζανγκ, Τάο Ζάο

Περίληψη: Ο Μπιν, o μικρομαφιόζος μιας παρηκμασμένης επαρχιακής πόλης στην Κίνα, πέφτει θύμα μιας απόπειρας δολοφονίας, ενορχηστρωμένης από μια συμμορία λούμπεν νεαρών, που θέλουν να αμφισβητήσουν την πρωτοκαθεδρία του. Η εσωστρεφής σύντροφος του, η Κιάο, αποτρέπει την επικείμενη τραγωδία αλλά ένα παράνομο όπλο που βρίσκεται στην κατοχή της, την οδηγεί στην φυλακή για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Με φόντο την ραγδαία μεταμόρφωση της σύγχρονης Κίνας, ο Ζία Ζάνγκε («Ακίνητες ζωές» και «Άγνωστες απολαύσεις») αφηγείται την ιστορία ενός μεγάλου και τραγικού έρωτα που ποτέ δεν μπόρεσε να βρει την ευτυχία.

Η Κιάο μία χειραφετημένη γυναίκα αρκετά διαφορετική από τα στερεότυπα που έχουμε για τις γυναίκες της Άπω Ανατολής είναι ερωτευμένη με έναν μικρομαφιόζο. Όταν εκείνος γίνεται στόχος μιας συμμορίας, η Κιάο πυροβολεί ια να τον σώσει, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να καταδικαστεί για παράνομη οπλοχρησία και να φυλακιστεί για πέντε χρόνια. Αφού βγει από τη φυλακή αναζητάει τον εραστή της ο οποίος αρνείται να απαντήσει στις κλήσεις και τα μηνύματά της, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να επιβιώσει με περίεργες μεθόδους: πηγαίνει ακάλεστη σε γάμους για να εξασφαλίσει μία μερίδα φαγητό, ‘η σκαρφίζεται εξωφρενικά σενάρια για να κερδίσει λίγα χρήματα.

Στο τρίτο μέρος της επικής ταινίας του Ζάνγκε, η Κιάο πλέον έχει ανοίξει το δικό της χαρτοπαίγνιο και δέχεται πίσω τον πρώην αγαπημένο της σε κακά χάλια. Εκείνος δεν μπορεί να της ανταποδώσει την αγάπη που του δείχνει, όμως εκείνη δεν χρειάζεται πια εξηγήσεις.

Με αυτόν το μελαγχολικό τόνο ο Ζαν σκιαγραφεί το πορτρέτο μιας γυναίκας που ξέρει να δέχεται τη ζωή και τη μοίρα της, όχι στωικά αλλά με μεγαλοψυχία ,συμπόνια και μέσα από αυτήν κατά βάση να αφηγηθεί την εκστατική έννοια της αγάπης που αγνοεί κανόνες και πρέπει, που δεν περιμένει ανταλλάγματα και προσφέρεται με σπαραξικάρδιο τρόπο. Ταυτόχρονα παρακολουθώντας την ιστορία αυτού του ασυμβίβαστου κοινωνικά ζευγαριού σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές, στην ουσία καταγράφει την πορεία της Κίνας μέσα στον 21ο αιώνα και παρατηρεί πώς οι αλλαγές επηρέασαν τους ανθρώπους και διαμόρφωσαν έναν νέο τρόπο όχι μόνο ζωής αλλά και αντίληψης του κόσμου.

Με μία βαθιά διείσδυση στον χαρακτήρα των κεντρικών ηρώων και με εικόνες μοναδικής ποίησης που εξυψώνουν μικρές ασήμαντες στιγμές σε μεγαλειώδεις, ο Ζάνγκε δίνει τη δυνατότητα: στη Ζάο Τάο (η οποία είναι σύζυγός του) να ερμηνεύσει έναν ρόλο με πολλαπλές διαστάσεις, παραδίδοντας έτσι ένα ερωτικό δράμα που καταγράφεται βαθιά στην ψυχή του θεατή.

Suspiria

Σκηνοθεσία: Λούκα Γκουαντανίνο

Παίζουν: Ντακότα Τζόνσον, Τίλντα Σουίντον, Κλόε Γκρέις Μόρετζ

 

 

Περίληψη: Στο Βερολίνο του 1977 μια νεαρή Αμερικανίδα γίνεται δεκτή σε μια πρωτοποριακή σχολή χορού, από την οποία έχει εξαφανιστεί μυστηριωδώς μια άλλη οικότροφος, ύποπτη για διασυνδέσεις με τρομοκρατικές ομάδες.

