H γλυκόπικρη ιστορία του «Ζητάτε να σας πω» του διάσημου τραγουδιού του Αττικ | 0 bovary.gr
H γλυκόπικρη ιστορία του «Ζητάτε να σας πω» του διάσημου τραγουδιού του Αττικ | 0 bovary.gr
H γλυκόπικρη ιστορία του «Ζητάτε να σας πω» του διάσημου τραγουδιού του Αττικ | 1 bovary.gr

H γλυκόπικρη ιστορία του «Ζητάτε να σας πω» του διάσημου τραγουδιού του Αττικ

Μικρόσωμος, υπερκινητικός, χαριτωμένος, ταλαντούχος. Ο Αττίκ πέρασε στην ιστορία και στην αθανασία, με την Μάντρα και τα τραγούδια του, ως ένας καλλιτέχνης που αγάπησε και πόνεσε πολύ...

Βασικός εκφραστής του ρομαντικού ελληνικού τραγουδιού, ο Κλέων Τριανταφύλλου, με ευρωπαϊκές επιρροές, μπόλιασε τις μουσικές του με προσωπικά στοιχεία και άφησε το στίγμα του. Γι΄αυτό και σήμερα παραμένει σύγχρονος....

Πατέρας του ήταν ο Δημήτριος Τριανταφύλλου, πλούσιος βαμβακοπαραγωγός και έμπορος της Αιγύπτου με καταγωγή από τον Βόλο. Μητέρα του η Εριθέλγη, το γένος Ραπτάκη, κόρη του ριζοσπάστη βουλευτή Κυθήρων Δημήτριου Ραπτάκη και της Κλεοπάτρας Κορωναίου αδελφής του στρατηγού Πάνου Κορωναίου. Ο Κλέων Τριανταφύλλου γεννήθηκε την πρωταπριλιά του 1885.

Η οικογένειά του ανήκε στην αστική τάξη και ο ίδιος μεγάλωσε μέσα σε ένα άνετο περιβάλλον, όπου και αναπτύχθηκε η σχέση του με τις τέχνες. Την αγάπη του για τα γράμματα και τη μουσική τη χρωστά στη μητέρα του, η οποία μιλούσε πολλές γλώσσες (ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, αραβικά). Στην Αθήνα εγκαταστάθηκαν το 1902.

Ο μικρός Κλέων έμαθε πιάνο και φλάουτο, καθώς η μουσική είχε ήδη φανεί πως τον γοητεύει. Γρήγορα φάνηκε το ταλέντο του. Ωστόσο φοίτησε στη Νομική και στη συνέχεια, μαζί με τον αδελφό του, πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες. Στόχος η καριέρα διπλωμάτη. Αντ΄αυτού, προτίμησε το Conservatoire de Paris, όπως και ο αδελφός του. Τότε συνέθεσε και έγραψε τα πρώτα τραγούδια, τις πρώτες επιτυχίες για το γαλλικό, παρισινό, κοινό. Ακολούθησαν συναυλίες στο εξωτερικό. Ηταν η εποχή που η οικογένειά του άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, οπότε ο ίδιος αποφάσισε να επιστρέψει και να τους στηρίξει.

Το καλοκαίρι του 1930 ήταν αυτό που καθόρισε την πορεία του. Εχοντας ήδη κερδίσει την αναγνώριση και την επιτυχία, κι έχοντας ήδη αλλάξει το όνομά του, ο Αττίκ ίδρυσε τη «Μάνδρα».

Εκεί έπαιζε πιάνο και τραγουδούσε και το κοινό απολάμβανε και διασκέδαζε.... Η «Μάνδρα» ήταν πάντα κατάμεστη. «Πολλές σανίδες, λίγη μπογιά και αρκετή πρωτοπορία»: Κάπως έτσι την περιέγραψε αργότερα ο ίδιος, και είχε δίκιο. Γιατί στην ουσία μέσα από αυτόν τον χώρο ο Αττίκ δημιούργησε ένα είδος ολόκληρο. Στην ουσία ήταν ο πρώτος που έκανε one-man-show, συστήνοντας στο κοινό έναν διαφορετικό τρόπο διασκέδασης.

Γιατί ο ίδιος συνδύαζε πολλές ιδιότητες, όπως του συνθέτη, του πιανίστα, του τραγουδιστή, του μίμου, του κονφερανσιέ. Στο πλάι του εμφανίζοντας καλλιέχνες της εποχής, όπως η Κάκια Μένδρη, η Δανάη, η Νινή Ζαχά, ο Μίμης Τραϊφόρος και, αργότερα, η Λουίζα Ποζέλι. Αρχικά η Μάνδρα στήθηκε στην οδό Μεθώνης και αργότερα στην Αχαρνών.

Από το «Είδα μάτια» στο «Ζητάτε να σας πω»

Η Μαρίκα Φιλιππίδου ήταν η γυναίκα που τον στιγμάτισε. Την ερωτεύθηκε παράφορα, της έγραψε τραγούδια. Παντρεύτηκαν κι έμειναν μαζί γύρω στα τέσσερα χρόνια. Χώρισαν το 1914. Εκείνη τον εγκατέλειψε για τον ίλαρχο Σταμάτη Μερκούρη, μετέπειτα σύζυγό της και πατέρα της Μελίνας.

