Η Ειρήνη Παπά, μια σύγχρονη Καρυάτιδα
Η ίδια συνήθιζε να γράφει το επίθετό της με ένα "π", σε αντίθεση με τον σκηνοθέτη και ηθοποιό Άλκη Παππά, τον άντρα με τον οποίο έμεινε παντρεμένη για λίγα μεν χρόνια, αλλά με το όνομα του οποίου έγινε διεθνώς γνωστή. Γεννήθηκε στην οικογένεια Λελέκου, η μικρότερη από τα τέσσερα κορίτσια, σε ένα μικρό χωριό της Κορινθίας, το Χιλιομόδι. Υπάρχουν αναφορές που σημειώνουν ως χρονολογία γέννησης το 1926, αλλά και άλλες που αναφέρουν το 1929, σε κάθε περίπτωση όμως τα γενέθλιά της τα γιόρταζε στις 3 του Σεπτέμβρη.
Οι γονείς της ήταν εκπαιδευτικοί, η μητέρα της δασκάλα και ο πατέρας της καθηγητής κλασικού δράματος. Όταν η Ειρήνη ήταν 12 ετών η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα. Λίγα χρόνια αργότερα οι αποφάσεις της νεαρής πλέον γυναίκας θα δοκιμάσουν τις σχέσεις με τους γονείς της, καθώς δεν ήταν σύμφωνοι ούτε με την απόφασή της να παρακολουθήσει τα πρώτα μαθήματα υποκριτικής στην Εθνική Σχολή Κλασσικού Θεάτρου στην Αθήνα, ούτε όμως να παντρευτεί με τον Άλκη Παππά -ήταν άλλωστε ακόμα εξαιρετικά νέα. Ήδη από 15 χρονών ξεκίνησε την καριέρα της ως ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια και χορεύτρια σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Ο γάμος της έγινε το 1947 και το ζευγάρι χώρισε το 1951, με φιλικές όμως σχέσεις.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1948, στην επιθεώρηση των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου "Άνθρωποι… Άνθρωποι", στη Λυρική Σκηνή, δίπλα στους Ορέστη Μακρή, Χρήστο Τσαγανέα, Μίμη Φωτόπουλο, Σπεράντζα Βρανά, Ντίνο Ηλιόπουλο, Νίκο Ρίζο, Σμαρούλα Γιούλη. Στην αυτοβιογραφία του ο Αλέκος Σακελλάριος, γράφει ότι την πρωτοείδε στο Σύνταγμα και πως του έμοιαζε σαν «ζωντανή Καρυάτιδα». Έτσι, δεν άργησε να την παρουσιάσει στον Φίνο και η νεαρή ηθοποιός έπαιξε στην πρώτη της ταινία το 1948, που ήταν οι Χαμένοι άγγελοι του Νίκου Τσιφόρου.
Το 1951 έγινε γνωστή διεθνώς με την κοινωνική δραματική ταινία "Νεκρή Πολιτεία" της Φίνος Φιλμ που προβλήθηκε, αντιπροσωπεύοντας την Ελλάδα, στο Φεστιβάλ των Καννών, του Φρίξου Ηλιάδη. Διαδραματιζόταν στον Μυστρά και συμπρωταγωνιστής της ήταν ο Γιώργος Φούντας, -ήταν μάλιστα η πρώτη του φορά στον κινηματογράφο.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως η διεθνή της καταξίωση επισκίασε την αναγνώριση που λάμβανε στην χώρα μας. Η Ιταλία την αγάπησε βαθιά και είχε πολλές προτάσεις από τους γείτονες σκηνοθέτες. Το 2008 μάλιστα τιμήθηκε με το «Βραβείο Ρώμη» στο αρχαίο θέατρο της «Όστια Αντίκα». Τότε όταν παρέλαβε το βραβείο είχε πει: «Δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω, μπορώ μόνο να πω ότι η Αθήνα θα είναι πάντα η μητέρα μου, αλλά η Ρώμη, παράλληλα, είναι δεύτερη μητέρα μου, από ξεκάθαρη επιλογή μου». Τα τελευταία χρόνια είχε τιμηθεί και με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Τορ Βεργκάτα της Ρώμης στην Ιταλία. Τότε μνημόνευσε και τον πατέρα της, καθώς όπως δήλωσε ««Διδάχθηκα την ασέβεια από τον πατέρα μου. Με έμαθε πως υπάρχει μόνο μία αριστοκρατία, του πνεύματος».