Η κλασική ταινία τρόμου του Ντάριο Αρτζέντο από τον σκηνοθέτη του «Να Με Φωνάζεις Με Τ’ Όνομά Σου» Λούκα Γκουαντανίνο σε μια ατμοσφαιρική πλην όμως εντελώς συγχυσμένη απόπειρα.

Η νεαρή Αμερικανίδα χορεύτρια Σούζι Μπάνον, πηγαίνει στο Βερολίνο της δεκαετίας του ’70, με την ελπίδα ότι μπορεί να γίνει μέλος της διεθνούς φήμης σχολής χορού «Helena Markos». Εκεί μια περίεργη ομάδα γυναικών με μητριαρχικές διαδικασίες ρυθμίζουν τα της σχολής κι όχι μόνο, ζώντας σε μια μορφή ιδιότυπου κοινοβίου. Ήδη από την πρώτη της πρόβα η Σούζι εντυπωσιάζει με το ταλέντο της τη διάσημη χορογράφο της σχολής, τη Μαντάμ Μπλανκ, κάτι που πολύ γρήγορα την οδηγεί στο να κερδίσει το ρόλο της κορυφαίας χορεύτριας. Η προκάτοχός της όμως, η Όλγα, καταρρέει και κατηγορεί τις «Μητέρες», οι οποίες διευθύνουν τη σχολή, πως είναι μάγισσες.

Πριν όμως καταφέρει να το σκάσει, συλλαμβάνεται και βασανίζεται από μια μυστηριώδη δύναμη, η οποία με κάποιον τρόπο συνδέεται με τον χορό της Σούζι. Παρά το γεγονός ότι η νεαρή Αμερικανίδα λαμβάνει από την αρχή προειδοποιητικά σήματα κινδύνου, συνεχίζει την άνοδό της στην κορυφή της σχολής, με κάθε κόστος, ενώ ταυτόχρονα μέσα από φλας μπακ μαθαίνουμε αποσπασματικές πληροφορίες για το παρελθόν της. Καθώς οι εξαντλητικές πρόβες συνεχίζονται προκειμένου να δοθεί μια τελευταία παράσταση με τη χορογραφία «Volk», που αποτελεί το σήμα κατατεθέν της σχολής, η Σούζι και η Μαντάμ Μπλανκ έρχονται πολύ κοντά η μία με την άλλη, και ενώ διάφορα ανεξήγητα φαινόμενα αρχίζουν να συμβαίνουν στις υπόλοιπες χορεύτριες.

Εν τω μεταξύ, ο ψυχοθεραπευτής Δόκτορ Κλέμπερερ ανακαλύπτει το ανατριχιαστικό ημερολόγιο που κρατούσε μια ασθενής του, η Πατρίσια, πρώην χορεύτρια, στο οποίο αναφέρεται σε δαιμονικές θεότητες και λατρείες που εξασκούν οι Μητέρες. Όταν ο Πατρίσια εξαφανίζεται μυστηριωδώς, ο γιατρός προσπαθεί να ενημερώσει σχετικά την αστυνομία, που όμως δεν του δίνει σημασία. Παίρνοντας την υπόθεση στα χέρια του, προσεγγίζει μια ενεργή χορεύτρια της συγκεκριμένης σχολής, τη Σάρα, προκειμένου να τον βοηθήσει να διεσδύσει στους υπόγειους θαλάμους της σχολής, όπου τον περιμένουν φρικτές ανακαλύψεις.

Ο Λούκα Γκουαντανίνο δεν κάνει ένα ριμέικ της ταινίας του Αρτζέντο, άλλα μια διασκευή στην ουσία, που αν προσπαθεί να διατηρήσει την αισθητική του μεγάλου δημιουργού, χάνεται σε δαιδαλώδεις συμβολισμούς και μεγαλόπνοες ιδέες.

