Ρένια Λουιζίδου: «Αλίμονό μου αν πρέπει εγώ να διαλέξω ανάμεσα στο "Καφέ της Χαράς" και "Το Σόι μας"»
Η Ρένια Λουιζίδου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, κατέβηκε στην Αθήνα για μια «λάθος» οντισιόν κι έμεινε. Εχοντας κλείσει τριάντα χρόνια στον χώρο, μετρά μερικές από τις μεγαλύτερες τηλεοπτικές επιτυχίες και συνεχίζει να κάνει την δουλειά της με μια σπάνια ησυχία.
«Δεν είπα ότι δεν θέλω να είμαι στη συνέχεια του “Καφέ της Χαράς”, ή μάλλον δεκαπέντε χρόνια μετά. Είναι μια παραφιλολογία των μίντια που γίνεται ερήμην μου και ερήμην του Χάρη Ρώμα, υποθέτω. Δεν υφίσταται τέτοιο θέμα. Οντως ο Χάρης Ρώμας και η Αννα Χαζτησοφιά που γράφανε μαζί το “Καφέ” είχαν μια ιδέα που δικαιολογεί το να γίνει η συνέχεια, δέκα πέντε χρόνια μετά. Ο Αντέννα το συζητάει, σε συνδυασμό με τα τριάντα χρόνια του σταθμού.
Για ένα εκατομμύριο λόγους συν τους συναισθηματικούς, ασφαλώς και θα ήμουν μέρος του “Καφέ της Χαράς”. Είμαι, θέλω δεν θέλω, συνδεδεμένη όπως και είμαι συναισθηματικά δεμένη με τους ανθρώπους. Δεν θα είχα καμία αντίρρηση έχοντας εμπιστοσύνη στην ιδέα του Χάρη και της Αννας. Δεν έχει όμως προχωρήσει παραπέρα όλο αυτό. Ούτε από το κανάλι με έχουν πλησιάσει ούτε από κάποια εταιρεία παραγωγής. Ο,τι προέκυψε, προέκυψε από μια κουβέντα με τον Χάρη. Πράγματι ο Χάρης με την Αννα γράφουν κι αν δεν απατώμαι μία-δύο εκδοχές. Αλλά δεν έχει αρχίσει να υλοποιείται, ώστε να ξέρω πώς και πότε θα πραγματοποιηθεί.
«Παράλληλα είμαι σε μια άλλη σειρά, η οποία διανύει την 5η της χρονιά, με την οποία είμαι επίσης δεμένη τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής μου. “Tο Σόι μας” είναι μια σειρά που μας κράτησε στα χρόνια της κρίσης όταν εμφανίστηκε στον δρόμο μας. Και πέτυχε. Δεν είναι απλό να ανοίξω την πόρτα και να φύγω. Ούτε από εκεί όμως οι προθέσεις του Alpha είναι ξεκάθαρες για το τι θα γίνει του χρόνου. Ξέρω ότι πάμε ως τα τέλη Ιουνίου.
Στο “Καφέ της Χαράς” ήμουν η τρίτη επιλογή: Πρώτα πρότειναν στην Δήμητρα Ματσούκα και μετά στην Κατερίνα Λέχου
Να κάνω δύο σειρές παράλληλα; Αυτό δεν ξέρω αν είναι κάτι που θα δέχονταν τα κανάλια. Προσωπικά θα μου ήταν τρομερά δύσκολο πρακτικά. Ειλικρινά δεν ξέρω τι θα γίνει και δεν είναι στο χέρι μου. Αλίμονό μου αν πρέπει εγώ να διαλέξω... Είναι μια συναισθηματικά εξαιρετικά δύσκολη απόφαση.
Πέντε χρόνια είμαστε σε ένα πλατό με το “Σόι” επί δέκα ώρες την ημέρα. Το τηλεοπτικό μου “Σόι” το βλέπω πολύ περισσότερο από το δικό μου. Εχουμε παντρευτεί, έχουμε χωρίσει, έχουμε κάνει παιδιά, έχουμε θάψει γονείς... Υπάρχει μια σύνδεση. Μερικές φορές νομίζω ότι είναι πραγματικά παιδιά μου, έχω την έννοια τους, τον καημό τους. Δεν μου έχει ξανατύχει τόση διάρκεια σε τηλεοπτική σειρά».
«Με λένε και γουρλού. Δεν ξέρω. Ετυχε οι “Απαράδεκτοι”, το “Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή”, το “Καφέ της Χαράς» και τώρα “Tο Σόι μας”, να κάνουν επιτυχία. Ισως λειτουργεί και το ένστικτό μου στις επιλογές που κάνω. Εχω πει “όχι” σε άλλα για να πω “ναι” σ΄αυτά που έκανα.