Ο Αττίκ είχε γράψει το «Είδα μάτια» για τη Μαρίκα Φιλιππίδου, μια πραγματικά όμορφη γυναίκα, που είχε αγαπήσει βαθειά στη ζωή του. Μετά τον χωρισμό τους όμως, απέφευγε να το ερμηνεύει στην Μάντρα, γιατί τον πονούσε πολύ η απουσία της.

Ενα βράδυ, εκείνη, πάντα ωραία και εντυπωσιακή, συνοδευόμενη από τον μετέπειτα σύζυγό της, τον Σταμάτη Μερκούρη, πήγε στη Μάντρα του Αττίκ. Το κοινό που ήταν εκεί, μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία της, άρχισε να του ζητά να παίξει το «Είδα μάτια», λίγο για να τον πειράξει, λίγο για να δει τις αντιδράσεις τις δικές του και τις δικές της...

Εκείνος, μόλις την είδε, ταραγμένος σηκώθηκε και πήγε πίσω από τη σκηνή, μη μπορώντας να ελέγξει τα συναισθήματά του. Ελειψε για πέντε δέκα λεπτά και επέστρεψε με το κορυφαίο τραγούδι της καριέρας του. Εκατσε στο πιάνο κι έπαιξε το κομμάτι που μόλις είχε συνθέσει....

«Ζητάτε να σας πω,

τον πρώτο μου σκοπό,

τα πρώτα μου γινάτια,

ζητάτε “Είδα μάτια”,

με σκίζετε κομμάτια.....»

Η Μαρίκα Φιλιππίδου, μόλις το άκουσε, λένε πως δάκρυσε και αποχώρησε από την Μάντρα... Εκείνο το βράδυ ο Αττίκ απέδειξε για άλλη μια φορά το ταλέντο και την ευαισθησία του κι έγραψε την ιστορία του....

Ωστόσο, πριν και μετά από εκείνη, ο Αττίκ έκανε άλλους δύο γάμους, τρεις δηλαδή συνολικά. Πρώτα ήταν η Μαρί-Ελέν, η οποία πέθανε έξι μήνες μετά τον θάνατο του μοναδικού παιδιού που έκανε ο Αττίκ, μόλις ενός έτους. Τρίτη γυναίκα του ήταν η Ρωσίδα Σούρα, με την οποία έζησαν μαζί ως το τέλος.

Το τέλος στάθηκε σκληρό για τον Αττίκ. Ενα βράδυ, στις 28 Αυγούστου του 1944, ενώ ακόμα η Ελλάδα βρισκόταν υπό Κατοχή, σκόνταψε, καθώς περπατούσε, πάνω σε έναν Γερμανό στρατιώτη, ο οποίος και τον ξυλοκόπησε. Αιμόφυρτος ο Αττίκ γύρισε στο σπίτι του, θέλοντας ουσιαστικά να δώσει ένα τέλος στη ζωή του. Το τυχαίο περιστατικό στον δρόμο στάθηκε η τελευταία σταγόνα: Πήρε μεγαλύτερη, από την συνηθισμένη, ποσότητα ηρεμιστικών και δεν ξύπνησε ποτέ ξανά....

Τα τραγούδια του Αττίκ και μια ταινία

  • Η παπαρούνα
  • Της μιας δραχμής τα γιασεμιά
  • Είδα μάτια
  • Ζητάτε να σας πω
  • Μαραμένα τα γιούλια
  • Τα καημένα τα νιάτα
  • Τρεχαντήρι (το εμπνεύστηκε στο Καψάλι το 1920, όπου παραθέριζε και διέμενε στον πίσω γιαλό, στο σπίτι Μαρή)

Πρωταγωνιστεί στην ταινία του Γιώργου Τζαβέλα «Χειροκροτήματα» που γυρίστηκε το 1944, με αυτοβιογραφικά στοιχεία. Τα τραγούδια του ερμηνεύει η Δανάη.

«Αναζητώντας τον Αττίκ»: Η μουσική παράσταση σε έρευνα και κείμενα του Λάμπρου Λιάβα, σκηνοθεσία και χορογραφία της Σοφίας Σπυράτου κάνει πρεμιέρα στο Παλλάς την Παρασκευή 13 Απριλίου (20.30).

Στιχουργικά ιντερμέδια: Γιάννης Ξανθούλης

Ενορχήστρωση & μουσική διεύθυνση: Θόδωρος Κοτεπάνος

Σκηνικά & κοστούμια: Μανόλης Παντελιδάκης

Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος

Παίζουν: Ακης Σακελλαρίου, Αντώνης Καφετζόπουλος, Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Νάντια Κοντογεώργη, Κατερίνα Παπουτσάκη, Μίνως Θεοχάρης και η Ζωζώ Σαπουντζάκη.

Παραστάσεις: Τετάρτη & Κυριακή στις 19.30, Πέμπτη – Σάββατο στις 20.30