Κατερίνα Βρανά: «Δεν έζησα καλά τα 40 μου. Ηταν τότε που σχεδόν πέθανα»
Στο σπίτι της Κατερίνας Βρανά στο Μαρούσι τίποτα δεν θυμίζει την μεγάλη περιπέτεια της ζωής της. Ολα είναι στην θέση τους. Οπως πριν. Αυτό το σαραντάχρονο κορίτσι συνεχίζει να γελά, να λέει αστεία, να διακωμωδεί όλα όσα πέρασε κι όλα εκείνα που είναι μπροστά της. Ανάμεσα στις φυσικοθεραπείες για την αποκατάσταση της υγείας της και τις stand-up comedy παραστάσεις της, κάνει τον απολογισμό της. Κι αν τώρα κάθεται σε αναπηρικό μαξίδιο και περπατάει με βοήθεια, ξέρει ότι αυτό δεν θα είναι για πολύ. Αλλωστε όταν έφευγα, σηκώθηκε όρθια για να με χαιρετήσει.
«Επέστρεψα στο πατρικό μου. Μετά από είκοσι χρόνια που ζούσα μόνη μου, γύρισα σπίτι μου. Μην μου πεις ότι δεν είναι το όνειρο κάθε σαραντάχρονου ανθρώπου να ξαναζήσει με την μάνα του! Από τη μια είναι ωραίο, γιατί τόσα χρόνια ζούσα στο Λονδίνο οπότε ενηλικιώθηκα μακριά από τους γονείς μου και τώρα τους βλέπω πολύ παραπάνω. Από την άλλη, είναι ό,τι μπορεί να σκεφτεί ο καθένας. Οι διαπληκτισμοί μας με την μάνα μου είναι συνεχόμενοι και εκνευρίζουμε η μία την άλλη όσο δεν πάει.
Μεγάλωσα στο Μαρούσι. Ημουν ένα παιδί πολύ εξωστρεφές, κοινωνικό. Εζησα το τέλος της εποχής που ακόμα μπορούσες να κατέβεις στον δρόμο και να παίξεις με τα παιδιά της γειτονιάς. Ηταν τέλεια. Τα αγόρια παίζαν μπάλα κι εμείς τα κορίτσια, λάστιχο. Οταν ο σταθμός πήρε τα πάνω του, άνοιξε και το πρώτο Goody’s της περιοχής και γινόταν χαμός».
«Οι γονείς μου χώρισαν, ο πατέρας μου ξαναπαντρεύτηκε και η μητριά μου -μια λέξη που δεν μου αρέσει- είναι η καλύτερη. Εχω έναν αδελφό από τους γονείς μου κι έναν μικρότερο από τον δεύτερο γάμο του πατέρα μου. Ολοι μαζί τα πάμε πολύ καλά, υπάρχει σεβασμός και αγάπη....
Σχολείο πήγα στο Κολέγιο. Εχω εξαιρετικές αναμνήσεις. Ο,τι και να λέμε για τα ιδιωτικά, σε άτομα σαν κι εμένα, το συγκεκριμένο σχολείο μου έδωσε άπειρα εφόδια γι΄αυτό που ήθελα να κάνω. Μου έδωσε πολλές ευκαιρίες, μου άφησε πολύ χώρο, και σε ό,τι αφορούσε το ελληνικό κομμάτι και στα αγγλικά.
Ολες οι γυναίκες του παλιού ελληνικού σινεμά, είτε κούκλες είτε όχι, είχαν κάνει κωμωδία. Τώρα δεν συμβαίνει το ίδιο
Ο πατέρας μου λέει ότι δήλωσα στα εννέα μου ότι θα γίνω ηθοποιός. Μου άρεσε και μου αρέσει πάρα πολύ να είμαι πάνω στην σκηνή. Σε κάθε γιορτή από το νηπιαγωγείο και μετά ήμουν σε όλες τις παραστάσεις. Ημουν και χορωδία και θεατρικό και στις αγγλικές παραστάσεις. Ηταν άψογα.