Στο “Καφέ της Χαράς” ήμουν η τρίτη επιλογή: Πρώτα πρότειναν στην Δήμητρα Ματσούκα και μετά στην Κατερίνα Λέχου. Στην αρχή είχαν σκεφτεί λίγο πιο σέξι το κορίτσι αυτό, σαν την Εριν Μπρόκοβιτς, που της κόβει το μυαλό αλλά είναι και juicy. Μετά στην Κατερίνα Λέχου, για να είναι μια πιο κλασάτη Αθηναία. Οταν ανέλαβα εγώ το προσάρμοσαν σε μια πιο μοντέρα γυναίκα, λίγο πιο τσαμπουκάς.
Φόρτσαρα για να μπω στο Πανεπιστήμιο και με το που τα κατάφερα, άδειασαν τα πάντα
Στους “Παντρεμένους” πήγα για τον Αντώνη Καφετζόπουλο. Σαν έφηβη και φοιτήτρια μου άρεσε πολύ, ήταν η εποχή της “Ρεβάνς”, της “Αστροφεγγιάς” και ήθελα πολύ να παίξω μαζί του. Στο “Καφέ της Χαράς”, επειδή δεν ήμουν η πρώτη επιλογή, όταν μου το πρότεινε ο Χάρης ήταν κλεισμένοι όλοι και μου φάνηκε τέλειο όλο αυτό. Κάτι υπάρχει κάθε φορά μέσα μου που με πάει από εδώ ή από εκεί. Στο “Σόι μας” πήγα για την Μίρκα. Εχουμε μια ζεστή προσωπική σχέση εδώ και πολλά χρόνια. Η Μίρκα ήταν ο πρώτος άνθρωπος για μένα στον χώρο, όταν κατέβηκα από την Θεσσαλονίκη να δουλέψω στην Αθήνα. Ηταν πρωταγωνίστρια, με πήρε κάτω από την φτερούγα της, μου έδειξε τα κατατατόπια στο αντικείμενο και στο γύρω από το αντικείμενο, μου είπε πως διαχειριζόμαστε τα πράγματα. Ηταν στο Παρκ η επιθεώρηση “O Χορός του Οζαλόγγου”, καλοκαίρι του ΄88. Από τότε αναπτύξαμε μια σχέση. Και μόνο που υπήρχε η Μίρκα στο “Σόι”, μου έφτανε....
«Οταν αποδέχομαι μια δουλειά αναρωτιέμαι αν εγώ θα την έβλεπα, αν θα είμαι αξιοπρεπής κάνοντάς το, αν θα συνάδει με πράγματα που είμαι και κάνω.
Δεν βγαίνουν όλα όμως όπως τα φαντάζεσαι. Οι μεγάλες επιτυχίες στην τηλεόραση κάτι σου δίνουν και κάτι σου παίρνουν. Κάποιοι σε θέτουν υπό αμφισβήτηση -το έχω νοιώσει αυτό. Κάθε τι έχει το τίμημά του. Δεν μπορείς να τα έχεις όλα. Από την άλλη, αυτές οι σειρές μου έφεραν ένα κύμα αγάπης από τον κόσμο που θα ερχόταν, αν ερχόταν ποτέ, πολύ αργότερα. Η δύναμη της τηλεόρασης είναι τεράστια. Επίσης μου έφεραν έναν πολύ πιο άνετο βιοπορισμό, να μην ανησυχώ να ζήσω από το θέατρο.
Δεν ήθελα από μικρή θα γίνω ηθοποιός. Δεν το είχα σκεφτεί. Ημουν πολύ καλή μαθήτρια, σκόπευα να πάω στο Πανεπιστήμιο, έδωσα Πανελλαδικές, πέρασα στην Φιλοσοφική που ήθελα. Ημουν του διαβάσματος, της λογοτεχνίας και παρακολουθούσα πολύ θέατρο στο Κρατικό, από μικρή με τους γονείς μου. Ο πατέρας μου, δικηγόρος, η μητέρα μου εκπαιδευτικός, καμία σχέση με τον χώρο.
Φόρτσαρα για να μπω στο Πανεπιστήμιο και με το που τα κατάφερα, άδειασαν τα πάντα. Βρέθηκα σε κινούμενη άμμο. Συνειδητοποίησα ότι αυτό που είχα βάλει για στόχο δεν ήταν αυτό που ήθελα, απογοητεύτηκα. Συνέχισα την σχολή, με σπουδαίους καθηγητές τότε -Μαρωνίτης, Χουρμουζιάδης, Νικηφόρος Παπανδρέου, αλλά δυστυχώς δεν πήρα πτυχιο, άφησα δύο μαθήματα λατινικών... Οι καλύτερές μου φίλες είναι από τότε, από την Φιλοσοφική».
