«Η σφαγή του Αγίου Βαλεντίνου»: Όταν ο Αλ Καπόνε εξόντωσε την αντίπαλη συμμορία στο Σικάγο
Μπορεί για τους περισσότερους, η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνουνα είναι αφιερωμένη στα ζευγάρια και τον έρωτα, το 1929, όμως ήταν μια ημέρα αιματοκυλίσματος για τις ΗΠΑ.
Η 14η Φεβρουαρίου 1929 έμεινε στην ιστορία ως η «Η Σφαγή της ημέρας του Αγίου Βαλεντίνου», καθώς ένα μακελειό έλαβε χώρα σε μια αποθήκη του Λίνκολν Παρκ, στην βόρεια πλευρά της πόλης του Σικάγο.
Τρεις ένοπλοι μεταμφιεσμένοι σε αστυνομικούς εκτέλεσαν εν ψυχρώ τα μέλη της αντίπαλης συμμορίας. Ο διαβόητος επικεφαλής της Ιταλοαμερικανικής μαφίας, Αλ Καπόνε, έδωσε την εντολή στους άνδρες του να εξοντώσουν τη συμμορία του Τζωρτζ «Μπαγκς» Μοράν.
Σκοπός του ήταν να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο στη διακίνηση του παρανόμου αλκοόλ στο Σικάγο, κατά την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης.
Το 1920 επιβλήθηκε η περίφημη Ποτοαπαγόρευση στις ΗΠΑ που προέβλεπε την απαγόρευση παρασκευής, διακίνησης, εισαγωγής, εξαγωγής και πώλησης αλκοολούχων ποτών στην χώρα.
Φυσικά, αυτό έδωσε την ευκαιρία σε συμμορίες να ξεκινήσουν την παράνομη διακίνηση αλκοόλ, ενασχόληση που τους απέφερε κέρδη εκατομμυρίων δολαρίων. Τότε, άνθισαν και τα παράνομα μπαρ στα υπόγεια, τα γνωστά Speakeasy.
Στο Σικάγο από το 1925 είχαν δημιουργηθεί δύο συμμορίες που είχαν τον έλεγχο της διακίνησης του παρανόμου αλκοόλ. Η μία ήταν η ιταλοαμερικανική με επικεφαλής τον Αλ Καπόνε, και η άλλη η ιρλανδοαμερικανική με επικεφαλής τον Τζορτζ «Μπαγκς» Μοράν.
Το 1929 ο Αλ Καπόνε, που κατείχε το νότιο τμήμα του Σικάγου αποφάσισε να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τον Μοράν, που ήλεγχε του βόρειο τμήμα της πόλης.
Ανέθεσε στο πρωτοπαλίκαρό του, Βιτσέντζο Τζιμπάλντι, γνωστό ως «Πολυβόλο», να θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο για την εξόντωση του Μοράν, κάτι που θα έκανε τον Αλ Καπόνε απόλυτο κυρίαρχο του παιχνιδιού.
Το σχέδιο περιελάμβανε τη μεταμφίεση μελών της συμμορίας του Καπόνε σε αστυνομικούς, που θα έφταναν στο σημείο του ραντεβού με τον Μοράν, με δύο αυτοκίνητα που έμοιαζαν με περιπολικά και δύο ακόμη άνδρες ντυμένους με πολιτικά.
Το ραντεβού είχε οριστεί στις 10:30 της 14ης Φεβρουαρίου, σε μια αποθήκη στο βόρειο Σικάγο, με τον Μοράν να πέφτει στην παγίδα με δόλωμα ένα φορτίο γεμάτο αλκοόλ.
Η ενέδρα ήταν καλά στημένη και οργανωμένη από τους άνδρες του Καπόνε, που από νωρίς είχαν ακροβολιστεί σε καίρια σημεία γύρω από τη αποθήκη, όπου έμελλε να λάβει χώρα ο αιφνιδιασμός.
Μόλις ένας άνδρας, που έμοιαζε με τον Μοράν, μπήκε στην αποθήκη για να κλείσει την συμφωνία με το παράνομο αλκοόλ, οι τρεις «αστυνομικοί» εισέβαλαν αναγκάζοντας τα επτά άτομα που βρίσκονταν εκεί να στηθούν στον τοίχο και στη συνέχεια άνοιξαν πυρ, γαζώνοντάς τους με αυτόματα Thompson.
Από τους επτά νεκρούς, πέντε ήταν μέλη της συμμορίας του Μοράν, ένας συνεργαζόμενος μικροκακοποιός και ένας μηχανικός που βρισκόταν εκεί για να επισκευάσει ένα αυτοκίνητο της συμμορίας.
Ο Μοράν σώθηκε από τύχη τύχη καθώς είχε αργήσει στο ραντεβού κι όταν έφτασε πρόλαβε να δει τους «αστυνομικούς» και φρόντισε να εξαφανιστεί.
Η μαύρη αυτή ημέρα που σημαδεύτηκε από το λουτρό αίματος έμεινε στην ιστορία ως «Η Σφαγή της ημέρας του Αγίου Βαλεντίνου» και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της βίαιης δράσης των συμμοριών και της μαφίας.
Ο Καπόνε έγινε ο «Υπ' Αριθμόν 1 Δημόσιος Κίνδυνος» σύμφωνα με τις εφημερίδες και ο πιο καταζητούμενος γκάνγκστερ στη χώρα.
Κατάφερε να ξεγλιστρήσει από τις αρχές πολλές φορές μέχρι το 1931, που βρέθηκε ένοχος για φοροδιαφυγή -καθώς ήταν ο μόνος τρόπος να τον «πιάσουν»- και καταδικάστηκε σε έξι χρόνια. Αργότερα, καταδικάστηκε σε 11 χρόνια φυλάκιση, πρώτα στη Φλόριντα και και αργότερα στο Αλκατράζ. Αποφυλακίστηκε το 1939 και πέθανε μόνος στο σπίτι του στη Φλόριντα το 1947.