Καταρχάς, αν και η ταινία του Αρτζέντο γυρίζεται το ’70, έχει την αύρα ενός άχρονου παραμυθιού, ενός μυστηριακού saga για το καλό και το κακό. Αντίθετα ο Γκουανατνίνο επιλέγει να κάνει μια πολιτική αλληγορία, συνδέοντας τα μεταφυσικά της σχολής με την υπόθεση των Μπάαντερ- Μάινχοφ, που όμως δεν έχει ξεκάθαρο άξονα ή στόχο, οπότε τελικά δύσκολα καταλαβαίνει κανείς ποια είναι η άποψή του περί του θέματος.

Έτσι αρκείται σε χορευτικά πλάνα για να δημιουργήσει ένα μεταφυσικό υπόβαθρο και να μας τρομάξει, όμως μπερδεύεται και μας μπερδεύει, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να μην εξελίσσει στην ουσία καμία από τις ιδέες του. Ταυτόχρονα δεν φαίνεται πως κατανοεί, αλλά απλώς χρησιμοποιεί τις υπαρξιακές διαστάσεις και τις αποκρυφιστικές καταβολές της ιστορίας που έχει στα χέρια του και μάλιστα με μάλλον με απλοϊκό τρόπο. Τέλος θέτει ένα θέμα μητριαρχίας, που επίσης παραμένει θολό και δυσνόητο κι έτσι οδηγεί συνεχώς τον θεατή σε αδιέξοδο, πράγμα που δεν του δίνει τον χώρο αλλά και τον χρόνο να ταξιδέψει στην ταινία.

Η Τίλντα Σουίντον, που κρατάει τιπλό ρόλο, της Μαντάμ Μπλαν, για την οποία προφανώς δανείζεται στοιχεία από τη Πίνα Μπάους, της Ελένα Μάρκος και του ψυχοθεραπευτή,- θα δυσκολευτείτε να την καταλάβατε στην αρχή- κάνει ό,τι μπορεί για να διασωθεί, ενώ η Ντακότα Τζόνσον επαναλαμβάνει τον γνωστό δρόμο της που έχει υιοθετήσει μετά από τις «Πενήντα αποχρώσεις του Γκρι», αλλά πλέον έχει αρχίσει να γίνεται μανιέρα.

Ο Καρυοθραύστης και τα Τέσσερα Βασίλεια

(The Nutcracker and the Four Realms)

Σκηνοθεσία: Λάσε Χάλστρον, Τζο Τζόνστον

Παίζουν: Κίρα Νάιτλι, Μακένζι Φόι, Ρίτσαρντ Ε. Γκραντ, Έλεν Μίρεν, Μόργκαν Φρίμαν

Με τις φωνές ( στα ελληνικά): Αφροδίτης Αντωνάκη, Τάνιας Παλαιολόγου, Ντένη Μακρή, Θανάση Κουρλαμπά κ.α,

Περίληψη: Όταν η Κλάρα βρίσκεται σ’ ένα παράξενο και μυστήριο παράλληλο κόσμο, επικεφαλής του οποίου είναι η απαστράπτουσα βασίλισσα της Χώρας των Ζαχαρωτών Ζαχαρένια Νεράιδα, πρέπει να διασχίσει με θάρρος το Τέταρτο Βασίλειο και να αντιμετωπίσει την Κόκκινη Μητέρα για να ξαναφέρει την αρμονία στον αλλοπρόσαλλο αυτό κόσμο. Στο πλάι της πάντα ο γενναίος και ταπεινός Καρυοθραύστης της.

Η ταινία θα κυκλοφορήσει και με υπότιτλους και σε μεταγλωττισμένη εκδοχή στα ελληνικά.

Η Disney μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το κλασικό παραμύθι του «Kαρυοθραύστη» σε μια πιο ανάλαφρη εκδοχή της πασίγνωστης ιστορίας, ιδανική για να σας βάλει στο πνεύμα των Χριστουγέννων κι ας είναι μόλις Νοέμβριος.

Γραμμένη το 1816 η αυθεντική ιστορία του Χόφμαν έχει εμπνεύσει όλο τον κόσμο και έχει παιχτεί αμέτρητες φορές. Αυτή τη φορά όμως μεταφέρεται σε μία φαντασμαγορική κινηματογραφική ταινία, που απευθύνεται κυρίως σε παιδιά, γι’ αυτό και οι δημιουργοί της έχουν επιλέξει μια πιο φωτεινή και χαρούμενη εκδοχή της.

