Η δολοφονία του Άλεξ από τη Βέροια -Η ιστορία της υπόθεσης που μας στοιχειώνει μέχρι σήμερα
16 χρόνια μετά από το άγριο έγκλημα που συγκλόνισε όλη τη χώρα, ένα μικρό φως έρχεται να δώσει ελπίδα στην έρευνα, σχετικά με τη σωρό του 11χρονου μαθητή.
Ήταν Φεβρουάριος του 2006 όταν εξαφανίστηκε ο 11χρονος Άλεξ Μεσχισβίλι, μαθητής της Ε’ Δημοτικού. Το μικρό αγόρι από τη Γεωργία ζούσε με τη μητέρα του, την Νατέλα Ιτσουαϊτζ, καθηγήτρια μουσικής και τον πατριό του στη Βέροια. Εμείς τον γνωρίσαμε από τις φωτογραφίες και τα βίντεο που δείχνουν ένα καλοσυνάτο, χαμογελαστό αγόρι που του άρεσε να παίζει πιάνο. Όταν άρχισε να ξετυλίγεται το νήμα της ζωής του μάθαμε πως το χαμογελαστό του πρόσωπο έκρυβε μια θλιβερή αλήθεια. Ο 11χρονος ήταν θύμα bullying από συνομηλίκους του, που δεν δίσταζαν μέχρι και να τον ξυλοκοπούν. Την τελευταία μέρα της ζωής του, μια ημέρα που η Βέροια έχει καλυφθεί από το χιόνι, το 11χρονο αγόρι έφυγε από την προπόνηση μπάσκετ που έκανε στο κλειστό γυμναστήριο της Ελιάς και ξεκίνησε να πηγαίνει στο πρακτορείο ΟΠΑΠ του πατριού του. Και κάπου εκεί τα ίχνη του χάθηκαν…
Τι μπορεί να έχει συμβεί σε μια τόσο μικρή πόλη όσο η Βέροια; Η μητέρα του πρώτα ανησύχησε και μετά ξεκίνησε να τον ψάχνει. Άμεσα δήλωσε την εξαφάνισή του στην αστυνομία. Το νέο κυκλοφόρησε από άκρη σε άκρη της πόλης, κανείς όμως δεν γνώριζε τίποτα. Δειλά δειλά μαθαίνεται η είδηση πως το νεαρό αγόρι τον τελευταίο καιρό ένιωθε άβολα εξαιτίας κάποιων συνομηλίκων του που τον εκφόβιζαν. Η λέξη bullying δεν μας ήταν ακόμα οικεία, ταίριαζε όμως πλήρως στο να περιγράψει το μαρτύριο του Άλεξ. Ακόμα και εκείνη τη στιγμή κανενός το μυαλό δεν μπορούσε να διανοηθεί και να κάνει αυτή τη σύνδεση, πως το 11χρονο αγόρι μπορεί να είχε δολοφονηθεί από αυτήν την άτυπη συμμορία ανηλίκων, που αποτελείται από πέντε παιδιά 11 έως 13 ετών. Η πόλη έχει γεμίσει με αφίσες, το πρόσωπο του μικρού Άλεξ βρίσκεται παντού, ο ίδιος όμως είναι άφαντος.
Τα πρώτα σενάρια μιλάνε για απαγωγή, ακόμα και από τον ίδιο τον πατέρα του Άλεξ. Στη συνέχεια κυκλοφορεί ο φόβος για σωματέμπορες που θα τον έχουν οδηγήσει εκτός χώρας. Χρειάστηκε να περάσει καιρός και να αναλάβει την υπόθεση η Αγγελική Νικολούλη ώστε η είδηση να αρχίσει να εξαπλώνεται από τα στενά σύνορα της μικρής πόλης και να απασχολεί ολόκληρη την χώρα. Τότε ξεκίνησαν να ανοίγουν κάποια στόματα και η συμμορία ανηλίκων βρέθηκε στο επίκεντρο. Η δημοσιογράφος έρχεται σε επαφή με έναν από τους πέντε και γρήγορα αντιλαμβάνεται πως αυτοί είναι οι υπαίτιοι της εξαφάνισης του Άλεξ. Σύμφωνα με την ίδια ενημέρωσε άμεσα την Ασφάλεια, το σενάριο της θεωρήθηκε… «ακραίο» και έτσι χάθηκε πολύτιμος χρόνος.
