Λένα Δροσάκη: «Εχω βάλει μπουρλότο για έναν έρωτα. Και θα το έκανα ξανά και ξανά»
Λες και το όνομα τη διάλεξε: Η ηθοποιός Λένα Δροσάκη εκπέμπει κάτι σαν δροσερό αεράκι, σαν πρωινή πάχνη, σαν φωτεινή αχτίδα. Κι ας μεγάλωσε με την ψευδαίσθηση ότι είναι αγόρι. Ισως γι΄αυτό έφυγε ένα βράδυ από την Πάτρα κι ήρθε στην Αθήνα να κυνηγήσει το όνειρό της. Ετσι κάνουν οι άντρες, θα σκεφτεί κανείς. Οχι. Ετσι κάνουν κάποιες γυναίκες...
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Πάτρα. Είχα τρία μεγαλύτερα αδέλφια, αγόρια. Ηταν πολύ δύσκολο να βρω τη θέση μου ανάμεσά τους. Αναρωτιόμουν τι είμαι. Τα παιδιά βρίσκουν τον εαυτό τους μέσα από τους γονείς και τα αδέλφια τους. Οπότε, όταν δεν υπάρχει άλλο ένα κορίτσι, μπερδεύεσαι. Κι εγώ για αρκετά χρόνια πίστευα ότι ήμουν αγόρι.
Ημουν αγοροκόριτσο και προσπαθώ να το αποτινάξω από πάνω μου. Εχει βέβαια καλά αυτό, γιατί γίνεσαι πιο δυναμική, γίνεσαι ο άνδρας της ζωής σου. Αλλά έχει επιπτώσεις, γιατί όταν γνωρίζεις έναν άνδρα, μπερδεύονται πάλι λίγο οι ρόλοι. Σου λέει, κάτσε εγώ είμαι ο άνδρας».
«Τα παιχνίδια μου ήταν αντρικά. Επαιζα έξω με τα αδέλφια μου και τα άλλα αγόρια. Μια φορά έπρεπε να καθαρίσουν ένα μέρος από τα χόρτα και να φτιάξουν ένα υποτιθέμενο μαγαζάκι. Κι εμένα με βάλανε να ξεχορταριάσω. Επαθα μόλυνση. Από την ανάγκη μου να υπάρξω σ΄αυτό το αντρικό σύνολο, έκανα κακό στον εαυτό μου.
Μπήκα σε μια σχολή ηλεκτρολογίας, αλίμονο, ένα καθαρά αντρικό επάγγελμα, με τη δικαιολογία ότι εγώ είμαι για τα δύσκολα
Ημασταν το είδος της οικογένειας που η μαμά και ο μπαμπάς έλεγαν «ο ένας θα φτύνει και ο άλλος θα γλείφει». Δεμένοι. Τότε δεν ήμουν το κοριτσάκι του μπαμπά. Μεγαλώνοντας έγινα.
Από παιδί έμαθα να αναζητώ την προσοχή των ανδρών. Τώρα που το σκέφτομαι δεν είναι τυχαίο ότι έχω πολλούς άντρες φίλους και νοιώθω μεγαλύτερη οικειότητα μαζί τους. Με τα κορίτσια, με τις γυναίκες είμαι πιο αμήχανη. Φυσικά και έχω φίλες, την κολλητή μου από το γυμνάσιο, στην Πάτρα, που είναι το αντίθετό μου, γυναίκα-γυναίκα, κι άλλες εδώ στην Αθήνα.
Τη χρονιά που τελείωνα το σχολείο παρακολούθησα μια παράσταση στην Πάτρα, με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον ρόλο του Αμλετ. Αυτό ήταν. Κάτι κουνήθηκε μέσα μου, κάτι ταράχτηκε. Και είπα «εδώ είμαι». Μια γυναίκα, παίζει έναν ρόλο ανδρικό. Κι ενώ μπήκα σε μια σχολή ηλεκτρολογίας, αλίμονο, ένα καθαρά αντρικό επάγγελμα, με τη δικαιολογία ότι εγώ είμαι για τα δύσκολα, άρχισα να ψάχνομαι για το θέατρο».
«Βρήκα το Λιθογραφείο, στην Πάτρα, απ΄ όπου ξεκίνησα κι έκανα τα πάντα. Τουαλέτες, γραμματεία και θέατρο φυσικά, φώτα, ήχο, πρόβες. Η μαμά μου ανησυχούσε, για τις σπουδές μου. Και θυμάμαι να της λέω: Αυτό που κάνω εκεί μου δίνει ζωή. Μετά από λίγο κατάλαβα ότι έπρεπε να φύγω για την Αθήνα. Οι δικοί μου δεν ήθελαν, μου είπαν ότι δεν θα με στηρίξουν.
