Βασίλισσα Άννα: H αληθινή ιστορία της εκκεντρικής βασίλισσας που ενέπνευσε τον Γιώργο Λάνθιμo
Φιλάσθενη, ανασφαλής και αφόρητα μόνη…
H τελευταία της Δυναστείας των Στιούαρτ, η Άννα Στιούαρτ, γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 1665. Ήταν η μικρότερη κόρη της Άννας Χάιντ και του Ιακώβου Δούκα του Γιορκ, (του δεύτερου γιου, ενός αμφιλεγόμενου βασιλιά), και, υπό κανονικές συνθήκες, δεν θα γινόταν ποτέ βασίλισσα.
Από ένα παράδοξο σερί συγκυριών -τραγικές απώλειες, άτεκνους γάμους, πολιτικές αναταράξεις- ανέβηκε στο θρόνο το 1702, στα 37 της. Bασίλευσε μόλις 12 χρόνια από το 1702 ως το 1714 και ουσιαστικά, ήταν η πρώτη βασίλισσα της κραταιάς Μεγάλης Βρετανίας, μιας και επί των ημερών της, η Αγγλία και η Σκωτία ενώθηκαν σε ένα μοναδικό, κυρίαρχο κράτος. Δυστυχώς, η ζωή της, δεν ήταν εξίσου ένδοξη.
Φιλάσθενη από παιδί, η Άννα έπασχε σε όλη της τη ζωή από μια μόλυνση του ματιού, που την έκανε να δακρύζει διαρκώς, ενώ είχε επώδυνες κρίσεις αρθρίτιδας, που την καθήλωναν στο κρεβάτι. Τον περισσότερο καιρό, οι υπηρέτες έπρεπε να την μεταφέρουν στα χέρια, πάνω σε ένα κάθισμα ή σε ένα αμαξίδιο με ρόδες. Ακόμα και χωρίς τις ασθένειες που την τυραννούσαν, η μοίρα δεν ήταν ιδιαίτερα γενναιόδωρη μαζί της. Έχασε την μητέρα της όταν ήταν μόλις 6 χρονών, και μεγάλωσε μακριά από το σπίτι της, στις αυλές της Γαλλίας, με την γιαγιά της, όπου την έστειλαν άρον άρον, για λόγους υγείας. Η εφηβεία της ήταν πληκτική. Ούτε ο γάμος της, στα 18 της, με τον 30χρονο πρίγκιπα Γεώργιο της Δανίας -έναν άντρα ανόητο, που αγαπούσε μόνο το ποτό και τις διασκεδάσεις- ήταν ευτυχισμένος.
Η Άννα, έμεινε έγκυος 17 φορές (!) , χωρίς τελικά, να αφήσει κανέναν διάδοχο. Είχε πολλές αποβολές -από αδιευκρίνιστη ιατρική αιτία- ενώ, από τα 5 μωρά της που γεννήθηκαν ζωντανά, κανένα, τελικά, δεν επιβίωσε. Tέσσερα απ’αυτά, δεν πρόλαβαν καν κλείσουν τα δύο τους χρόνια. Και το μεγαλύτερο, -ένας γιoς, ο Γουλιέλμος, Δούκας του Γκλούσεστερ- πέθανε σε ηλικία 11 ετών, αφήνοντάς την Άννα συντετριμμένη…
Καθώς, όμως, η αδελφή της, Μαίρη και ο βασιλιάς Γουλιέλμος Γ’, ήταν, επίσης, άτεκνοι, η Άννα -μετά και τον πρόωρο θάνατο του άντρα της- ήταν το μοναδικό πρόσωπο που απέμενε στη γραμμή διαδοχής.
