Καθαρτήριο

Ο Βασίλης Μαζωμένος μάς ξεναγεί στο «Καθαρτήριο»: Ο κινηματογραφιστής μιλά για τη νέα του ταινία

Ο Βασίλης Μαζωμένος με το «Καθαρτήριο» του, που μετά από μια σημαντική πορεία σε διεθνή φεστιβάλ, θα βγει στις αίθουσες την Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου, ολοκληρώνει την «Τριλογία της Κρίσης» και αποκαλύπτει τα μυστικά του στο Bovary.gr.

«Η "τριλογία της Κρίσης" όπως ονομάστηκε, δεν ήταν στις προθέσεις μου. Προέκυψε, καθώς θεμελιωνόταν το πρόβλημα με τις "Γραμμές" (2016), όπου παρακολουθούσαμε την ψυχολογική καταστροφή –συνέπεια της κρίσης. Συνεχίστηκε με την "Εξορία" (2019), όπου ο Έλληνας είναι εγκλωβισμένος σε μια πατρίδα που κατοικείται από ξένους. Και κλείνει με το "Καθαρτήριο" (2022) όπου οι ψυχικά ταλαιπωρημένοι Έλληνες αναζητούν την αγάπη για να καλύψουν τα υπαρξιακά τους κενά και να εξαγνιστούν. Είναι μια τελείως αυτόνομη ταινία, ανήκοντας παράλληλα στο σύμπαν του δημιουργού της. Θα έλεγα ότι είναι μια μαύρη δραματική κωμωδία, συνδυάζοντας δυο φαινομενικά αντίθετα είδη σε ένα. Άλλωστε, σήμερα δεν ισχύει τόσο αυστηρά το σινεμά των ειδών. Υπάρχει ένα "μπαστάρδεμα", σημάδι της διάθεσης του σύγχρονου κινηματογράφου να ξεφύγει από τα κλισέ των... εγκυκλοπαιδικών κατατάξεων. Το δικό μου σινεμά είναι εντελώς δικό μου ("Μαζωμενικό", όπως έλεγε ο Μπάμπης Ακτσόγλου) με δάνεια –άλλα προφανή κι άλλα πιο κρυμμένα.

Το "Καθαρτήριο" αποτελείται από εφτά ιστορίες. Ένας μοναχός ηγείται μιας πομπής. Ένα κορίτσι διασώζεται από την πορνεία. Δύο κολεγιόπαιδα γίνονται δράστες βίαιων περιστατικών. Ένας ηλικιωμένος πέφτει θύμα μιας αστυνομικού. Ένα ζευγάρι προσπαθεί να αποκαταστήσει τη σχέση του. Μια γυναίκα εκφράζει τον θυμό της σε έναν δημόσιο υπάλληλο. Ένας άνδρας απαγάγει τον καλύτερό του φίλο. Όλοι οι ήρωες μπαινοβγαίνουν στις ιστορίες, κλείνοντας έτσι το μάτι στο θεατή ότι δεν παρακολουθεί μια σπονδυλωτή ταινία, αλλά ένα "Όλο" με διαφορετικά μέρη. Ο μοναχός της πρώτης ιστορίας εμφανίζεται και στην τελευταία, κάνοντας κήρυγμα για τις εκτρώσεις. Ο αστυνομικός της πρώτης ιστορίας εμφανίζεται στο σπίτι του στην πέμπτη, παρέα με την κακοποιημένη γυναίκα της τρίτης. Ο υπάλληλος της δημόσιας υπηρεσίας στην έκτη ιστορία είναι πελάτης του πορνείου στη δεύτερη κ.ο.κ.

