Κατίνα Παξινού: Πώς κέρδισε το Όσκαρ της, χωρίς να κάνει ούτε ένα δοκιμαστικό
«Η Κατίνα Παξινού, δεν είναι μόνο μεγάλη, είναι μοναδική», έλεγε για κείνη ο Οrson Welles. Η «θηριώδης Κατίνα», η σπουδαιότερη τραγωδός της χώρας που γέννησε το δράμα και η ηθοποιός που ζωντάνεψε ιδανικά, με «παράφορη πλαστουργική δύναμη» τις μεγάλες, δραματικές ηρωίδες του παγκόσμιου θεάτρου, υπήρξε και μια διεθνής σταρ.
Φέτος έκλεισαν 118 χρόνια από τη γέννησή της -είχε δει το φως στις 17 Δεκεμβρίου του 1900.
ΤΡΙΑ «ΟΧΙ» ΣΤΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ
Τo 1940, κυκλοφορεί το μυθιστόρημα του Ernest Hemingway «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα» και κάνει πάταγο. Η επιτυχία του δελεάζει την Paramount Pictures να αγοράσει τα δικαιώματα του βιβλίου έναντι 150.000 δολαρίων -ποσό ρεκόρ για την εποχή (!). Αμέσως, ξεκινά η προετοιμασία για την μεταφορά του έργου, στον κινηματογράφο. Για τον αντρικό, πρωταγωνιστικό ρόλο ο συγγραφέας έχει επιλέξει τον στενό του φίλο, Gary Cooper, για την «Μαρία» συζητιέται το όνομα της Ingrind Bergman. Οι υπεύθυνοι διανομής του studio, δυσκολεύονται ιδιαίτερα να βρουν την «Pilar», την φλογερή Ισπανίδα πατριώτισσα της ιστορίας. Διάφορες ηθοποιοί περνούν, κάνουν δοκιμαστικά -ανάμεσά τους η Paula Negri, η Judith Anderson. Kαμία δεν θεωρείται κατάλληλη. Ύστερα, κάποια στιγμή, κάποιος θυμάται την Κατίνα Παξινού, την Ελληνίδα με την έντονη παρουσία, που, εκείνη την εποχή, διαπρέπει στο Broadway. Tην εντοπίζουν, της τηλεφωνούν, στο ξενοδοχείο της, στην Νέα Υόρκη. Η αντίδρασή της, τους αιφνιδιάζει…
«Ο συνομιλητής μου, με ρώτησε από την άλλη άκρη του ακουστικού, εάν είχα παίξει στον κινηματογράφο. Απάντησα «όχι». Με ρώτησε τότε αν ήθελα να πάω στο Χόλιγουντ και απάντησα πάλι «όχι». Τέλος, με ρώτησε, αν θα ήμουν διατεθειμένη να λάβω, εν πάση περιπτώσει μέρος σε ένα φιλμ της Paramount. Kαι απάντησα πάλι «όχι».
Στις συνεντεύξεις της, στη δεκαετία του ’60, η Παξινού διηγούνταν την ιστορία, λίγο σαν παραμύθι. Θυμόταν πάντως, με σιγουριά, πως όταν έκλεισε το τηλέφωνο μετά από κείνα τα τρία κοφτά «όχι», μετάνιωσε αμέσως για την άρνησή της. Γρήγορα, όμως, την καθησύχασαν…
«Η Μonique McCall, η μάνατζέρ μου, στην οποία έσπευσα να αναφέρω καταστενοχωρημένη το γεγονός, ενθουσιάστηκε. Μου είπε ότι αν είχα σπεύσει να δεχτώ, θα είχα κάνει ένα μεγάλο σφάλμα. Η άρνησή μου, ήταν βέβαιο, θα προκαλούσε περισσότερο ενδιαφέρον, θα κέντριζε ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον των παραγωγών και οι άνθρωποι της Paramount σίγουρα θα επανέρχονταν…»
Έτσι κι έγινε. Οι άνθρωποι της Paramount -scouters, ιμπρεσάριοι, παρατρεχάμενοι- επανήλθαν με μια πρόταση: ζήτησαν από την Κατίνα Παξινού να κάνει ένα δοκιμαστικό για το ρόλο της Pilar. Εκείνη όμως δεν δεχόταν. Πίστευε πως κανένα δοκιμαστικό, δεν θα μπορούσε να καταγράψει το βάθος της ερμηνείας της ή να δώσει στους υπεύθυνους να καταλάβουν ποιά ακριβώς θα ήταν η απόδοσή της.