«Κι άρχισα να ψάχνομαι. Καθώς μου άρεσε πάντα το θέατρο, με παρότρυνση φίλης από το σχολείο που ήθελε να δώσει στο Κρατικό, έδωσα κι εγώ, σκεπτόμενη την θεατρολογία. Πέρασα και από το πρώτο έτος κατάλαβα ότι αυτό θέλω να κάνω. Δεν είχα σκεφτεί ότι θα φύγω από την Θεσσαλονίκη. Το πλάνο ήταν να μείνω, ενδεχομένως στο Κρατικό, ένα Κρατικό πολύ πιο κλειστό τότε.
Αυτό που δεν ήταν εύκολο ήταν η από πολύ νωρίς επιτυχία των “Απαράδεκτων” και η δημιουργία μιας συγκεκριμένης εικόνας για μένα
Οταν τελειώσαμε, ήταν μια ταραγμένη εποχή για το ΚΘΒΕ. Εκκρεμούσε η πρόσληψή μας κι έτσι πέρασε ο πρώτος χειμώνας. Είδα τότε ότι κάνει οντισιόν η Ξένια Καλογεροπούλου για το παιδικό της και κατέβηκα στην Αθήνα. Δεν είχα καταλάβει όμως ότι η Ξένια έψαχνε αγόρι. Μου είπε όμως ότι αφού έκανα τόσο δρόμο ας καθίσω να με δει. Με είδε και μετά από κάποιους μήνες με πήρε και μου είπε ότι ο Σταμάτης ο Φασουλής ψάχνει κορίτσια για το καλοκαίρι, κι αν θέλω να του πει για μένα. Πήγα, με είδε και με πήρε. Ετσι γνώρισα την Μίρκα....
Από το καλοκαίρι μου ήρθε μια πρόταση για τον χειμώνα, από τον Λάκη τον Λαζόπουλο, στο “Ελλάς κατόπιν αορτής”. Επιασα σπίτι στην Αθήνα, ενώ ως τότε έμενα σε μια φίλη μου. Οταν πια εγκαταστάθηκα ήρθε η πρόσληψη από το Κρατικό. Μου φάνηκε κάπως να τα μαζέψω και να ξαναφύγω. Εμεινα στην Αθήνα».
«Δεν ξέρω αν ήρθαν εύκολα τα πράγματα, είχαν όμως μια ροή. Δουλειά έβρισκα πάντα. Στην επιθεώρηση του Φασουλή βρέθηκα να έχω και ρόλο, όπως βρέθηκα με πολύ τρυφερούς ανθρώπους, τον Σταμάτη, την Μίρκα, τον Φέρτη, την Μίνα Αδαμάκη. Εκεί ήταν και η Δήμητρα Παπαδοπούλου, ο Γιάννης Μπέζος, ο Σπύρος Παπαδόπουλος, ο Βλάσης Μπονάτσος. Στα καμαρίνια της ήρθε της Δήμητρας η ιδέα για τους “Απαράδεκτους”. Αρα ναι, κάπως εύκολα ήρθαν τα πράγματα με αυτή την έννοια. Εύκολα και τυχερά.
Το να ψωνιστείς με τη διασημότητα είναι αστείο και να το συζητάμε
Αυτό που δεν ήταν εύκολο ήταν η από πολύ νωρίς επιτυχία των “Απαράδεκτων” και η δημιουργία μιας συγκεκριμένης εικόνας για μένα. Ζορίστηκα να αποφύγω το κορίτσι με την τσίχλα και το μίνι. Μου πήρε μια πενταετία. Από τις δουλειές που μου πρότειναν προσπαθούσα να διαλέξω ποια θα με πήγαιναν παρακάτω.
Αν μετάνοιωσα που δεν έμεινα στο ΚΘΒΕ; Μπορεί να ήταν καλύτερα μπορεί και όχι. Αλλά γιατί να μετανοιώσω; Παντρεύτηκα, έκανα τον γιο μου, θα έπρεπε να μετάνοιώσω για όλη μου την ζωή. Οχι βέβαια...»
«Είμαι ήσυχη στον χώρο, κάνω φασαρία στην υπόλοιπη ζωή μου. Στην δουλειά κράτησα κάποιες αποστάσεις που μου κόστισαν, γιατί δεν ήμουν ούτε είμαι ποτέ εκεί που δημιουργούνται τα πράγματα. Τριάντα χρόνια τώρα και κάθε φορά περιμένω ποιος θα με πάρει τηλέφωνο, τι θα μου προτείνει ποιο μου ταιριάζει καλύτερα. Δεν ξέρω αν με επηρέασαν οι γονείς μου και τα πολλά “πρόσεχε” που μου είχαν πει, αλλά ήταν ένας χώρος στον οποίο χρειάστηκε να κρατήσω αποστάσεις, να έχω τις άμυνές μου ώστε να μπορώ να ταιριάξω και σαν άνθρωπος. Αλλωστε οι γονείς μου δεν αντέδρασαν στο να γίνω ηθοποιός, αλλά ανησύχησαν, κυρίως αν έχω το στομάχι για ένα τόσο ανταγωνιστικό χώρο, όπου θα είμαι διαρκώς εκτεθειμένη.
