Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

Χρήστος Χατζηπαναγιώτης: «Στα Εγκλήματα θυμάμαι να έχω ψωνιστεί λίγο με την επιτυχία»

Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης είναι αυτό που φαίνεται: Πηγαίος και ειλικρινής. Ηθελε να γίνει ηθοποιός πριν καταλάβει τι είναι θέατρο, πριν δει παράσταση. Γεννήθηκε στην Μυτιλήνη. Μένει στο Περιστέρι, μαζί με την Βίκυ Σταυροπούλου. Είναι 61 χρόνων.

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Μυτιλήνη. Το σπίτι μας ήταν του 1905, δίπλα σε ένα ποταμάκι, με την θάλασσα μπροστά. Κρατάω ωραίες αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια, ωστόσο όταν ήμουν πιτσιρίκι ήθελα να φύγω. Οταν, στο τέλος της τρίτης Γυμνασίου οι γονείς μου μας ανακοίνωσαν ότι μετακομίζουμε στην Αθήνα, η χαρά μου ήταν απερίγραπτη. Εβλεπα μπροστά μου την θάλασσα και σκεφτόμουν πότε θα πάω στην Αθήνα. Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος. Ηρθαμε στην Αθήνα και για να σπουδάσω, να είμαι κοντά στα Πανεπιστήμια. Ο πατέρας μου ζει, είναι 92, τη μητέρα μου την έχασα το 2004.

Οι γονείς μου δεν ήθελαν με τίποτα να ακούσουν για θέατρο. Εχω και μια αδελφή, ένα δώρο...

Το θέατρο μπήκε στο μυαλό μου από μικρός. Το ήθελα πάντα. Διοργάνωνα παραστάσεις με τους φίλους μου. Μάλλον είναι ένα γονίδιο. Ο παππούς μου, από τον πατέρα μου, ασχολιόταν με το θέατρο, σχεδόν επαγγελματικά -δάσκαλος κι εκείνος. Εμενε στην Αγιάσο, μια περιοχή που είχε μεγάλη παράδοση στο θέατρο, με το Αναγνωστήριο, τον αρχαιότερο ερασιτεχνικό θίασο στην Ελλάδα, με έτος ιδρύσεως το 1896. Σχεδόν πριν δω θέατρο ήθελα να γίνω ηθοποιός».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Ημουν καλός μαθητής και παιδί στριμωγμένο από τους γονείς του, σε μεγάλη πίεση. Οι γονείς μου δεν ήθελαν με τίποτα να ακούσουν για θέατρο. Εχω και μια αδελφή, ένα δώρο...
Ημουν επαναστατική φύση. Κάποια στιγμή έδωσα μια κλωτσιά και τα έσπασα όλα. Είχα δώσει στο Πανεπιστήμιο αλλά δεν μπήκα. Μπήκα σε μια σχολή για σχέδιο, όπου οι γονείς μου τελικά συμφώνησαν ότι πρέπει να παρακολουθήσω. Δεν την τελείωσα. Και πήγα στην σχολή του Λαϊκού Πειραματικού Θεάτρου του Λεωνίδα Τριβιζά.
Στην σχολή δούλευα από την πρώτη χρονιά στις παραστάσεις του Τριβιζά. Οταν τέλειωσα το δεύτερο έτος έμαθα ότι κάνει οντισιόν ο Ευαγγελάτος για τον ”Ρήσο”. Πήγα, με πήρε. Επαιζε και ο Κώστας Τσιάνος, δάσκαλός μου και στη σχολή. Μου πρότεινε να πάω στο Θεσσαλικό, όπου θα ανέβαζε τους “Προστάτες” του Μήτσου Ευθυμιάδη. Εκεί γνώρισα τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, που μου μίλησε για μια οντισιόν της Ελευθέρης Σκηνής -επειδή τραγουδούσα. Από εκεί με γνώρισε η Ξένια Καλογεροπούλου. Το ένα έφερνε το άλλο.
Μάλλον είχα μια αφοσίωση και μια αγάπη γι΄αυτό που έκανα. Δεν ξέρω αν είχα ταλέντο... Είχα κάτι στο επίπεδο της αγάπης και της αφοσίωσης».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Ο πρώτος άνθρωπος που εντόπισε το κωμικό μου στοιχείο ήταν ο Κώστας Τσιάνος, στην σχολή. Εσύ είσαι ζεν κομίκ, μου είπε, και μου έδωσε τον πρώτο κωμικό μου ρόλο, τον Μαλβόλιο -ακόμα μου λέει “εγώ σε ανακάλυψα”. Oλες μου οι αποσκευές είναι αυτοί οι άνθρωποι που συνάντησα. Ειδικά την πρώτη δεκαετία στο θέατρο, είχα την τύχη να συναντήσω όλους τους σπουδαίους ανθρώπους που κυκλοφορούσαν στην θεατρική πιάτσα. Τον Σταμάτη τον Φασουλή, την Ξένια, τον Βολανάκη, τον Ανδρέα Βουτσινά, τον Ζυλ Ντασέν, τον οποίο επίσης συνάντησα σε οντισιόν -το 1992, για την “Οπερα της πεντάρας”. Μετά μου πρότεινε να παίξω στον “Θάνατο του Εμποράκου”, τον ξάδελφο... Οι πρόβες μου μαζί του είναι από τα πολυτιμότερα σχολεία στο θέατρο.