«Στα γραφεία της Paramount o αρμόδιος διευθυντής, όταν του είπα τις σκέψεις μου, επικοινώνησε αμέσως με το Χόλιγουντ. Τα γραφεία της Νέας Υόρκης έχουν κατευθείαν γραμμή με τα στούντιο, στην Καλιφόρνια. Επικοινώνησε λοιπόν αμέσως με τον Da Silva (σ.σ. εδώ η Παξινού, αναφέρεται, μάλλον εκ παραδρομής, στον Howard Da Silva και όχι στον άνθρωπο που σκονηθέτησε, τελικά, την ταινία, τον Sam Wood) ο οποίος θα γύριζε το φιλμ, και ο οποίος είχε από καιρό απελπιστεί ότι δεν θα έβρισκε την κατάλληλη Pilar. Τρία ολόκληρα χρόνια το σενάριο βρισκόταν στο συρτάρι του και όλες οι απόπειρες που είχαν γίνει για να βρεθεί η κατάλληλη ηθοποιός είχαν αποτύχει. Ο διευθυντής της Paramount ανέπτυξε στο τηλέφωνο στον Da Silva τις αντιρρήσεις που είχα για τον τρόπο που ήθελαν να γυριστεί το δοκιμαστικό και ο οποίος, όπως πίστευα δεν θα επέτρεπε να σχηματίσουν σαφή ιδέα για τον τύπο στον οποίο ήθελαν να με χρησιμοποιήσουν. Δεν θα ξεχάσω εκείνη τη στιγμή. Δεν ξέρω τι μου ήρθε. Ξέρω μόνο ότι, ενώ ο διευθυντής της Paramount τηλεφώνησε με ξαπλωμένα τα πόδια επάνω στο γραφείο του -κατά τη γνωστή συνήθεια ορισμένων Αμερικανών- ξαφνικά πετάχτηκα από τη θέση μου. Σχεδόν έπεσα επάνω του και του άρπαξα με βία το ακουστικό από το χέρι. Και μίλησα η ίδια του Da Silva. Του είπα ότι είμαι μεσογειακής καταγωγής και ότι αυτή η Ισπανίδα χωριάτα, η Pilar, είχε κάτι συγγενικό με Ελληνίδα και γι’αυτό την αισθανόμουνα κατά τέτοιο τρόπο που θα μπορούσα να την αποδώσω με καλή διαγραφή. Του είπα ακόμα ότι με τις φωτογραφίες και το τυπικό δοκιμαστικό δεν θα ήταν δυνατόν να καταλάβει πώς ακριβώς θα έπαιζα τον ρόλο. Όμως, δεν το κρύβω, συγχρόνως έκανα το παν, για να μπορέσει ο σκηνοθέτης της ταινίας, από το τηλέφωνο, να πάρει μια ιδέα. Δηλαδή, του έλεγα, ότι το γέλιο της Pilar θα έπρεπε να είναι έτσι -και γελούσα- ή ότι η ομιλία της θα έπρεπε να είναι κατ’αυτόν τον τρόπο. Και του έλεγα μερικές φράσεις με τον τρόπο που, τελικά, μίλησα και στο φιλμ. Η συνδιάλεξη εκείνη κράτησε σχεδόν μισή ώρα. Δεν θυμάμαι, ούτε μπορώ τώρα να ξαναζωντανέψω ακριβώς και με κάθε λεπτομέρεια τη σκηνή. Μπορώ όμως να βεβαιώσω ότι όταν έβγαινα από το γραφείο του διευθυντή της Paramount, τα πόδια του δεν ήταν πια επάνω στο γραφείο, αλλά στήριζαν το σώμα του που μου έκανε μια βαθιά υπόκλιση !...»
