Νίκος Ψαρράς: Στις πρώτες οντισιόν πήγα με κουστουμάκι και γραβατούλα. Γέλασαν, αλλά με πήραν
Ο Νίκος Ψαρράς μετρά πάνω από είκοσι χρόνια στο θέατρο: Ο 46χρονος ηθοποιός από τη Θεσσαλονίκη συνεχίζει τη θεατρική του πορεία, απολαμβάνοντας παράλληλα μια κανονική οικογενειακή ζωή.
«Δουλεύω είκοσι δύο χρόνια. Ομολογώ ότι στην αρχή τα πράγματα μου ήρθαν γενναιόδωρα. Αλλά σ΄ αυτό το επάγγελμα τίποτα δεν σου χαρίζεται. Οι εξετάσεις δεν τελειώνουν ποτέ.
Μετά στρατό, με φώναξε ο Γιάννης Χουβαρδάς κι έτσι μπήκα στο Αμόρε. Μου λείπει το Αμόρε. Πολύ θα ήθελα να υπήρχε ξανά αυτή η γόνιμη περίοδος. Ο Γιάννης Χουβαρδάς είναι ένα σπουδαίο κεφάλαιο, ένας θαυματοποιός -ευλογία. Είναι συναισθηματικός άνθρωπος. Αναπολώ πράγματα.
Γεννήθηκα σε ένα χωριό έξω από τη Θεσσαλονίκη, τον Σοχό -το χωριό της Ζυράννας Ζατέλη. Σ΄ αυτό αναφέρεται στην «Περσινή Αρραβωνιαστικιά» και στα άλλα μυθιστορήματά της. Πέρασα υπέροχα παιδικά χρόνια με δύο υπέροχους γονείς.
«Σπούδασα στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Οταν τέλειωσα, μου πρότειναν να μείνω στη Θεσσαλονίκη. Ηταν η χρονιά που πέθανε η Μελίνα Μερκούρη και ο διευθυντής της σχολής, ο Βασίλης Παπαβασιλείου αποφάσισε να δώσει μια υποτροφία για το εξωτερικό στον πρώτο και αριστούχο, στη μνήμη της. Ημουν εγώ… Βέβαια την υποτροφία την πήρα μετά από πέντε χρόνια. Οπότε κατέβηκα στην Αθήνα. Ημουν σαν χαμένος. Δεν ήξερα πως να πάω από την Ομόνοια στο Σύνταγμα. Μου πήρε καιρό να προσαρμοστώ και να τη μάθω. Για πολλά χρόνια αισθανόμουν το βλαχάκι που ήρθε στην ξελογιάστρα πόλη.
Αρχισα να δουλεύω σε ένα μπαρ, στην Δεινοκράτους. Στάθηκα πολύ τυχερός γιατί αμέσως έμαθα για δύο οντισιόν που γίνονταν. Η μία ήταν για τον «Μάκβεθ» του Κιμούλη με την Καρυοφυλλιά και η άλλη, τηλεοπτική, του Κουτσομύτη για την «Πρόβα Νυφικού». Πήγα και στις δύο, με ένα κουστουμάκι και μια γραβατούλα. Γέλασαν όταν με είδαν. Με πήραν. Δεν υπήρχαν κινητά τότε, οπότε είχα δώσει το τηλέφωνο στο μπαρ. Οταν μου τηλεφώνησαν και μου είπαν «ξεκινάμε πρόβες», τους ρώτησα αν θα είμαι κι εγώ στην παράσταση…»
«Νομίζω ότι από παιδί είχα την τρέλα του θεάτρου. Δεν είχε καμία σχέση η οικογένειά μου. Εβλεπα όμως θέατρο γιατί τη δεκαετία του ΄80, οι θίασοι που πήγαιναν Θεσσαλονίκη τις Δευτέρες ερχόντουσαν στο Σοχό. Από τη Μαρία Αλιφέρη που ήταν σταρ τότε, ως τον Σπύρο Καλογήρου ή τον Σταμάτη Γαρδέλη…
Νομίζω ότι ο ρόλος του μπαμπά είναι ο πιο σπουδαίος και ο πιο σοβαρός
Νομίζω πως ήθελα να γίνω ηθοποιός από τη λάμψη της δουλειάς. Μπαίνοντας στη σχολή κατάλαβα πόσο πρέπει να κουραστείς για να τα καταφέρεις. Οταν το είπα στους δικούς μου, ο πατέρας μου δεν μου μίλαγε για έξι μήνες. «Θα γελάει το χωριό» μου έλεγε. «Δεν είναι δουλειά αυτό.Θεατρίνος; Ντρέπομαι να το λέω». Ηταν καλλιτέχνης κι εκείνος. Εφτιαχνε έπιπλα κι ό,τι άλλο είχε να κάνει με ξυλεία. Εκανε θαύματα με ‘ένα κομμάτι ξύλο».