Τα “Eγκλήματα” ήταν κάτι χειροποίητο, hand made. Το δουλεύαμε δύο χρόνια για να γίνει

Συνάντησα την Μάγια Λυμπεροπούλου, τον Τάσο Μπαντή, με τον οποίο έκανα ιδιαίτερα μαθήματα. Μαζί του συμπύκνωσα όλες τις γνώσεις που είχα, έμαθα τι θα πει κτίζω έναν ρόλο. Του χρωστάω πολλά».

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Αρχισα να νοιώθω μια κάποια εμπιστοσύνη στον εαυτό μου μετά το 2000.

Με θύμαμαι να έχω ψωνιστεί λίγο με την επιτυχία. Ευτυχώς μετά πατάς στην γη και συνέρχεσαι...

Τα “Εγκλήματα” ήταν ένα κομβικό σημείο για την αναγνωρισιμότητά μου, αλλά ταυτόχρονα ήταν κι ένας μεγάλος κίνδυνος για μένα, να περιοριστώ σε τυπίστικους, καρατερίστικους ρόλους. Αλλά δεν συνέβη. Γιατί είχα την τύχη να δουλέψω με τον Θοδωρή τον Πετρόπουλο και είχα την εξυπνάδα να λέω ναι σε πράγματα που μου άνοιγαν πόρτες που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί. Κατάφερα, σιγά-σιγά, να αποδεικνύω και στον εαυτό μου και στην αγορά ότι μπορώ να κάνω κι άλλα... Μ΄αρέσει να αλλάζω, να μην μένω στα ίδια.
Τα “Eγκλήματα” ήταν κάτι χειροποίητο, hand made. Το δουλεύαμε δύο χρόνια για να γίνει. Οταν φτάσαμε να το υλοποιούμε, ήμασταν όλοι ενθουσιασμένοι. Ηρθε όμως η κατραπακιά των πρώτων επεισοδίων, που είχαν μηδέν τηλεθέαση, δηλαδή 4-5... Ευτυχώς το κοινό την ανακάλυψε. Ηταν γραμμένη πάνω μας, κυριολεκτικά. Ο Αχιλλέας γράφτηκε για μένα, τον Χρήστο...»

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Ηταν τόσο μεγάλη η αναμπουμπούλα της επιτυχίας εκείνης της εποχής -γυρίσματα κάθε μέρα μαζί με τις παρατάσεις στην Αποθήκη, που δεν πρόφταινα να καταλάβω τι γίνεται. Από την άλλη με θύμαμαι να έχω ψωνιστεί λίγο με την επιτυχία. Ευτυχώς μετά πατάς στην γη και συνέρχεσαι... Μερικές φορές έχασα το μέτρο.
Είχαν προηγηθεί οι «10 μικροί Μήτσοι» του Λάκη Λαζόπουλου -τον είχα γνωρίσει από την Ελεύθερη Σκηνή. Εκεί ήταν η πρώτη αναγνωρισιμότητα για μένα, το ΄92.

Όπως λέει και η Λίνα Νικολακοπούλου “γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια”. Αφιέρωσα πολλές εργατοώρες στον έρωτα...

Είμαι ένας θετικός άνθρωπος νομίζω, με τις δυσκολίες και τα θέματά του βέβαια. Ευτυχώς όμως από πολύ νωρίς, και ιδίως μέσα στην δουλειά, μια δουλειά που σε καλεί να συνεννοηθείς, άρχισα να εξασκούμαι σε κάτι: Να μην κάνω στους άλλους αυτά που δεν θέλω να μου κάνουν οι άλλοι. Ηταν ένας τρόπος να καλυτερεύω τον εαυτό μου. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι από μόνη της αυτή η δουλειά, αν εμβαθύνεις, σε οδηγεί να γίνεσαι λίγο καλύτερος άνθρωπος. Να δικαιολογείς τα ελατώμματα... Πριν σηκώσεις το δάκτυλο να κατηγορήσεις τον άλλον, καλό είναι να κάνεις την αυτοκριτική σου.