«ΕΙΜΑΙ Η ΚΑΤΙΝΑ ΠΑΞΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΧΩ ΜΙΑ ΦΗΜΗ…»
Μετά από εκείνη την ημέρα, η Παξινού σιγουρεύτηκε πως, τελικά, είχε πάρει το ρόλο και -εν τέλει- δέχτηκε να γυρίσει μερικά μέτρα φιλμ, «συστήνοντας» τον εαυτό της και την Ισπανίδα ηρωίδα, που επρόκειτο να ερμηνεύσει. Το φιλμ ταχυδρομήθηκε στο Χόλιγουντ, όμως το οριστικό «ναι» που περίμενε, καθυστερούσε να έρθει. Εν τω μεταξύ, έφτασε αιφνιδιαστικά στην Νέα Υόρκη ο Αλέξης Μινωτής -είχε διαφύγει από την Ελλάδα, και -μέσω Μέσης Ανατολής- ταξίδεψε στην Αμερική με ειδική αποστολή: Ο τότε βασιλιάς Γεώργιος του είχε αναθέσει να μεταφέρει κάποια εμπιστευτικά έγγραφα. Το ίδιο εκείνο βράδυ, η Κατίνα πήρε το τηλεφώνημα που περίμενε: την πολυπόθητη πρόσκληση να πάει στο στούντιο και να γυρίσει την πρώτη της σκηνή, ως Pilar…
«Ξύπνησα από τις 4 το πρωί, την ημέρα της μεγάλης δοκιμασίας. Στις 6 με παρέλαβαν οι μακιγιέρ και από τις 7, έχοντας για ενίσχυση το αγαθό χαμόγελο του Gary Cooper -που από την πρώτη στιγμή μου έδειξε άπειρη συμπάθεια- έπαιξα την πρώτη σκηνή μπροστά στον φακό. Η λήψη κράτησε ως τις 4 το απόγευμα. Δηλαδή, επί 9 ολόκληρες ώρες γυρίζαμε και ξαναγυρίζαμε. Όταν τελειώσαμε -στο μεταξύ είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι ειδικοί μέσα στο στούντιο και είχαν έρθει θεατές και παρατηρητές, όλοι οι παράγοντες της εταιρείας- έφυγα κυριολεκτικά εξουθενωμένη από τον κόπο και τη συγκίνηση. Τριγύρω μου έβλεπα γελαστά πρόσωπα και θυμάμαι ότι μια σκηνή με τον Tamiroff, όταν τελείωσε, χειροκροτήθηκε. Όμως, επίσημα, δεν ήξερα τα αποτελέσματα. Με συνόδεψε ως το ξενοδοχείο μου ένας από τους ανθρώπους της Paramount, από το ιδιαίτερο επιτελείο του σκηνοθέτη. Όταν με αποχαιρέτησε, μου φίλησε το χέρι και μου είπε: «Τηλεγραφήστε στον άντρα σας στη Νέα Υόρκη, να ετοιμάσει τα πράγματά σας για το Χόλιγουντ. Θα παίξετε την Pilar…».
Σε άλλη συνέντευξή της, η Παξινού ήταν πιο αποκαλυπτική, ως προς ορισμένα, «θολά» σημεία της ιστορίας. Όπως, για παράδειγμα, τι είχε γίνει μ’εκείνο το περιβόητο «δοκιμαστικό»…: «Ο ρόλος της Pilar, με μάγεψε από την πρώτη στιγμή. Μπήκα στο «πετσί» του και άρχισα μόνη μου να κάνω πρόβες στο δωμάτιό μου. Έτσι, όταν μερικές ημέρες αργότερα ήρθε από το Χόλιγουντ ένα ολόκληρο συνεργείο για να γυρίσει -με τη συμμετοχή μου- μια πρώτη, δοκιμαστική σκηνή, έγινε κάτι που δεν πρόκειται, ίσως, να ξαναγίνει ποτέ. «Δεν θα γυρίσω καμία δοκιμαστική σκηνή μαζί σας!», είπα αποφασιστικά στον επικεφαλής του συνεργείου. Αυτός, βλέποντας πως ήμουν αμετάπειστη, δεν δίστασε να μου αποκαλύψει πως η δοκιμή αυτή είχε μεγάλη σημασία για τη δική του καριέρα. Αν δεν κατόρθωνε να με πείσει, ίσως η Paramount να τον έδιωχνε. (…)
Για να μην του χαλάσω το χατίρι, δέχτηκα να κάνω τη δοκιμή, αλλά με έναν εντελώς δικό μου τρόπο. Ανέβηκα στο δωμάτιό μου, ντύθηκα με μια υπερπολυτελέστατη, βελουδένια, βραδινή τουαλέτα και ξαναπαρουσιάστηκα μπροστά τους, κρατώντας μια ουρά πίσω, δυό πήχες. Στην αρχή, με πέρασαν για τρελή. Τους είχα πει πως ήξερα καλά την Pilar, κι εγώ παρουσιαζόμουν με την τελευταία λέξη της παριζιάνικης μόδας. Η έκπληξή τους έφτασε στο κατακόρυφο όταν τους είπα ότι μπορούσαν να αρχίσουν το γύρισμα της «δοκιμαστικής» τους σκηνής. Στάθηκα μπροστά στο φακό και είπα σαν να μιλούσα σ’αυτούς που θα έβλεπαν το φιλμ, στο Χόλιγουντ. «Είμαι η Κατίνα Παξινού. Ξέρω καλά πως με προορίζετε για το ρόλο της Pilar και σας τονίζω πως έχω νιώσει τόσο καλά αυτή τη γυναίκα, ώστε όχι μόνο μπορώ να παίξω το ρόλο της, αλλά να μιλήσω και να γελάσω όπως τη φαντάστηκε ο ίδιος ο συγγραφέας. Επειδή όμως έχω μια φήμη, που δεν εννοώ να τη χάσω με μια γελοία δοκιμή, σας λέω πως δεν θα γυρίσω καμία δοκιμαστική σκηνή ως Pilar, παρά μονάχα όταν συζητήσω τις απόψεις μου με τον ίδιο τον (σ.σ. σκηνοθέτη) Sam Wood . Διαφορετικά, κύριοι, λυπάμαι, αλλά δεν θα μπορέσω να σας ευχαριστήσω. Χαίρετε!» ….