«Ηρθαν όμως οι γονείς μου στις εξετάσεις του τρίτου έτους και είδαν τον Ανδρέα Βουτσινά να με χειροκροτάει όρθιος και να τους λέει ότι έχω πολλές δυνατότητες, όπως και ο Κιμούλης την επόμενη χρονιά, οπότε άλλαξαν… Είδαν και τις επιλογές μου, που ήταν σοβαρές. Εχει σημασία η έναρξη, πως μπαίνεις σ΄ αυτό το επάγγελμα. Και πως συνεχίζεις βέβαια. Πρέπει να ξέρεις τι θέλεις.
Είπα πολλά όχι. Ολοι αρνούμαστε πράγματα. Το θέμα είναι τα «ναι» σου. Το 2006, επιστρέφοντας από την Αμερική, έκανα, συνειδητά, πολλή τηλεόραση. Ηθελα να αγοράσω σπίτι. Με στεναχωρούσε όταν έγραφαν ότι «ο τηλεοπτικός ηθοποιός Νίκος Ψαρράς παίζει στο Εθνικό». Δε μου αρέσουν οι ταμπέλες. Πάντα προσπαθώ να είμαι σοβαρός και έντιμος σ΄ αυτό που κάνω, να μην κοροϊδεύω κανέναν, και πρώτα από όλους εμένα. Πρέπει να ξέρεις τι καριέρα θέλεις να κάνεις.
Κανένας δεν θα σου το πει. Εκτός από ηθοποιοί είμαστε και μάνατζερ και οικονομικοί διευθυντές και δημόσιες σχέσεις του εαυτού μας».
«Η οικογένεια είναι σωτήρια λέμβος για μένα. Μου είναι απαραίτητο να έχω μια κανονική ζωή. Χαίρομαι που η σύζυγος μου είναι στη δουλειά αλλά δεν είναι ηθοποιός. Η Ελενα (σ.σ. η Ελενα Καρακούλη είναι θεατρολόγος και σκηνοθέτις) με καταλαβαίνει. Είναι πολύ ψυχοφθόρα αυτή η δουλειά. Κρίνεσαι για την ψυχή σου. Δεν ξέρεις αν θα είναι καλός σ΄ αυτό που κάνεις. Κι όταν δεν εισπράττεις το μπράβο αναρωτιέσαι «τι έκανε λάθος η ψυχή μου και δεν άρεσε;»
Ο γιος μου, ο Πάνος, θα γίνει τριών χρόνων τον Σεπτέμβριο. Φέτος θα με δει για πρώτη φορά στο θέατρο -θα έρθει σε πρόβα στην Επίδαυρο. Του έχουμε πει ότι πρέπει να κάτσει ήσυχος, να μην μιλάει δυνατά, να μην φωνάζει και στο τέλος να πει μόνο «μπράβο μπαμπά». Προς το παρόν λέει ότι θα γίνει ηθοποιός για να παίζει με τον μπαμπά του…
Τα πρώτα δύο χρόνια με αυτή την κυβέρνηση ήταν δύσκολα, στενάχωρα. Πήγαμε πίσω
Νομίζω ότι ο ρόλος του μπαμπά είναι ο πιο σπουδαίος και ο πιο σοβαρός. Περνάω ώρες μαζί του, προσπαθώ να του μάθω τον κόσμο, να μάθω κι εγώ από εκείνον. Εχουμε δει παιδικό θέατρο μαζί. Στο σπίτι παίζουμε πολύ θέατρο και κουκλοθέατρο. Του κακοφαίνεται που φεύγω τα βράδια. Ολη τη χρονιά μου έλεγε «γιατί κακός μπαμπάκας….», και τέλειωνε εκεί τη φράση του. Κάποια στιγμή την ολοκλήρωσε και μου είπε «γιατί κακός μπαμπάκας όλο θέατρο»….»
