Θοδωρής Αθερίδης: «Αν η Σμαράγδα σε κοιτούσε ερωτικά, πόσο θα αντιστεκόσουν;»
Ο Θοδωρής Αθερίδης δημιουργεί πρώτα απ΄όλα μια αίσθηση οικειότητας, σχεδόν συγγένειας. Ανοιχτός και θετικός, ίσως επειδή έχει καταφέρει να δαμάσει κάποια από τα σκοτάδια του, βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή. Είτε λόγω δουλειάς, είτε από έρωτα...
«Εχω φίλους χρόνια. Υπάρχει ένας στενός πυρήνας φίλων, όπως ακριβώς στο “Αrt”. Ο Ευδόκιμος, ο Παναγιώτης κι εγώ. Με τον Ευδόκιμο γνωριστήκαμε στη σχολή. Ο Παναγιώτης είναι ο άνθρωπος στον οποίο χρωστάω όλον τον επαγγελματικό μου προσανατολισμό. Με πήρε, από αλητάκι της πλατείας Ναυαρίνου και με πήγε να δω Παζολίνι, Μπερτολούτσι. Μου γνώρισε την τέχνη γενικώς και του το χρωστάω. Πήγαινα δευτέρα λυκείου κι εκείνος ήταν δεύτερο έτος φυσικός.
Μου άρεσε πάντα να κάνω φασαρία, λίγο υπόγεια. Γενικά το δούλευα όλο αυτό, πόζα, ναρκισισμός, πονηριά. Είμαι παμπόνηρος
Πριν ήταν οι Μόντι Πάιθονς. Είχα δει το “Eνας προφήτης μα τι προφήτης”. Με είχε καθορίσει. Δεν ήμουν καταναλωτής πολιτισμού. Μόνον σινεμά έβλεπα και μάλιστα εμπορικό.
Τα παιδικά μου χρόνια ήταν ζωντανά, δροσερά, με παιχνίδι, ανταγωνισμό, πλακώματα, πόλεμο -γεμίζαμε με χώμα και νερό τα άδεια χάρτινα κουτιά Μεβγάλ και κάναμε την πλατεία λάσπη».
«Οι γονείς μου είναι μεσοαστοί. Η μητέρα μου είχε μαγαζί με ρούχα στη Θεσσαλονίκη και ο πατέρας μου κατασκεύαζε καροτσάκια και τα πουλούσε, ένα μικρό εργοστάσιο. Με τον καιρό η δουλειά του πατέρα μου κατέρρευσε, της μάνας μου όχι. Μεγάλωσα σε μια αγαπημένη οικογένεια που είχε την εικόνα της “Μιας τρελής τρελής οικογένειας”, χωρίς την Πάστα Φλώρα. Η μάνα μου δεν ήταν Πάστα Φλώρα. Ο μπαμπάς μου ήταν Παπαγιαννόπουλος.
Καλός μαθητής δεν ήμουν. Οι περισσότεροι φίλοι μου δεν τέλειωσαν καν το σχολείο. Στην β΄λυκείου έμεινα στάσιμος. Ηθελα να το παρατήσω. Αλλά τα είχα τότε με μια κοπέλα που πήγαινε ήδη Πανεπιστήμιο. “Δεν μπορώ να τα έχω με κάποιον που δεν έχει τελειώσει το σχολείο”, μου είπε. Εξαιτίας της το τέλειωσα και μάλιστα με 17. Ημουν και πρόεδρος του 15μελούς. Γενικά ήμουν κοινωνικός. Φασαρία και χαρά.
Πώς μπλέχτηκα με το θέατρο; Στο σχολείο γίνονταν πειραματικές θεατρικές ομάδες. Θα ανέβαινε τότε το “Ενα δένδρο φυτρώνει στο Μπρούκλιν”. Ο φιλόλογός μας έκανε οντισιόν για τον ρόλο του γιου. Εγώ κι ένα άλλο παιδί, ο Περικλής. Ο Περικλής, θυμάμαι, διάβασε θεατρικά με καθαρή φωνή, εγώ νομίζω ότι διάβασα όπως παίζω.... Πήραν τον Περικλή. Εμαθαν όμως κάποιοι άλλοι στο σχολείο ότι εγώ ενδιαφέρθηκα. Ενας από αυτούς ήταν ο Θωμάς ο Μοσχόπουλος ο οποίος μαζί με την Δήμτηρα Καλπάκη ήταν στο Μαθητικό Πειραματικό Θέατρο Θεσσαλονίκης. Μου έκαναν πρόταση, πήγα αλλά το ΜΑΠΕΙΘΕ διαλύθηκε...»