Σκηνή από την ταινία

Ο τίτλος μπορεί να θυμίζει τη "Θεία Κωμωδία", τιμωρίες και μεσαιωνικά βασανιστήρια, αλλά προσωπικά τον παραθέτω ως έναν τόπο μετάβασης. Τον τόπο ανάμεσα σε δυο κόσμους: σε μια βιωμένη Κόλαση και σε έναν εσωτερικό Παράδεισο, όπου η ηρεμία της ψυχής συνδιαλέγεται με τα αστέρια. Όλοι οι ήρωες αναζητούν λοιπόν την αγάπη, ανεξάρτητα από το αν θα το πετύχουν. Άλλος θα φτάσει στην παράνοια, άλλος θα ταπεινωθεί, άλλος θα φτάσει σε έκνομη ενέργεια κι άλλος θα κλειστεί ακόμα περισσότερο στον εαυτό του. Η αγάπη, άλλωστε, σήμερα είναι σαν τον "Πύργο" του Κάφκα. Όλοι θέλουμε να φτάσουμε σε αυτή, αλλά περιφερόμαστε σαν χαμένοι, μένοντας μετέωροι ανάμεσα σε δυο κόσμους.

Κινούμαι ανάμεσα στους ανθρώπους και δεν παρασύρομαι ούτε από την τηλεοπτική θολούρα, ούτε από τους ψηφιακούς τους εαυτούς. Επιχειρώ να δω πίσω και κάτω από τα φαινόμενα. Μετά από αυτό, τη δουλειά την κάνουν η φαντασία και η πολύ μεγάλη έρευνα. Μερικές φορές και το σκάψιμο μέσα σου βοηθά πολύ να ανακαλύψεις πράγματα για τους άλλους. Η ταινία από τη στιγμή που έχει τα χρήματα στη θέση τους, σου δίνει το πράσινο φως να συνεχίσεις. Από εκείνο το σημείο, αρχίζει μια πολύμηνη και κοπιώδης διαδικασία, με επιλογή των κατάλληλων ηθοποιών, πολλές πρόβες, τεστ αισθητικής και κινηματογράφησης, αναζήτησης των καλύτερων συνεργατών και πολλά άλλα σημαντικά ή λεπτομέρειες. Όμως, η αρχή που υπηρετώ είναι η εξής: στην προετοιμασία δουλεύουμε σκληρά και στο γύρισμα «διασκεδάζουμε». Όποιος δεν υπηρετεί αυτήν την αρχή, αποχωρεί.

Βασίλης Μαζωμέος

Μετά από δέκα ταινίες με τρομάζει πάντα στο γύρισμα το απρόβλεπτο. Όση προετοιμασία και να έχεις κάνει, υπάρχει κάτι αντικειμενικό, ή υποκειμενικό, που μπορεί να σου ακυρώσει τα πάντα... Όμως επειδή έχω μάθει –σαν παραγωγός του εαυτού μου- να είμαι "σκληρός για να πεθάνω", βρίσκω λύσεις. Ούτε κι εγώ δεν ξέρω πώς... Πείσμα, θάρρος, θράσος... ό,τι κι αν είναι αυτό, πετυχαίνει να ξανασηκωθούμε. Άλλωστε, δεν υπάρχει περιθώριο για κλάμα ή γρίνια, αν σπάσει το ποτήρι. Πιάνεις άλλο από το ντουλάπι ή πίνεις νερό χωρίς αυτό…

Αναμφισβήτητα ο ελληνικός κινηματογράφος σήμερα είναι πιο εξωστρεφής, πιο εξελιγμένος ως προς την αισθητική και την τεχνική, σε διάλογο με τις διεθνείς τάσεις, αναπτυγμένος παραγωγικά και σε επίπεδο επικοινωνίας, με γέφυρες με τα κέντρα αποφάσεων. Αλλά  υπάρχει μια μεγάλη έλλειψη, η οποία όμως μάλλον είναι παγκόσμια: του Μεγάλου, του Υψηλού. Ίσως είναι θέμα εποχής, ίσως και της αντίληψης του «πάω στα σίγουρα». Όμως σινεμά χωρίς "τρέλα" και ρίσκο δεν υπάρχει. Πρέπει να δοκιμαστούμε ξανά με τα Μεγάλα και ας αποτύχουμε...

Αυτή τη στιγμή έχω δύο κινηματογραφικά σενάρια σε εξέλιξη, σε συνεργασία με δυο καταξιωμένους Έλληνες συγγραφείς. Το ένα προορίζεται για μια διεθνή συμπαραγωγή Ελλάδας, Κύπρου, Ιταλίας. Το άλλο πιάνει το νήμα από εκεί που το αφήνει το "Καθαρτήριο"».