Είναι δύσκολο να μεγαλώνεις μέσα σ΄αυτή την δουλειά, ειδικά αν είσαι γυναίκα
Το να ψωνιστείς με τη διασημότητα είναι αστείο και να το συζητάμε. Είναι βέβαια μια πραγματικότητα ότι όταν βγεις από το σπίτι σου, κάποιοι θα σε κοιτάξουν, θα σε σχολιάσουν, αλλά και θα σου πουν μια καλή κουβέντα. Αν δώσεις σημασία ή πάρεις πολύ στα σοβαρά την δημοσιότητα μπορεί να σε τρελάνει. Είναι όμως τόσο ξεκάθαρο πως παίζεται το παιχνίδι. Πρέπει να προφυλάξεις τον εαυτό σου από το να επενδύσεις σε κάτι που είναι τόσο στον αέρα».
«Ναι, είμαι πολύ ανασφαλής. Σ΄αυτή την δουλειά αρχίζεις πάντα από το μηδέν, σε διαλέγουν από την αρχή. Το μόνο που μπορεί να σου δώσει κάποια ψήγματα ασφάλειας είναι η επιβίωσή σου μέσα στην διάρκεια του χρόνου.
Κάποιες μέρες τρέλας και παράνοιας στη δουλειά, με καθησυχάζει η ιδέα ότι θα γυρίσω σπίτι μου. Πώς κουμαντάρω το μάνα και γυναίκα μέσα σ΄αυτό; Μαλλιά κουβάρια. Το μάνα δεν είναι κάτι που μπορείς να διαπραγματευτείς. Είναι δια βίου. Μαθαίνεις πράγματα για τον εαυτό σου που ούτε είχες φανταστεί σαν συναίσθημα, την δοτικότητα, την αγάπη. Βλέπεις για τι είσαι ικανός. Και μαζί κάνεις πολύ κουπί. Το μάνα έγινε από μόνο του προτεραιότητα.
Γυναίκα; Είναι πολύ σημαντικό και απαιτητικό. Είναι δύσκολο να μεγαλώνεις μέσα σ΄αυτή την δουλειά, ειδικά αν είσαι γυναίκα. Δεν με απασχολεί ιδιαίτερα. Εξαρτάται από το πως σε βλέπει ο άλλος. Είμαι τυχερή ως προς αυτό γιατί με βοηθάει η φροντίδα, η αγάπη και η στοργή του άντρα μου να αποδέχομαι τον εαυτό μου μεγαλώνοντας. Κι αυτό μου επέτρεψε να μεγαλώσω φυσιολογικά. Γιατί η πραγματικότητα με τις γυναίκες είναι αδυσώπητη και σ΄αυτόν τον τομέα. Δεν ρωτάει κανείς έναν άντρα γιατί έκανε φαλάκρα, γιατί πήρε πέντε κιλά ή γιατί μεγάλωσε. Προσπάθησα να είμαι ο εαυτός μου, να είμαι όπως ένοιωθα.
Από τα 38-39 και μετά άρχισα να αισθάνομαι τον καιρό που περνάει. Αλλά μάζι ήρθαν και κάποια πράγματα πολύ σημαντικά. Ξέρω τι θέλω, πως να το πάρω, πως να συνυπάρξω με τους ανθρώπους. Είναι πολύ πιο γαλήνια και ισορροπημένη αυτή η ηλικία. Καμία σχέση με εκείνη την αντάρα των 25 και 30».
«Το Τίμημα» στο θέατρο Ιλίσια
«Το “Τίμημα” ήταν το δέκα το καλό που μας έτυχε. Είναι ένα σπουδαίο έργο που ήθελε να κάνει ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος, γιατί χωρίς τον Σόλομον παράσταση δεν γίνεται. Σπάνια στο θέατρο συγκλίνουν όλες οι παράμετροι. Κι εμείς έχουμε ευτυχήσει να παίζουμε στο “Τίμημα” σε σπάνιες συνθήκες. Ξεκινήσαμε πέρυσι για λίγο και παράταση στην παράταση συνεχίζουμε ακόμα».
«Το Τίμημα» του Αρθουρ Μίλερ στο θέατρο Ιλίσια. Σκηνοθεσία: Ιωάννα Μιχαλακοπούλου
Με τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο και τους Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Ρένια Λουιζίδου, Χρήστο Σαπουντζή.