Έτσι, όταν Γουλιέλμος πέθανε στις 8 Μαρτίου 1702, η -ακατάλληλη- αδελφή της γυναίκας του «προσγειώθηκε» στον βρετανικό θρόνο, στις 23 Απριλίου 1702. Στη στέψη της, μεταφέρθηκε πάνω σε ένα καταστόλιστο κάθισμα (σ.σ. υπέφερε και πάλι, από τα αρθριτικά και της ήταν αδύνατο να περπατήσει… ), με χαμηλή πλάτη, που επέτρεπε στις κυρίες επί των τιμών, να κουβαλούν την μακριά ουρά της τουαλέτας και του βασιλικού χιτώνα της. Σύμφωνα με τις βιογραφίες της, -και τις ελάχιστα κολακευτικές ιστορικές καταγραφές-, η Άννα δεν ήταν ιδιαίτερα ικανή βασίλισσα. Μικρόσωμη, πρησμένη από τις διαρκείς εγκυμοσύνες, με ένα πρόσωπο σημαδεμένο από το πέρασμα της ευλογιάς, δεν είχε καμία χάρη και ελάχιστη μόρφωση. Κατά βάση, οι γνώσεις της περιορίζονταν στις γλώσσες, και τη μουσική -καθώς, ήταν γυναίκα, κανείς δεν είχε μπει στον κόπο να της διδάξει ιστορία, δίκαιο, διπλωματία, στρατηγική ή την τέχνη του πολέμου. Επιπλέον, ήταν τρομακτικά ντροπαλή. Λέγεται πως οι σύμβουλοί της τής έγραφαν όχι μόνο ομιλίες, αλλά και ολόκληρες φράσεις που θα μπορούσε να πει σε κάποιον επίσημο επισκέπτη. Κι αυτό, γιατί όταν έπρεπε να αυτοσχεδιάσει σε μια αυθόρμητη συζήτηση τα έχανε τελείως. Πολλές φορές απλώς κουνούσε τα χείλη σαν να μιλάει, χωρίς στην πραγματικότητα να λέει τίποτα…
Eρωτες (;) και δολοπλοκίες
Μυστήριο, αποτελεί η σχέση της Άννας με την «ευνοούμενή» της, την Σάρα Τζένιγκς, -την κατοπινή Δούκισσα του Μάρλμπορο, Σάρα Τσόρτσιλ. Όμορφη, έξυπνη, δυναμική, η Σάρα ήταν το ακριβώς αντίθετο της βασίλισσας.
Την είχε γοητεύσει, από τότε που ήταν και οι δυo μικρά κορίτσια, στην αυλή του θείου της, του Κάρολου του Β’. Αναγνωρίζοντας τα πλεονεκτήματα αυτής της φιλίας, η φιλόδοξη Σάρα, φρόντισε να γίνει απαραίτητη στην μικρή πριγκίπισσα, παρότι την εύρισκε μάλλον ανόητη και υπερβολικά βαρετή (σ.σ. σύμφωνα με τη βιογράφο της βασίλισσας Αν Σόμερσετ, η Σάρα κάποτε είπε ότι προτιμούσε «να την ρίξουν σε ένα μπουντρούμι», από το να περάσει λίγη ώρα, συζητώντας με την Άννα). Ωστόσο, «καλλιεργούσε τη σχέση με μεγάλη προσοχή, επιστρατεύοντας όλο το πνεύμα, τη ζωντάνια της, και σχεδόν όλο το χρόνο που διέθετε για να διασκεδάζει και να υπηρετεί την πριγκίπισσα», η οποία, ενθουσιασμένη την πρόσθεσε, στην ακολουθία της. Θορυβημένη από το «ασύμμετρο πάθος» και την ολοένα αυξανόμενη εξάρτηση της Άννας από τη φίλη της, η αδελφή της Μαίρη, απαίτησε να την απομακρύνει. Εκείνη, όμως, αρνήθηκε -αυτή, μάλιστα, η απαίτηση έγινε αιτία να ψυχρανθούν οριστικά οι σχέσεις των δύο αδελφών…
Όταν η Άννα ανέβηκε στο θρόνο, αντάμειψε την Σάρα με τίτλους, αξιώματα και ακίνητη περιουσία. Ο έλεγχος του στρατού δόθηκε στον άντρα της, τον λόρδο Μάρλμπορο, ο οποίος διορίστηκε Αρχιστράτηγος. Επίσης, του δόθηκε ο τίτλος του Ιππότη της Περικνημίδας και προήχθη σε δούκα. Η ίδια η Σάρα, πήρε της πρώτη θέση ανάμεσα στις κυρίες της ακολουθίας της βασίλισσας. Και το σημαντικότερο: η Άννα της έδωσε το κλειδί του προσωπικού θησαυροφυλακίου της, πολιτική δύναμη και την ελευθερία να την χρησιμοποιεί όπως έκρινε….