Φωτογραφία: NDP

«Χαίρομαι που μου λένε ότι είμαι αγαπητός και το νοιώθω κιόλας. Φίλοι μου είναι φίλοι από τα νιάτα μου, αυτός είναι ο βασικός μου πυρήνας -ο Γιώργος Καραχάλιος, ο Παρασκευάς Καρασούλος... Τα στηρίγματά μου είναι οι φίλοι μου.
Με την Βίκυ ήμαστε τόσα χρόνια μαζί, κι ας ήμαστε τόσο διαφορετικοί. Ημουν από μικρός κατά των σχέσεων και της μονιμότητας. Δεν ξέρω τι έγινε με την Βίκυ. Καρμικό ήταν; Οταν την πρωτοσυνάντησα, τρόμαξα λίγο. Ηταν έξι μηνών έγκυος στην Δανάη (σ.σ. Μπάρκα). Στην πρώτη μας επαφή, είπα στον φίλο που μας γνώρισε “τι είναι αυτή; Αυτή είναι οδοστρωτήρας”… Σχεδόν τρόμαξα. Σιγά-σιγά γίναμε φίλοι, μετά κολλητοί και προχωρήσαμε. Η συγκατοίκηση ήρθε από μόνη της, σαν ανάγκη.

Πώς χτίστηκε η σχέση μου με την Δανάη; Η Δανάη είναι ένα σπάνιο παιδί, από αυτό να ξεκινήσουμε. Δεν ξέρω τι έκανα εγώ ή η Βίκυ στην πορεία του μεγαλώματός της, γιατί άρχισα να την μεγαλώνω από τεσσάρων ετών σχεδόν. Ξέρω ότι ο μοναδικός κανόνας πάντα ήταν η αγάπη, τρυφεράδα και η αλήθεια... Εκεί βάσισα εγώ, περισσότερο από την Βίκη, την σχέση μας. Φαίνεται ότι ήταν αποδοτικό. Πάντα με το δεδομένο ότι η Δανάη είναι ένα πολύ έξυπνο πλάσμα και στην ζωή της και σκηνικά. Ξέρει να ακούει, να επεξεργάζεται και να προχωράει...»

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Καταλάβαμε ότι θα γίνει ηθοποιός από τότε που πήγαινε Γ΄ γυμνασίου. Την καμαρώνω. Τώρα πια σχεδόν την συμβουλεύομαι.

Θα ήθελα να έχω περισσότερο ελεύθερο χρόνο για τον εαυτό μου. Προσπαθώ να ζω όσο καλύτερα μπορώ την καθημερινότητά μου. Φοβίες έχω, αλλά προσπαθώ να τις βάζω στην άκρη. Δεν επενδύω στο αύριο. Θέλω να ζω όσο καλύτερα γίνεται, το σήμερα. Πολλές φορές νοιώθω ότι έχω κάνει περισσότερα πράγματα από όσα περίμενα και άλλες ότι, όπως λέει και η Λίνα Νικολακοπούλου “γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια”. Αφιέρωσα πολλές εργατοώρες στον έρωτα....
Aν είχα έναν πλούσιο μπαμπά, αν ήμουν σε μια πλούσια χώρα και μπορούσα να ζω από τα δικαιώματα όσων έχω κάνει μέχρι τώρα στην τηλεόραση ήαν είχα μια μπάζα στην άκρη από την δουλειά μου, θα προτιμούσα να ξεκουραστώ ένα καλοκαίρι, να μην δουλέψω. Αλλά ζούμε σε μια φτωχή χώρα, με αγορά εξίσου φτωχή, κι εμείς μαζί...

Και ίσως το μεγαλύτερο λάθος της σύγχρονης αριστεράς είναι ότι ανέδειξε την διχόνοια σε αρετή

Δεν λέω, έχω βγάλει λεφτά, έχω παίξει σε επιτυχίες. Από την άλλη, τις οικονομίες που έχουμε κάνει με την Βίκυ, γιατί έχουμε κοινό ταμείο, αποφασίσαμε να τις ρίξουμε στο κτήμα που πήραμε στην Μάνη. Κάναμε εκεί μια επένδυση και μαζί αποκτήσαμε το καταφύγιό μας. Σπίτι στην Αθήνα δεν έχουμε, ζούμε στο Περιστέρι, με ενοίκιο. Αγαπώ τη φύση, μ΄αρέσει να ασχολούμαι με την γη».