«Δεν έχω πολλές φοβίες σαν άνθρωπος. Πιο πολύ με φοβίζει η απώλεια αγαπημένων ανθρώπων, κάτι που δεν ξεπερνιέται ποτέ. Ομολογώ όμως πως τα τελευταία χρόνια φοβάμαι για το αύριο. Γιατί τα πράγματα είναι τόσο ρευστά. Δεν βλέπω φως στο τούνελ σ΄ αυτή τη χώρα.
Ηλπιζα. Πίστευα ότι οι αριστεροί θα έδειχναν μεγαλύτερη ευαισθησία στον πολιτισμό. Δεν το είδα. Με χαροποιεί όμως, που μετά από τόσα χρόνια απραγίας, η Λυδία Κονιόρδου έδωσε επιχορηγήσεις στο θέατρο και στήριξε νέα παιδιά για να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα.
Τα πρώτα δύο χρόνια με αυτή την κυβέρνηση ήταν δύσκολα, στενάχωρα. Πήγαμε πίσω. Εκανα, θυμάμαι, πρεμιέρα στις «Τρωάδες» στην Επίδαυρο και δεν είχα το νου μου στην παράσταση, αλλά στο δημοψήφισμα της Κυριακής. Ενα δημοψήφισμα που κανείς μας δεν κατάλαβε τι ακριβώς ήταν αυτό το φιάσκο. Δεν μπορώ να μας φανταστώ εκτός Ευρώπης, να είμαστε σαν τη Βενεζουέλα και να πλακωνόμαστε. Δεν θέλω να το ζήσω. Δεν το αξίζουμε».
Ο Δαρείος και οι «Πέρσες» στην Επίδαυρο
«Οι «Πέρσες» είναι το αρχαιότερο σωζόμενο έργο που έχουμε και το μόνο που αναφέρεται σε ιστορικό γεγονός. Ο Ευριπίδης γράφει για την ήττα και την αλαζονεία ενός λαού κλείνοντας το μάτι στους συμπολίτες του. Με συγκινεί. Οπως με συγκινεί πολύ που πρέπει να υποδυθώ τον Δαρείο, ένα είδωλο, ένα πνεύμα, που βγαίνει από τον Αδη. Αυτή είναι η δυσκολία μου.
Κάθε καλοκαίρι οι ρόλοι μεγαλώνουν και μαζί το άγχος. Κάθε φορά που καταπιάνομαι μ΄αυτά τα κείμενα αναρωτιέμαι πως θα τα πω και δεν θα φανώ αστείος. Γιατί αν δεν παραμυθιαστώ εγώ, πώς θα σε πάρω μαζί μου; Χαίρομαι που με τους «Πέρσες», μια παραγωγή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, το θέατρο αυτό επιστρέφει μετά από χρόνια στην Επίδαυρο. Η Κύπρος ήταν για μένα μια εμπειρία. Φιλόξενος λαός, μας αγκάλιασε -εκτός από τους δημοσιογράφους που ήταν λίγο καχύποπτοι απέναντί μας. Είδα, στο νότιο κομμάτι της Κύπρου ευφορία και ανάπτυξη -στο βόρειο μιζέρια και ανέχεια. Περίεργο κράμα. Και οι εγγλέζοι βέβαια αλλά και πολλές ελληνικές σημαίες.
Με την Καρυοφυλλιά είναι η έκτη φορά που δουλεύουμε μαζί. Είναι η ωραιότερη συνάδελφος που είχα ποτέ, η πιο γενναιόδωρη, η πιο δουλευταρού, η πιο αθώα και διακριτική. Από την πρώτη φορά μου έδωσε τόση δύναμη, κι αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου: 11 & 12/8/2017
«Πέρσες» του Ευριπδη
Μετάφραση: Παναγιώτης Μουλλάς
Σκηνοθεσία - Μουσική Δραματουργία: Άρης Μπινιάρης
Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Χάρης Χαραλάμπους, Νίκος Ψαρράς, Αντώνης Μυριαγκός.
Συμμετέχει 13μελής Χορός.