Ήταν κρίσιμα χρόνια για να έχει κανείς μια ισχυρή θέση στην αυλή, μιας και, αμέσως μετά την άνοδο της Άννας στο θρόνο, η Αγγλία ενεπλάκη στον περίφημο «Πόλεμο της Ισπανικής Διαδοχής». (σ.σ. Η Αγγλία, η Ολλανδία και η Αυστρία υποστήριζαν την διεκδίκηση του ισπανικού θρόνου από τον αρχιδούκα Κάρολο εναντίον της Γαλλίας και Ισπανίας, οι οποίες στήριζαν την υποψηφιότητα του Φιλίππου, δούκα του Ανζού - μετέπειτα Φιλίππου Ε΄ της Ισπανίας.).
Ο αιματηρός και εξωφρενικά δαπανηρός αυτός πόλεμος διήρκεσε μέχρι τα τελευταία έτη της βασιλείας της Άννας –σημαντικός φαίνεται πως υπήρξε ο ρόλος της Σάρα Τσόρτσιλ, η οποία, ως μέλος του κόμματος των Ουίγων, ήταν υπέρ της συνέχισής του. Μόνη, αδαής και υπερβολικά απασχολημένη καθώς ήταν με την κακή υγεία της, η βασίλισσα επέτρεψε σε δολοπλόκους υπουργούς και στην φιλόδοξη «ευνοούμενή της», να κυριαρχήσουν στην πολιτική σκηνή…Για τη φύση της σχέσης των δύο γυναικών, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει με σιγουριά. Οι θερμές επιστολές που αντάλλασσαν μεταξύ τους ενισχύουν τις υποψίες ότι ο δεσμός τους δεν ήταν αυστηρά φιλικός.«Δεν μπορώ να πάω στο κρεβάτι χωρίς να σε δω», έγραφε η Άννα. «Αν ήξερες σε τι κατάσταση με έχεις φέρει, είμαι σίγουρη ότι θα με λυπόσουν». Και αλλού: «Ακόμα και αν έγραφα τόμους και πάλι δεν θα μπορούσα να εκφράσω, πόσο πολύ σε αγαπώ…Αφάνταστα, παθιασμένα, στοργικά δική σου». Στην επιστολογραφία τους, χρησιμοποιούσαν ψευδώνυμα: η Σάρα ήταν η «κυρία Φρίμαν» και η Aννα η «κυρία Μόρλεϊ» -μια καλόπιστη, μυστική επιβεβαίωση της γλυκιάς οικειότητας που μοιράζονταν και που τις εξίσωνε απόλυτα. Τουλάχιστον, στα χαρτιά. Παρ’όλα αυτά, η Σάρα, δεν είχε πια υπομονή, χρόνο ή διάθεση να διασκεδάζει τη βασίλισσα -συχνά, μάλιστα, της ασκούσε σκληρή κριτική.
Για παράδειγμα, όταν πέθανε ο σύζυγος της βασίλισσας, η Σάρα σχολίασε ότι «αν και η αγάπη της Άννας για τον πρίγκιπα έμοιαζε εκπληκτικά μεγάλη, το στομάχι της ήταν μεγαλύτερο, αφού την ίδια μέρα έφαγε τρία τεράστια γεύματα». Η σχέση τους, τελικά, κλονίστηκε οριστικά από την είσοδο μιας τρίτης γυναίκας, μιας νέας «ευνοούμενης» στον κύκλο της βασίλισσας: της Αμπιγκέλ Χιλ μιας ξεπεσμένης αριστοκράτισας, εξαδέλφης της Σάρας, την οποία έφερε η ίδια στην Αυλή, αναθέτοντάς της καθήκοντα καμαριέρας της Βασίλισσας.