«Τότε έθεσα ως στόχο να πάω στην σχολή του Κρατικού. Ελεγα ότι αν δεν περάσω θα σταματήσω, γιατί κάτι παραπάνω θα ξέρουν οι άνθρωποι που θα με κόψουν. Μέσα στην μεγάλη μου τρέλα ήμουν και συγκροτημένος. Ο μισός μου εαυτός πάντα ήταν γειωμένος, ρεαλιστής και ο άλλος μισός μεταφυσικός. Αυτή η σύγκρουση δεν τελειώνει ποτέ.
Στο “Από έρωτα” ξεκίνησα να γράφω για μένα και για την Σμαράγδα
Μου άρεσε πάντα να κάνω φασαρία, λίγο υπόγεια. Γενικά το δούλευα όλο αυτό, πόζα, ναρκισισμός, πονηριά. Είμαι παμπόνηρος.
Στο θέατρο αισθάνθηκα καλά και από την υποδοχή και από την αίσθηση ότι είναι ένας φυσικός χώρος για μένα. Πολύ γρήγορα και με τους “Αγαμους” και με το Κρατικό και με τον Μίνω Βολανάκη που με ξεχώρισε, με αποδέχτηκαν σαν ανερχόμενο, ότι ανήκω εκεί. Ισως να είναι και ο φυσικότερος χώρος που ένοιωσα μετά από το ποδόσφαιρο που έπαιζα μικρός. Ηθελα να γίνω ποδοσφαιριστής, αλλά άρχισα το τσιγάρο και τα διάφορα, και τα παράτησα. Ευτυχώς που δεν έγινα γιατί τώρα θα είχα σταματήσει εδώ και είκοσι χρόνια».
«Ο Ιεροκλής έστησε τους “Αγαμους”. Εγώ πήγα την δεύτερη χρονιά. Ημουν ο πρώτος ηθοποιός, οι άλλοι ήταν μουσικοί. Γνώρισα τον Ιεροκλή στη Σχολή, ήμασταν μαζί σε μια παράσταση, Μου έλεγε κάθε μέρα τα κείμενά του για τους “Αγαμους”, εγώ, αυθόρμητα του έλεγα μην πεις αυτό, πες εκείνο. Και πήγαινε ο πονηρός κι έλεγε αυτό που του είχα πει κι έβγαζε γέλιο. Ετσι μου πρότεινε να πάω και να γράψω δικά μου κείμενα. Ως τότε δεν είχα ξαναγράψει. Το πρώτο μου ήταν ο Γιουγκοσλάβος στους “Αγαμους”. Από τότε μου μπήκε η ιδέα για το θεατρικό. Το πρώτο ήταν το “Aπό έρωτα”. Για να γράψεις, τo πιο αφροδισιακό, δημιουργικά, είναι το τετελεσμένο. Βοηθάει να σε τραβάει η ημερομηνία από το μανίκι, το dead line.
Στο “Από έρωτα” ξεκίνησα να γράφω για μένα και για την Σμαράγδα. Οταν γράφω αναρωτιέμαι, ρωτάω, απαντάω και προχωράω. Μια περιπέτεια είναι το γράψιμο. Χάρηκα που το ανακάλυψα, γιατί νομίζω ότι όταν οι φυσικές μου δυνάμεις δεν θα με κρατούν, θα μπορώ να γράφω.
Η πορεία μου εξελίχθηκε απλόχερα. Δεν ξεκίνησα ως πρωταγωνιστής. Αυτό το κατέκτησα με την δουλειά και μ΄αρέσει. Στην πορεία ήρθαν οι “Αγαμοι” που είχαν μεγάλη αναγνώριση και ειδικά μετά την συνεργασία με τον Γιώργο Νταλάρα. Ημασταν λίγο σαν μια τσογλανοπαρέα που κάνει, κριτική -και λέω τσογλάνια με την έννοια της νεανικότητας, με την ομορφιά που έχει το να είσαι αιρετικός εκ του ασφαλούς. Γιατί τότε δεν είχα ευθύνη για την χώρα».