Οταν έμαθα ότι θα συνεργαστεί μαζί μας η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, μπορεί να έκανα και τρία λεπτά να κουνηθώ, να αναπνεύσω...
Ενα βράδυ τους είπα φεύγω... Τότε ήταν που ζήτησα από μαμά μου να έρθει μαζί. Ηρθε τελικά. Μαζί ψάξαμε για σχολή. Ξεκίνησα στου Αρμένη και μετά, μαζί με τον συγχωρεμένο τον Στέλιο Παυλίδη κι άλλους δέκα, φτιάξαμε τη δική μας, με τον δικό μας χώρο. Βρήκαμε τους καθηγητές και δουλεύαμε από το πρωί ως το βράδυ.
Δεν πίστευα στον εαυτό μου. Εβλεπα όμως το πόσο αναγκαίο μου ήταν όλο αυτό. Ηταν μονόδρομος. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο στον ορίζοντα. Κι ας ήταν όλα δύσκολα. Με στήριξαν όμως τελικά οι γονείς μου. Γιατί πίστευαν ότι θα μου περάσει. Μόλις τέλειωσε η σχολή, μου είπαν «έλα, γύρνα». «Μα τώρα αρχίζω», τους είπα».
«Ηταν όμως πολύ δύσκολα. Ο Παυλίδης πέθανε κι ο καθένας μας πήρε τον δρόμο του. Ετρεχα από οντισιόν σε οντισιόν, βιογραφικά, υπομονή, αναμονή. Κάποια στιγμή, μετά από ένα εξάμηνο, οκτάμηνο, που δούλευα σέρβις αποφάσισα να γυρίσω στην Πάτρα. Μάζεψα τα πράγματά μου και ετοιμάστηκα να ξενοικιάσω. Ηταν Δευτέρα κι εγώ έφευγα την Πέμπτη όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ηταν ο Θάνος Παπακωνσταντίνου, ο σκηνοθέτης. Τον είχα γνωρίσει από το Luxus στα Εξάρχεια, που δούλευα. Ηξερε ότι είμαι ηθοποιός, ή καλύτερα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Του είχα ζητήσει να με δει, να μου κάνει οντισιόν, αλλά τίποτα.
Πιστεύω στο ταλέντο, αλλά δεν φτάνει. Χρειάζονται κι άλλα πολλά
Και μου το ζήτησε τη μέρα που θα έφευγα. Ηταν για το «Venison», την πρώτη μου παράσταση. Αυτό ήταν. Ξεκίνησα. Μετά γνώρισα τους bijoux de Kant, μπήκα στην ομάδα. Οταν, αργότερα, έμαθα ότι θα συνεργαστεί μαζί μας η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, μπορεί να έκανα και τρία λεπτά να κουνηθώ, να αναπνεύσω...
Την τύχη, εγώ την ονομάζω ευλογία. Αυτό που θέλησα να κάνω, είχα την τύχη, ευλογία, να βρεθώ στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη στιγμή, με τους κατάλληλους ανθρώπους. Να αρπάξω την ευκαιρία που μου προσέφεραν, να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα. Τόσο μελό, αλλά τόσο αληθινό. Αλλά δεν επαναπαύτηκα. Είχα πίστη».
«Για το βραβείο Μελίνα Μερκούρη ήμουν υποψήφια από την πρώτη χρονιά που έπαιξα στο θέατρο. Ηταν ένα τρελό δώρο... Από τότε που το πήρα, το 2015, ακόμα νοιώθω κάτι πολύ δυνατό μέσα μου. Δεν περιγράφεται. Οχι, δεν το περίμενα. Οταν άκουσα το όνομά μου νόμιζα ότι απλώς μας ξαναφωνάζουν στη σκηνή. Μετά άκουσα τα χειροκροτήματα. Τότε κατάλαβα. Κατά σύμπτωση, το προηγούμενο καλοκαίρι έπαιζα τη «Στέλλα» και κάθε βράδυ, πριν βγω στη σκηνή, την καλούσα και της έλεγα «η παράσταση είναι για σένα». Ενοιωθα μια περίεργη συγγένεια μαζί της. Αυτή η αόρατη κλωστή, κάτι δένει.
Η αντρική μου πλευρά με βοήθησε σε πολλά, αλλά κατέπνιξε γυναικεία μου κομμάτια
Θαύμαζα πολύ την Θεοδώρα Τζήμου, την παρακολουθούσα... Ξέρω ότι δεν μπορείς να γίνεις κάποιος άλλος. Αλλά ήθελα κάτι από τη μαγεία που κουβαλάει εκείνη να το έχω κι εγώ...
Ολες οι συναντήσεις καταγράφουν κάτι μέσα σου. Δεν ονειρεύομαι ρόλους, αλλά συνεργασίες. Οπως πέρυσι με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό στην «Λυσιστράτη». Και συνέβη. Πιστεύω στο ταλέντο, αλλά δεν φτάνει. Χρειάζονται κι άλλα πολλά. Να ακούς, να δουλεύεις συνέχεια, να διαβάζεις, να έχεις αντίληψη».