Φωτογραφία: NDP

«Τώρα πια έχουμε βρεθεί σε μια εποχή που το “αριστερός” και “δεξιός”, δεν έχει καθαρή έκφραση. Παλιά έλεγες “αριστερός” ή “δεξιός" και ήταν καθαρό. Και σαν πολιτική θέση και σαν έκφραση. Τώρα έχουν έρθει τα πάνω-κάτω. Και ίσως το μεγαλύτερο λάθος της σύγχρονης αριστεράς είναι ότι ανέδειξε την διχόνοια σε αρετή. Η διχόνοια ήταν πάντα το μεγάλο μας θέμα σαν έθνος. Αυτή είχε πάντα, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές καταστροφικές συνέπειες για την ζωή και την πρόοδό μας. Ιδιαίτερα στην σημερινή Ελλάδα της κρίσης, πιστεύω ότι ο πραγματικά προοδευτικός λόγος, είναι ο λόγος της συμφιλίωσης και της συννενόησης. Κι όχι ο λόγος της πόλωσης και της έχθρας που τόσο ακριβά έχουμε πληρώσει σαν κράτος απο την γέννησή μας. Είναι αλήθεια βέβαια ότι αυτό απαιτεί μεγάλη γενναιότητα εκ μέρους του πολιτικού. Γιατί έχουμε δει δυστυχώς τα τελευαία 20-30 χρόνια, ότι όποιος πολιτικός αποφασίσει να το κάνει αυτό, από όποια πολιτική παράταξη κι αν προέχεται, καταλήγει στο σπίτι του. Το πληρώνει πολύ ακριβά. Πρώτα από τα κομματικά του όργανα κι αμέσως μετά από τους ψηφοφόρους. Εχουμε πολλά παραδείγματα πολιτικών που προέταξαν το “καλό της πατρίδας” από το “κομματικό καλό” και λιθοβολήθηκαν. Αλλά νομίζω είναι ο μόνος δρόος για να βγούμε στο φως. Για μας τους καλλιτέχνες ίσως είναι λίγο εύκολο. Η τέχνη ενώνει πιο εύκολα. Γι αυτό και πιστεύω ότι ένας καλλιτέχνης δεν οφείλει να εκφράζεται κομματικά. Να έχεις τις πολιτικές του θέσεις, να παλεύει γ΄αυτές αλλά να μην πέφτει σε παιχνίδια πόλωσης και έχθρας».

«Μαρία Πενταγιώτισσα» του Μποστ»

Φωτογραφία: Bovary/Πάνος Μάλλιαρης

«Για έναν ηθοποιό η σκηνική μεταμόρφωση έχει πολύ ενδιαφέρον. Πολύ περισσότερο όταν έχεις να κάνεις με μια ηρωίδα με τόση μεγάλη φήμη και πειραγμένη από τον Μποστ. Μεγάλη πρόκληση. Από την σχολή ακόμα το να παίξεις ένα κείμενο του Μποστ είναι μεγάλο δέλεαρ, μεγάλο σχολείο. Εχεις πολλά πεδία να κινηθείς, ξεκινώντας από την τρέλα του σουρεαλισμού του Μποστ, την γλώσσα του...
Μ΄αρέσει η περιοδεία, μ΄αρέσει το ταξίδι, γιατί μ΄αρέσει να οδηγώ. Η Ελλάδα είναι μια χώρα υπέροχη. Κάθε φορά ανακαλύπτω καινούργια πράγματα κι ας έχω ξαναπάει στα ίδια μέρη».

«Μαρία Πενταγιώτισσα» του Μποστ
Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης. Σκηνικά: Γιάννης Αρβανίτης. Κοστούμια: Βάνα Γιαννούλα Μουσική: Θύμιος Παπαδόπουλος. Φωτισμοί: Νίκος Σωτηρόπουλος. Παίζουν: Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Ελένη Καστάνη, Δημήτρης Μαυρόπουλος, Μελέτης Ηλίας, Αργύρης Αγγέλου, Χάρης Γρηγορόπουλος, Δανάη Μπάρκα, Γιώργος Δεπάστας, Αχιλλέας Σκεύης, Απόστολος Καμιτσάκης.
Πρεμιέρα: 27 (& 28) Ιουνίου: Κηποθέατρο Παπάγου. Ακολουθεί περιοδεία