«Σήμερα στα 53 μου έχω ευθύνη για όσα έχω πει και για εκείνα που δεν έχω πει. Για το πόσο κόντρα πήγα ή δεν πήγα σε ένα σύστημα που χρεοκόπησε. Υπήρχαν στιγμές που καυτηρίασα το σύστημα μέσω των “Αγάμων” ή των θεατρικών μου αλλά αισθάνομαι και ευνοημένος από ένα τέτοιο σύστημα γιατί το χρησιμοποίησα με κάποιον τρόπο. Είμαι εμπλεκόμενος, όχι διαπλεκόμενος. Και δεν είμαι αθώος, στα 53 μου. Αθώα είναι η κόρη μου.
Η εικόνα μου προς τα έξω; Αληθινή ή φτιαχτή, δεν ξέρω. Μέσα στους εξαπατημένους της εικόνας μου είμαι κι εγώ ο ίδιος
Είναι δύσκολο να είσαι ηθοποιός και να είναι και το παιδί σου. Γι΄αυτό και τηρώ στάση εξαφανισμένου. Δεν ανακατεύομαι. Ούτε η κόρη μου θέλει, με τίποτα. Μια φορά συνεργαστήκαμε, και τέρμα. Πιστεύει στην γνώμη μου αλλά θέλει να την λέω σε έτοιμες δουλειές, όχι από πριν.
Η Φωτεινή έχει δώσει ένα δικό της στίγμα. Εχει ισχυρή προσωπικότητα και το έχει καταστήσει σαφές, με κάποιον, δικό της τρόπο. Δεν θυμίζει κανέναν, ούτε την μητέρα της ούτε εμένα ούτε κανέναν άλλον ηθοποιό. Ακολουθεί έναν δικό της εσωτερικό δρόμο. Εγκαιρα απομυθοποίησε όλα αυτά που έβλεπε σπίτι της. Δεν θεώρησε ποτέ τον μπαμπά της ως μέγα διανοούμενο κι έτσι δικαιούται να γράφει».
«Ημουν πολύ φοβισμένος όταν προέκυψε η Φωτεινή αλλά και πολύ υπεύθυνος από τον φόβο μη και δεν τα καταφέρω. Τότε έγινα πολύ σωστός στην δουλειά, θεωρώντας την δουλειά πιο υψηλή από όλους μας. Η τύχη και ο δρόμος μου έφεραν πράγματα που δεν χρειάστηκε εγώ να επινοήσω, όπως το “Σ΄αγαπώ Μ΄αγαπάς” ή πριν τους “Αγαμους”. Εχω μετανοιώσει για ελάχιστα πράγματα. Δεν ντρέπομαι για κανένα.
Η εικόνα μου προς τα έξω; Αληθινή ή φτιαχτή, δεν ξέρω. Μέσα στους εξαπατημένους της εικόνας μου είμαι κι εγώ ο ίδιος. Μπορεί να ψήνω και τον εαυτό μου. Δεν κοροϊδεύω εσάς αλλά κι εμένα. Συχνά αναρωτιέμαι αν με κοροϊδεύω. Καθένας μας ξέρει την ανομολόγητη περιοχή του. Αυτά που σκέφτεσαι, μπορεί να έχουν και ένα ελεεινό υπόβαθρο. Παραβλέπεις όμως κάτι άλλο: Αυτό που καταλαβαίνουν ερήμην σου οι άλλοι. Αν προστεθούν αυτά τα δύο πράγματα μαζί, νομίζω πως αλαφραίνει η αρνητική εντύπωση που έχεις για τον εαυτό σου και τελικά ο παρανομαστής δεν είναι τόσο άσχημος. Θα ήμουν λίγο αχάριστος αν έλεγα το αντίθετο. Την ώρα που ζορίστηκα με βοήθησε ο θεούλης πήρα τα κουράγια μου έκανα το σωστό.
Δύο είναι οι κομβικές στιγμές της ζωής μου. Η πρώτη, όταν προέκυψε η εγκυμοσύνη και το παιδί. Ημασταν ένα πολύ ερωτευμένο ζευγάρι με την Ελένη, αλλά στα 23 μισό μου με ρωτάς αν ήμουν έτοιμος να το αποδεχτώ; Με κόπο, αγωνία, πόνο, φόβο, πήρα την σωστή απόφαση. Και ο θεός με αντάμειψε. Φυσικά και η Ελένη το ήθελε. Με την Ελένη γνωριστήκαμε τον Οκτώβριο του ΄88, τα φτιάξαμε τον Απρίλιο του ΄89 και έμεινε έγκυος τον Μάρτιο του ΄90. Παντρευτήκαμε στον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης της».