Δεν ήταν μόνο η Ιταλία που την αγάπησε και την αναγνώρισε. Η Πορτογαλία της έδειξε επίσης την εκτίμησή της με την υποστήριξη στο θέατρο που ίδρυσε εκεί για να παίζονται αρχαίες τραγωδίες. Γι’ αυτό το θέατρο η Ειρήνη Παππά διέμενε στην Πορτογαλία τα τελευταία ενεργά χρόνια της. Κατά τη διάρκεια της πορείας της συμμετείχε σε πολλές χολιγουντιανές παραγωγές, ενώ πρωταγωνίστησε και στο θέατρο Μπρόντγουεϊ το 1967.
Σύμφωνα με τον γνωστό κριτικό Ρότζερ Ίμπερτ είχε τρία "μειονεκτήματα" που της στέρησαν την ακόμα μεγαλύτερη αναγνώριση: «το ύψος της αποκλείει πολλούς κορυφαίους άντρες ηθοποιούς από το να γίνουν παρτενέρ της, η προφορά της αποκλείει πολλούς ρόλους και η ασυνήθιστη ομορφιά της δεν είναι το είδος που αρέσει στις σούπερ σταρ γυναίκες ηθοποιούς να συναγωνίζονται. Ωστόσο, έχει παίξει σε αρκετές ταινίες για να εμπνεύσει κάτι σαν λατρεία».
Η προσωπική της ζωή ήταν πάντα προφυλαγμένη, εκτός από τις φορές που η ίδια επέλεγε να κάνει κάποια αποκάλυψη, όπως για παράδειγμα το 2004, όταν στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, μετά τον θάνατο του Μάρλον Μπράντο, δήλωσε ότι υπήρξε μεταξύ τους μια μακρά και «μυστική αγάπη», αλλά και πως ήταν το «μεγάλο πάθος της ζωής της». «Δεν θέλαμε να την μοιραστούμε αυτή τη σχέση με κανέναν», δήλωσε τότε, ενώ συμπλήρωσε πως οι δυο τους συναντήθηκαν για τελευταία φορά το 1999 στην Αθήνα.
Δεν έκρυψε ποτέ τις πολιτικές της προτιμήσεις, ενώ και οι επιλογές των ρόλων της έφεραν το αντίστοιχο πρόσημο. Η συγκλονιστική της ερμηνεία στην "Ηλέκτρα" του Μιχάλη Κακογιάννη, (που κέρδισε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών), αλλά και ως σύζυγος του Γρηγόρη Λαμπράκη στην γαλλόφωνη ταινία «Ζ» (1968) του Κώστα Γαβρά -βασισμένη στο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού- είναι δυο από τις πιο εμβληματικές στιγμές της καριέρας της. Μαζί και με την «Ιφιγένεια» του Κακογιάννη, (η Παππά είχε τον ρόλο της τραγικής μάνας) και οι τρεις ταινίες προτάθηκαν για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, με το «Ζ» να το κατακτά.
Το 1995, έλαβε το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο και το 2002 ανακηρύχθηκε «Γυναίκα της Ευρώπης». Δεν απέκτησε ποτέ παιδιά, είχε όμως ανίψια, δυο εκ των οποίων ασχολήθηκαν επίσης με τον χώρο του θεάματος. Ο ένας είναι ο σκηνοθέτης Μανούσος Μανουσάκης και ο άλλος ο ηθοποιός Αίας Μανθόπουλος.
H εμβληματική Ελληνίδα ηθοποιός άφησε σήμερα, 14 Σεπτεμβρίου, την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 96 ετών, αφήνοντας πίσω της μία ζωή γεμάτη και την ανεξίτηλη σφραγίδα της στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι της χώρας μας.