Δεν θυμάμαι ποτέ να αποφάσισα ότι θα γίνω ηθοποιός. Ξέρω όμως ότι δεν είχα καμία άλλη ιδέα. Για μένα ήταν δεδομένο. Χιούμορ νομίζω ότι είχα πάντα, αλλά δεν ήμουν η αστεία της παρέας. Το χιούμορ το πήρα από τους γονείς μου, και οι δύο διαθέτουν. Κι έχουν και πλάκα. Είναι βέβαια διαφορετικοί. Η δουλειά του πατέρα μου ήταν στην κινηματογραφική διανομή. Η μητέρα μου δούλευε σε αντικερί -εκείνη προτιμά να το λέει παλαιοπωλείο. Δούλευε μέχρι που αρρώστησα».
«Τον δρόμο μου στο θέατρο τον βρήκα πολύ αργότερα. Σπούδασα στην Αγγλία, έκανα πανεπιστημιακές σπουδές σε πολλά διαφορετικά είδη θεάτρου, ανατολικό, μπαλινέζικο, και πόσα ακόμα. Ετσι συνειδητοποίησα πόσο σημαντικό είναι το αρχαίο δράμα.
Στην Αθήνα δεν έβλεπα πολύ θέατρο αλλά έβλεπα τις ελληνικές ταινίες στην τηλεόραση. Είναι τόσο βαθειές οι επιρροές μου που δεν μπορώ να τις εντοπίσω. Νομίζω όμως ότι η Βουγιουκλάκη και η Βλαχοπούλου είναι ένα τεράστιο κομμάτι μέσα μου, που διαμόρφωσε το πως είμαι τώρα -ασυναίσθητα. Μαζί με την Γεωργία Βασιλειάδου και την Σαπφώ Νοταρά, από άλλη πλευρά, ήταν συνέχεια στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Απλώς άνοιγες την τηλεόραση και ήταν συνέχεια εκεί. Ολες οι γυναίκες του παλιού ελληνικού σινεμά, είτε κούκλες είτε όχι, είχαν κάνει κωμωδία. Τώρα δεν συμβαίνει το ίδιο.
Τα πρώτα χρόνια του stand-up αποτυγχάνεις πολύ συχνά. Είναι σαν να πεθαίνεις πάνω στην σκηνή, το μυαλό σου αδειάζει, στεγνώνει το στόμα σου...
Εμένα μου άρεσε πάντα η κωμωδία. Βρίσκω το δράμα πολύ βαρύ και πολύ τραρβηγμένο.
Στο stand-up κατέληξα μέσω αυτοσχεδιασμού. Γιατί στην Αγγλία χρησιμοποιούν πολύ τον αυτοσχεδιασμό για χαλάρωμα, για ζέσταμα αλλά το κάνουν και παράσταση και θεατρική εκπομπή. Και μου άρεσε τόσο πολύ. Από μια ιδέα, από ένα κάτι να βγάλεις μια σκηνή. Αφού τέλειωσα το Πανεπιστήμιο έκανα διάφορα σεμινάρια και όταν βρήκα τον αυτοσχεδιασμό πορώθηκα κι έτσι ανακάλυψα την τεράστια αγγλική κωμική σκηνή. Ξεκίνησα με σκετσάκια, αυτοσχεδιασμό και κατέληξα στο stand-up. Εγραφα άλλωστε πάντα, έγραφα τις σκέψεις μου. Αυτό όμως που μου άρεσε πολύ ήταν να γράφω αστειάκια, αστεία σκετσάκια».
«Οι άνθρωποι γύρω μου με ενθάρρυναν. Τα χρόνια των σπουδών μου ψάχτηκα πολύ να βρω τι ήταν αυτό που ήθελα. Το stand-up άργησα λίγο να το βρω. Αλλά ένοιωθα ότι έτσι εκφράζομαι πραγματικά.
Τον Νοέμβριο του 2011 παρουσίασα για πρώτη φορά δουλειά μου στην Ελλάδα. Ενοιωσα αμέσως ανταπόκριση αλλά ήταν κυρίως κόσμος δικός μου, γνωστοί και φίλοι που ήρθαν να με δουν. Πήγαν καλά οι πρώτες παραστάσεις -δυσκολεύτηκα γιατί έπρεπε να το κάνω στα ελληνικά. Τότε σκέφτηκα ότι μπορώ να έρχομαι πιο συχνά.
Ναι, η ζωή μου είναι χωρισμένη στο πριν και το μετά. Ηταν ένα τεράστιο συμβάν, ένα πατατράκ....