«Η δεύτερη μεγάλη απόφαση ήταν για το αλκοόλ, τον Σεπτέμβριο του 1999. Πριν κλείσει χρόνος μου έφερε το “Σ΄αγαπώ Μ΄αγαπάς” επιτυχία, έγινα γνωστός. Στις 7 Σεπτεμβρίου, στον σεισμό του ΄99 ήταν η πρώτη μέρα που έκοψα το αλκοόλ και στους Ανώνυμους πρέπει να πήγα στις 11. Εμεινα έξι-επτά μήνες. Μετά σταμάτησα, είχα αρχίσει θέατρο, αλλά η δουλειά είχε γίνει. Είμαι τόσα χρόνια καθαρός. Δεν πίνω γουλιά, ούτε για αστείο.
Ακόμα και ερήμην της η Σμαράγδα κάνει φασαρία, τραβάει την προσοχή
Δεν υπάρχει η φράση πρώην αλκοολικός. Είναι ασθένεια, ανίατη, προοδευτική, θανατηφόρα. Είμαι αλκοολικός σε νηφαλιότητα, σε αναστολή. Και λέμε πάντα όχι στο πρώτο ποτήρι. Αν τώρα πιω ένα ποτήρι, δεν λέω ότι θα ξαναγίνω αμέσως αλκοολικός, αλλά μέσα στον επόμενο μήνα θα πιώ ό,τι έπινα και άλλα τόσα για να καλύψω το κενό...
Κατάλαβα γιατί στράφηκα το αλκοόλ: Ημουν ένα φοβικό πλάσμα και έκανα αγχόλυση. Πρώτα το είπα δημόσια σε ένα περιοδικό στην Κλειώ Χατζηστεφάνου. Από εκεί το είδε ο Σταύρος Θεοδωράκης και με φώναξε στην εκπομπή στην ΕΡΤ μαζί με τον Μπουτάρη. Το είπα δημόσια, με πονηριά. Ηξερα βέβαια ότι ένα πρόσωπο αγαπητό θα κάνει καλό να πει το πει δημόσια, θα βοηθήσει. Αλλά κυρίως το είπα για να αυτοδεσμευθώ: Δεν θα με έπαιρνε μετά να ξαναπιώ, θα γινόμουν λίγο ξεφτίλα. Τέτοιες τόλμες έχω πολλές, άλλες δεν έχω. Σε ασανσέρ δεν μπαίνω, είμαι φλωρούμπα. Με τα αεροπλάνα βασανίστηκα, με τις αρρώστιες έχω φόβο. Αν δεν τα είχα αυτά, θα ήμουν αντράκλα!»
«Οχι δεν τροφοδοτούσα την ιστορία με την Σμαράγδα, ούτε εκείνη. Απλώς είναι η Σμαράγδα φασαρία-γκόμενα από το είδος του star quality που διαθέτει. Ακόμα και ερήμην της η Σμαράγδα κάνει φασαρία, τραβάει την προσοχή. Ηταν μοιραίο να παρακολουθούν τι κάνει.
Εγώ πραγματικά θέλω να είμαι οικογενειάρχης παλιάς κοπής. Ναι, τα θέλω όλα δικά μου, θα σκεφτείς. Αλλά δεν είμαι από αυτούς που χωρίζουν και δεν τους νοιάζει. Είχα μέσα μου συγκρούσεις.
Ζούμε σε μια εποχή με θολή κρίση, θολωμένο μυαλό. Ολοι μας
Οσο για το θέμα της Σμαράγδας η απάντησή μου είναι απλή: Φίλε μου, είσαι οικογενειάρχης και δεν σου αρέσει αυτό που έκανα... Αν στον δρόμο σου ερχόταν τότε η Σμαράγδα Καρύδη και σε κοιτούσε ερωτικά, πόσο θα αντιστεκόσουν; Ελα να σε μετρήσουμε. Κάποια πράγματα δεν μετριούνται.
Δημόσια το είπα αφού αρκετό καιρό πριν το ήξερε η Ελένη, αφού είχαν αποκατασταθεί απολύτως οι σχέσεις της με την Σμαράγδα και γίναμε αγαπημένοι φίλοι, μια δυνατή ομάδα, μαζί και η κόρη μου. Τότε ήμουν έτοιμος να το αποδεσμεύσω από μυστικό. Με την Ελένη ήμασταν είκοσι χρόνια μαζί όταν έφυγα από το σπίτι. Με αυτόν τον άνθρωπο δεν τελειώνει η σχέση. Ούτε ξέρεις πια, τι σχέση έχεις. Δεν έχω πάρει διαζύγιο με το σκεπτικό ότι αφού απέτυχα σημαίνει ότι δεν θέλω να το ξανακάνω και καθώς ευλογήθηκε ως μυστήριο δεν έχει νόημα να το καταστρέψω τελείως. Να αφήσω την συγγενική σχέση -γιατί έτσι νοιώθω ούτως ή άλλως. Τα πολλά χρόνια που είναι μαζί δύο άνθρωποι δεν σου επιτρέπουν να τον βγάλεις από την καρδιά σου. Μόνον αν σου έχει κάνει κακό».