Εδώ το βάρος πέφτει κυρίως στην Κλάρα, μία έξυπνη δεκατετράχρονη με πάθος για την επιστήμη. Μετά από τον θάνατο της μητέρας της, ο πατέρας της έχει βυθιστεί στη θλίψη και η μόνη της παρηγοριά είναι ο νονός της, ο Ντροσελμάγιερ.

Εκείνος τα Χριστούγεννα τής κάνει δώρο ένα μουσικό κουτί σε σχήμα αυγού με ένα σημείωμα που λέει: «Ό,τι χρειάζεσαι είναι μέσα εδώ». Αλλά το κουτί είναι κλειδωμένο και, παραδόξως, δεν υπάρχει κλειδί. Αναζητώντας το πολύτιμο αντικείμενο, η Κλάρα βρεθεί χωρίς να το περιμένει σε έναν παράξενο και μυστηριώδη παράλληλο κόσμο. Εκεί θα συναντήσει έναν στρατιώτη με το όνομα Φίλιπ, μία συμμορία ποντικιών και τους αντιβασιλείς τριών βασιλείων: των νιφάδων, των λουλουδιών και των ζαχαρωτών. Οι νέοι της φίλοι την υποδέχονται με θέρμη, ειδικά η Ζαχαρένια Νεράιδα, που της εκμυστηρεύεται ότι κάποτε ήταν κοντινή φίλη της μητέρας της. Αλλά αυτός ο παράξενος καινούριος κόσμος έχει διασπαστεί εξαιτίας μιας παλιότερης διαμάχης. Η Κλάρα και ο Φίλιπ λοιπόν πρέπει να πάνε κόντρα στο απειλητικό Τέταρτο Βασίλειο, την πατρίδα της τυραννικής Κόκκινης Μητέρας, για να βρουν το κλειδί και να επαναφέρουν τη ειρήνη.

Με εντυπωσιακά ψηφιακά εφέ, οι σκηνοθέτες δημιουργούν μία παραμυθένια ατμόσφαιρα, αφαιρώντας τα σκοτεινά στοιχεία του μύθου και φτιάχνουν μία ταινία που έχει το άρωμα παλαιότερων κλασικών ταινιών της Disney , όπου το μήνυμα είναι σαφές, οι χαρακτήρες χαριτωμένοι, χωρίς πολλές διαστάσεις -το μόνο τρομακτικό στοιχείο είναι ο βασιλιάς των ποντικιών- και οι βασίλισσες πάντα έχουν δίκιο.

Οι δημιουργοί ενσωματώνουν τη μουσική του Τσαϊκόφσκι, οπότε το διάσημο θέμα του «Καρυοθραύστη «κυριαρχεί και εκτελείται εκπληκτικά από την εκφραστική Μίστι Κόπλαντ την πρίμα μπαλαρίνα του American ballet Theatre και το αστέρι του ρωσικού μπαλέτου Σεργκέι Πολούνιν που είναι και από τις πιο δυνατές σκηνές μιας ταινίας που σίγουρα θα εντυπωσιάσει τα μικρά κορίτσια.

Ο συνθέτης Τζέιμς Χάουαρντ επίσης έχει συνθέσει κομμάτια ειδικά για την ταινία, που παίζει ο διάσημος πιανίστας Λανγκ Λανγκ, συνεισφέροντας στην όλη φαντασμαγορία. To all-nstar cast που έχουν συγκεντρώσει τα μεγάλα στούντιο, αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από εξαιρετικούς Bρετανούς ηθοποιούς, οι οποίο δείχνουν να απολαμβάνουν τους ρόλους τους, ενώ ταυτόχρονα εκμεταλλεύονται το κομψό χιούμορ του σεναρίου, χαρίζοντας στους μικρούς θεατές στιγμές ευφορίας.