Μου αρέσει η έκθεση. Στο stand-up δεν υπάρχουν τεχνάσματα. Το κείμενο είναι γραμμένο από πριν αλλά η αντίδραση από το κοινό είναι τόσο άμεση που δεν μπορείς να ξεφύγεις. Το πιο δύσκολο είναι όταν το κοινό δεν γελάει. Μαθαίνεις τις δυσκολίες την ώρα της παράστασης. Χωρίς κοινό δεν μπορείς να καταλάβεις τίποτα. Στην Αμερική έχεις τρία λεπτά για να ετοιμάσεις κάτι και να δεις αν θα γελάσει το κοινό. Κι είναι πολλά τα τρία λεπτά αν δεν γελάσει κανείς -στην Ευρώπη είναι πέντε. Συνήθως είναι καλύτερα να μιλήσεις για κάτι που έχεις έντονα συναισθήματα, κάτι που σε τσαντίζει ή κάτι που λατρεύεις και να το αποδώσεις όσο πιο αστεία γίνεται. Τα πρώτα χρόνια του stand-up αποτυγχάνεις πολύ συχνά. Είναι σαν να πεθαίνεις πάνω στην σκηνή, το μυαλό σου αδειάζει, στεγνώνει το στόμα σου... Είναι απαίσιο το συναίσθημα. Μόνον η εμπειρία σε βελτιώνει. Πάντα θα υπάρχει ένα αστείο που δεν θα πιάνει. Με την εμπειρία μαθαίνεις να το διαχειρίζεσαι. Το να φτιάξεις παράσταση μιας ώρας είναι πολλά πεντάλεπτα στην σειρά. Οπότε κι αν δεν γελάσει το κοινό στο ένα, θα γελάσει στο επόμενο. Η εμπειρία στο stand-up είναι να μαθαίνεις να αντιμετωπίζεις την συνεχόμενη αποτυχία».
«Ναι, η ζωή μου είναι χωρισμένη στο πριν και το μετά. Ηταν ένα τεράστιο συμβάν, ένα πατατράκ.... Τώρα αρχίζω να το συνειδητοποιώ. Ο πρώτος χρόνος ήταν για αποκατάσταση, ώστε να μπορώ να γίνω λίγο καλύτερα, να καθίσω σε καρέκλα.
Οταν μου συνέβη νόμιζα ότι έπαθα δηλητηρίαση, κάτι στομαχικό, εντερικό. Οταν ξύπνησα από την πρώτη εγχείριση και πριν πέσω στο τεχνητό κώμα το πρώτο που έκανα ήταν να στείλω μήνυμα στην ασφαλίστριά μου, που είναι και η μητριά μου, για να δω τι θα καλύεψει η ασφάλισή μου. Και μετά έπεσα σε κώμα -δύο εβδομάδες.
Αναθεώρησα πολλά πράγματα. Ημουν και σε μια ηλικία, στα σαράντα, που έτσι κι αλλιώς θα το έκανα. Αλλά θα μείνω στα σαράντα γιατί δεν τα έζησα καλά
Μέσα στο κώμα ό,τι γινόταν γύρω μου το άκουγα, έμπαινε στα όνειρά μου. Ο αδελφός μου μπήκε στα όνειρά μου και άρχισε να μου μιλάει. Μετά ο πατέρας μου. Εβλεπα ότι ήμουν στο νοσοκομείο κι ότι ήμουν σοβαρά. Οταν ξύπνησα, ήταν σαν έκπληξη. Δεν φοβήθηκα, περιέργως δεν φοβήθηκα καθόλου. Ισως γιατί δεν καταλάβαινα πόσο σοβαρό ήταν. Οταν το συνειδητοποίησα είχα διαφύγει το κίνδυνο, από όσο ήξερα. Και το ηθοποιίστικο κομμάτι μου ενθουσιάστηκε από αυτό το τόσο δραματικό που μου είχε συμβεί. Ως τότε ήμουν υγιέστατη. Μετά είχα μια απίστευτη ηρεμία. Γιατί ένοιωσα ότι αν πεθάνω τώρα, είμαι καλά».