«Μπορείς να συντηρήσεις τον εαυτό σου οικονομικά σ΄αυτή τη δουλειά. Υπάρχουν περίοδοι που μπορώ και είμαι άνετη. Τι εννοώ; Οτι μπορώ να φάω ένα πιάτο φαϊ έξω. Αλλες φορές όμως χρωστάω το ενοίκιό μου. Είναι μια έτσι, μια αλλιώς. Πρέπει να κάνεις λοιπόν μια καλή διαχείριση.
Κάποτε έλεγα τόσα πολλά ψέμματα στον εαυτό μου που έβγαιναν στους άλλους ως αλήθεια
Οι γονείς μου είναι πια υπερήφανοι. Ερχονται, βλέπουν τις παραστάσεις μου, τους αρέσουν, με καμαρώνουν. Και χαίρονται που χαίρομαι, κι αυτό είναι το πιο σημαντικό για μένα. Αγαπώ πολύ την Αθήνα, αλλά με τα χρόνια μου λείπει η Πάτρα, οι άνθρωποι στην Πάτρα.
Για μένα ο έρωτας είναι βασικό, είναι κινητήριος δύναμη, οπότε βρίσκω πάντα τον χρόνο. Είμαι από τους ανθρώπους που μπορούν να κάνουν πολλά για έναν έρωτα. Και το έχω κάνει. Εχω βάλει μπουρλότο για έναν έρωτα και νομίζω ότι θα το έκανα ξανά και ξανά. Γιατί αυτές οι στιγμές είναι που με τροφοδοτούν και για το θέατρο. Βαθιά συναισθήματα, πληγές... Δεν το κάνω εσκεμμένα. Μ΄ αρέσουν οι ανατροπές, να ανατρέπω τον εαυτό μου. Να ζω το τώρα, με όποιες συνέπειες. Δεν θέλω να σκέφτομαι το μετά. Ούτε να το φαντάζομαι.
Η αντρική μου πλευρά με βοήθησε σε πολλά, αλλά κατέπνιξε γυναικεία μου κομμάτια, και τώρα δεν το θέλω πια αυτό. Θέλω να γίνω η γυναίκα που θα αφεθεί στην πρωτοβουλία ενός άντρα. Πάντα υπάρχει ο άντρας που έρχεται και σου ανατρέπει τα δεδομένα σου».
«Με τρομάζει ο θυμός που αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει γύρω μου, καταπιεσμένος, και πολλή μοναξιά, που σε κλείνει σε κουτάκια για να προστατευτείς. Φοβάσαι να υπάρξεις με έναν άνθρωπο, να του πεις τι νοιώθεις, μη τυχόν και πληγωθείς.
Ναι, έχω πληγωθεί, έχω απογοητευθεί, έχω προδοθεί. Απ΄ όλα και πολλές φορές. Προσπαθώ όμως να μην κλειστώ, να μην αποξενωθώ, να βάλω ασπίδες. Το έχω κάνει, αλλά τότε είδα τον εαυτό μου δυστυχισμένο. Είναι επικίνδυνο να συνηθίσεις τη δυστυχία σου, γιατί βολεύεσαι και χάνεις τόσα πολλά.
Ποτέ δεν έπαιξα την ωραία. Τα πρώτα χρόνια έπαιζα την παραμορφωμένη. Κανείς δεν μου έδειξε να δίνει σημασία στο παρουσιαστικό μου, σαν λόγο για να με επιλέξει. Δεν είχα ποτέ επίγνωση ότι μπορεί να αρέσω. Δεν έβλεπα ποτέ το αέρινο που μου λένε οι άλλοι. Ενοιωθα πάντα πιο βαριά... Τώρα, σιγά-σιγά, αρχίζω να τα ακούω όλα αυτά και να συμφιλιώνομαι. Υπερτερούσε πάντα το αντρικό. Ημουν σε σύγκρουση. Προσπαθώ να ισορροπήσω μέσα μου. Είχα χρόνια να κλάψω. Αλλά τώρα πια δεν κρατιέμαι. Θέλω να δείχνω τα συναισθήματά μου, το ευάλωτο κομμάτι μου.
Κάποτε έλεγα τόσα πολλά ψέμματα στον εαυτό μου που έβγαιναν στους άλλους ως αλήθεια. Γιατί με είχα πείσει. Τώρα δεν θέλω να λέω ψέμματα, ούτε στους άλλους ούτε σε μένα. Αλλαξα. Προσπαθώ να μένω στην αλήθεια μου».
Φωτογραφίες BOVARY/Πάνος Μάλλιαρης