Η Κατηγορούμενη (Acusada)

Σκηνοθεσία: Γκονζάλο Τομπάλ

Παίζουν: Λαλί Εσποζίτο, Λεονάρντο Σμπαράλια, Ντανίελ Φανέγκο

Περίληψη: H Ντολόρες ζει μια κανονική ζωή φοιτήτριας, όταν η καλύτερη της φίλη δολοφονείται άγρια. Δύο χρόνια μετά, παραμένει η μόνη κατηγορούμενη για το έγκλημα και βρίσκεται στο επίκεντρο μιας πρωτοφανούς δημοσιότητας. Ενώ ετοιμάζει την υπεράσπισή της με την υποστήριξη της οικογένειάς της, στην πορεία αποκαλύπτονται κρυμμένα μυστικά, που ανατρέπουν όλα τα δεδομένα.

Ο Γκονζάλο Τομπάλ, υποψήφιος για το Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας, υπογράφει ένα άνευρο δικαστικό δράμα, μελετώντας επιφανειακά το σύστημα δικαιοσύνη.

Μια νεαρή κοπέλα, η Ντολόρες που σπουδάζει σχέδιο μόδας, κατηγορείται για τον φόνο της καλύτερής της φίλης. Δεν υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις για την ενοχή της , όμως είναι η μόνη που την είδε για τελευταία φορά, συν ότι έχει και κίνητρο καθώς η νεκρή είχε δημοσιοποιήσει ένα βίντεο της Ντολόρες στο οποίο εμφανιζόταν σε σεξουαλικές περιπτύξεις.

Ο Τομπάλ παρακολουθεί την πορεία και τη δίκη της κατηγορουμένης δύο χρόνια μετά από το συμβάν, περιγράφοντας στην ουσία την επίδραση που έχει αυτή η υπόθεση στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον της κοπέλας, καθώς και τον ρόλο των ΜΜΕ στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης.

Το αν η Ντολόρες είναι αθώα ή ενοχή είναι το βασικό κλειδί του δημιουργού, που το χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο για να δημιουργήσει σασπένς έχοντας στα χέρια του ένα σενάριο με πολλά κενά και ασάφειες, που συνήθως ανάλογες ταινίες λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους. Όμως ο Τομπάλ φαίνεται πως ενδιαφέρεται λιγότερο για τις λεπτομέρειες και περισσότερο για το ψυχογράφημα της κεντρικής του ηρωίδας, αλλά και των γονιών της που υφίστανται τις ψυχολογικές, κοινωνικές αλλά και οικονομικές συνέπειες ενός δικαστικού μηχανισμού που αδυνατεί να βρει την αλήθεια.

Δίνοντας όμως τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη διάσημη Ποπ σταρ της Αργεντινής Λαλί Εσποζίτο, η οποία αν και διαθέτει φωτογένεια, δεν μπορεί να στηρίξει ερμηνευτικά τις αποχρώσεις και τις διακυμάνσεις του ρόλου της, το κέντρο βάρους μετατίθεται αποκλειστικά στην ιστορία, που όμως δεν αρκεί για να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή μέχρι τέλους.

Παίζεται επίσης:

Μotherland

Σενάριο- Σκηνοθεσία: Γιώργος Ευθυμίου

Παίζουν: Γιάννης Ευθυμίου, Μαίρη Τσώνη, Αντώνη Σπίνουλας, Αντώνης Γκρίτσης

Περίληψη: Ένας ράπερ προσπαθεί με κάθε τρόπο να επικοινωνήσει με τη νεκρή μητέρα του. Σ’ αυτή την παράλογη απαίτηση συναντά φανταστικούς χαρακτήρες, που όμως είναι αθάνατοι.

Το «Μotherland» μιλάει για τη μητρότητα, τη ζωή και τον θάνατο, καθώς και τα σύνορα μεταξύ αυτών που συχνά καταργούνται.

Ένας ράπερ αναζητάει έναν τρόπο επικοινωνίας με τη νεκρή του μητέρα. Σ’ αυτή την παράλογη μάλλον απαίτηση συναντά ανθρώπους, και ήρωες από άλλους φανταστικούς κόσμους που είναι αθάνατοι: ήρωες από ταινίες, ήρωες από μουσικές μπάντες, ήρωες απ’ το υποσυνείδητό του κ.ο.κ.

Με τον ίδιο τρόπο, όπως σημειώνει ο δημιουργός της, που και «η ίδια η ταινία αναζητά απροκάλυπτα σ’ άλλες ταινίες και καταστάσεις την δική της προέλευση/μητέρα».