«Οταν πέρασε από το μυαλό μου ο θάνατος, σκέφτηκα ότι τουλάχιστον έχω κάνει όσα ήθελα να κάνω. Παλιότερα όταν σκεφτόμουν τον θάνατο με ένοιαζε γιατί δεν είχα προλάβει να κάνω όσα ήθελα. Οπότε με βοήθησε πολύ, μου έδωσε μια αίσθηση βαθειάς ηρεμίας. Είχα κάνει αυτό που ήθελα και ήμουν καλή σ΄αυτό. Ημουν ικανοποιημένη από την πορεία της καριέρας μου, είχα αγαπήσει και είχα αγαπηθεί. Γι΄αυτό και δεν φοβήθηκα. Είχα καλή ψυχολογία.
Μόλις βγήκα από το κώμα σκέφτηκα ότι όλο αυτό πρέπει να γίνει παράσταση. Ηρθε σαν φυσική διαδικασία για την δουλειά μου, ήθελα να το κάνω κείμενο
Ποτέ δεν θεώρησα ότι δεν θα γίνω καλά. Ούτε οι γιατροί μου είπαν ποτέ ότι δεν θα ξανα-οτιδήποτε... Τώρα περπατάω στηριζόμενη και η εξέλιξη συνεχίζεται και στην ομιλία και στην όραση. Στην αρχή, που δεν έβλεπα, γιατί είχα τυφλωθεί φουλ, σκέφτηκα ότι αυτό αποκλείεται να είναι μόνιμο. Είπα ότι κάποια μαλακία θα έγινε και θα την φτιάξουμε. Μου λέγανε ότι όσο ήμουν τυφλή κρατούσα τα μάτια μου συνεχώς κλειστά. Γιατί να τα ανοίξω; Δεν είχε καμία διαφορά. Κι άρχισα να βλέπω σιγά-σιγά, κάποια στιγμή έγινε ένα μεγάλο άλμα στην όρασή μου.
Αναθεώρησα πολλά πράγματα μετά από όλο αυτό. Αναγκαστικά το κάνεις. Ημουν και σε μια ηλικία, στα σαράντα, που έτσι κι αλλιώς θα το έκανα. Αλλά θα μείνω στα σαράντα γιατί δεν τα έζησα καλά. Στα σαράντα μου ήταν το σχεδόν πέθανα... Ως τότε η ζωή μου ήταν ένα συνεχές τρέξιμο, όλο ταξίδια, χωρίς να σταματάω για να δω που είμαι και που πάω. Δεν μπορούσα όμως να σταματήσω. Πάλευα τόσα χρόνια γι΄αυτό που είχα αποκτήσει, πώς να σταματήσω... Αυτό είναι πια που αναθεώρησα στο φουλ, το άγχος και το κυνηγητό, τις ενοχές που κάνεις διακοπές. Μετά κατάλαβα ότι έπρεπε να ακολουθώ τους ρυθμούς μου, τους δικούς μου ρυθμούς».
«Μετά από μια τέτοια περιπέτεια ο καθένας μπορεί να γίνει ό,τι θέλει. Νομίζω όμως ότι γίνεσαι πιο συμπονετικός με τους γύρω σου, να μπορείς να νοιώσεις καλύτερα τους άλλους. Εγώ απέκτησα υπομονή που δεν είχα. Αλλά όχι δεν σκέφτηκα γιατί αυτό συνέβη σε μένα. Λογικά μου συνέβη. Εφτασα και ξεπέρασα τα όριά μου. Κι ο οργανισμός μου αντέδρασε.
Τώρα νοιώθω ότι πρέπει να χαλαρώσω. Θα τελειώσω με τις παραστάσεις και θα ξεκουρστώ.
Μόλις βγήκα από το κώμα σκέφτηκα ότι όλο αυτό πρέπει να γίνει παράσταση. Ηρθε σαν φυσική διαδικασία για την δουλειά μου, ήθελα να το κάνω κείμενο. Μόλις ξύπνησα οι δικοί μου με κορόιδευαν που δεν είχα φωνή. Κάθε τι αστείο που γινόταν, το έκανα κείμενο. Θυμόμουν πράγματα και κάποια άλλα μου τα διηγήθηκαν.
Η επιτυχία της παράστασής μου “Σχεδόν πέθανα” έκανε το δράμα που πέρασα να αξίζει! Αυτή η σειρά παραστάσεων επιβεβαιώνει τα πάντα. Δεν ήμουν σίγουρη για την επιτυχία, γιατί πίστευα ότι στους Ελληνες δεν άρεσαν τέτοια θέματα, θέματα υγείας. Αλλά εγώ ήθελα να το κάνω πριν γίνω καλά».