Κάποια στιγμή πράγματι η αστυνομία καλεί και τους 5 για ανάκριση, τους ανακρίνει όμως τον κάθε έναν ξεχωριστά. Καθώς άρχισαν να πέφτουν σε αντιφάσεις και τα άλλοθι δεν ταίριαζαν μεταξύ τους, οι ανακρίσεις συνεχίστηκαν. Κάποια στιγμή οι 3 από τους 5 ομολόγησαν, αν και μετά ισχυρίστηκαν πως είναι αθώοι και πως υπέκυψαν και είπαν ψέματα εξαιτίας της πίεσης που δέχτηκαν στην ανάκριση.
Πλέον, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι εκείνη τη μοιραία μέρα κυνήγησαν τον Άλεξ, του έβαλαν μια τρικλοποδιά και τον χτύπησαν θανάσιμα. Σύμφωνα με την απολογία ενός εξ αυτών στο δικαστήριο «Είχε βραδιάσει. Καθόμασταν στα παγκάκια και καπνίζαμε. Κάποια στιγμή είδαμε τον Άλεξ να έρχεται από το μπάσκετ και να πηγαίνει προς την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Βριστήκαμε και αρχίσαμε να κυνηγιόμαστε. Τρέχαμε οι πέντε από τη μία και αυτός από την άλλη. Σταματήσαμε λίγο, εγώ και ο Α.Μ. και οι υπόλοιποι έτρεχαν. O Άλεξ συνέχισε να τρέχει προς το Δημαρχείο. Όταν κατέβηκε, του κλείσαμε το δρόμο. Μετά ο Σ.Ε. άρχισε να τον βαράει και φτάσαμε και εμείς, ο Β. και ο αδερφός του Ε.Χ. Εγώ με τον Α.Μ. ήμασταν πίσω. Τον χτυπούσαν στο πρόσωπο. Φώναζε και προσπάθησε να φύγει. Του έβαλε τρικλοποδιά ο Ε.Χ. την ώρα που προσπαθούσε να φύγει. Στο πάνω μέρος της σκάλας ήταν ο Άλεξ, έκανε στο πλάι κωλοτούμπα και χτύπησε το κεφάλι του στο σκαλοπάτι. Σταμάτησε στο ενδιάμεσο πλατύσκαλο. Έβγαλε στο πίσω μέρος του κεφαλιού του αίμα και έπεσε αίμα και στο σκαλοπάτι. Ο Β. έβγαλε μία χαρτοπετσέτα και του σκούπισε το κεφάλι. Ο Άλεξ δεν αντιδρούσε, ήταν σε αναίσθητη κατάσταση. Ο Β. του καθάρισε το κεφάλι και τον πήγαμε στο ακατοίκητο σπίτι. Έβαλε το κεφάλι του ο Β. στην καρδιά του Άλεξ και είπε ότι είχε πεθάνει. Είχε σταματήσει να χτυπάει η καρδιά του. Έβαλε το αυτί του και ο Α.Μ. και το διασταύρωσε. Στη συνέχεια τον σηκώσαμε και τον πήγαμε μέσα στο σπίτι που είναι δίπλα στην Πλατεία Δημαρχείου, δίπλα σε αυτό το σπίτι που έχει κατεδαφιστεί τώρα. Τον άφησαν μέσα σε ένα δωμάτιο. Βγήκαμε έξω και είπαμε να φύγουμε και να μη μιλήσει κανείς»
Πιθανότατα σε αυτό το παγωμένο κτήριο το παιδί άφησε την τελευταία του πνοή. Δυο μέρες αργότερα τον μετέφεραν με ένα καρότσι και τον άφησαν δίπλα σε ένα ποτάμι, στην Μπαρμπούτα. Από εκεί και πέρα την εξαφάνισή του αγοριού ανέλαβαν ενήλικες από τον περιβάλλον τους. Όσο το νήμα ξεδιπλώνεται το πανελλήνιο παρακολουθεί την υπόθεση με κομμένη την ανάσα. Η εικόνα του εκσκαφέα που σκάβει στα θεμέλια του εγκαταλελειμμένου σπιτιού για να βρει τη σωρό του 11χρονου κάνει τον γύρο όλης της χώρας. Μάταια όμως, το σώμα του Άλεξ παραμένει άφαντο. Τα σενάρια και πάλι φουντώνουν, με κυρίαρχο αυτό που ήθελε τη σωρό του παιδιού να έχει βγει από τη χώρα και να βρίσκεται πλέον στην Αλβανία. Ο παππούς του ενός παιδιού βρίσκεται στο επίκεντρο, καθώς υποστήριζε το άλλοθι των παιδιών, πως την ώρα της εξαφάνισης ήταν μαζί του –ο ίδιος καταδικάστηκε από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης σε φυλάκιση 4 ετών και 6 μηνών, για υπόθαλψη εγκληματία κατά συρροή και για ψευδορκία μάρτυρα κατ’ εξακολούθηση.