«Την θρησκεία την είχα από μικρός. Η μάνα μου είναι όπως όλες οι μανάδες, πάει στην εκκλησία, όχι θεούσα. Ο μπαμπάς μου ήταν κομμουνιστοσυμμορίτης -έβριζε κι έλεγε ότι ο θεός είναι ατζαμής. Η θρησκεία είναι δική μου ριξιά. Πέρασα συγκρουσιακό και σ΄αυτό στην εφηβεία μου. Ο μισός ήμουν ΚΚΕ, ο άλλος μισός, πιστός... Αντε να τα παντρέψεις. Αφησα τον θεό για λίγο, δεν μπορούσα και τα δύο. Πήγα στο ΚΚΕ, δεν με κάλυψε. Σε δύο χρόνια ξαναγύρισα στη θρησκεία.
Εμαθα από νεώτερος να παρεμβαίνω, λόγω “Αγάμων”. Βέβαια αυτό που με κάνει να κρατάω το στόμα μου πιο μαζεμένο είναι το τωρικό εμφυλιακό κλίμα. Δεν φοβάμαι την σύγκρουση σε αυτό, απλώς σέβομαι την πραγματική ανάγκη του κόσμου εκατέρωθεν, να μην παίρνει θέση ο καλλιτέχνης.
Θυμάμαι στο δημοψήφισμα, όταν έβγαλα μια μέρα τον σκύλο μου βόλτα, συνηθισμένος να μιλάω με τον κόσμο και να μου εκφράζει την συμπάθειά του, γύρισα να χαιρετίσω μια κυρία που με φώναξε. Κι εκείνη τότε σήκωσε το μεσαίο της δάχτυλο. Τρόμαξα. Είπα “φίλε είσαι σε εμφύλιο”. Ενοιωσα ότι κάποιος που με είχε αγαπήσει τώρα θα με μισήσει. Αναρωτήθηκα ποιος είναι ο ρόλος μου. Του συμφιλιωτή των δύο στρατοπέδων, κάτι που δεν σημαίνει ότι δεν έχεις θέση. Το πιο ισχυρό είναι η ανάγκη να είναι αγαπημένοι οι άνθρωποι. Και αποφάσισα να παίξω πιο υπεύθυνα τον ρόλο μου.
Ζούμε σε μια εποχή με θολή κρίση, θολωμένο μυαλό. Ολοι μας».
«Είμαι πάρα πολύ ευγνώμων γι΄αυτό που μου συμβαίνει. Δούλεψα σκληρά, αλλά κι άλλοι έχουν δουλέψει σκληρά χωρίς να τύχουν της αναγνώρισης και της αγάπης που έτυχα εγώ. Δεν με κουράζει ο κόσμος που με χαιρετάει και με αγαπάει. Σήμερα, στα 53 μου, είμαι ακόμα πιο χαρούμενος από τα 35 μου, γιατί τότε προσπαθούσα να κατακτήσω κι αυτούς που δεν με γούσταραν. Τώρα δεν με ενδιαφέρει. Οχι γιατί έγινα χειρότερος, αλλά γιατί κατάλαβα πως ό,τι και να έκανα, αυτοί που δεν με γουστάρουν δεν θα με γούσταραν, ακόμα κι αν έκανα αυτό που ήθελαν. Δεν λογοδοτώ. Μου φτάνουν αυτοί που με αγαπάνε. Είναι πάρα πολλοί».
Ο Θοδωρής Αθερίδης σκηνοθετεί και παίζει στο «Αrt» της Γιασμίνα Ρεζά μαζί με τους Αλκη Κούρκουλο και Γιώργο Πυρπασόπουλο. Μετάφραση Σταμάτης Φασουλής
Στο Μικρό Παλλάς
Παραστάσεις: Τετάρτη & Κυριακή στις 20.00, Πέμπτη & Παρασκευή στις 21.00, Σάββατο στις 18.00 & στις 21.00.