«Στην αρχή είχα σκεφτεί μόνον τον τίτλο “Σχεδόν πέθανα” αλλά μετά είπα ότι ήταν πολύ αρνητικός. Κι έτσι πρόσθεσα το “Staying alive” που είναι και πιο θετικό και σε πηγαίνει στο τραγούδι. Το είδα γραμμένο με κόκκινο, στρας, κι έτσι να τελειώνει κι η παράσταση.
Σε καμία φάση δεν σκέφτηκα ότι θα πεθάνω. Είχα δίπλα μου όλους τους ανθρώπους που αγαπούσα και αγαπάω. Μάλλον με εξέπληξαν όλοι. Ηταν όλοι εκεί. Η οικογένεια, οι φίλοι. Ενοιωσα ότι είχα γύρω μου ένα προστατευτικό κέλυφος αγάπης. Κι αυτό ήταν το συναίσθημα μετά το κώμα, αγάπη... Αγάπη εισέπραξα και από τον κόσμο. Κύμα αγάπης. Ηταν, είναι απίστευτο.
Δεν ξέρω αν όλο αυτό που έζησα ήταν μάθημα ή μήνυμα
Τώρα, δύο χρόνια μετά από αυτό που μου συνέβη πρέπει να κάνω εξετάσεις για να δω συνολικά πώς πάνε τα πράγματα. Ψάχνουμε να βρούμε μια ομάδα γιατρών που να μπορεί να με αναλάβει. Και βρήκαμε, ή μάλλον μας βρήκε, γιατί γνώριζε την περίπτωσή μου, μια ομάδα γιατρών στην Ελβετία. Νοιώθω λίγο σαν πειραματόζωο, σαν ποντίκι (γελάει....).
Αν όλα πάνε καλά θέλω τον Νοέμβριο θα μεταφέρω την παράσταση στο Λονδίνο. Και μετά να την αφήσω πίσω μου. Αν και λατρεύω αυτή την παράσταση, είναι του παρόντος. Εχει περιορισμένο χρόνο. Ψυχολογικά θέλω όμως να τελειώνω. Ισως την βεντεοσκοπήσω και την βγάλω σε DVD».
«Δεν ξέρω αν όλο αυτό που έζησα ήταν μάθημα ή μήνυμα. Ηταν για μένα πολύ σημαντικό ότι μέσα σε κάτι τόσο δραματικό και σοβαρό υπήρχαν τόσες πολλές στιγμές γέλιου και καλοπέρασης. Ηθελα λοιπόν να τα μοιραστώ με τον κόσμο. Γινόντουσαν αστεία πράγματα συνέχεια. Εχω την τάση να βρίσκω το αστείο όπου υπάρχει. Παρ΄όλα αυτά κάποια πράγματα ήταν αστεία αντικειμενικά. Κι αυτό η παράσταση το επιβεβαιώνει. Οι γιατροί με βοήθησαν πολύ και στην Ελλάδα και στην Μαλαισία. Είχαν την κατάλληλη δόση καφρίλας ώστε να μην με λυπηθεί κανείς. Ούτε εγώ τον εαυτό μου. Βρήκα ανθρώπους που εξέπεμπαν στην δική μου συχνότητα. Ολοι γύρω μου έχουν μια δόση σουρεάλ. Στο δωμάτιό μου γινόταν χαμός, όλες οι νοσηλεύτριες μαζεύονταν το βράδυ. Εχουμε την τάση να λέμε το κακόμοιρο, το δύστυχο, τι έπαθε, τι κακό έπαθε. Ηταν τόσο δύσκολο και άσχημο όλο αυτό, που δεν ήθελα να του βάλω κι άλλο από πάνω. Προτιμούσα να αφαιρέσω. Κι αυτό έκανα».
Η Κατερίνα Βρανά θα δώσει δύο ακόμα παραστάσεις με το “Staying alive” (Σχεδόν πέθανα) στην Αθήνα, στο θέατρο Αλίκη, 16-17 Μαΐου, και εν συνεχεία στην Θεσσαλονίκη, στο Αριστοτέλειον, 20-21 Μαΐου.