Το Μονομελές Δικαστήριο Ανηλίκων Θεσσαλονίκης έκρινε και τους πέντε μαθητές ένοχους για το κακούργημα της μη σκοπούμενης, θανατηφόρου σωματικής βλάβης και της περιύβρισης νεκρού. Επειδή, όμως, οι δράστες δεν είναι ενήλικοι, δεν τιμωρήθηκαν με ποινή φυλάκισης αλλά με αναμορφωτικά μέτρα. 11 συνολικά από τις 13 εναγόμενους γονείς και κηδεμόνες των ανηλίκων δραστών καταδικάζονται για υπόθαλψη εγκληματία κατά συρροή και παραμέληση εποπτείας ανηλίκων. Τον Ιανουάριο του 2014, το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Βέροιας επιδίκασε στη μητέρα του Άλεξ Μεσχισβίλι, Νατέλα Ιτσουαϊτζε, το χρηματικό ποσό των 150.000 ευρώ ως αποζημίωση για την ψυχική οδύνη που υπέστη από τον χαμό του γιου της. Αν και οι δολοφόνοι του Άλεξ είναι πλέον γνωστοί, το πτώμα του δεν βρέθηκε ποτέ.
Δεκαέξι χρόνια μετά, νέα στοιχεία έρχονται στο φως, ανοίγοντας έναν νέο κύκλο ερευνών. Όπως έγινε γνωστό, μέσω της εκπομπής Φως στο Τούνελ, κάποιοι άντρες που εμφανίστηκαν ως εργάτες του Δήμου, φορώντας τα χαρακτηριστικά κίτρινα γιλέκα, έσκαψαν εκείνες τις ημέρες του χιονιά στην παλιά εβραϊκή συνοικία γύρω από τον Τριπόταμο και εξαφάνισαν τον Άλεξ. Ο μάρτυρας είδε μέχρι και να ρίχνουν τσιμέντο στον ίδιο χώρο. Ο Καθηγητής – Διευθυντής Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του ΑΠΘ, Γρηγόρης Τσόκας, μίλησε στην κάμερα του «Τούνελ» για τις νέες επιστημονικές μεθόδους που εφαρμόζονται και σε παρόμοιες υποθέσεις ερευνών. «Συνήθως ανιχνεύονται τα λαξεύματα, δηλαδή το σκάψιμο για να γίνει ο τάφος. Πρέπει να είναι συγκεκριμένες οι γεωφυσικές συνθήκες στο υπέδαφος για να μπορέσουμε να κάνουμε αυτή την ανίχνευση. Τα δεκαέξι χρόνια που έχουν περάσει σε αυτή την υπόθεση δεν είναι πρόβλημα. Τα οστά δεν ανιχνεύονται με τίποτα. Εάν θα πάμε, θα πάμε να κάνουμε έμμεσο εντοπισμό, μέσω του λαξεύματος. Σίγουρα θα βοηθήσει το γεγονός της ταφής, εάν αυτή έχει γίνει σε μικρό βάθος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Τα λόγια όμως που μας συγκλόνισαν, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ανήκουν φυσικά στη μητέρα του Άλεξ, στη Νατέλα: «Μετά από τόσα χρόνια δεν κόβεται στα δύο η καρδιά όπως πριν, αλλά στον δικό μας πολιτισμό και στη δική μας κουλτούρα, θα ήταν πιο τίμιο να αποδοθούν οι τιμές που αρμόζουν στο παιδί.» Σε άλλη ερώτηση για το λόγο που επέλεξε να παραμείνει στη Βέροια, τόνισε: «Και ποιο είναι το νόημα; Όπου και να πάμε, εμείς το ίδιο έχουμε. Τώρα πλέον η ζωή μου έχει χτιστεί εδώ. Δεν έχει νόημα να φύγουμε κάπου. Μένοντας εδώ και ξύνοντας πληγές, ίσως έτσι να τιμωρώ και τον εαυτό μου. Δεν υπάρχει παρηγοριά σε αυτό. Δεν τα γιατρεύει όλα ο χρόνος. Εάν σου κόψουν τα χέρια, μπορείς να συγχωρήσεις, δεν μπορείς όμως να αγκαλιάσεις. Εγώ δεν τους έχω συγχωρήσει. Δεν μπορώ να καταλάβω τους λόγους που δεν ήθελαν να πουν κάτι που θα μας βοηθούσε και τους λόγους που ξεκίνησαν μία εκστρατεία εναντίον μου. Αυτά με βάζουν σε σκέψεις πως η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη από αυτή που γνωρίζουμε εμείς. Βασίζομαι στο τυχαίο γεγονός και πιστεύω πως κάτι θα βγει…», ανέφερε συγκινημένη…