Σύντομα, η Άννα μετέθεσε το ενδιαφέρον και τη στοργή της από την αυστηρή, καταπιεστική φίλη της, που ήταν πάντα πολύ απασχολημένη με τις πολιτικές ίντριγκες, στην ευγενική Αμπιγκέιλ, που της έφερνε τα ρούχα της το πρωί, της άλλαζε τους επιδέσμους, φρόντιζε για την ζεστή σοκολάτα της και την παρηγορούσε όταν αισθανόταν μόνη και άρρωστη. Η ευγνώμων Άννα, πάντρεψε την Αμπιγκέιλ με έναν ευγενή, τον Σάμιουελ Μάσαμ, φροντίζοντας να την προικίσει γενναιόδωρα. Στο τέλος, επέτρεψε στην νέα της ευνοούμενη, η οποία στήριζε το κόμμα των Τόρις, να κάνει τα δικά της παιχνίδια μικροπολιτικής στην αυλή...Εξοργισμένη, η Σάρα απαίτησε από την Άννα να απομακρύνει την Αμπιγκέιλ κι όταν εκείνη της απάντησε πως θα αγαπούσε όποιον ήθελε, διέσπειρε φήμες και πρόστυχα τραγουδάκια για ανάρμοστες σχέσεις της βασίλισσας με την καμαριέρα της.
Στο τέλος, μάλιστα, επιχείρησε να εκβιάσει την Άννα, λέγοντας πως θα έδινε στη δημοσιότητα τα γράμματα λατρείας που της είχε στείλει η βασίλισσα. Παρότι, η «ρομαντική επιστολογραφία» ήταν κάτι σχεδόν συνηθισμένο, ανάμεσα στα νεαρά κορίτσια εκείνης της εποχής (σ.σ. θεωρούνταν κάτι σαν prep-course για τις απαιτήσεις μιας «κανονικής» ερωτικής σχέσης και ενός γάμου), ορισμένα από τα αποσπάσματα αυτών των γραμμάτων, θα μπορούσαν -όπως εύστοχα τόνισε η Σάρα- να κοστίσουν στη βασίλισσα το στέμμα της. Το 1708, απηυδισμένη από την εκδικητική μανία της πρώην ευνοούμενής της, η Αννα την έδιωξε από την Αυλή και εκείνη, σε αντίποινα απέσυρε δεκαοκτώ χιλιάδες λίρες από το προσωπικό ταμείο της βασίλισσας και αφαίρεσε όλες τις μπρούτζινες κλειδαριές από τις πόρτες των διαμερισμάτων της στο παλάτι που έπρεπε να εγκαταλείψει (!). Τα αξιώματα και τα προνόμιά της Σάρα Τσόρτσιλ (προγόνου του Ουίνστον Τσόρτσιλ) δόθηκαν στην Αμπιγκέιλ, η οποία έμεινε κοντά στη βασίλισσα, μέχρι το θάνατό της.
Βασανισμένη από λοιμώξεις και από τους πόνους της αρθρίτιδας, η Άννα πέθανε, τελικά, από εγκεφαλικό στις 1 Αυγούστου 1714. Ένας από τους γιατρούς της αργότερα, θα έγραφε: «πιστεύω πως ο ύπνος, δεν ήταν ποτέ πιο καλοδεχούμενος από έναν κουρασμένο ταξιδιώτη, όσο ήταν ο θάνατος από κείνη». Λέγεται πως το σώμα της ήταν τόσο πρησμένο και διογκωμένο, ώστε μεταφέρθηκε στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ για να ταφεί μέσα σε ένα τεράστιο, σχεδόν τετράγωνο φέρετρο, που κουβαλούσαν 14 άντρες.
Η Σάρα Τσόρτσιλ επέστρεψε στην Αγγλία, το ίδιο απόγευμα του θανάτου της βασίλισσας Άννας, ενώ η Αμπιγκεϊλ και ο σύζυγός της, -ως λαίδη και λόρδος Μάσαμ πια- εγκατέλειψαν το παλάτι και έζησαν μια ήσυχη, πλούσια ζωή, στην αγγλική εξοχή.
Η ειρωνεία; Το μυστικό του «ιδιόρρυθμου» τριγώνου που κυβέρνησε μια από τις πιο ισχυρές αυλές της Ευρώπης, αλλά και η υστεροφημία της Άννας, ανήκε, τελικά, στη Σάρα. Η σκληρή δούκισσα του Μάρλμπορο έζησε μέχρι τα 84, και στα εκτενή απομνημονεύματά της, διηγήθηκε αυτή την ιστορία, όπως ακριβώς ήθελε...