Ούσα ηθοποιός του θεάτρου, η Κατίνα έπαιζε το ρόλο της ολοκληρωμένα, εξελικτικά, σε συνέχεια χρόνου -το «σπάσιμο» σε μικρά, ανεξάρτητα κινηματογραφικά πλάνα την αποδιοργάνωνε. Λέγεται πως οι άνθρωποι της Paramount, συμφώνησαν να γυρίσουν κάποιες σκηνές της, χρησιμοποιώντας τρείς διαφορετικές κάμερες, μια για τα κοντινά, μια για τα γενικά και μια για τα υπόλοιπα πλάνα της. Το αποτέλεσμα, τους αντάμειψε…
ΤΟ ΚΟΣΤΟΥΜΙ ΤΗΣ PILAR ΚΑΙ Η ΒΡΑΔΙΝΗ ΤΟΥΑΛΕΤΑ ΤΩΝ ΟΣΚΑΡ
Σε άλλη συνέντευξή της, τέλος, η σπουδαία Ελληνίδα ηθοποιός, αναφερόταν στο πώς, «επινόησε» μόνη της το κοστούμι της Pilar -του ρόλου που της χάρισε το Όσκαρ. Απ’ότι φαίνεται, όταν είδε τα πρώτα σκίτσα για τα κοστούμια του ρόλου της, από τους ενδυματολόγους της Paramount, διαφώνησε, βρίσκοντας το σύνολο «ανάρμοστο, ως και φανταχτερό..». « Στις αντιρρήσεις μου αυτές συνάντησα το ειρωνικό χαμόγελο του σκηνοθέτη Sam Wood, που με ρώτησε πώς μπορώ να ξεχωρίσω πώς ντύνονται οι Ισπανίδες, αφού, ποτέ, όπως είχα πει, δεν είχα πάει στην Ισπανία. Δικαιολογήθηκα, πως εμείς οι μεσογειακοί δεν διαφέρουμε και πολύ στο ντύσιμο και -αν και δεν ήξερα βέβαια ακριβώς- φαντάζομαι πώς περίπου πρέπει να είναι το κοστούμι της Pilar. Toν προκάλεσα, αν ήθελε να δοκιμάσει την κρίση μου, να με άφηνε να διαλέξω πρόχειρα από το βεστιάριο του στούντιο ό,τι νόμιζα κατάλληλο. Βέβαιος για την αποτυχία μου, αλλά και γεμάτος περιέργεια, συμφώνησε και με έστειλε στο βεστιάριο να ντυθώ όπως νόμιζα, πράγμα που έκανα αμέσως, με τη βοήθεια της διάσημης ενδυματολόγου Edith Head. Όταν την επόμενη, παρουσιάστηκα ντυμένη ως Ρωμιά νησιώτισσα, ο Ισπανός τεχνικός σύμβουλος της ταινίας, που ΄χε καλέσει επίτηδες στο γραφείο του ο Sam Wood, μόλις με είδε, φώναξε: Αυτή, μάλιστα! Αυτή είναι η Pilar. Έτσι ντυμένη δραματικά και όχι με τα ρούχα που της ετοίμαζαν…». Έτσι το αυτοσχέδιο κοστούμι κατακυρώθηκε μαζί με το πενταετές συμβόλαιο που υπέγραψα για την εταιρεία…»
Λίγους μήνες αργότερα, η Κατίνα Παξινού θα παραλάμβανε ένα Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου (το μοναδικό από τα 9 για τα οποία προτάθηκε η ταινία, το πρώτο της Ελλάδας και το πρώτο που θα δινόταν σε μη Αμερικανό ηθοποιό -σημειωτέον για τον ίδιο ρόλο η Κατίνα τιμήθηκε και με Χρυσή Σφαίρα!), ντυμένη με μια κομψή, σκούρα grecian τουαλέτα του Jean Desses. Και θα δήλωνε: «Το δέχομαι, για λογαριασμό όλων των συναδέλφων μου του Εθνικού Θεάτρου, ζωντανών ή νεκρών….»